Για τη συλλογή διηγημάτων της Αρχοντούλας Διαβάτη «Κινητή γιορτή» (εκδ. Νησίδες).
Της Εύας Μ. Μαθιουδάκη
Η Αρχοντούλα Διαβάτη γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε νομικά και νεοελληνική φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, ενώ ελάχιστα απομακρύνθηκε από τη Θεσσαλονίκη. Γράφει κυρίως κείμενα μικρής φόρμας, πέρα από τα στενά λογοτεχνικά πρότυπα, που άλλοτε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως πεζοποιήματα, άλλοτε ως πεζογραφήματα ή ακόμη και ως προσωπικά λογοτεχνικά ανάλεκτα. Η Κινητή Γιορτή είναι το έκτο της βιβλίο, υψηλής λογοτεχνικής αξίας και ωριμότητας, έχοντας διανύσει μια σημαντική λογοτεχνική πορεία από το 2004, έτος στο οποίο εκδόθηκε το πρώτο της βιβλίο, Στη μάνα του νερού (εκδ. Το Ροδακιό).
Πρόκειται για μια συλλογή 37 διηγημάτων που εμπλουτίζει την πεζογραφία με κείμενα ανθρωποκεντρικά, στα οποία η προσωπική περιπλάνηση της συγγραφέως διαμορφώνει το αφηγηματικό τοπίο της πόλης της, της Θεσσαλονίκης, αλλά και τη λογοτεχνική της ταυτότητα.
«Καλειδοσκόπιο» το ονομάζω το βιβλίο της, ενώ δυο άλλοι κριτικοί το ονόμασαν «πολιτιστικό ημερολόγιο» ή «υβριδική και πολύτροπη συλλογή». Πρόκειται για μια συλλογή 37 διηγημάτων που εμπλουτίζει την πεζογραφία με κείμενα ανθρωποκεντρικά, στα οποία η προσωπική περιπλάνηση της συγγραφέως διαμορφώνει το αφηγηματικό τοπίο της πόλης της, της Θεσσαλονίκης, αλλά και τη λογοτεχνική της ταυτότητα. Είναι ιδιαιτέρως ελκυστικό το θέμα αυτό που θα μπορούσε να αναδειχθεί και να μας προβληματίσει ίσως, η σχέση δηλαδή της σύγχρονης λογοτεχνικής μας παραγωγής με τη γεωγραφία, την πλέον αφαιρετική προσέγγιση του τόπου και του χρόνου που ορίζει ή και καθοδηγεί τους δημιουργούς. «Ένα ενεργό πλαίσιο», όπως γράφει η Ελισάβετ Κοτζιά, «ένα ανασκάλεμα της μνήμης, ως χώρου πατρογονικών αφηγήσεων, ως επανεπίσκεψη και επινόηση του παρελθόντος».
Αστικό τοπίο λοιπόν το σαλονικιώτικο, με όλα του τα καθημερινά, τα γιορτινά, τα αναπάντεχα αλλά και τα πολιτιστικά του. Διαδρομές διανθισμένες με αναγνώσεις, μεγάλα άλματα του μυαλού και εξαιρετική συνθετική σκέψη, σε μια προσπάθεια να χρονογραφηθεί η μνήμη, να τοποθετηθεί μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της γενέτειρας, στις γειτονιές που αλλάζουν όνομα αλλά παραμένουν ίδιες. Από την οδό Πολωνίας στην οδό Πρίγκιπος Νικολάου και πάλι στην οδό Πολωνίας, κι ας λέγεται σήμερα αλλιώς. Τοπογραφία της πόλης, με συναισθηματικά βιώματα και εμπειρίες που αποκτούν διαχρονικό νόημα και αξία. Η συγγραφέας επιχειρεί να ταξινομήσει αυτή τη βιωμένη εμπειρία. Αναπολεί και σχολιάζει σε πεζογραφήματα επίκαιρα σημερινά θέματα για τη μοναξιά, τις απώλειες αλλά και τη χαρά των παιδιών, των καινούργιων τόπων, του οικείου – νεράκι που ρέει φωτεινό.
Το παρελθόν αλλά και η συσχέτισή του με το παρόν, μια μουσική, μια κουβέντα, μια επιγραφή, μια σκέψη, ένα βιβλίο, στερεώνουν το νήμα. Το νήμα πάντα πλούσιο στο αδράχτι της φαντασίας και της μυστικής ζωής της συγγραφέως.
Πολλές φορές τα διηγήματά της θυμίζουν γεωμετρικά σχήματα, κάτι σαν τους μίτους του αργαλειού. Το παρελθόν αλλά και η συσχέτισή του με το παρόν, μια μουσική, μια κουβέντα, μια επιγραφή, μια σκέψη, ένα βιβλίο, στερεώνουν το νήμα. Το νήμα πάντα πλούσιο στο αδράχτι της φαντασίας και της μυστικής ζωής της συγγραφέως. Μυστική, οικεία ανθρώπινη και φίλη. Τα μέσα της απλά και ουσιαστικά περιγράφουν με πλαστικότητα και λυρισμό μορφές, φιγούρες, καταστάσεις ορατές ή και επινοημένες, κρατώντας μας συγκινημένους, χωρίς να εκβιάζεται η εν λόγω συγκίνηση.
Αυτό το βιβλίο είναι κυρίως η Θεσσαλονίκη, η συγγραφέας που περιπλανάται στη πόλη και στους ανθρώπους της. Η γεωγραφία της καρδιάς μας. Με τη μεγάλη απώλεια φέτος του ποιητή Μάρκου Μέσκου, την πρώτη-πρώτη μέρα του χρόνου, διαβάζω το απόσπασμα από το πεζογράφημα με τίτλο «Το τέλος της μικρής μας πόλης», ως αναφορά, στοιχείο αναπόσπαστο στο ποιητικό γίγνεσθαι, στους κάμπους και στα βουνά της Μακεδονίας που τραγούδησε ο Μάρκος Μέσκος, ένα μακρύ ποτάμι, νερά, λεύκες, άροτρα και άλογα.
Στον τόμο με τα πεζογραφήματα, εικόνα μαγική ‒βερίκοκα, καΐσια, σύκα, ροδάκινα, σταφύλια, αρώματα και δέντρα και «ρόδια και νερά», «κι απ’ όλα τα ανθισμένα δέντρα, η κερασιά»‒ και τα παιδιά να παίζουν ελεύθερα ένα γύρο στις αλάνες, στους μαχαλάδες του γενέθλιου τόπου: μαυρόασπρη καρτ ποστάλ εποχής, επιχρωματισμένη όμως από μνήμης, καθώς ο ποιητής Μάρκος Μέσκος, βαρύς και αποφασισμένος, επιστρέφει στον παράδεισο της παιδικής ηλικίας, αναψηλαφώντας μνήμες, εις αναζήτησιν του χαμένου χρόνου και της χαμένης γλώσσας. Όλα εκεί, όσα ανακαλεί, αφημένα στον καιρό τους, θα ειπωθούν με το προνόμιο μιας γλώσσας ποικίλης και πλούσιας. Γιατί προνόμιο ήταν, κι ας «βγήκε μετά διαταγή, όσοι μιλάνε τη γλώσσα των γονιών τους, ρετσινόλαδο και ρέγγα», όπως διαβάζουμε στην εμβληματική συλλογή διηγημάτων του, «Μουχαρέμ». Όλο εκείνο το τραύμα και η ντροπή από την άσκηση θεσμικής βίας, όλος ο φόβος μετουσιώθηκε άλλωστε σε ποίηση σπαρακτική και πεζογραφία αξιοσημείωτη, μπήκε σε λέξεις, «Με κομμένη γλώσσα».
Ομολογώ, ότι δεν μπορούσα να φανταστώ πως η ανάγνωση βιβλίων ή οι σημειώσεις και οι σκέψεις επί αυτών της συγγραφέως θα μπορούσαν να αποτελέσουν μέρος μιας συλλογής πεζογραφημάτων και ότι θα αποδίδονταν με τόση φρεσκάδα, ώστε να διαβάζονται σαν διηγήματα. Πώς δηλαδή καταφέρνει η Αρχοντούλα Διαβάτη να φιλοτεχνήσει το πορτρέτο του δημιουργού, ισορροπώντας το βίωμα με τη μυθοπλασία. Είναι –σκέφτομαι– η γραφή αυτή η συνέχεια εκείνης, της Σχολής της Θεσσαλονίκης, με νήματα αόρατα έτσι δεμένη και με σαγηνευτική συγγένεια προς εκείνην.
* Η ΕΥΑ Μ. ΜΑΘΙΟΥΔΑΚΗ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο της βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων «Μικρά πείσματα» (εκδ. Το Ροδακιό).
→ Στην κεντρική εικόνα φωτογραφία της © Nadia Attura.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑΣ ΔΙΑΒΑΤΗ