Για το μυθιστόρημα του Ισίδωρου Ζουργού «Λίγες και μία νύχτες» (εκδ. Πατάκη).
Του Κώστα Δρουγαλά
Το όγδοο μυθιστόρημα του Ισίδωρου Ζουργού είναι ένα μυθιστόρημα για τον 20ό αιώνα. Το βιβλίο ξεκινάει με την άφιξη του έκπτωτου σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ του Β΄ στην πόλη της Θεσσαλονίκης την άνοιξη του 1909, αμέσως μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων. Ο σουλτάνος μένει έγκλειστος στις εκτάσεις της βίλας Αλλατίνι στη Λεωφόρο των Εξοχών, στη σημερινή Βασιλίσσης Όλγας. Εκεί, σαν μία ανεστραμμένη Σεχραζάτ, διηγείται την ιστορία της ζωής του στη Μίρζα, την κόρη του συμβούλου του Αλπερέν μπέη. Από την παρουσία του μικρού κοριτσιού γοητεύεται ο εντεκάχρονος Λευτέρης Ζεύγος, ο γιος του περιβολάρη της έπαυλης· αυτός είναι και ο πρωταγωνιστής του βιβλίου του Ζουργού.
Ο ήρωας του μυθιστορήματος, από την παιδική ηλικία μέχρι τη βαθιά ενηλικίωση, προσπαθεί να βρει τρόπο να απομακρυνθεί από την οικογενειακή ένδεια, να φύγει από τις μικρές κάμαρες και να βρεθεί στα υψηλά δώματα.
Ο ήρωας του μυθιστορήματος, από την παιδική ηλικία μέχρι τη βαθιά ενηλικίωση, προσπαθεί να βρει τρόπο να απομακρυνθεί από την οικογενειακή ένδεια, να φύγει από τις μικρές κάμαρες και να βρεθεί στα υψηλά δώματα, εκεί που έχουν πρόσβαση μόνο οι σουλτάνοι και οι όμορφες κόρες των συμβούλων τους: με αυτό τον τρόπο η βίλα Αλλατίνι από αρχιτεκτονικό μεγαλούργημα τρέπεται σε μία ταξική πυραμίδα για τον αιώνα που μας πέρασε.
Τον Ζεύγο δεν τον ενδιαφέρουν ούτε οι ιδεολογίες ούτε οι ανθρωποδιορθώσεις –φυλετικές και πολιτικές– που άκμασαν στον 20ό αιώνα. Ο μυθιστορηματικός χρόνος εκκινεί από το 1909 και σταματά το 1977, λίγο πριν από τον μεγάλο σεισμό που ταρακούνησε τη συμπρωτεύουσα. Όσον αφορά τον χώρο του βιβλίου, αυτός αλλάζει διαρκώς: η Θεσσαλονίκη, η Οδησσός, το Παρίσι, ο Πειραιάς, η Μασσαλία, η Αμβέρσα και ξανά η Θεσσαλονίκη. Μέσα στο μυθιστόρημα υπάρχουν παρένθετα κεφάλαια, εν είδει ιντερμέδιων, όπου εξυφαίνεται η μυθιστορηματική βιογραφία του Λευτέρη Ζεύγου από τον Ορέστη, έναν φοιτητή φιλολογίας που αναλαμβάνει να καταγράψει τη ζωή του πρωταγωνιστή.
Το μυθιστόρημα διαπλέκει στις σελίδες του, κατά την προσφιλή συνήθεια του συγγραφέα, διάσημα έργα ομοτέχνων του: στις σελίδες του παρελαύνουν οι Άθλιοι του Ουγκώ, ο Κόμης Μοντεχρήστος, ο Τζακ Λόντον και το Σιδερένιο τακούνι και ο Γιούγκερμαν του Μ. Καραγάτση. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση συναντούμε ένα συνεχές διπολικό παιχνίδι αλήθειας-ψεύδους γύρω από τον Βασίλι Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν: το δημιούργημα του μεγάλου Λαρισαίου συγγραφέα μετατρέπεται σε μία άυλη κατασκευή, που είναι ψεύτικη στην αληθινή ζωή του Λευτέρη Ζεύγου, αλλά αληθινή στην ψευδοβιογραφία του Ζεύγου που καταγράφει ο Ορέστης.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι πολλοί δευτεραγωνιστές του μυθιστορήματος που αναδεικνύουν πάντα και από μία κρυφή πλευρά του Ζεύγου: ο Μιχάλης Τριανταφύλλου, που γίνεται λιποτάκτης του ελληνικού στρατού για να ακολουθήσει την επανάσταση των μπολσεβίκων· η αγία κι ερωτική Χρυσάννα, η σύζυγος του τελευταίου· ο Κράουζε, ο Γερμανός υπολοχαγός που υποχρεώνεται να στεγάσει ο Ζεύγος στην οικία του· ο Νατόν που εγκατέλειψε το μέτωπο και τον παραλογισμό ενός ακόμη πολέμου, και πολλοί άλλοι που γίνονται κομμάτια ενός παζλ που συμπληρώνουν την εικόνα όχι μόνο του πρωταγωνιστή αλλά και συνολικά του ταραχώδους αιώνα που πέρασε.
Ο Ισίδωρος Ζουργός
|
Ο έρωτας είναι επίσης ένα βασικό συστατικό του βιβλίου, και μάλιστα ο παιδικός έρωτας Λευτέρη-Μίρζας που τελεσφορείται σε μεγάλη ηλικία, στα σκοτεινά χρόνια της γερμανικής κατοχής, στοιχείο που τον κάνει ακριβώς να λάμπει περισσότερο. Διάφορες γυναίκες και ποικίλα κρεβατώματα περνούν από τη ζωή του Λευτέρη Ζεύγου, αλλά καμία δεν είναι σαν τη Μίρζα: είναι που το κορίτσι στα μάτια του νεαρού πρωταγωνιστή εμφανίζεται πανέμορφο κι εξιδανικευμένο, σαν την Παναγία που κρατάει στην αγκαλιά της το Θείο Βρέφος στον πίνακα του Φλαμανδού Βαν Άικ.
Μια πόλη που μεταμορφώνεται
Ένα βιβλίο για έναν αιώνα που κρεμόταν ατροφικά, σχεδόν παράλυτα πάνω απ’ τις ανθρώπινες ζωές, και που άφησε πίσω του πτώματα, στάχτες και ματαιωμένες προσδοκίες, χαράσσοντας βαθιά το αίτημα για ανθρωπινότητα στο σώμα της ατομικής και συλλογικής μνήμης.
Το μυθιστόρημα καθορίζεται και από τη μεταμόρφωση της πόλης. Από τα πεζοδρόμια με τις δεντροστοιχίες και τις μεγαλοπρεπείς επαύλεις με τους θαλερούς κήπους και τα ψηλά κάγκελα, παρακολουθούμε με την πάροδο των χρόνων τη Θεσσαλονίκη να σαπίζει αργά και σταθερά: τα δέντρα αρρωσταίνουν, τα πεζοδρόμια βουλιάζουν, οι βίλες γκρεμίζονται, βορά στην αντιπαροχή: η απαρχή μίας αιώνιας ρυμοτομικής λοβοτομής στην υπηρεσία του μικροαστισμού.
Τέλος, οφείλουμε να μην παραλείψουμε και το όνειρο του πλουτισμού, μια τυφλή αναγκαιότητα που παρουσιάζεται ως ο απόλυτος σκοπός του πρωταγωνιστή. Ο Ζεύγος για να βγάλει χρήματα αναγκάζεται να κάνει διάφορες δουλειές κατά τη διάρκεια της ζωής του: εργάζεται ως βοηθός κηπουρού, ως εφημεριδοπώλης διαλαλώντας γαζέτες καθώς και σε ποικίλες άλλες δουλειές του ποδαριού που θα ανακαλύψει ο αναγνώστης μέσα στο μυθιστόρημα. Παρόλα αυτά ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ο ήρωας από τη μία φαίνεται να διακατέχεται από τον φετιχισμό του χρήματος, το ανθρώπινο στοιχείο όντως μετουσιώνεται σε υλικό αντικείμενο, ωστόσο από την άλλη το εντυπωσιακό είναι ότι δεν καταφέρνει να τον εξουσιάσει· αυτό είναι και το γοητευτικό στοιχείο στον χαρακτήρα του: πίσω από τον επιφανειακό κυνισμό των λόγων του, στις πράξεις του κρύβονται βαθύτερα ανθρώπινα κίνητρα που σχετίζονται με την αιώνια ανάγκη για αγάπη.
Εν κατακλείδι, οι Λίγες και μία νύχτες είναι ένα μυθιστόρημα που περιγράφει εκείνες τις κοινωνικές συνθήκες που μετουσίωσαν την προσωπική αγωνία σε καθολική: από μία ανάγνωση είναι μία ιστορία για την ύβρη του βιομηχανοποιημένου ανθρώπου. Πάνω απ’ όλα όμως είναι ένα βιβλίο για έναν αιώνα που κρεμόταν ατροφικά, σχεδόν παράλυτα πάνω απ’ τις ανθρώπινες ζωές, και που άφησε πίσω του πτώματα, στάχτες και ματαιωμένες προσδοκίες, χαράσσοντας βαθιά το αίτημα για ανθρωπινότητα στο σώμα της ατομικής και συλλογικής μνήμης.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΔΡΟΥΓΑΛΑΣ είναι εκπαιδευτικός και βιβλιοκριτικός.
Λίγες και μία νύχτες
Ισίδωρος Ζουργός
Πατάκης 2017
Σελ. 576, τιμή εκδότη €19,90