Της Έλενας Μαρούτσου
Ξεκίνησα να διαβάζω το Ενυδρείο, του Γιώργου Κουτσούκου, ένα πρωί στις 9:20 και το τέλειωσα στις 13:30. Στη διάρκεια των τεσσάρων αυτών ωρών βρισκόμουν σ' ένα υποκατάστημα της ΔΕΗ με το νούμερο 73 για σελιδοδείκτη και περίμενα τη σειρά μου για να εξυπηρετηθώ. Σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν φορούσα τα μαύρα γυαλιά μου κι έκλαιγα –η αναμονή σε δημόσιες υπηρεσίες βγάζει στην επιφάνεια τον πεισιθανάτιό μου εαυτό– όμως τώρα φορούσα τα γυαλιά πρεσβυωπίας και είχα οπλιστεί με υπομονή.
Οι υπάλληλοι ως ήρωες
Εμπρός λοιπόν σε μια σειρά από υπαλλήλους που όλο λιώνουν και τελειώνουν και ανάμεσα σε μια ακόμα μεγαλύτερη σειρά πελατών που λιώνουν αλλά δεν μοιάζουν να τελειώνουν ποτέ, ήρθα σε επαφή με αυτή την νουβέλα όπου αφηγητής είναι κι αυτός ένας υπάλληλος. Βοηθός λογιστή για την ακρίβεια. Από τους υπαλλήλους του Καρυωτάκη έχει κληρονομήσει την πληκτική εργασία και τις προδιαγραμμένες διαδρομές ενώ από τους υπαλλήλους του Κάφκα ένα είδος δυσοίωνης αθωότητας και μια σισύφεια πορεία προς στόχους άπιαστους. Με τους συγχρόνους του υπαλλήλους –όπως αυτόν του Μάκη Τσίτα στο Μάρτυς μου ο Θεός, που συστεγάζονται μάλιστα στις εκδόσεις Κίχλη– μοιράζονται ένα υποδόριο χιούμορ αλλά και μια κατωφερή κλίση από το κωμικό προς το τραγικό.
Η απώλεια ως καμάκι
Σύντομα αντιλαμβανόμαστε πως το αέναο αυτό κυνηγητό δεν αποβαίνει μάταιο μόνο λόγω των εκάστοτε περιστάσεων αλλά κουβαλάει τη ματαιότητα στο πετσί του.
Αλλά ας ξεκινήσουμε από τα ευτράπελα. Ο αφηγητής και κεντρικός ήρωας του Ενυδρείου χρησιμοποιεί την απώλεια για καμάκι. Τι είναι αυτό που χάνει; Το πορτοφόλι του. Το χάνει ξανά και ξανά ρίχνοντάς το στα πόδια διάφορων γυναικών εις άγραν των οποίων βρίσκεται στους δρόμους της Αθήνας. Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου –που παρεμπιπτόντως φέρει και το όνομα μιας οδού– αποτελεί ένα μικρό, σχεδόν αυτόνομο επεισόδιο επαφής ή απόπειρας έστω επαφής ανάμεσα στον θηρευτή και το θήραμά του. Οι σύντομες αυτές σκηνές σχηματίζουν ένα είδος καλειδοσκόπιου όπου ο αναγνώστης σε κάθε γύρισμα αντικρίζει μια διαφορετική εκδοχή συνάντησης μεταξύ του αρσενικού και του θηλυκού. Σύντομα αντιλαμβανόμαστε πως το αέναο αυτό κυνηγητό δεν αποβαίνει μάταιο μόνο λόγω των εκάστοτε περιστάσεων αλλά κουβαλάει τη ματαιότητα στο πετσί του. Το άπιαστο είναι αναγκαίο συστατικό του ονείρου. Αν το αγγίξουμε θα διαλυθεί.
Ο τόπος ως πρόσωπο και ως σώμα
Βέβαια, το ενδιαφέρον του βιβλίου δεν εξαντλείται στο ξεδίπλωμα της βεντάλιας των πολλαπλών αυτών αποχρώσεων έλξης ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα. Αυτό που βρήκα εγώ ενδιαφέρον είναι πως σιγά σιγά, καθώς προχωρούν αυτά τα μονόπρακτα της επιθυμίας με φόντο την Αθήνα, μου δημιουργήθηκε η εντύπωση πως το φόντο είναι κι αυτό πρόσωπο. Και μάλιστα το μόνο πρόσωπο με το οποίο ο πρωταγωνιστής έχει συνάψει σχέσεις πραγματικές. Η Αθήνα, καθώς εμφανίζεται μπροστά μας, κεφάλαιο το κεφάλαιο, οδό την οδό, γίνεται αυτή η γυναίκα την οποία ο αφηγητής περιδιαβαίνει, όχι με την ελαφρότητα του περαστικού εραστή, αλλά με το βάρος της οικειότητας που φέρνει η πολύχρονη συγκατοίκηση. Ο ήρωας, στις διάφορες περιπέτειες που αφηγείται, δεν παύει να κάνει αναφορές σε γνωστά μαγαζιά, πλατείες, στέκια, με την κρυφή τρυφερότητα που μιλάει κανείς για σημάδια πάνω στο σώμα της συντρόφου του. Και μιλάει γι' αυτά τα σημάδια έχοντας συνείδηση πως πολλοί από εμάς που ζούμε στην Αθήνα τα γνωρίζουμε. Γιατί αυτή η ερωμένη είναι κτήμα πολλών.
Ένας ακόμα τρόπος να μιλάς για το χρόνο
Με μια μικρή λοιπόν αλλαγή εστίασης, σε αυτή τη νουβέλα δεν πρωταγωνιστούν ο μοναχικός άντρας-κυνηγός και οι γυναίκες που βρίσκονται στο δρόμο του, αλλά οι Αθήνα και τα πρόσωπα που στριμώχνονται στους δικούς της δρόμους. Η ερωτική, τρυφερή, κουρασμένη, ασφυκτική σχέση αυτών των κατοίκων με την πόλη τους είναι, όπως το είδα εγώ, το θέμα αυτού του βιβλίου, και μάλιστα σε περίοδο κρίσης. Γιατί η Αθήνα, σε αυτή τη νουβέλα, δεν είναι μια οποιαδήποτε ερωμένη. Είναι μια μεσήλικη ερωμένη σε κρίση. Μια ερωμένη, δηλαδή, που ξέρει πως ο χρόνος κυλάει στο εξής εις βάρος της. Άλλωστε, ο χρόνος είναι κι αυτός ένας από τους πρωταγωνιστές, όπως μας λέει ο ίδιος:
Τώρα βρίσκομαι εδώ, στο τέλος της διαδρομής, και μετρώ πρόσωπα και τόπους. Μη με παρεξηγείς. Το να μιλάς για τόπους και πρόσωπα είναι ένας ακόμα τρόπος να μιλάς για το χρόνο. Οι δρόμοι της Αθήνας είναι οι δικές μου κλεψύδρες.
Τα βέλη του ρομαντισμού
Ο κυνισμός συχνά δεν είναι παρά κακοφορμισμένος ρομαντισμός.
Σε κάποιον αφηγείται τις περιπέτειές του ο ήρωας του Ενυδρείου. Σε ποιον τις αφηγείται δεν θα σας το αποκαλύψω μια που κι ο ίδιος αφήνει να αιωρείται αυτό το ερώτημα μέχρι το τελευταίο κεφάλαιο. Εκεί, μοιάζει να επιχειρεί μια σύνθεση των σκόρπιων επεισοδίων – μια σύνθεση που ξεφεύγει απ' το ρεαλιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνταν λίγο έως πολύ μέχρι τώρα κι αγγίζει περιοχές που ανήκουν στο όνειρο και δη τον εφιάλτη. Η αλήθεια είναι πως ξαφνιάστηκα με την ξαφνική στροφή του τιμονιού προς διαδρομές που εφάπτονται του υπερρεαλισμού και, με την αποκάλυψη του αποδέκτη της αφήγησης, μας βγάζουν στην σκοτεινή πλευρά του ρομαντισμού. Όμως θα έπρεπε να το περιμένω: ο κυνισμός συχνά δεν είναι παρά κακοφορμισμένος ρομαντισμός. Το αρσενικό με το καμάκι στο χέρι κρύβει μέσα του έναν μικρό έρωτα με ένα βέλος. Μόνο που στο ρομαντισμό είθισται τα βέλη στο τέλος να διαπερνούν το σώμα του ερωτευμένου που τα εξαπέλυσε, το καμάκι να έχει μπηχτεί στα σπλάχνα αυτού που κολυμπάει με την άπιαστη αγαπημένη του στα νερά αυτού του ενυδρείου.
Το κόστος της αυταπάτης και η εκδίκηση της ΔΕΗ
Πολύ καλογραμμένη νουβέλα με χιούμορ και ιδιάζον, δουλεμένο ύφος, από αυτά που με κάνουν να πιστεύω πως άμα γνώριζα το συγγραφέα θα τον συμπαθούσα. Πως άμα, λέει, πέταγα εγώ το πορτοφόλι μου στα πόδια του, η τυχαία αυτή συνάντηση θα οδηγούσε σε μια αμοιβαία αναγνώριση όλων των κοινών που μοιραζόμαστε, σχεδόν μοιραία. Με αυτό το ονειροπαρμένο ύφος και την αυταπάτη γραμμένη στο κούτελο προσήλθα στο γκισέ όταν η υπάλληλος βροντοφώναξε το νούμερο 73 που ήδη είχε ανάψει στην οθόνη. Όταν με ενημέρωσε σχεδόν χαιρέκακα πως περίμενα τόσες ώρες σε λάθος ουρά χρειάστηκε να φορέσω και πάλι τα μαύρα μου γυαλιά και να φύγω. Πάω στοίχημα πως υπάλληλοι και πελάτες θα με ξέχασαν αμέσως, όπως συμβαίνει σε όλες τις συναντήσεις των ψαριών μέσα σ' ένα ενυδρείο.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΥ