Για το βιβλίο του Patrick Boucheron «Μακιαβέλλι: Η τέχνη τού να διδάσκεις στους ανθρώπους τι πρέπει να φοβούνται» (μτφρ. Μήνα Πατεράκη-Γαρέφη, εκδ. Πατάκη).
Του Γιώργου Σιακαντάρη
Γνωρίζουμε πραγματικά ποιος και τι ήταν ο Μακιαβέλλι; Η απάντηση είναι πολύ εύκολη. Δεν γνωρίζουμε. Όσο πολλά και να έχουν γραφεί γι’ αυτόν, πάντα μένουν κρυφές πτυχές της σκέψης του που χρειάζονται νέα αποκωδικοποίηση υπό το πρίσμα της συγκυρίας. Ο Γάλλος ιστορικός Πατρίκ Μπουσρόν, καθηγητής της Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Collège de France στη βάση κάποιων ραδιοφωνικών εκπομπών του γράφει παραμονές των γαλλικών εκλογών του 2017 αυτό το συνοπτικό, αλλά πανέξυπνο βιβλίο. Αντίπαλοι τότε; Πάλι οι δύο σημερινοί, ο Μακρόν και η Λεπέν. Πότε κατά τον συγγραφέα ανανεώνεται το ενδιαφέρον για τη σκέψη Μακιαβέλλι; Σε εποχές που προμηνύονται καταιγίδες, σε θυελλώδεις καιρούς. «Αν τον ξαναδιαβάζουμε σήμερα, είναι γιατί υπάρχει λόγος να ανησυχούμε. Επιστρέφει: ξυπνήστε» (σ. 15). Αν χρειαζόταν να ανησυχούμε το 2017, σήμερα λίγες μέρες μετά τις νέες γαλλικές προεδρικές εκλογές, όπου το 41,5 % ψήφισε την ακροδεξιά Λεπέν και λίγο πριν τις βουλευτικές η ανησυχία είναι πολύ μεγαλύτερη.
Καταρχάς ο συγγραφέας σπεύδει να διευκρινίσει πως ο Μακιαβέλλι είναι κάτι πολύ διαφορετικό από τον μακιαβελισμό. Όπως γενικά και κάθε –ισμός (μαρξισμός) από τον στοχαστή που υποτίθεται τον εμπνέει (Μαρξ). Ο μακιαβελισμός δεν είναι το δόγμα του Μακιαβέλλι αλλά ό,τι κατάλαβαν απ’ αυτόν οι κακοπροαίρετοι (και ρηχοί θα πρόσθετα) αντίπαλοί του.
Ο Νικολό Μακιαβέλλι γεννήθηκε στη Φλωρεντία, στις 3 Μαΐου 1469. Σε μια δημοκρατία κυβερνώμενη από πλουτοκράτες, από ολιγάρχες με τη σημερινή ορολογία. Η οικογένεια των Μεδίκων εξουσίαζε την πόλη. Η «μοίρα» έφερε τον Μακιαβέλλι όποτε προσέγγιζε τη δημοκρατία αυτή να πέφτει και όποτε προσέγγιζε τους Μεδίκους, η δημοκρατία επέστρεφε. Οι προσωπικές πολιτικές επιλογές ενός τόσο μεγάλου στοχαστή, ήταν πάντα αποτυχημένες, μπορεί να συμπεράνει κάποιος. Δεν είναι όμως έτσι. Ο συγγραφέας μάς δείχνει έναν άνθρωπο που γνωρίζει τη φύση της εξουσίας (είτε ολιγαρχικής είτε δημοκρατικής) τόσο βαθιά που δεν συμβιβάζεται μαζί της.
Η «μοίρα» έφερε τον Μακιαβέλλι όποτε προσέγγιζε τη δημοκρατία αυτή να πέφτει και όποτε προσέγγιζε τους Μεδίκους, η δημοκρατία επέστρεφε. Οι προσωπικές πολιτικές επιλογές ενός τόσο μεγάλου στοχαστή, ήταν πάντα αποτυχημένες, μπορεί να συμπεράνει κάποιος. Δεν είναι όμως έτσι.
Αρχικά η σύμπραξη της οικογένειάς του στη δεκαετία του 1490 με την αντιπολίτευση στους Μεδίκους, τον εμποδίζει έως τα 29 του να ασκήσει το νομικό του επάγγελμα. Το 1498 στη Φλωρεντία δεσπόζει η φιγούρα του μοναχού Ιγνάτιου Σαβοναρόλα. Αυτός ηγείται της μάχης κατά των υποκριτών και κατά της διαφθοράς αλλά και κατά της ωραιότητας, είτε των γυναικών είτε και των εκκλησιών. Η εκτέλεσή του στις 22 Μαΐου 1498, σηματοδοτεί τη μετάβαση στη Δημοκρατία του Μεγάλου Συμβουλίου. Ο φανατικός και εκδικητικός Σαβοναρόλα, παλινόρθωσε τη δημοκρατία. Αυτή είναι η περίφημη χεγκελιανή «πανουργία της ιστορίας». Ο Μακιαβέλλι σε ηλικία 29 ετών, ακριβώς μόνο μια εβδομάδα μετά τον θάνατο του Σαβοναρόλα, καταθέτει υποψηφιότητα στο Μεγάλο Συμβούλιο της φλωρεντινής δημοκρατίας για να διοριστεί ως πρώτος γραμματέας της δεύτερης καγκελαρίας. Αν και δεν είχε μεγάλα μέσα, κατορθώνει να διοριστεί. Η «τύχη» που τόσο πολύ στη συνέχεια θα επικαλείται στα γραπτά του του είχε δείξει αρχικά το καλό της πρόσωπο. Όπως θα δούμε αργότερα δεν συνέχισε να του είναι τόσο γαλαντόμα. Ως πρώτος γραμματέας της δεύτερης καγκελαρίας παρακολουθεί και καταγράφει τις συναντήσεις και την αλληλογραφία των συμμάχων του φλωρεντινού κράτους και τις γνώμες που διεγείρουν τον λαό. Ταξιδεύοντας και γράφοντας μαθαίνει από το 1498 έως το 1512 την κυβερνητική τέχνη ο Νικολό. Να ταξιδεύουν συμβουλεύει τους πολιτικούς ηγεμόνες για να μαθαίνουν την τέχνη της διακυβέρνησης.
Γιατί λοιπόν ο loser σε ατομικό πολιτικό επίπεδο (δες και Νικολό Καππόνι, «Μακιαβέλλι: Ποιος ήταν πραγματικά ο αμφιλεγόμενος συγγραφέας του “Ηγεμόνα”», μτφρ. Πέτρος Γεωργίου, εκδ. Πατάκη) που επέλεγε να πάει με τους ηττημένους, ήταν τόσο μεγάλος ανατόμος της πολιτικής πράξης; Ο Μπουσρόν μάς δίνει την απάντηση. «Το ευτύχημα για τον Μακιαβέλλι ήταν ότι απογοητεύτηκε από όλους τους πολιτικούς που συνάντησε στον δρόμο του» (σ. 62). Οι διανοούμενοι όποτε βρουν κάποιον ηγέτη να θαυμάσουν, χάνονται για τη διανόηση. Ο Ηγεμόνας, ο πρωτότυπος τίτλος του οποίου ήταν το Περί Ηγεμονιών, δεν είναι ο Λαυρέντιος στον οποίο αφιερώνει το έργο. Ο Λαυρέντιος, που αποκαλείται Μεγαλοπρεπής, παρά την ηγετική του ανυπαρξία, ήταν εγγονός του όντος μεγάλου Κόζιμο των Μεδίκων. Ο Ηγεμόνας είναι ο χαμένος ηγέτης που δεν βρήκε ποτέ του ο Μακιαβέλλι. Δεν τον έγραψε το 513 για να εκμαιεύσει την εύνοια των Μεδίκων που από το 512 είχαν ανατρέψει τη Δημοκρατία και επανέλθει στην εξουσία. Επάνοδος, η οποία είχε στοιχήσει στον Μακιαβέλλι τη θέση του στο κράτος. Είχε μάλιστα συλληφθεί ως ύποπτος συμμετοχής σε συνομωσία κατά των Μεδίκων. Φυλακίστηκε και βασανίστηκε, αλλά τελικά αφέθηκε ελεύθερος για να αποσυρθεί στο οικογενειακό του κτήμα. Έκτοτε έκανε προσπάθειες να επανέλθει και το κατάφερε λίγα χρόνια πριν την εκ νέου πτώση των Μεδίκων. Πολύ «άτυχος».
Πώς όμως να διαβάσουμε τον Ηγεμόνα; Να τον διαβάσουμε ως συμβουλές προς τους ισχυρούς για την τέχνη του τυραννείν όπως υποστήριζε ο Ντιτρό ή να τον διαβάσουμε ως διαφώτιση προς τους αδύναμους για να γνωρίζουν τι πρέπει να φοβούνται από τους ισχυρούς, όπως υποστήριζε ο Ρουσσώ; Ο Μπουσρόν υποστηρίζει κάτι πολύ πιο απλό και συνάμα ιδιαιτέρως σύνθετο: Να τον διαβάζουμε ως περιγραφή των πρακτικών της εξουσίας. Όχι όμως παντού, όχι στις δημοκρατίες, αλλά στις ηγεμονίες και μάλιστα όχι στις κληροδοτημένες αλλά σ’ αυτές που έχουν αποκτηθεί με τη βία και τον δόλο. Ο Ηγεμόνας είναι ένα βιβλίο απομάγευσης, όπου ο συγγραφέας του προτείνει να σταματήσουμε να αναζητούμε ιδανικά συστήματα, αλλά να επικεντρωθούμε «στην απογραφή των διαφόρων τρόπων διακυβέρνησης σύμφωνα με την εμπειρία μας» (σ. 81).
Ο Μπουσρόν υποστηρίζει κάτι πολύ πιο απλό και συνάμα ιδιαιτέρως σύνθετο: Να τον διαβάζουμε [τον Ηγεμόνα] ως περιγραφή των πρακτικών της εξουσίας. Όχι όμως παντού, όχι στις δημοκρατίες, αλλά στις ηγεμονίες και μάλιστα όχι στις κληροδοτημένες αλλά σ’ αυτές που έχουν αποκτηθεί με τη βία και τον δόλο.
Ο Μακιαβέλλι αποκωδικοποιεί το κακό στην πολιτική μέσω της φιλοσοφίας της αναγκαιότητας. Μόνο που σ’ αυτόν, το κακό και το καλό είναι επιρρηματικά. «Ο ηγεμόνας δεν οφείλει να κάνει το καλό ή το κακό· κάνει καλά ή κακά αυτό που οφείλει να κάνει» (σ. 87-88). Συμβουλεύει τον ηγεμόνα «να μην είναι πάντα καλός» και όχι να είναι πάντα κακός. Αν κάτι οφείλει ο ηγεμόνας, είναι να επιλέξει να γίνει επίφοβος, γι’ αυτό και πρέπει να ξέρει πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος γι’ αυτόν είναι οι δικοί του άνθρωποι. Σε τελική ανάλυση το κακό είναι οι ωμότητες που διαπράττονται με σκοπό τη διατήρηση της εξουσίας. Ο Μακιαβέλλι γράφει γιατί θέλει να μετριάσει τις «άχρηστες ωμότητες» των ηγεμόνων και όχι για να υποδείξει την ιδανική διακυβέρνηση. Με τον Ηγεμόνα ο Μακιαβέλλι περιγράφει αυτό που ο Μαρκ Μπλοχ ονόμασε «Παράξενη ήττα». Περιγράφει τη δική του παράξενη ήττα.
Δεν περιγράφει μόνο όμως. Διακωμωδεί επίσης την εξουσία. Τέτοιο είναι το θεατρικό του Ο μανδραγόρας. Το σχέδιο αποπλάνησης της συζύγου ενός αργόστροφου άνδρα από έναν μηχανορράφο νέο και από έναν αδίστακτο σύμβουλό του είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο απεικονίζεται μια διεφθαρμένη κοινωνία, μολυσμένη από το δηλητηριώδες φυτό που είναι ο μανδραγόρας. Ο Μακιαβέλλι κάνει χιούμορ εδώ με την απελπισία του διανοούμενου εαυτού του που βαυκαλιζόταν πως μπορεί να αλλάξει τους ηγεμόνες.
Τελικά τι είναι η δημοκρατία γι’ αυτόν; Τις απαντήσεις τις βρίσκουμε στο Λόγοι επί της πρώτης δεκάδας του Τίτου Λίβιου. Έργο γραμμένο στη εποχή της απομόνωσής του, την περίοδο 1512-1517, το οποίο όμως δημοσιεύτηκε το 1532, πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του. Εδώ ο Μακιαβέλλι καταθέτει τη δική του λαμπρή ανάλυση για το τι είναι δημοκρατία. Ποια είναι η ειδοποιός της διαφορά από τις ηγεμονίες; Αυτή δεν είναι άλλη από την ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας. Αλλά τότε τι είναι ο λαός; Σε εποχές μιας συντηρητικής αναγωγής κάθε κακού στον λαϊκισμό ο Μακιαβέλλι μάς δίδει μαθήματα για να κατανοήσουμε πως δημοκρατία σημαίνει να μην αγνοείς τον λαό. Ο λαός είναι μια γνώμη που τις περισσότερες φορές είναι εσφαλμένη, γιατί ο λαός βλέπει τα πράγματα από μακριά. Και αυτός είναι ο ρόλος που αναθέτει ο Μακιαβέλλι στον εαυτό του και τη διανόηση. Να μαθαίνει στον λαό να βλέπει τα πράγματα από κοντά και να μην αφήνεται να τον παραπλανούν γενικές ιδέες. «Διότι ο λαός, όσο και να είναι αδαής είναι ικανός να καταλάβει την αλήθεια. Ξέρει τι θέλει ή, ακριβέστερα, τι δεν θέλει: δεν θέλει να τον δυναστεύουν» (σ. 130). Αυτό είναι η πολιτική. Να επινοείς τρόπους ώστε ο λαός να είναι σωστά πληροφορημένος και διατεταγμένος.
Ο Μακιαβέλλι είναι ο μάστορας που περιγράφοντας τη δυναστική διακυβέρνηση, την υποσκάπτει. Η Δημοκρατία είναι ένα «παιγνίδι» διευθέτησης των ασυμφωνιών όχι με δυναστικά μέσα. Τότε τι λέει σχετικά με τη βία στην πολιτική; Αντίθετα πάλι με όλους όσοι βγάζουν σπυράκια με αυτήν αγνοώντας το πλαίσιό της, αυτός στο Η τέχνη του πολέμου απαντά πως ειρήνη είναι η τέχνη της ύπαρξης μιας εν δυνάμει βίας, αόριστης, ασαφούς και αδιατύπωτης που αποτρέπει την υπαρκτή βία. Η βία ως υπόρρητη απειλή αποτρέπει τη βία ως μέσο.
Η Δημοκρατία είναι ένα «παιγνίδι» διευθέτησης των ασυμφωνιών όχι με δυναστικά μέσα.
Είναι ο Μακιαβέλλι ο εκφραστής της ιδέας πως «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»; Ο Μπουσρόν απαντά. «Αυτή τη φράση όχι μόνο δεν την έχει πει ποτέ ο Μακιαβέλλι, αλλά και δεν θα μπορούσε ποτέ να την έχει γράψει» (σ. 149). Ο στοχαστής της αβεβαιότητας της πολιτικής πράξης δεν θα μπορούσε να δικαιολογεί εκ των υστέρων πολιτικές πράξεις.
Το 1519 πεθαίνει ο Λαυρέντιος και ο Μακιαβέλλι το επόμενο έτος κατορθώνει να του ανατεθεί από τον καρδινάλιο Ιούλιο των Μεδίκων, μετέπειτα πάπα Κλήμη Ζ’, να συγγράψει την Ιστορία της Φλωρεντίας. Θα μετατραπεί έτσι σε λιβανιστή αυτών που τον είχαν για οκτώ χρόνια αγνοήσει; Όχι βέβαια. Θα δράσει πονηρά και πάλι. Θα περιγράψει εδώ «τη δύναμη της διαμάχης, της διχόνοιας, της εχθρότητας στο πολιτικό γίγνεσθαι της πόλης του» (σ.156). Και όμως πάλι η «τύχη» τού παίζει άσχημο παιγνίδι. Πάνω που υπήρξε μια προσέγγιση με τους Μεδίκους η Δημοκρατία αποκαθίσταται στη Φλωρεντία τον Μάιο του 1527. Το νέο καθεστώς προτιμά να στηριχθεί σε πρώην πιστούς των Μεδίκων, παρά στην πνευματική διαύγεια ενός στοχαστή και διανοούμενου όπως ο Μακιαβέλλι. Γι’ αυτόν είναι αργά. Πεθαίνει στις 21 Ιουνίου του ίδιου έτους. Ποτέ όμως δεν θα είναι αργά για τη σκέψη του.
Σύμφωνα με τον μεγάλο στοχαστή Μπενεντέτο Κρότσε ο Μακιαβέλι ήταν ο πρώτος που διαχώρισε την πολιτική από την ηθική και αποτέλεσε τον πρόδρομο των πολιτικών συστημάτων εγελιανού τύπου. Υπό αυτή την έννοια επηρέασε τόσο τον Μουσολίνι όσο και τον Γκράμσι. Εξάλλου ο τελευταίος θεωρούσε τον Μακιαβέλλι πρόδρομο του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Βιβλία σαν αυτό εδώ συμβάλλουν στην σε βάθος κατανόηση ενός τόσο δύσκολα κατατάξιμου στοχαστή.
Η μετάφραση αλλά και τα σχόλια της Μήνας Πατεράκη-Γαρέφη βοηθούν τον αναγνώστη να διεισδύσει κατάλληλα εξοπλισμένος στο έργο του Μπουσρόν για τον Μακιαβέλλι. Στα ελληνικά κυκλοφορεί και ένα ακόμη πολύ ωραίο βιβλίο του Μπουσρόν (Λεονάρντο & Μακιαβέλι, μτφρ. Ρίκα Μπενβενίστε, εκδ. Πόλις), όπου ο συγγραφέας αναπλάθει ιστορικά και μυθοπλαστικά μια πιθανή συνάντηση τριών μεγάλων προσωπικοτήτων στο δουκικό ανάκτορο του Ούρμπινο τον Ιούνιο του 1502: του ηγεμόνα Καίσαρα Βοργία, γιού του Πάπα Αλέξανδρου ΣΤ', του Μακιαβέλλι ως διπλωματικού απεσταλμένου της Φλωρεντίας και του Λεονάρντο ντα Βίντσι ως μηχανικού.
Μερικά ακόμη σημαντικά βιβλία στα ελληνικά για τον Μακιαβέλλι είναι του Κουέντιν Σκίνερ, Μακιαβέλι (μτφρ. Κώστας Αθανασίου, εκδ. Νήσος) και του ιδίου Τα Θεμέλια της Νεότερης Πολιτικής Σκέψης (μτφρ. Μαρίνος Σαρηγιάννης, εκδ. Αλεξάνδρεια). Πρόσφατα κυκλοφόρησε και το κλασικό έργο του Μακιαβέλλι Φλωρεντινές Ιστορίες (μτφρ. Θεοδόσης Νικολαΐδης, εκδ. Αλεξάνδρεια) στις οποίες εστιάζει και ο Μπουσρόν.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και δρ Κοινωνιολογίας. Τελευταίο βιβλίο του, η μελέτη «Το πρωτείο της δημοκρατίας - Σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Αλεξάνδρεια).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Το όνομα του Μακιαβέλλι εμφανίζεται στον ορίζοντα μόνο όταν βρυχάται η θύελλα. Αναγγέλλει καταιγίδες όχι για να τις προλάβει, αλλά για να μας μάθει να σκεφτόμαστε σε θυελλώδεις καιρούς... Ο Μακιαβέλλι είναι αφυπνιστής, επειδή είναι συγγραφέας. Γράφει βουτώντας την πένα του στην πληγή. Γράφει για να δώσει και πάλι ζωή όχι στην αίγλη των λέξεων, αλλά στην αλήθεια των πραγμάτων». ( σ. 176-177)