Για τη μελέτη της Sarah Knott «Μητέρες – μια αντισυμβατική ιστορία» (μτφρ. Στέλλα Κάσδαγλη, εκδ. Μεταίχμιο).
Της Λεύκης Σαραντινού
Το παρόν πόνημα της ιστορικού και μητέρας Sarah Knott Μητέρες – μια αντισυμβατική ιστορία εντάσσεται στην ιστοριογραφική σχολή των Annales, επικεντρώνεται δηλαδή, μεταξύ άλλων, στην κοινωνική ιστορία και την ιστορία της καθημερινότητας. Η ιστορία αυτή αποκαλείται αντισυμβατική γιατί δεν ασχολείται με πολιτικά ή στρατιωτικά γεγονότα, όπως συνήθως συμβαίνει στις ιστορικές αφηγήσεις, αλλά αντίθετα εμπεριέχει πολλές μικρές αποσπασματικές ιστορίες της καθημερινότητας του 17ου έως και του 20ού αιώνα από πολλά μέρη του κόσμου, όλες τους εστιασμένες στο κομβικό πρόσωπο για όλες αυτές τις κοινωνίες, τη μητέρα.
Η συγγραφέας αξιοποιεί την εμπειρία της ως νέα μητέρα και τη μεταφέρει στο βιβλίο παράλληλα με τα πορίσματα των αποσπασματικών –όπως η ίδια παραδέχεται– ερευνών της σχετικά με τη φύση της μητρότητας ανά τον κόσμο, από τον 17ο αιώνα και εξής. Πρόκειται για μια έρευνα δύσκολη και ελλιπή, αφού τα αρχεία που αφορούν τις μητέρες είναι κατά κανόνα αποσπασματικά, οπότε η ιστορικός πρέπει να ανασυνθέσει μόνη της πολλά χαμένα κομμάτια του παζλ. Η συγγραφέας όμως τα συγκεντρώνει με αξιοπρόσεκτη επιμονή και τα ενσωματώνει ομαλά στον κορμό της ρέουσας αφήγησής της που κυλάει φυσικά, σαν το γάλα από το στήθος μιας μητέρας.
Πρόκειται για μια έρευνα δύσκολη και ελλιπή, αφού τα αρχεία που αφορούν τις μητέρες είναι κατά κανόνα αποσπασματικά, οπότε η ιστορικός πρέπει να ανασυνθέσει μόνη της πολλά χαμένα κομμάτια του παζλ.
Η δομή του βιβλίου ακολουθεί την πορεία της δημιουργίας της νέας ζωής, από τη σύλληψη ώς τον απογαλακτισμό. Τι πίστευαν κατά τις παλαιότερες εποχές για την υπέρτατη στιγμή της δημιουργίας μιας νέας ζωής μέσα στο σώμα της νέας μητέρας; Πώς καταλάβαινε μια γυναίκα ότι περίμενε παιδί κατά τις παλαιότερες εποχές; Η συγγραφέας χρησιμοποιεί κατά κανόνα παραδείγματα από τις ΗΠΑ και την Αγγλία του 17ου αιώνα και εξής, παραθέτει όμως επίσης και τις προφορικές εμπειρίες από κάποιες φυλές Ινδιάνων και ιθαγενών.
Οι εμπειρίες που αποκομίζει στη σημερινή εποχή η συγγραφέας ως εγκυμονούσα αντιπαραβάλλονται με τις εμπειρίες των γυναικών στις παλαιότερες εποχές. Ακολουθεί η παράθεση της εμπειρίας από τους τελευταίους μήνες της εγκυμοσύνης και ο τοκετός. Στη συνέχεια το σαράντισμα, οι δοξασίες που συνόδευαν τις γυναίκες που μόλις είχαν γεννήσει, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο άλλαζε ριζικά η ζωή της νέας μητέρας με το μωρό και τον θηλασμό.
Θηλασμός: ακμή, παρακμή και νέα ακμή
Για τον θηλασμό, τις δυσκολίες του, καθώς και την αϋπνία με την οποία έρχονταν αντιμέτωπες οι νέες μητέρες, έχουν σωθεί θραύσματα από γράμματα νέων μητέρων που έμειναν στη μέση διότι δεν πρόλαβαν να τα ολοκληρώσουν, προφανώς επειδή έκλαιγε το μωρό και τις διέκοψε! Αυτά τα αποσπάσματα γραμμάτων η συγγραφέας τα παραθέτει, αυτούσια πολλές φορές, κατά την πορεία της αφήγησης. Ο θηλασμός, επιπροσθέτως, υπήρξε ένα φαινόμενο που γνώρισε, ανάλογα με την εποχή, ακμή και παρακμή, ακολουθώντας τη «μόδα» της κοινωνίας στην οποία ανήκε η νέα μητέρα.
Εκτός όμως από την εξερεύνηση του συναισθηματικού κόσμου των νέων μητέρων και την οπτική που είχε η κοινωνία σε αυτές, η συγγραφέας εξερευνά και τα πρακτικά ζητήματα που συνδέονταν –και συνδέονται ακόμα, βέβαια– με τη μητρότητα. Πόσο συμμετείχε ο πατέρας, οι γιαγιάδες ή άλλα πρόσωπα στη φροντίδα του μωρού; Πώς πλένονταν τα ρούχα και οι υφασμάτινες πάνες του μωρού; Σε ποιες κοινωνίες και πότε εμφανίστηκαν οι πρώτες γκουβερνάντες ως αναπόσπαστο κομμάτι της ανατροφής του μωρού; Πώς τα έβγαζαν πέρα οι νέες μητέρες όταν επέστρεφαν στην εργασία; Ποια αντικείμενα που χρησιμοποιούνταν παλαιότερα για τα μωρά επιβιώνουν ακόμα και σήμερα σε διάφορες παραλλαγές; Και, τέλος, τι σήμαινε ο ερχομός του δεύτερου παιδιού σε μια οικογένεια και πώς ακριβώς άλλαζε τις ισορροπίες στο εσωτερικό της;
Όταν η Sarah Knott φτάνει στο τέλος του βιβλίου της, τα δικά της μωρά έχουν πλέον ξεπεταχτεί και η έρευνά της έχει πια ολοκληρωθεί. Η ίδια μας λέει ότι αισθάνεται διαφορετικά τώρα που έχει ερευνήσει πλέον διεξοδικά το παρελθόν τόσο πολλών διαφορετικών μητέρων που έζησαν πριν από εκείνη. Νιώθει πιο πλούσια σε εμπειρίες και είναι σε θέση να καταλάβει καλύτερα όσα αφορούν τη μητρότητα. Αυτό ακριβώς θα αποκομίσει και ο αναγνώστης, και ειδικά οι μητέρες, μετά την ανάγνωση του εν λόγω πονήματος. Μια πληρότητα και μια αίσθηση ευχαρίστησης και θαλπωρής, η οποία βρίσκεται σε ευθεία αναλογία με την ολόθερμη και πλατιά αγκαλιά μιας νέας μητέρας, η οποία χωρά όχι μόνο το δικό της, μα όλα τα μωρά του κόσμου.
* Η ΛΕΥΚΗ ΣΑΡΑΝΤΙΝΟΥ είναι συγγραφέας, ιστορικός και καθηγήτρια μουσικής. Τελευταίο της βιβλίο, η μελέτη «Μύθοι που έγιναν ιστορία» (εκδ. Ενάλιος).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Η εξασθένιση της γονιμότητας ήταν ανέκαθεν πιο επικίνδυνη από μια αιμορραγία ή μια αναισθητική ένεση. Ο φόβος της στειρότητας ήταν η αιτία πίσω από έναν νόμο ενάντια στη μαγεία που ψηφίστηκε από το αγγλικό κοινοβούλιο στα 1604. Η τελευταία αντίστοιχη διάταξη ανακλήθηκε μόλις το 1736. Σε ολόκληρη τη σύγχρονη Ευρώπη και στις αμερικανικές αποικίες, η γονιμότητα θεωρούνταν ευάλωτη απέναντι σε κάθε μαγεία και σε κάθε επίθεση του πονηρού, τόσο στο φυσικό σύμπαν όσο και στο ανθρώπινο. Μια στείρα γυναίκα μπορεί να ήταν ή μάγισσα ή θύμα μαγείας, που της είχε προκαλέσει και τη στειρότητά της. Σε συνθήκες άγχους, ο φόβος της στειρότητας έσπερνε διχόνοια μεταξύ των γυναικών, γεννώντας την καχυποψία εκείνη και το μίσος που έκαναν τον Διάβολο και τις πιστές του ακολούθους να μοιάζουν με αρνάκια. Οι γόνιμες παντρεμένες γυναίκες προκαλούσαν τη ζήλια, ενώ οι άτεκνες, γριές και νέες, αφήνονταν εκτεθειμένες».