Για το μυθιστόρημα του Ανδρέα Μήλιου «Διπρόσωπη Κίρκη» (εκδ. Αρμός). Στην κεντρική εικόνα, το συγκρότημα «The Root Diggers».
Γράφει η Ειρήνη Γεωργοσοπούλου
Το νέο μυθιστόρημα του Ανδρέα Μήλιου «Διπρόσωπη Κίρκη» (εκδ. Αρμός) κινείται σε εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος από το πρώτο του, τη «Νοσηλεύτρια». Από τον ευφάνταστο τίτλο, με στοιχεία μυθολογίας και ψυχολογικού ρεαλισμού, την πολυεπίπεδη πλοκή, τους πολύπλοκους χαρακτήρες και τις απρόσμενες ανατροπές μέχρι τους διαλόγους που συμπυκνώνουν νοήματα ζωής είναι όλα διαφορετικά και περισσότερο πολύπλοκα και ο αφηγηματικός ρυθμός περισσότερο αγωνιώδης. Μόνο στην πυκνή, ρέουσα λογοτεχνική γλώσσα που αποτυπώνει με φωτογραφική ακρίβεια και ευκρίνεια τις σκηνές, και στην καταδυτική δυνατότητα στον ψυχικό κόσμο των χαρακτήρων αναγνωρίζει κανείς τον ίδιο συγγραφέα.
Στον καμβά της αφήγησης διαπλέκονται αληθινοί χαρακτήρες, αλύτρωτοι εφήμεροι έρωτες, επιτυχημένες καριέρες, δραματικά περιστατικά και δυνατές ανατροπές, δημιουργώντας έναν πολύχρωμο, ελκυστικό ιστό από αυτούς που μόνο η ζωή ξέρει να υφαίνει.
Η ιστορία εξελίσσεται βασικά σε δύο πολύ ενδιαφέροντα σκηνικά περιβάλλοντα, σε ένα όμορφο κυκλαδίτικο νησί και στη Φρανκφούρτη της άλλοτε Δυτικής Γερμανίας, στα οποία εμφιλοχωρούν και άλλα μέρη του κόσμου. Μια ομάδα νέων Ελλήνων, που σπουδάζει και ζει στη Φρανκφούρτη τις δεκαετίες 1980-1990, δημιουργεί ένα μουσικό συγκρότημα, το οποίο υιοθετεί έναν καινοτόμο τρόπο εκτέλεσης ποιοτικών ελληνικών τραγουδιών και τον παρουσιάζει αρχικά σε ένα ιδιόκτητο ελληνικό, μουσικό εστιατόριο στο κέντρο της πόλης. Η επιτυχία του εγχειρήματος ανοίγει τις πύλες της επιτυχίας στο συγκρότημα, το οποίο, στη συνέχεια, αποκτά φήμη και ταξιδεύει σε ολόκληρο τον κόσμο. Από κοινωνική σκοπιά, η ιστορία μοιάζει να αποτίει φόρο τιμής στον δημιουργικό δυναμισμό του φιλόδοξου μεταναστευτικού ελληνισμού των τελευταίων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Στον καμβά της αφήγησης διαπλέκονται αληθινοί χαρακτήρες, αλύτρωτοι εφήμεροι έρωτες, επιτυχημένες καριέρες, δραματικά περιστατικά και δυνατές ανατροπές, δημιουργώντας έναν πολύχρωμο, ελκυστικό ιστό από αυτούς που μόνο η ζωή ξέρει να υφαίνει.
Μια ζωή με δύο πρόσωπα
Ο κεντρικός χαρακτήρας της αφήγησης αφήνεται στη δίνη της ζωής, μιας ζωής με δύο πρόσωπα, όπως τα δύο πρόσωπα της Κίρκης, απορρίπτει την πεπατημένη οδό και τραβά το δικό του δρόμο επιθυμιών και ονείρων. Ο ήρωάς μας, όπως και στις αρχαίες τραγωδίες, δεν είναι κακός και ανέντιμος, αλλά ούτε αδιάβλητος και εξαίρετος. Είναι παράτολμος και ενθουσιώδης και πορεύεται με υπερβολική αυτοπεποίθηση, αυταρέσκεια και αίσθηση μοναδικότητας. Βρισκόμενος σε ένα άοκνο κυνήγι δόξας και αναγνώρισης, αψηφά τη φυσική φθορά της ανθρώπινης φύσης, ξεπερνώντας κάθε μέτρο. Κάνει τη ζωή του ξεχωριστή, επιτυχημένη ακόμα και άστατα ευτυχισμένη με δύο ανεκπλήρωτους έρωτες, όπου αποδεικνύεται ακράδαντα ότι αυτό που είναι καλό για κάποιον δεν είναι απαραίτητα σωστό για κάποιον άλλο, αφού όλοι είμαστε ιδιαίτερες προσωπικότητες. Οι λεπτές αποχρώσεις των συναισθημάτων τόσο του κεντρικού ήρωα, όσο και των υπόλοιπων χαρακτήρων αποδίδονται με ευρηματικό τρόπο από τον συγγραφέα και δίνουν άπειρη τροφή για σκέψη.
Η ικανότητα του συγγραφέα να στήνει σκηνές υψηλής αποτυπωτικής ακρίβειας και ελκυστικότητας είναι μοναδική.
Το βιβλίο διακρίνεται για την αφηγηματική δεξιότητα του συγγραφέα, τον πειθαρχημένο έλεγχο των λογοτεχνικών σχημάτων, την πυκνή, κινηματογραφική γραφή, τους ποιοτικούς διαλόγους που συμπυκνώνουν νοήματα ζωής, την ψυχογραφική αποτύπωση των χαρακτήρων, τις αληθοφανείς ανατροπές και τον λυρικό ερωτισμό. Η ικανότητα του συγγραφέα να στήνει σκηνές υψηλής αποτυπωτικής ακρίβειας και ελκυστικότητας είναι μοναδική. Οι περιγραφές πυροδοτούν την οπτική φαντασία και κάνουν τον αναγνώστη συμμέτοχο, μεταφέροντάς τον στους περιγραφόμενους τόπους. Οι ανανεούμενες σκηνές με αναλυτικές αναφορές στο γερμανικό κοινωνικό ιστό και την ελληνική ομογένεια της Γερμανίας, καθώς και η διασταύρωση προσωπικών ιστοριών, μάς καθιστούν κοινωνούς μιας βιωματικής καθημερινότητας και δέκτες ιστορικών και πολιτιστικών πληροφοριών.
Κυρίαρχη θέση στη ζωή όλων των χαρακτήρων έχει ο έρωτας, ο οποίος εκφράζεται ως βαθιά ανάγκη της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο ερωτισμός, σε όλες του τις εκφάνσεις του, είναι έκδηλος και αναδύεται μέσα από τις σελίδες του βιβλίου απίστευτα έντεχνα, με κόσμιο και ευγενή τρόπο. Ο συγγραφέας τον απενοχοποιεί και τον διαφοροποιεί από τη φθηνή σαρκική απόλαυση και τον προσδιορίζει ως στοιχείο «εκ των ων ουκ άνευ» της καθημερινότητας των ηρώων του βιβλίου. Οι περιγραφές των ερωτικών συνευρέσεων διακρίνονται για την πρωτοτυπία και τον λυρισμό τους. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα:
«Το γλυκό μούδιασμα του αλκοόλ και η ολοήμερη κούραση δεν στάθηκαν ικανά να εμποδίσουν τον δυνατό αμοιβαίο πόθο τους να εκδηλωθεί με αρμονία και ένταση, παρόμοια με αυτή του Μπολερό του Ραβέλ. Λίγη ώρα αργότερα, η ηδονή που αποζητούσαν, πλέρια και ξέχειλη, κυρίευσε τα κορμιά τους και απλώθηκε παντού στην ευρύχωρη κάμαρα με τη μινιμαλιστική διακόσμηση. Ένα ζευγάρι άγρυπνων αηδονιών και μερικά τριζόνια είχαν συντροφεύσει το πάθος τους με το μελωδικό κελάδημά τους, αλλά βουτηγμένοι στον περίκλειστο κόσμο της ερωτικής έντασης, το αντιλήφθηκαν μόνο όταν, αποκαμωμένοι από τους κραδασμούς της δικής τους ηδονικής συγχορδίας, έγειραν στα προσκέφαλά τους.»
Η νουθετική επιστολή του πατέρα προς τον γιο είναι ελεγεία. Ο συγγραφέας, με αναφορές στις απόψεις αρχαίων Ελλήνων και Γερμανών φιλοσόφων, οδηγεί αριστοτεχνικά τον αναγνώστη στο μονοπάτι της ευδαιμονίας, η οποία ορίζεται ως η συνισταμένη της αυτογνωσίας, της αυτοπεποίθησης, της αριστοτελικής μεσότητας και της ηθικότητας του χαρακτήρα.
• Η ΕΙΡΗΝΗ ΓΕΩΡΓΟΣΟΠΟΥΛΟΥ-ΜΙΣΚΙΑ είναι πτυχιούχος γερμανικής φιλολογίας και φιλοσοφίας του πανεπιστημίου Γκαίτε της Φρανκφούρτης. Ιδιωτεύει ως καθηγήτρια της γερμανικής γλώσσας.