Για το μυθιστόρημα «Μισό παιδί» του Αύγουστου Κορτώ (εκδόσεις Πατάκη).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Ο σαρανταδυάχρονος Αύγουστος Κορτώ, μέσα σε είκοσι δύο χρόνια ενεργής συγγραφικής δράσης, έχει αποδειχτεί εκπληκτικά παραγωγικός γραφομανής, αφού εκτός από τα πολυάριθμα μυθιστορήματά του, έχει γράψει ποίηση, θέατρο, ευθυμογραφήματα, παιδική λογοτεχνία κι έχει μεταφράσει δεκάδες έργα της αγγλόφωνης ως επί το πλείστον πεζογραφίας. Η τεράστια βιβλιοπαραγωγή του μπορεί να εκληφθεί ως η δημιουργική πνοή που εγείρει απέναντι στις αυτοκαταστροφικές του τάσεις, ως η πλέον πρόσφορη δύναμη, για να ξεπεράσει τις προσωπικές του εμμονές και τους ανυπόφορους δαίμονές του.
Τα θέματά του απλώνονται από το αστυνομικό μυστήριο ώς τις ανθρώπινες σχέσεις κι από τις προσωπικές (αυτοβιογραφικές) του περιπέτειες μέχρι τη φθορά της ανθρώπινης ζωής. Αυτά τα θέματα τα αναπτύσσει με πηγαίο ταλέντο, αφηγηματική δεινότητα, χειμαρρώδη λόγο, στιλπνή γραφή, κινηματογραφικές-θεατρικές σκηνές και μια ρητή συχνά διακειμενικότητα, με την οποία καταφεύγει λ.χ. στην α λα παστίς μίμηση της Άγκαθα Κρίστι στο «Ανιμάλ» ή στην ιχνηλάτηση της βιβλικής αφήγησης στη «Δέσποινα». Θα έλεγα ότι πλάθει πολιτισμικά σενάρια, όχι εθνικού χαρακτήρα όπως η Σώτη Τριανταφύλλου, αλλά κοινωνικού (συχνά σεξουαλικού), σενάρια που επιχειρούν να δουν την πραγματικότητα από τη λοξή ματιά ιδιαίτερων χαρακτήρων.
Κυρίαρχο θέμα στα έργα του είναι οι ποικίλες όψεις της σεξουαλικότητας, συχνά στις πιο ακραίες της μορφές –ο Κορτώ δεν είναι άνθρωπος του μέτρου, όπως δηλώνει ο ίδιος-, καθώς καταγίνεται με σεξουαλικές εμμονές, ευφάνταστα βίτσια και τραγικά αδιέξοδα. Έχει γράψει μια σειρά από έργα με εμφανές ερωτικό περιεχόμενο, το οποίο είναι βιτσιόζικο, προκλητικό και γενναιόδωρα αποκαλυπτικό. Ο συγγραφέας δηλώνει ανοικτά ότι είναι ομοφυλόφιλος, ακτιβιστής για τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, κι ενδιαφέρεται σε πολλά του βιβλία για τη ζωή ανθρώπων που δεν είναι ετεροφυλόφιλοι, με ποικίλες εκδοχές βίου και σεξουαλικής ζωής. Είναι τα άτομα με ποικίλο σεξουαλικό προσανατολισμό αυτά που κερδίζουν την προσοχή του, αφού πολλοί χαρακτήρες του είναι (ή θα είναι) λεσβίες, ομοφυλόφιλοι, αμφιφυλόφιλοι, τρανς (διαφυλικοί) και κουίρ ή ακόμα και ίντερσεξ (μεσόφυλοι ή ερμαφρόδιτοι).
Ο Αύγουστος Κορτώ υποδεικνύει πώς ένα άτομο, που δεν εμπίπτει στον μέσο όρο ως προς τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ενδέχεται να βιώσει το σαθρό πρόσωπο της κοινωνίας, ακόμα και των συνομηλίκων του, οι οποίοι δεν διακρίνονται εντέλει ούτε από την αθωότητα της ηλικίας ούτε από την αγνότητα της ελληνικής επαρχίας.
Στο «Τετράγωνο» (2000) λ.χ. η καθηγήτρια πανεπιστημίου Μαργκερίτ ερωτεύεται την Ελίζ, μια φοιτήτριά της, που θέλγει με την ανδρόγυνη ομορφιά της· στον «Δαιμονιστή» (2007) οι διαδοχικές συνευρέσεις ενός μεταφυσικού πλάσματος το κάνουν να μεταφέρεται από σώμα σε σώμα, κυρίως μέσω δολοφονικών ομοφυλοφιλικών ερώτων· στο “Όταν κοιμούνται οι φίλοι μου” (2021) ο Μανόλης κι ο Γιάννης είναι ομοφυλόφιλοι και εκδίδονται περιστασιακά για να κερδίσουν χρήματα.
Στο τελευταίο του μυθιστόρημα ο τίτλος Μισό παιδί (σκόπιμα) δεν είναι σαφής, κι η σημασία του αποκαλύπτεται στο τέλος του έργου, όταν εξιχνιάζεται και το μυστήριο μιας πολλαπλής δολοφονίας. Σε ένα χωριό του Έβρου, το Χρυσοδέντρι, ο δεκαεπτάχρονος Αντώνης Ράπτης εισβάλλει με ούζι στο σχολείο, εκτελεί τον καθηγητή και μέντορά του Θοδωρή Βρανά και δώδεκα συμμαθητές του, συμπεριλαμβανομένης της κοπέλας του Ματίνας Μαστρογιάννη, ενώ ένας, ο δέκατος τρίτος γλιτώνει σε παραλυτική μορφή. Ο ίδιος ο δράστης περιλούζεται με βενζίνη και αυτοπυρπολείται. Τη διερεύνηση αναλαμβάνει ο ομοδιηγητικός αφηγητής Φίλιππος Σέξτος, συγγραφέας, ο οποίος από προσωπικό ενδιαφέρον μεταβαίνει στην περιοχή και μιλά με ντόπιους, όπως τον εξάδελφο του Βρανά Γεράσιμο ή τη Μάρω, τη μάνα του δολοφόνου και αυτόχειρα.
Η πορεία προς τη διαλεύκανση του πρωτόγνωρου εγκλήματος δεν μένει μόνο στο παρόν και στο άμεσο παρελθόν, αλλά εκτείνεται με αναδρομές ειδικά στη ζωή της Μάρως και στη γέννηση του μικρού της μωρού, όταν αυτή ήταν δεκατριών χρονών, από έναν πατέρα που την περιμάζεψε από τον δρόμο αλλά την έκλεισε στο σπίτι και τη χρησιμοποιούσε σαν σκλάβα. Η αποκάλυψη για την ταυτότητα του Αντώνη, που τον συνδέει με ανάλογους χαρακτήρες σε βιβλία όπως τα «Μάιρα Μπρέκινριτζ» του Γκορ Βιντάλ, «Ορλάντο» της Virginia Woolf, «Υπόθεση Τουάιμπορν» του Patrick White, «Middlesex» του Τζέφρυ Ευγενίδης και «Το κορίτσι από τη Δανία» του David Ebershoff, είναι και το κλειδί για τη λύση του μυστηρίου.
Με αυτήν την ταυτότητα -που δεν αξίζει για τον μελλοντικό αναγνώστη να την αποκαλύψω- διασταυρώνονται ο κακοποιητικός πατέρας με την εξοργιστική παιδαγωγική που άσκησε, αλλά και ο ρατσισμός τον οποίο ο νεαρός βίωσε στο μικρό χωριό της ελληνικής υπαίθρου. Η τελική, λοιπόν, δολοφονική δράση του Αντώνη εδράζεται στο μακρινό παρελθόν των πρώτων ετών της ζωής του (ενδοοικογενειακή βία, ανάρμοστη ανατροφή, μονήρεις πρωτοβουλίες) αλλά και στο άμεσο παρελθόν, μέχρι και δυο μέρες πριν από το έγκλημα, με τη ρατσιστική γελοιοποίηση του μετέπειτα δράστη.
(...) όταν καταφέρνει –όπως εδώ- να συζεύξει τα προσωπικά τραύματα, την κοινωνική παθογένεια και τη δεινή αφηγηματική του δύναμη σε μια άρτια μυθοπλαστική σύνθεση, δίνει στον αναγνώστη έργα με λογοτεχνικότητα, αιχμηρότητα και διαχρονικότητα.
Ο Αύγουστος Κορτώ υποδεικνύει πώς ένα άτομο, που δεν εμπίπτει στον μέσο όρο ως προς τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ενδέχεται να βιώσει το σαθρό πρόσωπο της κοινωνίας, ακόμα και των συνομηλίκων του, οι οποίοι δεν διακρίνονται εντέλει ούτε από την αθωότητα της ηλικίας ούτε από την αγνότητα της ελληνικής επαρχίας. Έτσι, πάνω στο εμφανές φονικό, το οποίο μετατρέπει τον Αντώνη από θύμα σε θύτη, καταγγέλλεται η πολυποίκιλη βία που πηγάζει από τις παθογένειες του ανθρώπου και της κοινωνίας και οδηγεί σε μικρές ή μεγάλες καταστροφές. Η διάσταση μεταξύ φύλου και γένους του φονιά είναι το πεδίο πάνω στο οποίο εκβάλλουν η αλαζονική προσωπικότητα του πατέρα, ο οποίος μεγαλώνει ένα άτομο με βιωμένα ψυχολογικά τραύματα, και η ρατσιστική στάση των εφήβων ενός επαρχιακού και δη συντηρητικού μέρους, στο οποίο η παρέκκλιση, ειδικά η σεξουαλική, εύκολα τίθεται στο στόχαστρο. Ουσίες και οινοπνεύματα… απλώς εντείνουν τη συμπεριφορά όλων.
Ο Αύγουστος Κορτώ όταν καταφέρνει –όπως εδώ- να συζεύξει τα προσωπικά τραύματα, την κοινωνική παθογένεια και τη δεινή αφηγηματική του δύναμη σε μια άρτια μυθοπλαστική σύνθεση, δίνει στον αναγνώστη έργα με λογοτεχνικότητα, αιχμηρότητα και διαχρονικότητα. Σίγουρα το «Μισό παιδί» είναι ένα από τα πολύ καλά του μυθιστορήματα.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας, κριτικός βιβλίου και συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Πυθαγόρας» (εκδ. Καστανιώτη).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Η Μάγδα, όταν τα βάλαν κάτω, ήταν της άποψης ότι οι μπάτσοι μπορεί και να τα κουκούλωναν, για να μην ξεσηκωθεί το Χρυσοδένδρι –και όχι μόνο: μια τέτοια αποκάλυψη θα απέβαινε τρομερά διχαστική: απ’ τη μια εκείνοι που θα υποστήριζαν ότι η δολοφονία ήταν συνέπεια της βίας που είχε ασκηθεί στον Ράπτη –μια εύλογη πράξη αυτοδικίας του θύματος σε βάρος των θυτών- κι απ’ την άλλη οι γνωστοί μισάνθρωποι κρετίνοι, που θα έσκουζαν για τις βλαβερές συνέπειες της ανωμαλίας. Ακόμα και με το ενδεχόμενο ψυχωσικής συνδρομής απ’ την ενέσιμη τεστοστερόνη, υπάρχει η πιθανότητα η κοινότητα […] να δεχθεί σοβαρό πλήγμα.»