Για το μυθιστόρημα της Μάρως Βαμβουνάκη «Τα γράμματα της Βιέρα Ούλκμαν» (εκδ. Ψυχογιός). Στην κεντρική εικόνα, η Τατιάνα Σαμοΐλοβα στην ταινία «Όταν πετούν οι γερανοί» (1957).
Γράφει ο Κ.Β. Κατσουλάρης
Ένα βιβλίο σπαρακτικό, βγαλμένο κατευθείαν από την καρδιά, που μας μιλάει άμεσα και χωρίς πόζες για το μυστήριο του απόλυτου έρωτα. Τίτλος του, «Τα γράμματα της Βιέρα Ούλκμαν» (εκδ. Ψυχογιός), και συγγραφέας του η Μάρω Βαμβουνάκη.
Κι εκεί που νομίζεις ότι τα βιβλία που έχουν στο κέντρο τους μεγάλους και τραγικούς έρωτες έχουν πια εξαντληθεί, και πως ό,τι ήταν να ειπωθεί έχει πια στις μέρες μας ειπωθεί, πέφτει στα χέρια σου το ευσύνοπτο βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη, και το κοντέρ αρχίζει να γράφει από την αρχή.
Ας δούμε πρώτα, πώς μας συστήνεται, η άγνωστη ηρωίδα του βιβλίου, Ρωσίδα, στα χρόνια της κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης.
Όλα ξεκινούν με ένα τηλεφώνημα
Όλα ξεκινούν όταν η αφηγήτρια, συγγραφέας, δέχεται ένα τηλεφώνημα από μια άγνωστη γυναίκα που της ζητάει να συναντηθούν, για κάτι σημαντικό. Αρχικά προσπαθεί να την αποφύγει, πιστεύοντας ότι θα είναι κι αυτή μια από τους πολλούς γραφομανείς που γυρεύουν υποστήριξη για τα μέτρια γραπτά τους από κάποιον καταξιωμένο συγγραφέα, αλλά όταν τελικά τη συναντά, τα πράγματα προκύπτουν διαφορετικά.
Η Ταμάρα, καλή γνώστρια των βιβλίων της συγγραφέως, είναι πεπεισμένη ότι κάτι συνδέει τα γράμματα της άγνωστης Ρωσίδας με την Ελληνίδα συγγραφέα.
Η γυναίκα αυτή, ρωσικής καταγωγής, ονόματι Ταμάρα, της αποκαλύπτει ότι έχει βρεθεί στα χέρια της ένα τετράδιο με γραπτά, κάτι ανάμεσα σε επιστολές και ποιήματα, μιας άγνωστης γυναίκας. Η Ταμάρα, καλή γνώστρια των βιβλίων της συγγραφέως, είναι πεπεισμένη ότι κάτι συνδέει τα γράμματα της άγνωστης Ρωσίδας με την Ελληνίδα συγγραφέα. Ότι υπάρχει μια βαθύτερη συγγένεια και ότι αυτά τα κείμενα την αφορούν. Είναι λες και τα έχει γράψει η ίδια.
Πώς ήρθε το τετράδιο στα χέρια της Ταμάρα
Ποια είναι αυτή η γυναίκα που μιλά μέσα από τα γεμάτα πάθος γραπτά, μέσα από τις σπαραξικάρδιες αυτές επιστολές έρωτα και απελπισίας; Και πώς ήρθε το τετράδιο στα χέρια της Ταμάρα;
Όλα άρχισαν σε μια πόλη της Βαλτικής, κοντά στην Αγία Πετρούπολη, που τότε ονομαζόταν Λένινγκραντ, όπου η Ταμάρα βρέθηκε να σπουδάζει και στη συνέχεια να εργάζεται. Εκεί, στο μικρό καμαράκι όπου νοίκιασε, βρήκε αυτό το τετράδιο, κλειδωμένο μέσα στο μικρό σεκρετέρ, με το κλειδί σε εμφανές σημείο.
Ρωτώντας μια γειτόνισσα που έμενε για πολλά χρόνια στην πολυκατοικία, έμαθε για την κοπέλα που έμενε πριν εκεί, μια ισχνή νεαρή που εργαζόταν στο κεντρικό τυπογραφείο ως διορθώτρια. Την έλεγαν, Βιέρα, κι ήταν από το Κίεβο, με καταγωγή από τη Σουηδία. Εκεί, στη δουλειά της, είχε γνωρίσει τον άντρα που άλλαξε για πάντα τη ζωή της...
Ο «Πάβελ»
Ποιος ήταν αυτός ο άντρας; Πώς τον έλεγαν και από πού ήρθε; Γιατί έλειπε συνέχεια; Η Βιέρα, στα γράμματά της, τον αποκαλεί Πάβελ, αλλά όπως η ίδια αποκαλύπτει δεν είναι το αληθινό του όνομα.
Το χειρότερο ήταν ότι κάποια στιγμή ο «Πάβελ» έπεσε σε δυσμένεια από το σοβιετικό καθεστώς και μεταφέρθηκε κάπου μακριά, σε στρατόπεδο ή απομόνωση, έχασε πάντως τα προνόμιά του και τη δυνατότητά του να βρίσκεται στην πόλη.
Ο «Πάβελ» ήταν δημοσιογράφος που εργαζόταν ως ανταποκριτής για εφημερίδες της ασιατικής πλευράς. Λόγω της δουλειάς του, πήγαινε κι ερχόταν. Μόνο που ο άντρας αυτός ήταν παντρεμένος κι είχε μάλιστα κι ένα παιδί που έπασχε από κάποια ανίατη αρρώστια. Το χειρότερο ήταν ότι κάποια στιγμή ο «Πάβελ» έπεσε σε δυσμένεια από το σοβιετικό καθεστώς και μεταφέρθηκε κάπου μακριά, σε στρατόπεδο ή απομόνωση, έχασε πάντως τα προνόμιά του και τη δυνατότητά του να βρίσκεται στην πόλη. Από τότε, κάθε συνάντηση ήταν μια γιορτή, αλλά οι μέρες και οι εβδομάδες της απουσίας μακρύτερες, βαρύτερες, αβάσταχτες.
Το βάρος του χρόνου
Οι περισσότερες από τις επιστολές κυριαρχούνται από ένα μεικτό συναίσθημα ερωτικού πάθους και οργής για την απουσία του αγαπημένου. Όσο και αν ψάχνει στηρίγματα στις αναμνήσεις της, ή σε άλλες περισπάσεις, αργά ή γρήγορα η Βιέρα καταρρέει από το βάρος του χρόνου, καθώς οι σκοτεινές μέρες του ρωσικού βορά πέφτουν η μια πάνω στην άλλη και τη σκεπάζουν, όπως το βαρύ χιόνι σκεπάζει τους δρόμους της πόλης. Ο εαυτός, γίνεται κι αυτός ένα βάρος.
Ο πόνος της απουσίας γίνεται πληρότητα
Κι όμως, μετά από την καταβαράθρωση, έρχεται ξανά η ανάταση. Η υπόσχεση της ευτυχίας μοιάζει αληθινή, ο χρόνος χωρίς τον αγαπημένο ξεχνιέται, ο πόνος της απουσίας γίνεται πληρότητα.
Η εναλλαγή των εποχών, εδώ, συμβολίζει αυτήν ακριβώς την κυκλικότητα, την αμφιθυμία που κανοναρχεί τις δύσκολες όπως και τις όμορφες μέρες.
Μια ιστορία που θυμίζει κάθε έρωτα
Η ιστορία της Βιέρα και του Πάβελ της φέρνει μοιραία στο νου εξωσυζυγικές σχέσεις που ισορροπούν πάνω σε ένα φτενό κομμάτι χρόνου και πραγματικότητας, έτσι που το πάθος συχνά παροξύνεται.
Θυμίζει επίσης παθιασμένους έρωτες που βασάνισαν νέους ανθρώπους στα πέτρινα χρόνια, όταν συνήθως ο άντρας βρισκόταν κάπου εξόριστος, και η γυναίκα έπρεπε να υπομένει για μήνες μέχρι να τον αντικρίσει. Θυμίζει όμως και κάθε έρωτα, που πάντα συνυπάρχει με τη βάσανο, με την απουσία, με την επιθυμία που θεριεύει.
* Ο Κ.Β. Κατσουλάρης είναι συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων «Αφαίας και Τελαμώνος» (εκδ. Μεταίχμιο).