Της Έλενας Χουζούρη
Μια γνωστή λαϊκή παροιμία λέει: «Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται». Παραφράζοντας μπορεί να πει κανείς: «Η καλή λογοτεχνία από την πρώτη σελίδα φαίνεται». Αυτό ισχύει στην περίπτωση του 30χρονου Μιχάλη Γενάρη και του πρώτου μυθιστορήματός του Πρίγκιπες και δολοφόνοι το οποίο δικαίως τιμήθηκε με το Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω.
Χωρίς υπερβολές ο νεαρός συγγραφέας από την πρώτη ήδη σελίδα του μυθιστορήματός του κατορθώνει να στείλει το μήνυμα της λογοτεχνίας στον απαιτητικό αναγνώστη. Πρώτο, σημαντικότατο, σημάδι ότι ο Γενάρης επιλέγει τον δύσκολο δρόμο της λογοτεχνίας είναι η γραφή του. Πυκνή, χυμώδης, με έντονες εικόνες, χρήση εύστοχων και απρόσμενων μεταφορών, εσωτερικό ρυθμό και συνεχή ένταση στον τρόπο χρήσης των λέξεων και της σύνταξης των προτάσεων. Δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αυτήν την γλώσσα και αυτούς τους τρόπους χρήσης της την μετέρχεται ένας τριαντάχρονος συγγραφέας.
Ωστόσο ο Γενάρης δεν πέφτει από τον ουρανό. Έχει σπουδαίους δασκάλους να ακολουθήσει. Γιατί πίσω από την γραφή του, και τη γλώσσα που χρησιμοποιεί αλλά και το θέμα καθώς και την οπτική από την οποία το αντιμετωπίζει, ακούγονται σοβαροί απόηχοι από τον Κώστα Ταχτσή, τον Παύλο Μάτεσι και ακόμη πιο πέρα στον χώρο της ποίησης διακρίνονται οι φωνές του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου, του Ντίνου Χριστιανόπουλου και του Γιώργου Χρονά.
Η ανθρωπογεωγραφία του πρώτου μυθιστορήματος του Γενάρη είναι αιρετική και παρεκκλίνουσα. Μας αποκαλύπτεται μέσα από τον πυρετώδη και ασθμαίνοντα λόγο της Πελαγίας –δεύτερης μέσα στο 2010, η άλλη είναι του Γιάννη Ξανθούλη- μιας λαϊκής, χωλής γυναίκας με πολλά πρόσωπα και πολλές ιδιότητες αλλά με έναν κοινό άξονα: Την αφάνταστη -σχεδόν ιερή- δύναμη για επιβίωση σ’ ένα εξαιρετικά δύσκολο και ανθρωποφαγικό περιβάλλον όπου μπερδεύονται μια μάνα μοιχαλίδα, αιμοβόροι συγγενείς, μια ύπουλη αδελφή, ανταγωνιστικές λαϊκές ξεπεσμένες τραγουδίστριες, αδύναμοι άντρες, πόρνες, τραβεστί, ομοφυλόφιλοι, μετανάστες, φυλακισμένοι, ξεπατωμένοι γάμοι, αιμομιξίες και ό,τι μπορεί να αναδυθεί από έναν κόσμο σκοτεινό που ακολουθεί τους δικούς του κανόνες, τα δικά του τελετουργικά. Ένας κόσμος ανάμεσα στο σπέρμα και το αίμα. Ανάμεσα στην πιο αιρετική ερωτική καταβύθιση και στην φαντασιακή του αγιοποίηση. Κόλαση και παράδεισος συγχρόνως. Ένας κόσμος που μέσα από την ύβρη ή τον καθαγιασμό του μπορεί να συνομιλεί με την Αρχαία Τραγωδία ή τα αποκαλυπτικά θρησκευτικά κείμενα.
Εξάλλου, η σχεδόν ιερή αγκαλιά της Πελαγίας χωράει και τους Πρίγκιπες και τους Δολοφόνους. Ο συνειρμικός λόγος της βασικής ηρωίδας επιτρέπει τους συνεχείς χρονικούς διασκελισμούς από το παρελθόν στο παρόν και τούμπαλιν. Αυτοί οι συνεχείς χρονικοί διασκελισμοί αποκτούν μια κυκλικότητα και παράγουν ένα εσωτερικό ρυθμό με αποτέλεσμα την ιδιαίτερα γοητευτική ποιητική του μυθιστορήματος. Ποιητική που φλερτάρει έντονα με την ποίηση στο τελευταίο τρισέλιδο κεφάλαιο με τον εύγλωττο τίτλο «Λιτανεία».
Οι χώροι υπακούουν επίσης στην κυκλικότητα των χρονικών μετατοπίσεων. Δυτικές συνοικίες, Μεταξουργείο, Μανιάτικα Πειραιά, Καλλίπολη Μυτιλήνης. Η μόνη παρατήρηση που μπορεί να κάνει κανείς για το πρώτο μυθιστόρημα του 30χρονου συγγραφέα είναι ότι μέσα στην έξαψη της πρώτης δημιουργικής του σύνθεσης παράβλεψε την οικονομία της. Παρατήρηση όμως που δεν μειώνει τα προτερήματα του μυθιστορήματος.
Πρίγκιπες και δολοφόνοι
Ίνδικτος 2010