Για το βιβλίο του Δημήτρη Φεργάδη «Με αφορμή την Columbia, Η βιομηχανία της δισκογραφίας στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα» (εκδ. ΚΨΜ).
Της Τόνιας Μάκρα
Σε ένα ογκώδες λεύκωμα με σκληρό εξώφυλλο όπου δεσπόζει μαζί με το λογότυπο μια σκιώδης εικόνα του κατεδαφισμένου πλέον κτιρίου της εταιρείας Columpia στον Περισσό, ο Δημήτρης Φεργάδης καταθέτει ουσιαστικά την ψυχή του. Σελίδα σελίδα μάς αφηγείται με εξονυχιστικές λεπτομέρειες όλη τη διαδρομή της πρώτης εγχώριας δισκογραφικής εταιρείας. Αυτό το κάνει με το εντελώς προσωπικό και βιωματικό κείμενό του, το οποίο εμπλουτίζει με πλούσιο φωτογραφικό υλικό και παραθέτει σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την ιστορία της μουσικής βιομηχανίας στον τόπο μας.
Το βιβλίο αποτελεί την πλήρη καταγραφή και αποτύπωση πολύ σημαντικών σταθμών του σύγχρονου ελληνικού μουσικού πολιτισμού, επικεντρώνοντας στη μεγάλη ιστορία της ομώνυμης δισκογραφικής εταιρείας.
Το βιβλίο αποτελεί την πλήρη καταγραφή και αποτύπωση πολύ σημαντικών σταθμών του σύγχρονου ελληνικού μουσικού πολιτισμού, επικεντρώνοντας στη μεγάλη ιστορία της ομώνυμης δισκογραφικής εταιρείας. Με αφετηρία τη δημιουργία των πρώτων στούντιο και του εργοστασίου παραγωγής Columbia, που ξεκίνησε τη δράση του τέλος της δεκαετίας του ’30, για να καταφέρει τις πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο να αναδειχθεί στο σημαντικότερο εργοστάσιο παραγωγής δίσκων βινυλίου της Ανατολικής Μεσογείου. Είναι γνωστό ότι στα στούντιο ηχογραφήθηκαν αριστουργήματα του ελαφρού, λαϊκού αλλά και έντεχνου τραγουδιού, χωρίς να ξεχνάμε το ρεμπέτικο. Ταυτόχρονα φιλοξένησε μεγάλους συνθέτες από γειτονικές χώρες καθώς και αστέρες του αραβικού κόσμου, που έφταναν στην Αθήνα ειδικά για να ηχογραφήσουν τα μυθικά, για τους συμπατριώτες τους, τραγούδια.
Το αμερικάνικο όνειρο στον Περισσό
Ο Δημήτρης Φεργάδης δούλεψε στην εταιρεία από τα τέλη της δεκαετίας του '50 ως βοηθός πρεσαδόρου στο εργοστάσιο παραγωγής πλακών γραμμοφώνου και στη συνέχεια πέρασε από διάφορες σημαντικές θέσεις ως διευθυντικό στέλεχος της μεγάλης Columbia, ενώ από το 1991 στελέχωσε τη Minos-EMI. Παρ' όλη την προχωρημένη ηλικία του –έχει ξεπεράσει τα 85 χρόνια– έσκυψε με αγάπη και δημιουργικό πάθος επάνω από το προσωπικό του αρχείο, το οποίο αξιοποίησε στο έπακρο, ενώ για καιρό ίσως και χρόνια αναζήτησε περαιτέρω στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με τη δισκογραφική παραγωγή, δίνοντας έμφαση στην τεχνολογική εξέλιξη του κλάδου, στους ανθρώπους που τον υπηρέτησαν και τον πλαισίωσαν στη διάρκεια όλων αυτών των δεκαετιών (παρατίθεται παράδειγμα πλήρη λίστα των ηχοληπτών, διευθυντικών στελεχών κ.ά.). Μεγάλη σημασία έδωσε στις συνθήκες εργασίας, καλύπτοντας ακόμα και το συνδικαλιστικό κίνημα που αναπτύχθηκε μέσα στον ιδιαίτερο αυτό εργασιακό χώρο. Όλα αυτά μάς τα παρουσιάζει με αξιοθαύμαστη συνοχή στην γραφή και λειτουργική συνθετική ικανότητα στην αξιοποίηση του υλικού του. Το βιβλίο αποτελεί ομολογουμένως βιβλιογραφικό «εργαλείο» σχετικά με την ιστορία του τραγουδιού και της δισκογραφικής παραγωγής στην Ελλάδα από το Μεσοπόλεμο και έπειτα.
Η Columbia σε είκοσι κεφάλαια
Στο μακροσκελές εναρκτήριο κεφάλαιο ο συγγραφέας αναφέρεται διεξοδικά στην ιστορία του ήχου, για να μας αφηγηθεί στη συνέχεια, με άκρως βιωματικό τρόπο, το πώς ο ίδιος ανακάλυψε τη μαγεία του.
Στο μακροσκελές εναρκτήριο κεφάλαιο ο συγγραφέας αναφέρεται διεξοδικά στην ιστορία του ήχου, για να μας αφηγηθεί στη συνέχεια, με άκρως βιωματικό τρόπο, το πώς ο ίδιος ανακάλυψε τη μαγεία του. Ακολούθως συνεχίζει ανά κεφάλαιο να αποκαλύπτει «ένα μεγάλο κομμάτι της εγχώριας –και όχι μόνο– μουσικής ιστορίας. Της δισκογραφίας, της βιομηχανίας και των οικογενειών που τη διαμόρφωσαν». Στο βιβλίο έχει συμπεριλάβει, επίσης, «άπειρες μικρές και καθημερινές στιγμές, άπειρες άγνωστες ιστορίες, χιλιάδες γεγονότα που συνέβησαν στα στούντιο και στο ιστορικό εργοστάσιο του Περισσού-Ριζούπολης, μικρά και μεγάλα πράγματα που βρίσκονται πίσω από τους δίσκους που λατρέψαμε, πίσω από τα σιντί που αγοράσαμε, πίσω από τα αγαπημένα τραγούδια που ακούμε».
Φιλοδοξία του υπήρξε –και πιστεύω πέτυχε– να γράψει «την πραγματική ιστορία της Columbia. Από την ίδρυσή της και τη διαδρομή της μέσα στο χρόνο και στα ιστορικο-πολιτικά γεγονότα της εποχής, μέχρι το κλείσιμο και την κατεδάφισή της (1929-1991)». Ο Φεργάδης καταθέτει μνήμες και μυρωδιές αντλημένες από την καθημερινή ζωή του. Λέει χαρακτηριστικά: «από την πενηντάχρονη δουλειά και πείρα μου στη δισκογραφία, από τη μνήμη και τις μαρτυρίες συνεργατών και φίλων συναδέλφων παλαιότερων από εμένα, πρωταγωνιστών τις εποχές που δενότανε τ’ ατσάλι στην Columbia, και τα όσα διασωσμένα –λίγα– πολύτιμα έγγραφα, φυλαγμένα στα φυλλοκάρδια. Όλα αυτά πιστεύω πως είναι ικανά στοιχεία για να γραφτεί έτσι όπως θα γραφτεί η πρώτη ολοκληρωμένη –κατά προσωπική άποψη–, πολύπλευρη ιστορία της δισκογραφικής βιομηχανίας στηνΕλλάδα τον 20ό αιώνα».
Ο Μάνος Χατζιδάκις το 1976 στο στούντιο της Columbia, παίζει στο πιάνο και δείχνει στον Μίκη Θεοδωράκη το κομμάτι «Ελλαδογραφία», το οποίο θα ερμηνεύσει ο Θεοδωράκης στα Παράλογα (1976), του Χατζιδάκι. |
Θησαυρός γνώσης και μνήμης
Απόψε αυτοσχεδιάζουμε (1961) |
Στις σελίδες του αποτυπώνεται η σημαντική πορεία της μουσικής δημιουργίας του τόπου, μας επί δεκαετίες, μιας και η εταιρεία αποτέλεσε κορυφαία παραγωγική μονάδα. Εκεί ηχογράφησαν τις μουσικές τους «ογκόλιθοι» του ελληνικού τραγουδιού στο ελαφρό, λαϊκό, ρεμπέτικο καθώς και στο έντεχνο. «Η Columbia δεν δίστασε να δώσει φωνή στις δημιουργίες κορυφαίων μουσικών συνθετών όπως ήταν ο Χατζιδάκις και φυσικά ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Σταύρος Ξαρχάκος και αργότερα ο Γιάννης Μαρκόπουλος κ.ά.» Το ταλέντο όλων αυτών ξεδιπλώθηκε σε ένα εργοστάσιο «πρότυπο αλλά και αυτοδύναμο αφού εκτός από τις παραγωγικές μονάδες που συνδεόντουσαν άμεσα με τον ήχο (τα στούντιο, την γαλβανοπλαστική – καλούπια, πρέσες) διέθετε δικό του λιθογραφείο και τυπογραφείο για τη δημιουργία των ετικετών και των εξωφύλλων των δίσκων». Στα εξώφυλλα ειδικά, πρέπει να θυμίσουμε ότι μετά τη δεκαετία του ’60 και την άνθηση του έντεχνου τραγουδιού συνεργάστηκαν μεγάλοι ζωγράφοι αλλά και ονομαστοί γραφίστες.
Κόκκινα φανάρια (1965) |
Στις σελίδες του βιβλίου ο ειδικός στα ζητήματα του ήχου και της μουσικής, ερευνητής ή ακόμα και απλός ενδιαφερόμενος επί θεμάτων πολιτισμού, θα βρει πλήθος πληροφοριών σχετικά με τον πρώτο δίσκο ελληνικής παραγωγής, τη διάρθρωση των παραγωγικών τμημάτων και το εργατικό δυναμικό του εργοστασίου της Columpia. Επίσης, πλήρες χρονολόγιο της λειτουργίας του εργοστασίου, λίστα με τα ονόματα των διευθυντικών στελεχών, των παραγωγών δισκογραφίας, μουσικών παραγωγών ραδιοφώνου, των γραφιστών, τυπογράφων με έμφαση στους ηχολήπτες. Ξεχωριστό κεφάλαιο αφιερώνεται στα υπόλοιπα εργοστάσια παραγωγής δίσκων, στις δισκογραφικές εταιρείες, στα δισκοπωλεία καθώς και στη διαφήμιση και το δίκτυο διανομής.
Βρήκα πολύ ενδιαφέρον το κεφάλαιο με τίτλο «Το Άλας της δισκογραφίας. Συνθέτες, στιχουργοί, ερμηνευτές – Η θεωρία του ταλέντου – Ο ήχος της Ομόνοιας» καθώς και το κεφάλαιο για τη «Διαφήμιση και προώθηση προϊόντων – Προσφορές και Δισκογιορτές». Αφήνω για το τέλος το κεφάλαιο σχετικά με τις συνθήκες εργασίας και το «Συνδικαλισμό στη δισκογραφία – Πνευματικά Δικαιώματα» γιατί και στα δύο έχει αποτυπωθεί η έντονη κοινωνική συνείδηση του συγγραφέα και ο σεβασμός του στον εργαζόμενο. Ο ίδιος, αξίζει να σημειωθεί, αναρριχήθηκε σταδιακά στην σκάλα της επαγγελματικής ιεραρχίας γι' αυτό και γνώρισε από κοντά τις δυσκολίες ολόκληρης της παραγωγικής διαδικασίας. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η Columbia φρόντιζε καλά τους εργαζομένους της, παρέχοντας καλούς μισθούς, ενώ στα σπλάχνα της εκκολάφθηκαν όλα τα μετέπειτα διευθυντικά στελέχη. Μπορεί να ήταν άτομα που ξεκινήσανε από το εργατικό δυναμικό, αλλά η εταιρεία τούς βοήθησε να εκπαιδευτούν καταλλήλως ώστε να κατακτήσουν υπεύθυνα και υψηλά πόστα, φροντίζοντας συγχρόνως για την επικράτηση καλών συνθηκών εργασίας και τη δημιουργία ισχυρού πνεύματος αλληλεγγύης ανάμεσα σε ολόκληρο το προσωπικό αλλά και τα ανώτερα στελέχη. Οι αξίες αυτές σήμερα έχουν χαθεί από την αγορά εργασίας, όπου επικρατεί ο νόμος της ζούγκλας! Φυσικά δεν ανακαλύπτω την πυρίτιδα με αυτό το σχολιασμό. Απλώς η ανάγνωση του κεφαλαίου σχετικά με τις συνθήκες εργασίας στο βιβλίο με πίκρανε πολύ, γιατί εδώ και χρόνια τουλάχιστον στο χώρο των media ούτε καν η λογική της σταδιακής εξέλιξης στην επαγγελματική ιεραρχία δεν υπάρχει, ενώ η έννοια της αξιοκρατίας είναι άγραφο γράμμα.
Επιτάφιος (1964) |
Ένα άλλο στοιχείο, κοινωνικού ενδιαφέροντος, που αξίζει να αναφερθεί είναι η ταξική προέλευση –τουλάχιστον για τις πρώτες δεκαετίες λειτουργίας– του προσωπικού της εταιρείας. Η πλειοψηφία του, λοιπόν, προερχόταν από τους όμορους δήμους του εργοστασίου, δηλαδή από τον Περισσό, τη Ριζούπολη και τη Νέα Ιωνία. Συνοικίες που έχουν υπάρξει για δεκαετίες φτωχές εργατουπόλεις, με έντονο τον χρωματισμό που έδιναν σ' αυτές οι πρόσφυγες, που στεγάζονταν στις προσφυγικές πολυκατοικίες. Ο Δημήτρης Φεργάδης γράφει: «με πολύ κόπο –της μάνας μου–, τύχη πολλή και από σπόντα, βρέθηκα εργάτης, βοηθός πρεσαδόρου, στο εργοστάσιο παραγωγής πλακών γραμμοφώνου της Κολούμπια. Αυτό στο τέλος της δεκαετίας του ’50 λήξαντος αιώνα. Από έτους 1991 μέχρι τέλους σχεδόν της πρώτης δεκαετίας τρέχοντος αιώνα, συνέχισα εσωτερικός οικονομικός μετανάστης στα... μετανεωτερικά σαλόνια της Minos–EMI (που σαν μητριά τη νοιώθαμε στην αρχή, αλλά... ανάγκα και θεοί πείθονται). Έτσι και σύμφωνα με τους αριθμούς συμπλήρωσα πλήρη πεντακονταετία ή κατά τας Γραφάς, Ιωβηλαίον».
Το βιβλίο θα ικανοποιήσει τον αναγνώστη ο οποίος θα αναπολήσει τραγούδια, στίχους, δισκάκια και εξώφυλλα. Όσους έτυχε να περάσουν το κατώφλι του εργοστασίου θα τους αναμοχλεύσει μνήμες και στον ερευνητή της δισκογραφίας θα αποδειχθεί πολύτιμο. Προσωπικά το χάρηκα και θυμήθηκα τη μοναδική φορά που έτυχε να μπω στο εργοστάσιο, νεαρή δημοσιογράφος τη δεκαετία του ’80, χωρίς να θυμάμαι πια με ποια ευκαιρία. Γύρω του ήταν ακόμα καταπράσινες εξοχές. Το εργοστάσιο μετά από πολλά χρόνια εγκατάλειψης κατεδαφίστηκε το 2006. Στην πονεμένη αυτή στιγμή, για όσους έζησαν και δούλεψαν ανάμεσα στους τοίχους του, παρευρέθηκε και ο Δημήτρης Φεργάδης βιώνοντας τη αίσθηση ότι ήταν μεν «παρόν αλλά συγχρόνως και αδύναμος» όπως τον άκουσα να αναφέρει σε συνέντευξή του, σχετικά με το βιβλίο στον ραδιοφωνικό σταθμό Στο Κόκκινο.
* Η ΤΟΝΙΑ ΜΑΚΡΑ είναι δημοσιογράφος.
Με αφορμή την Columbia
Η βιομηχανία της δισκογραφίας στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα
Δημήτρης Φεργάδης
ΚΨΜ 2018
Σελ. 382, τιμή εκδότη €26,00