Για την ποιητική συλλογή του Αριστείδη Βουγιούκα «Η απορηματική της ύπαρξής μας» (εκδ. Gutenberg). Κεντρική φωτογραφία © Jr Korpa / Unsplash
Του Γιώργου Βέη
Αναστοχαστικός, ταυτοχρόνως κυριολεκτικός και ρηματικά άμεσος, ανατρεπτικός όπου δει, αναλυτικός, άλλα όχι ανιαρός, ιδίως όσον αφορά στη διαχείριση των πολλαπλών βαθμίδων του νοήματος, ταξινόμος της ειδοποιού έσω θέας, συστηματικός μελετητής της διαχρονικής ιλαροτραγωδίας του είδους μας, έτοιμος, όταν προωθεί τα στοιχεία διαφόρων κατεστημένων λογικών επιχειρημάτων, να δείξει τη διαφορά και την υφέρπουσα αντίφαση, ο Αριστείδης Βουγιούκας (Άμπελος Σάμου 1928 – 2017) μας διαβιβάζει μεταθανατίως νοήματα ενός καθόλα ανοικτού βίου. Γνωρίζω ότι έχουν προηγηθεί εν συνόλω δεκαπέντε ποιητικά βιβλία. Έστω παράδειγμα ο ενδεκάστιχος «Εαυτός μας», το τριακοστό τρίτο κατά σειρά ποίημα της σημερινής συλλογής, το οποίο παραθέτω αυτούσιο:
«Η ύπαρξή μας προϋποθέτει έναν εαυτό –
το εγώ, όχι μόνο ως πρώτο πρόσωπο ενικού
στην κλίση του ρήματος “υπάρχω”.
Νομίζει πως είναι το αφεντικό,
ο οικοδεσπότης της ύπαρξης.
η αλήθεια είναι πως χωρίς εαυτό
η ίδια η ύπαρξη θα έμενε ακάλυπτη και απρόσωπη.
Ή μήπως εαυτός και ύπαρξη
είναι μια διφυής (και ευφυέστατη!) μεγάλη αυταπάτη
– όπως και τα πάντα, άλλωστε,
μέσα σ’ αυτό τον περίγυρο της λογικής;».
Το φαντασιακό ιδεώδες εγώ προσεγγίζεται με ομολογούμενη ευθύτητα προθέσεων. Δεν ακυρώνεται, ούτε υπονομεύεται. Ενυπάρχει ως ένα άλλο φερέφωνο της ίδιας της ποιητικής απόκλισης. Η δε δυσφορία για την όλη εγγενή αβελτηρία της ύπαρξης να αυτοπροσδιορισθεί επιτυχώς υπαγορεύει σημαντικό μέρος των ποιημάτων. Συγκρατώ ότι η εμφανής φιλοσοφική απόκλιση επιφέρει σταδιακά, όπως άλλωστε θα περίμεναν οι αναγνώστες, μιαν εμφανή διεύρυνση της κειμενικής συνείδησης.
Επισημαίνω την υποδειγματική φιλολογική επάρκεια του Αριστείδη Βουγιούκα. Εννοώ, εκτός των άλλων, τις άριστες μεταπτυχιακές σπουδές του με υποτροφία του ΙΚΥ στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Σημειώνω ότι η διατριβή του για το έργο του William Wordsworth με τίτλο “The Prelude” απέσπασε την ανώτατη διάκριση (summa cum laude).
Έτσι, οι πάγιες ή μη αντιλήψεις μας, τόσο για τη συλλογική διάσταση της ύπαρξής μας, όσο και για τη βιολογική-ψυχική της υφή βρίσκουν εδώ ένα πλαίσιο ωσμώσεων, ανακατατάξεων και προσαρμογών. Μακριά βέβαια από τη σφαίρα στείρων προκαταλήψεων, ψευδεπίγραφων υπερδομών και σκληροπυρηνικών ιδεοληψιών. Κατά συνέπεια, το ποιητικό υποκείμενο διανοίγει, διαπλάθει εν προκειμένω το ευεργετικό, συναινετικό αντίλημμα. Επισημαίνω την υποδειγματική φιλολογική επάρκεια του Αριστείδη Βουγιούκα. Εννοώ, εκτός των άλλων, τις άριστες μεταπτυχιακές σπουδές του με υποτροφία του ΙΚΥ στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Σημειώνω ότι η διατριβή του για το έργο του William Wordsworth με τίτλο “The Prelude” απέσπασε την ανώτατη διάκριση (summa cum laude). Είναι επόμενο η χρήση του ποιητικού λόγου να μετέχει κατ’ ανάγκην διακριτών τιμαλφών της γνώσης συγκεκριμένων ουσιών του κόσμου. Κοντολογίς, το βίωμα του νοήματος προκαθορίζει εκ του ασφαλούς την αίσια ολοκλήρωση του αισθητικού εγχειρήματος.
Είναι ενδεικτικό από την άποψη αυτή το εισαγωγικό, τέταρτο κατά σειρά ποίημα της συλλογής. Τίτλος «Μέλισσος», σελ. 12. Το αντιγράφω κατά λέξη:
«Απαρέμφατε Λόγε
του Είναι και του Γίγνεσθαι,
κάπως σιβυλλικά μας τα λέει
ο κλητός Σου ο Μέλισσος:
“ει μεν ουν είη, δει αυτό εν είναι,
αν δ’ εόν, δει αυτό σώμα μη έχειν,
ην δε μεταπέση,
το μεν εόν απώλετο,
το δε ουκ εόν γέγονεν”.
(Και πού είναι τος τώρα
να μας δώσει εξηγήσεις;)».
Τα αυτοσχόλια, τα οποία έπονται, είναι χαρακτηριστικά της μέριμνας του γράφοντος να καταστήσει προσιτό στους αναγνώστες του τόσο τα συναφή κατά Gérard Genette επικειμενικά στοιχεία, όσο και τα ενδεχομένως διαλανθάνοντα επιμέρους υπο-μηνύματα του τελικού συνθέματος. Εξ ου και τα όσα μεταφέρω εδώ για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής από την προαναφερόμενη σελίδα:
«Ο Σάμιος Μέλισσος ήταν μαθητής του Παρμενίδη και του Ηράκλειτου, αλλά η δική του φιλοσοφία είχε αρκετές διαφορές [. . .] Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι το “Sein und Zeit” του Χάιντεγκερ και “L’ être et le néant” του Σαρτρ μοιάζει να είναι πολύ κοντά στη φιλοσοφία του Μέλισσου. Ο Μέλισσος υπήρξε και πολιτικο-στρατιωτικός, υπεύθυνος της νικηφόρας αντίστασης στην πρώτη εκστρατεία του Περικλή εναντίον της Σάμου που είχε αποσκιρτήσει από την Αθηναϊκή Συμμαχία».
Στους αντίποδες της εύκολης ευτέλειας της λεκτικής αυθαιρεσίας των πολλών, του τελματώδους μανιερισμού και της παρεπόμενης παραληρηματικής εξομολόγησης, ο «Μέλισσος» προτείνει στιχική αυτοσυγκράτηση και προσήλωση στα αυθεντικά κοιτάσματα του ποιητικού είναι. Η μέριμνα είναι αδιάλειπτη: ο λόγος διυλίζεται επιμόνως, οι αποχρώσεις των συγκινήσεων αποτυπώνονται με ιδιάζουσα πιστότητα, το συμβολικό ιδεατό εγώ ομιλεί με συνέπεια ύφους. Οι δε λεπτομέρειες ζωτικές των σημαινομένων προβάλλουν εντέχνως την κατάλληλη στιγμή. Διακρίνω επίσης τη συμμετοχή των χρηστικών ομοιοκαταληξιών στη διαδικασία της μεταμόρφωσης της πρωταρχικής ποιητικής ιδέας σε ένα ηχητικά εναρμονισμένο σύνολο συλλαβών. Αποτελούν, εκτός των άλλων, τεκμήρια της εγνωσμένης ευχέρειας, αλλά και της τριβής του δημιουργού τους με τη μείζονα παρακαταθήκη της συναφούς παράδοσης.
Ούτε ξέχειλα κατά συνέπεια φληναφήματα, ούτε αλλοκοσμικές αμφισημίες, ούτε ξέμπαρκες εξυπνάδες μιας άσφαιρης ρητορείας. Βρισκόμαστε εν ολίγοις άλλη μια φορά στην επικράτεια του δόκιμου, ήτοι επιτυχώς συγκερασμένου, πρόσφορου κι ευθύβολου ενιαίου λόγου.
Όσον αφορά στα διάσπαρτα πεζόμορφα κομμάτια του έργου διακρίνονται κι αυτά από την όλη λεκτική κάθαρση, στην οποία έχουν αντιστοίχως συστηματικά υποβληθεί. Ούτε ξέχειλα κατά συνέπεια φληναφήματα, ούτε αλλοκοσμικές αμφισημίες, ούτε ξέμπαρκες εξυπνάδες μιας άσφαιρης ρητορείας. Βρισκόμαστε εν ολίγοις άλλη μια φορά στην επικράτεια του δόκιμου, ήτοι επιτυχώς συγκερασμένου, πρόσφορου κι ευθύβολου ενιαίου λόγου. Αποτέλεσμα στο πλαίσιο της απαιτητικής ρηματικής εμπέδωσης: η κατ’ εξοχήν θεματική εστία, ήτοι ο δυνητικός εξορθολογισμός του θανάτου, σε συνάφεια με το ενδεχόμενο ή μη της παρουσίας του θείου προσεγγίζεται συνειδητά με τη δέουσα αυστηρότητα έκφανσης. Ποιητικό διάβημα και πεζό ένθετο αλληλοσυμπληρώνουν το μωσαϊκό της όλης μεταιχμιακής διατύπωσης.
Επιλέγω, δίκην επιλόγου, το εικοστό πρώτο κομμάτι του βιβλίου. Πρόκειται για το δεκάστιχο με τίτλο «Αχ, αυτό το είναι». Έχει ως εξής:
«Οι καθημερινοί άνθρωποι
σήμερα είναι και αύριο δεν είναι.
Ενώ το είναι / είναι και θα είναι.
Η διαφορά είναι
ανάμεσα στο απαρέμφατο
και στο τρίτο ενικό πρόσωπο
ενεστώτα χρόνου.
ένα παίγνιο της γλώσσας
κι εμείς ένα μπαίγνιο».
Από τη χωματερή του υπερεγώ ανασύρονται όσα αρμόζουν για την συγκεκριμένη περίσταση λόγου. Στη συνέχεια αναδιαμορφώνονται προκειμένου να προβληθεί η άλλη, η κεκρυμμένη, εννοώ, εννοιολογική αξία. Εξ ου και το παρεμφερές πόρισμα στο πεντάστιχο με τίτλο «Άνευ λόγου»:
«Είναι πολύ περίεργο
να έχεις την αίσθηση της ύπαρξης,
και ν’ αναρωτιέσαι
γιατί να αναρωτιέσαι,
αφού τα λόγια περιττεύουν».
Στην έκδοση συνέβαλε αποτελεσματικά η υποδειγματική επιμέλεια από τον φιλόλογο ποιητή Βαγγέλη Δημητριάδη, ο οποίος έχει ασχοληθεί επανειλημμένως από αμιγώς κριτική σκοπιά με πλείστες πτυχές του έργου του Αριστείδη Βουγιούκα.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ είναι πρέσβης επί τιμή και ποιητής. Τελευταίο του βιβλίο, η συλλογή κειμένων «Για την ποιητική γραφή – Δοκιμίων Σύνοψις» (εκδ. Ύψιλον).