Για το βιβλίο της Βασιλικής Γεωργιάδου «Η Άκρα Δεξιά στην Ελλάδα 1965-2018» (εκδ. Καστανιώτη).
Του Γιώργου Σιακαντάρη
Η Βασιλική Γεωργιάδου από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έχει αφιερώσει μεγάλο τμήμα του επιστημονικού της έργου στη μελέτη της ευρωπαϊκής και της ελληνικής Άκρας Δεξιάς. Σε σχετικά ανύποπτους καιρούς με τη μελέτη της Η Άκρα Δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης (εκδ. Καστανιώτη) προειδοποιούσε για τη διαφαινόμενη –λόγω μιας συναίνεσης που υποτιμούσε βασικά προβλήματα των ευρωπαίων πολιτών– άνοδο των ευρωπαϊκών ακροδεξιών.
Εδώ έχουμε το αποτέλεσμα μιας συστηματικά οργανωμένης μελέτης στοιχείων, αρχείων, διακηρύξεων και εκλογικών αποτελεσμάτων που μας βοηθά να κατανοήσουμε στο πώς φτάσαμε στη Χρυσή Αυγή του 7%. Αλλά και στο πώς μπορούν οι δημοκράτες και οι αντιφασίστες να την αντιμετωπίσουν. Αυτό το βιβλίο είναι αφενός καμπανάκι για τις μεθόδους και τους τρόπους που χρησιμοποιεί η Άκρα Δεξιά για να αποκτήσει ισχυρή επιρροή και αφετέρου διαβατήριο πρόσβασης στη γνώση της πραγματικής ιδεολογικής και πολιτικής συγκρότησης της ελληνικής Άκρας Δεξιάς.
Η Γεωργιάδου χρησιμοποιεί δύο επιστημονικές μεθόδους προσέγγισης των αιτιών της εκλογικής ανόδου της ελληνικής Ακροδεξιάς. Η πρώτη διερευνά τις κοινωνικο- οικονομικές συνθήκες (η ζήτηση) στο πλαίσιο των οποίων αυτή ισχυροποιείται και η δεύτερη την προσφορά, τη δομή δηλαδή των πολιτικών ευκαιριών που δίνει το πολιτικό σύστημα σ’ αυτήν για να εκμεταλλευτεί τη λειτουργία της δημοκρατίας, τα μέσα ενημέρωσης και τον γενικότερο κομματικό ανταγωνισμό. Στη χώρα μας τόσο η ζήτηση όσο και η προσφορά δεν έλειψαν ποτέ, όσο και αν κατά το μεγαλύτερο διάστημα η ποσοτική αποτύπωση της υποστήριξης στην Άκρα Δεξιά να ήταν πολύ μικρή. Η άνοδος το 2012 της Χρυσής Αυγής (Χ.Α.) δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία –αποδεικνύει η συγγραφέας– ούτε ακόμη περισσότερο απότοκο απλώς και μόνο της κρίσης. Την είχε προετοιμάσει ένα συγκεκριμένο πολιτισμικό υπόβαθρο της κοινωνίας των πολιτών και αποτέλεσε συνέχεια μετασχηματισμών τόσο της προδικτατορικής περιόδου όσο και της δημοκρατικής μεταπολίτευσης.
Το ιδρυθέν τον Ιούλιο του 1965 Κόμμα της 4ης Αυγούστου (Κ4Α) του Κωνσταντίνου Πλεύρη υπό την καταλυτική ιδεολογική επιρροή του καθηγητή Δ. Βεζάνη, ο οποίος μύησε το περιβάλλον Πλεύρη σε μια φυλετική εκδοχή του ελληνικού εθνικισμού, είναι το πρώτο βήμα στη συγκρότηση μιας καμουφλαρισμένης φασιστικής/ναζιστικής ταυτότητας. Το Κ4Α συνηγορούσε καθαρά υπέρ της απόρριψης της δημοκρατίας πρεσβεύοντας ένα πλέγμα καθαρά αντιδημοκρατικών προτάσεων και ιδεών. Καθόλου περίεργο το ότι χαιρέτισε με ενθουσιασμό την Χούντα της 21ης Απριλίου. Οι μετέπειτα διαφωνίες του αφορούσαν την κριτική για τον δήθεν μετριοπαθή τρόπο με τον οποίο αυτή αντιμετώπισε τους αντιπάλους της.
Από δεξιά: Ο αρχηγός και ο υπαρχηγός της ΧΑ σε... εθνικιστικό χαιρετισμό
|
Από τότε όμως οι έλληνες νεοναζί πότε ισχυρίζονταν ότι είναι απλώς εθνικιστές και πότε, απροκάλυπτα, χαιρετούσαν ναζιστικά. Ο εθνικισμός ήταν ο κρυμμένος ναζισμός τους, μπορούμε να ισχυριστούμε. Υπάρχει όμως και μια άλλη ανάγνωση. Ο ενδεδυμένος με «πατριωτικά» ρούχα εθνικισμός καταλήγει πολλές φορές να φορά τη ναζιστική στολή. Αν μη τι άλλο τουλάχιστον σε πολιτισμικό επίπεδο. Πολλές από τις αντιδράσεις για τις Πρέσπες μαρτυρούν το αληθές αυτής της δεύτερης ανάγνωσης.
Μετά την πτώση της Χούντας το 1975 και γύρω από το περιοδικό «Κίνημα» (ας προσέξουμε ότι παντού οι ακροδεξιοί μιλούν για «Κινήματα») έχουμε τα πρώτα δείγματα της μεταπολιτευτικής Άκρας Δεξιάς. Το «Κίνημα» υποσχόταν τη συνέχιση της «Εθνοσωτήριου» και τη συνέχιση της μάχης κατά «της μαρξιστικής ψωρόγριας και του λιμπεραλιστικού βούρκου».
Η ίδρυση το 1977 της Ε.Π. (Εθνική Παράταξις) υπό τον Σπυρίδωνα Θεοτόκη (βουλευτής το 1974 με τη ΝΔ) αποτελεί τον πόλο γύρω από τον οποίο ενώθηκαν τότε όλα τα ακροδεξιά κόμματα. Μικρό ρόλο επεδίωξε να παίξει και ο περιβόητος Πέτρος Γαρουφαλιάς με την Εθνική Δημοκρατική Ένωση. Τα πολλά πρόσωπα της Ακροδεξιάς όμως συγχωνεύτηκαν σ’ ένα, αυτό της Ε.Π. Στην Ε.Π. κατέφυγαν οι απογοητευμένοι βασιλοχουντικοί, όσοι δεν συγχώρεσαν τον Καραμανλή για το δημοψήφισμα για τη βασιλεία. Η ένωση όλων αυτών υπό την Ε.Π. κατόρθωσε το 1977 να την μετατρέψει στο πρώτο ακροδεξιό κόμμα με ισχυρή κοινοβουλευτική παρουσία και με ποσοστό 6,8%. Συστατικά στοιχεία αυτής της Άκρας Δεξιάς ήταν ο φιλομοναρχισμός, ο φιλοχουντισμός και ο αντικομμουνισμός. Δεν διέκρινες όμως σ’ αυτήν ένα ισχυρό φυλετισμό, όπως στο προχουντικό Κ4Α του Πλεύρη. Θα έρθει όμως και ο φυλετικός εθνικοσοσιαλισμός. Το περιοδικό «Κίνημα» ήταν ακόμη εδώ.
Η ένωση όλων αυτών υπό την Εθνική Παράταξη κατόρθωσε το 1977 να την μετατρέψει στο πρώτο ακροδεξιό κόμμα με ισχυρή κοινοβουλευτική παρουσία και με ποσοστό 6,8%.
Το 1979 σε συνθήκες προετοιμασίας μετακίνησης του Θεοτόκη ξανά προς τη ΝΔ ιδρύεται εντός της Ε.Π. το Ενιαίο Εθνικιστικό Κίνημα (ΕΝΕΚ) και η Ελληνική Νεολαία Εθνικής Παρατάξεως (ΕΝΕΠ). Η ΕΝΕΠ ήταν ένα μωσαϊκό με δύο κύριες ομάδες: τους χουντικούς παπαδοπουλικούς και την κατά κάθε πολιτικού και κομματικού συστήματος τάση των εθνικοσοσιαλιστών υπό τον Π. Δάκογλου. ΕΝΕΠ και ΕΝΕΚ προπαγανδίζουν όχι πλέον μονάχα υπέρ της Χούντας, αλλά κηρύττουν απροκάλυπτα υπέρ ενός φυλετικού αλυτρωτισμού, υπέρ της φυσικής ενότητας του ελληνισμού και της ελληνικής φυλής και ως φυσική συνέπεια καλούν υπέρ μιας νέας Επαναστάσεως κατά των φθοροποιών στοιχείων της δημοκρατίας και του φιλελευθερισμού. Οι σημερινές φοβικές αντιδράσεις μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας για τη θέση της χώρας στα Βαλκάνια και την Ευρώπη έχουν εξήγηση που απλόχερα μας την προσφέρει η συγγραφέας. Η ΕΝΕΚ – ΕΝΕΠ, εντούτοις, ποτέ δεν κατόρθωσε να γίνει κοινοβουλευτική δύναμη.
Η ΕΝΕΚ σε πορεία στο Βίτσι, στις 18-9-1982
|
Έτσι το 1983 συστάθηκε σωματείο «πολιτικού στοχασμού» με την επωνυμία Εθνική Πολιτική Ένωσις (ΕΠΕΝ) που έγινε κόμμα με αρχηγό τον Γ. Παπαδόπουλο. Μετά την παραίτησή του το 1989 μετονομάστηκε σε Εθνικό Κόμμα – ΕΠΕΝ. Και αυτό είχε ως ταβάνι του τις ευρωεκλογές του 1989 και ποσοστό 1,17%. Το τέλος του ήρθε το 1996, όταν έλαβε το πενιχρό 0,24%. Στη νεολαία αυτού του κόμματος έκανε τα πρώτα πολιτικά του βήματα ο Μιχαλολιάκος, ως πρώτος γενικός γραμματέας της νεολαίας του, και στη συνέχεια ο Μ. Βορίδης, ως δεύτερος γραμματέας της νεολαίας. Ο Βορίδης, κυρίως μέσα από το περιοδικό «Νέα Τάση», όπως αποκαλύπτει η συγγραφέας, στρεφόταν κατά «του ψευδεπίγραφου αστισμού και του φιλελευθερισμού» εξηγώντας την εκλογική αποτυχία του κόμματος στο ότι αυτό απευθυνόταν στους «αστούς της παλιάς Δεξιάς» και όχι στο να δημιουργήσει μια Νέα Δεξιά. Μιχαλολιάκος και Βορίδης ανέβηκαν τόσο ψηλά και λόγω της ακτιβιστκής τους δράσης. Η ΕΠΕΝ δεν είχε ποτέ μεγαλύτερη απήχηση από το 0,8% των ευρωεκλογών του 1994. Ήταν όμως το κόμμα που σηματοδότησε «τη μετάβαση σε νεότερες εκδοχές του ακροδεξιού φαινομένου στη μεταπολιτευτική Ελλάδα» (σ. 130).
Η «περίφημη» φωτογραφία του Μάκη Βορίδη, το 1985, με το αυτοσχέδιο
τσεκούρι
|
Μετά το 1990 όμως ήταν η σειρά του Τρίτου Κύματος της ελληνικής Άκρας Δεξιάς. Τώρα για πρώτη φορά ακούγονται φωνές κατά της μετανάστευσης από τις πρώην χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Συστατικά στοιχεία αυτού του Τρίτου Κύματος ήταν «η εναντίωση στη μετανάστευση, η έμφαση στα ζητήματα της ασφάλειας, η πολιτική και αντικομματική διαμαρτυρία, ο σκεπτικισμός και η αντίθεση στις διεργασίες του εξευρωπαϊσμού και της παγκοσμιοποίησης» (σ. 134). Πρώτα το ιδρυθέν το 1994 Ελληνικό Μέτωπο (Ε.Μ.) υπό την Προεδρία του Βορίδη και μετά το ιδρυθέν το 2000 ΛΑ.ΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη αποτελούν τις δυο κύριες εκφράσεις αυτό του Κύματος. Το Ε.Μ. του Βορίδη απέτυχε σ’ όλες τις εκλογικές του καθόδους και αυτός προσχώρησε το 2004 στο ΛΑ.ΟΣ. Και οι δυο τους όμως εξέφραζαν αυτή την νέα τάση. Εθνικισμός, αλυτρωτισμός, αντιφιλελευθερισμός, αντικοινοβουλευτισμός, καθολική εναντίωση στο πολιτικό σύστημα, εθνική προτεραιότητα, μάχη κατά «των γυφτοσκοπιανών», να τα στοιχεία του κόμματος το οποίο το 2011 συμμετείχε στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Αυτή η συμμετοχή σήμανε και το τέλος του ΛΑ.ΟΣ.
Ας μην απορούμε επομένως για την απότομη άνοδο της Χ.Α. που από το 0,29% του 2009, με αφετηρία τις δημοτικές εκλογές στο Δήμο Αθηναίων το 2010, αρχικά, σκαρφάλωσε στο 6,97% στις εθνικές εκλογές του 2012. Το γκρουπούσκουλο της δεκαετίας του 1990 είχε ήδη γίνει το αγαπημένο κόμμα της Άνω Πλατείας των αγανακτισμένων.
Ας μην απορούμε επομένως για την απότομη άνοδο της Χ.Α. που από το 0,29% του 2009, με αφετηρία τις δημοτικές εκλογές στο Δήμο Αθηναίων το 2010, αρχικά, σκαρφάλωσε στο 6,97% στις εθνικές εκλογές του 2012. Το γκρουπούσκουλο της δεκαετίας του 1990 είχε ήδη γίνει το αγαπημένο κόμμα της Άνω Πλατείας των αγανακτισμένων. Ήταν πλέον ο καιρός των κανονικών εθνικοσοσιαλιστών, όχι της σκέτης εγκληματικής οργάνωσης. Ήταν ο καιρός των δολοφόνων χρυσαυγιτών. Της δολοφονίας του αντιφασίστα Φύσσα είχε προηγηθεί μια σειρά δολοφονιών μεταναστών και έκνομων ενεργειών.
Από τη Γεωργιάδου όμως δεν μαθαίνουμε μόνο τα γεγονότα, αλλά και αυτό που αποτελεί την ειδοποιό διαφορά της Χ.Α. από τα άλλα σχήματα της ελληνικής Άκρας Δεξιάς. Ένα κόμμα στο οποίο η ζήτηση (κοινωνικο – οικονομικές συνθήκες) συνδυάζεται απόλυτα με την προσφορά του ακτιβισμού μιας παραστρατιωτικής οργάνωσης.
Βεβαίως μια τόσο σοβαρή επιστήμων όπως η Βασιλική Γεωργιάδου δεν μπορούσε να αφήσει έξω από αυτή τη μελέτη το κόμμα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, για το οποίο δεν αμφιβάλλει ούτε κατά ένα ιώτα ότι αποτελεί γνήσιο εκφραστή της Άκρας Δεξιάς του 21ου αιώνα. Ένα κόμμα εκφραστής του εθνικολαϊκισμού, του αντιτουρκισμού, του αντιγερμανισμού, αλλά και του ευρωσκεπτικισμού. Το κόμμα της καλλιέργειας του φόβου από τον πανταχού και πάντα ελλοχεύοντα εσωτερικό και εξωτερικό εχθρό των εθνικών μας συμφερόντων. «Οι ΑΝ.ΕΛ πληρούν τα κριτήρια και για τον "ελάχιστο" και για τον "μέγιστο ορισμό" της Άκρας Δεξιάς» (σ. 203). Ένα κόμμα επιτομή του ακροδεξιού λόγου, που τίποτα δεν μπορεί να το ξεπλύνει, όπως και τίποτα δεν μπορεί να ξεπλύνει και το ακροδεξιό ΛΑ.ΟΣ.
Η Γεωργιάδου προειδοποιεί με αυτό το βιβλίο της για τους κινδύνους που απειλούν τη Δημοκρατία μας. Ακούν οι κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί δημοκράτες; Πολύ φοβάμαι πως η στάση τους στο Μακεδονικό, και όχι μόνο, αποδεικνύει πως δεν ακούν.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και δρ Κοινωνιολογίας.
Τελευταίο βιβλίο του, η μελέτη «Το πρωτείο της δημοκρατίας. Σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Αλεξάνδρεια).
Αποσπάσματα
«Εκτός από τα ιδεολογικά φορτία λοιπόν που διαμορφώνουν τις θέσεις της, η Χ.Α. είναι κατά βάση μια μιλίτσια/πολιτοφυλακή και όχι ένα τυπικό πολιτικό κόμμα. Η μιλίτσια διαθέτει ομάδες κρούσης που αποτελούν τον εκτελεστικό βραχίονα της οργάνωσης. Η ιδεολογία μιας οργάνωσης που έχει τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της μιλίτσιας και αποθεώνει τον ναζισμό προσανατολίζει τις δράσεις ως προς το περιεχόμενο και το στιλ που αυτές προσλαμβάνουν».
«Ο εθνικισμός και ο λαϊκισμός που είναι ο ελάχιστος κοινός παρανομαστής για τα λεγόμενα μορφώματα της λαϊκής Δεξιάς, συμπληρώνονται στην περίπτωση των ΑΝ.ΕΛ με ιδεολογικά μοτίβα (εναντίωση στη μετανάστευση, ανάμεικτη με ξενοφοβία και ισλαμόφοβία, ομοφοβία και καμουφλαρισμένος αντισημιτισμός, διάχυτη συνωμοσιολογία) που χαρακτηρίζουν αυτή την εκδοχή της εθνικολαϊκιστικής ριζοσπαστικής Δεξιάς στην Ελλάδα της κρίσης».
Η Άκρα Δεξιά στην Ελλάδα
1965-2018
Βασιλική Γεωργιάδου
Καστανιώτης 2019
Σελ. 232, τιμή εκδότη €15,00