Για το βιβλίο του Μισέλ Φάις «Αμήν – Προσευχές στο Κενό» (εκδ. Πατάκη).
Γράφει ο Μάνος Κοντολέων
Μια εντελώς ιδιότυπη και απολύτως ιδιωματική περίπτωση πεζογράφου είναι ο Μισέλ Φάις. Άνθρωπος αφοσιωμένος σε μια λογοτεχνία που θα τη χαρακτήριζα ως σκεπτόμενη, ακριβώς γιατί είναι και ιδιαιτέρως ψυχαναλυτική.
Στα κείμενά του φωτίζεται το άτομο, αλλά πίσω από τη μοναδικότητά του είναι σαφές το αποτύπωμα μιας κοινωνικής ομάδας.
«Κάποιες στιγμές νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου. Χωρίς περιστροφές, είναι σαν να καθαρίζεις πατάτες, μην ξέροντας αν θα τις βράσεις, αν θα τις κάνεις πουρέ, τηγανιτές, ψητές στον φούρνο ή γιαχνί, πατατόσουπα ή πατατοσαλάτα. Και το κρισιμότερο, μην ξέροντας γιατί καθαρίζεις πατάτες, όταν τη στιγμή που εσύ καθαρίζεις πατάτες, χωρίς να ξέρεις όχι μόνο πώς θα τις μαγειρέψεις, αλλά κι αν πεινάς για να τις φας, ο κόσμος ψωμολυσσάει ή τρώει και ξερνάει σκοτάδι και μηδέν. Αμήν». (σελ. 96)
Το παραπάνω κείμενο, είναι μια από τις 87 μικρές ιστορίες που αποτελούν το σώμα αυτού του βιβλίου. Όλες τους –και οι 87– ξεκινούν με τη φράση: «Κάποιες στιγμές νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου», και ολοκληρώνονται με τη λέξη «Αμήν».
Τι μπορεί να σηματοδοτεί η επί ογδόντα επτά φορές επανάληψη αυτής της φράσης; Η γραφή του Μισέλ Φάις έχει μια δική της αποσπασματικότητα, αλλά παράλληλα σου υπενθυμίζει πως τα επιμέρους αποσπάσματα αποτελούν μέρη ενός συνόλου. Το ποιο είναι αυτό το σύνολο, ο προσδιορισμός του και κατά συνέπεια η πορεία «συνομιλίας» του κάθε αναγνώστη με τον συγγραφέα αφήνεται ελεύθερη να καταγραφεί από τον ίδιο τον αναγνώστη.
Κάτω από αυτή τη μέθοδο ανάγνωσης θεωρώ πως η φράση: «Κάποιες στιγμές νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου» εκφράζει από τη μια την ανάγκη να ταυτιστείς με τον όποιο συνυπάρχει γύρω σου, την ίδια ώρα που ακριβώς αυτήν την ταύτιση τη φοβάσαι. Το ανέφικτο μιας ευχής που απαλλάσσει από την ενοχή και προστατεύει από τον κίνδυνο πιθανής υλοποίησής της. Και αυτή τη διττή υπόσταση της αρχικής φράσης της κάθε ιστορίας, έρχεται να την θεσμοθετήσει η καταληκτική λέξη του τέλους – «Αμήν».
Ατομικές, λοιπόν, εμμονές, μα και συλλογικές τύψεις –κάποιες ιστορίες αναφέρονται στην πορεία ατόμων προς το Ολοκαύτωμα– έρχονται να ζητήσουν την προστασία λόγων που έχουν προηγηθεί καθώς καταγράφηκαν από άτομα μεγίστου κύρους:
«Κάποιες στιγμές νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου. “Πριν από καμιά εικοσιπενταριά χρόνια κάτι ήξερα, τώρα όμως δεν θυμάμαι τίποτα. Τίποτα. Ίσως και να μην είναι άνθρωπος και μόνο να δίνω την εντύπωση πως έχω χέρια, πόδια, κεφάλι. Ίσως και καθόλου να μην υπάρχω, και μόνο να μου φαίνεται πως περπατάω, πως τρώω, πως κοιμάμαι”. Αμήν».
Αυτό το κείμενο δεν είναι παρά μια αντιγραφή διαλόγου από το έργο του Τσέχωφ «Τρεις αδελφές» και θεωρώ πως η χρήση του από τον Φάις, ακριβώς αυτή την τύψη του ενός προς κάποιους άλλους περιγράφει.
Κάθε ιστορία καταλήγει με τη λέξη «Αμήν». Λέξη με εβραϊκή ρίζα και με ένα πολλαπλό περιεχόμενο στις διάφορες παραλλαγές της – ο Μισέλ Φάις μας τις υπενθυμίζει: αξιόπιστος, εγκρίνω, πίστη, πιστεύω.
Η ατομικότητα μπορεί να μετατραπεί σε ειλικρινή ταύτιση με το όποιο κοινωνικό σύνολο, μα και με την ατομικότητα του όποιου άλλου. Οπότε και πάλι ο Φάις θα στραφεί στη δεδομένη εκτίμηση που έχει προς τον Κάφκα και θα αντιγράψει την άποψη εκείνου: «Όλες οι αρετές είναι ατομικές, αλλά τα ελαττώματα κοινωνικά» (σελ.98)
Μα πάντα κυριαρχεί το «εγώ». Το «εγώ» όμως που αναγνωρίζει πως θα πρέπει να καταφέρει να διαχωριστεί από την ευτέλεια των άλλων.
«Ζήσε σαν αυτόν που υπερασπίζεται με σθένος τον χρόνο των πραγμάτων που δεν φοβούνται να παλιώσουν. Με σθένος και ανιδιοτέλεια. Να φθαρούν και να πεθάνουν. Δηλαδή τα πράγματα που αρνούνται να αναστηθούν ως καινούργια. Αμήν». (σελ.134)
Οπότε η αξία της ύπαρξης στηρίζεται στο παρελθόν της. Και από αυτό ορμώμενη μπορεί να δημιουργήσει το νέο σε μια μελλοντική κατάσταση – η συνέχεια της γενιάς, η κυτταρική μνημη αν προτιμάτε.
«Με άλλα λόγια, ο τεθνεώς εργάζεται άοκνα και αθόρυβα μέσα στον ζώντα. Αμήν». (σελ. 140)
Κάθε ιστορία καταλήγει με τη λέξη «Αμήν». Λέξη με εβραϊκή ρίζα και με ένα πολλαπλό περιεχόμενο στις διάφορες παραλλαγές της – ο Μισέλ Φάις μας τις υπενθυμίζει: αξιόπιστος, εγκρίνω, πίστη, πιστεύω.
Μια συλλογή μικρών ιστοριών που εν τέλει μπορεί και να διαβαστούν ως σπαράγματα μιας εσωτερικής μυθιστοριογραφίας γύρω από τις υπαρξιακές αναζητήσεις ενός ενήλικου ανθρώπου που διατηρεί τον πολυσήμαντο στοχασμό ενός παιδιού. Ο σύντομος διάλογος που προηγείται των ιστοριών, μας υποψιάζει πως κάτι τέτοιο πρέπει να συμβαίνει:
ΜΑΡΚΟΣ: Ακούγεται πολλή ησυχία…
ΜΙΣΕΛ: Φοβάσαι την ησυχία;
ΜΑΡΚΟΣ: Μόνο λίγο, όταν έχω ξυπνήσει.
* Ο ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ είναι συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Σαν Μήδεια» (εκδ. Πατάκη).