Συνοπτική παρουσίαση τεσσάρων συλλογών με διηγήματα, των Περικλή Σφυρίδη, Μάρτυς Λάμπρου, Αρχοντούλα Διαβάτη, Ηλία Παπαμόσχου.
Του Παναγιώτη Γούτα
Ο τόπος πάντα επηρεάζει τον εκάστοτε συγγραφέα στη γραφή του, ανεξάρτητα αν πρόκειται για γενέθλιο τόπο ή όχι. Άλλοτε ως φόντο κι άλλοτε ως δραστικό στοιχείο της αφήγησης, ο τόπος ενσταλάζει πάντα το χρώμα του, την ουσία του, τις μυρωδιές του, τις μνήμες του στο ύφος του συγγραφέα, κι εκείνος, με τη σειρά του, τον αποτυπώνει στο χαρτί μέσα από ιστορίες. Ο κανόνας, βέβαια, λέει πως ο τόπος γέννησης ή και διαβίωσης του συγγραφέα θα επηρεάσει και θα αποτυπωθεί στα κείμενα, σε βαθμό που να γίνεται ευδιάκριτος με την πρώτη ματιά από τον αναγνώστη. Οι συγγραφείς που μίλησαν και εξέφρασαν τόπους διαφορετικούς από εκείνους όπου πέρασαν τα παιδικά ή και τα εφηβικά τους χρόνια, είναι οι λαμπρές εξαιρέσεις. Δύο τέτοιες λαμπρές εξαιρέσεις που μου έρχονται πρόχειρα στον νου, ο Γιώργος Ιωάννου που, αν και Θεσσαλονικιός, περιέγραψε με μεγάλη παρατηρητικότητα και αποτύπωσε με μεγάλη ευαισθησία περιοχές της πρωτεύουσας, π. χ. την πλατεία Ομονοίας, αλλά και ο Δημήτρης Μίγγας, που, παρότι μη Θεσσαλονικιός στην καταγωγή, έγραψε θαυμάσια διηγήματα με φόντο τη Θεσσαλονίκη, στη σημαντική συλλογή διηγημάτων του «Της Σαλονίκης μοναχά…» (Μεταίχμιο, 2003), υπενθυμίζοντάς μας κάτι που πολλοί Θεσσαλονικείς το αγνοούμε ή και το λησμονούμε: Να βλέπουμε την πόλη μας από τη μεριά της θάλασσας…
Το Η ανακομιδή του Χαριλάου (εκδ. Μπιλιέτο, 2013) είναι ένα ζουμερό διήγημα του γνωστού πεζογράφου και κριτικού Περικλή Σφυρίδη, που μέσα από τις σελίδες του αναβιώνεται το παλιό Χαριλάου, από την περίοδο της γερμανικής κατοχής και εντεύθεν. Ο Σφυρίδης, πηγαίνοντας σε ένα «παραδοσιακό» γιαουρτάδικο του συνοικισμού Χαριλάου, τον «Λέανδρο», πιάνει στο όρθιο κουβέντα με τον γιο του παλιού γιαουρτσή, τον Γιώργο, εβδομήντα χρονών τη χρονιά που γραφόταν το βιβλίο, και ανατρέχοντας στα παλιά θυμούνται απίθανες λεπτομέρειες για πρόσωπα που πια δεν υπάρχουν, έχοντας αφήσει όμως πρώτα το ίχνος τους στον συνοικισμό της πόλης. Ρώσοι και Τουρκάλες, Ελληνορώσοι και Πόντιοι, Σέρβοι και Αρμένισσες, συνυπήρχαν αρμονικά, σε χρόνια δύσκολα και σκληρά λόγω της φτώχιας και του πολέμου, χρόνια όμως που η αναπόλησή τους γαληνεύει τα πρόσωπα της αφήγησης που συνδιαλέγονται, αφού, τότε, η ανθρωπιά περίσσευε και η αξιοπρέπεια κυριαρχούσε. Ο Σφυρίδης, μάστορας του διηγήματος, δένει θαυμάσια την όρθια κουβέντα στο γιαουρτάδικο με την ανακομιδή των οστών, και κλείνει το διήγημα του με την αναφορά ενός ποιήματος του φίλου του, εκδότη, Βασίλη Δημητράκου (στον οποίον είναι αφιερωμένο το διήγημα), που τιτλοφορείται «Τα οστά». Το διήγημα του Σφυρίδη δεν μένει σε επίπεδο απλής νοσταλγίας, είναι ειλικρινές και πολυεπίπεδο – ένα προσκλητήριο νεκρών, τρόπον τινά, του παλιού Χαριλάου.
Από την περιοχή Χαριλάου κατηφορίζουμε στην Αθήνα και στη πρόσφατη συλλογή διηγημάτων της Μάρτυς Λάμπρου Ενοικιάζεται το παρόν (εκδ. Κέδρος, 2016). Δέκα διηγήματα συνθέτουν ένα ψηφιδωτό της σύγχρονης Αθήνας. Οι ήρωες της Λάμπρου, άνθρωποι αθέατοι, ζουν πίσω από κλειστές πόρτες, κατοικούν σε ισόγεια ή σε υπόγεια διαμερίσματα. Ο οπτικός τους ορίζοντας είναι στο ύψος των παπουτσιών των περαστικών ή, το πολύ, στο ύψος του βλέμματος. Θέματα που, μεταξύ άλλων, θίγονται: Η τραγική μοίρα των μεταναστών, η απομυθοποίηση του ερωτισμού των ροζ γραμμών του διαδικτύου, ο παραλογισμός της ζωής μέσα από εξομολογήσεις-αφηγήσεις γυναικών μέσα σε αστικά λεωφορεία, ο φόβος του θανάτου, τα προβλήματα των ηλικιωμένων. Διάσπαρτοι οι δρόμοι και τα σημεία της πρωτεύουσας στις ιστορίες της Λάμπρου: Κυψέλη, Πατησίων και Χέυδεν, 3ης Σεπτεμβρίου, Γκύζη, Βάρη, σταθμός Λαρίσης, Σύνταγμα, Πανεπιστημίου, Ιπποκράτους, Ομόνοια, πλατεία Βικτωρίας, λόφος του Στρέφη, Αλεξάνδρας, Περιστέρι. Εξέλαβα το «Ενοικιάζεται το παρόν» ως ένα οδοιπορικό στην Αθήνα του σήμερα, όπου ο αναγνώστης ακούει τη φωνή των ανθρώπων, των πινακίδων, των συνθημάτων, των δρόμων, των κάδων απορριμμάτων, της ίδιας της πόλης μέσα από τη φωνή της συγγραφέως. Διάχυτη παντού η βοή της πόλης. Η Λάμπρου γράφει με νεύρο και αφηγηματική ένταση, ενώ οι ιστορίες της, που έχουν κινηματογραφική ματιά, θα μπορούσαν να μεταποιηθούν σε ταινίες μικρού μήκους.
Και από την Αθήνα του σήμερα, ξανά στη Θεσσαλονίκη. Αρχοντούλα Διαβάτη και Σκουλαρίκι στη μύτη (εκδ. Νησίδες, 2015). Μικρά κείμενα ποικίλου τύπου (ενσταντανέ, αφηγήματα, μικρά πεζά, διηγήματα). Η Διαβάτη με το καινούριο της βιβλίο δείχνει συγγραφική ωριμότητα γιατί απομακρύνθηκε από το χρονογράφημα και το κατεξοχήν ενσταντανέ, δηλαδή την πρόχειρη και ουδέτερη αποτύπωση στιγμιότυπων της ζωής, προχωρώντας σε πιο ουσιαστικά κείμενα. Στην πλειοψηφία των κειμένων την απασχολούν οι ανθρώπινες σχέσεις και η αντοχή τους στον χρόνο. Τα μικρά πεζά χαρακτηρίζονται από έντονη εσωτερικότητα και, σε αντίθεση με τη Λάμπρου, έχουν πάντα έναν ήσυχο αφηγηματικό ρυθμό. Οι καταστάσεις και τα γεγονότα είναι γειωμένα στη συνείδηση της συγγραφέως και η πόλη της Θεσσαλονίκης είναι παρούσα σε αρκετά κείμενα: Οδός Ευμένους, Μαρασλή, οδός Αγαπηνού, πλατεία Αγίας Σοφίας, Αρετσού, Μίκρα, πλατεία Αριστοτέλους, Αλεξάνδρου Παπαναστασίου, Περαιβού, Παπάφη, Διβολή, Αγία Μαρίνα, κάποια από τα σημεία, τους δρόμους και τις εκκλησίες του βιβλίου. Στις ιστορίες της Δ. συχνά θα συναντήσουμε ένα χρονικό κοντράστ ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν, όπου, με την αφήγηση φωτίζεται και διευρύνεται το παρελθόν και συνειδητοποιείται και ερμηνεύεται (όσο αυτό είναι εφικτό) το παρόν. Το χρώμα και το άρωμα της πόλης αναδεικνύονται εντονότερα σε κείμενα όπου η Δ. αναφέρεται σε πολιτιστικά δρώμενα, πρόσωπα και συγγραφείς της συμπρωτεύουσας, συνομιλώντας (κατά την προσφιλή της συνήθεια) μαζί τους και σεβόμενη τη μνήμη και την αξία τους. Υπάρχουν κείμενα όπου γίνεται αναφορά και σε άλλες πόλεις πλην της Θεσσαλονίκης, που κυρίως βρίσκονται στην κεντρική ή στην ανατολική Μακεδονία (Πολύκαστρο, Δράμα, Καβάλα).
Για το τέλος θα μεταφερθώ από την κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλονίκη, στη δυτική Μακεδονία, στη φύση, στα χρώματα και στο αδρό τοπίο πέριξ της πόλης της Καστοριάς. Ο Ηλίας Παπαμόσχος (Καστοριά, 1967) καταθέτει το πέμπτο του βιβλίο μικρών πεζών, που τιτλοφορείται Η αλεπού της σκάλας και άλλες ιστορίες (εκδ. Κίχλη, 2015). Ο Π., καθαρόαιμος διηγηματογράφος, με ακρίβεια στη έκφραση και στις περιγραφές του, πυκνότητα λόγου και έντονη ποιητικότητα, ειδικά στα κλεισίματα των κειμένων, στέκεται πάλι σε κείμενα μιας παλάμης και μιας ανάσας (πιο σύντομα αυτήν τη φορά από τα διηγήματα των προηγούμενων συλλογών του), στα οποία κυριαρχούν σκηνές-εικόνες κυνηγιού στη δυτική Μακεδονία (Η ομίχλη τα φυλάει, Το τελευταίο κυνήγι, Η αλεπού της σκάλας, Κλιμάκιο στωικών), προσωπογραφίες ιδιαίτερων ανθρώπινων χαρακτήρων (Η εγχείρηση, Ο γερο-Λέμας, Η θεία, Πολωνός ελαιοχρωματιστής), κείμενα για φύση, ζώα και έντομα (Πετεινοί λαλίστατοι, Η σπηλιά, Οι λιβελούλες, Κοτσύφι). Ιδιαίτερο πάντως ενδιαφέρον παρουσιάζουν κείμενα όπου η γεύση του θανάτου και η τραγικότητα της ζωής προβάλλονται και ενσταλάζονται σε άψυχα αντικείμενα, μέσα από κείμενα υψηλής ποιητικότητας (Το πλατάνι, Η καρέκλα του Γκλέν Γκούλντ, Το λαούτο). Φόντο και χρώμα των κειμένων το τοπίο της δυτικής Μακεδονίας και εν γένει του βορρά. Ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει χαρακτηριστικά στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του: «Αν κάτι δένει τις ιστορίες αυτές του βιβλίου, σ’ ένα βαθύτερο επίπεδο, αυτό είναι ο τόπος· η πυξίδα τους σημαδεύει τον βορρά. Αναρωτιέμαι τελικά μήπως ο τόπος είναι και ο τρόπος, μήπως η γλώσσα είναι το άλλο χώμα, το πνευματικό, από το οποίο αναφύεται το ύφος, που για κάποιους ταυτίζεται με τον άνθρωπο».
* Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΟΥΤΑΣ είναι συγγραφέας και εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.