Για το μυθιστόρημα του Ισίδωρου Ζουργού «Περί της εαυτού ψυχής» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Κεντρική εικόνα: Ο Μιχαήλ Ψελλός (αριστερά) με τον μαθητή του, αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ' Δούκα Παραπινάκη, (αγνώστου, Ιερά Μονή Παντοκράτορος, Άγιο Όρος).
Του Κώστα Δρουγαλά
Σε αντίθεση με την πεπατημένη των βυζαντινών ιστορικών μυθιστορημάτων (βασιλείες – συνωμοσίες – πόλεμοι), ο Ζουργός στο δέκατό του μυθιστόρημα με τίτλο Περί της εαυτού ψυχής καταθέτει μια πανοραμική εικόνα των απλών και καθημερινών ανθρώπων που αποτελούσαν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία: η θέαση αυτή εμπεριέχει αντιγραφείς και μοναχούς, αγρότες, τεχνίτες και κούρβες, πάροικους και βουκελάριους· μια εικόνα για το άλλο Βυζάντιο· για το Βυζάντιο από τα κάτω. Το μυθιστόρημα αποτελεί –τρόπον τινά– τη χρονογραφία του πρωταγωνιστή Σταυράκιου Κλαδά, νοτάριου κι αντιγραφέα στο επάγγελμα, στο λυκόφως του 11ου αιώνα.
Το Βυζάντιο από τα κάτω
Η ιστορία μας ξεκινά με τη σφαγή των γονέων στο Δορύλαιο, όπου ο Σταυράκιος Κλαδάς, μαζί με τα αδέλφια του αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη γενέθλια γη· η οδύσσεια έχει μόλις ξεκινήσει: από το Δορύλαιο, μαζί με τα αδέλφια του, Θεοφύλακτο και Ιωάννη, ο Σταυράκιος θα βρεθεί στην πόλη του Κωνσταντίνου και στη μονή Στουδίου· στη μονή θα μάθει την τέχνη της αντιγραφής. Η γνωριμία με τον Μιχαήλ Ψελλό θα αλλάξει τη ζωή του και στην πορεία θα βρεθεί κατά σειρά: στους αμπελότοπους της Θράκης, στο κάστρο της Ρεντίνας, στην Καστοριά με την παγωμένη λίμνη, στη Βέροια, στα Σέρβια, στο Κίτρος, στη Θεσσαλονίκη και μετά πάλι στη Βασιλεύουσα.
Το Περί της εαυτού ψυχής είναι ένα μυθιστόρημα που καταπιάνεται με πολλά (...) Κυρίως όμως είναι ένα μυθιστόρημα για το γνώριμο κόκκινο νήμα που διατρέχει τις ανθρώπινες ψυχές μέσα από τους αιώνες, ένα νήμα γεμάτο πόθο για ελευθερία και ζωή.
Ο Σταυράκιος είναι άνθρωπος εγκρατής, συνετός, εργατικός, δοτικός. Γεμάτος αφοσίωση για όσους ταξίδεψαν –με τον έναν ή τον άλλον τρόπο– μαζί του. Τα χρόνια κι οι εποχές στο μυθιστόρημα κυλούν και ο Σταυράκιος ωστόσο δεν έχει ξεχάσει την πρώτη του οικογένεια.
Όπως συνήθως συμβαίνει με τα μυθιστορήματα του Ζουργού, ενδιαφέρον μεγάλο παρουσιάζουν και οι δευτεραγωνιστές του βιβλίου. Από αυτούς ξεχωρίζουν ο Θωμάς, ο συνετός υπηρέτης του υποστατικού· ο Ιγνάτιος, ο βιβλιοφύλακας της μονής Στουδίου· ο Πόθος, ο αγιογράφος των περιθωριακών· ο παλατιανός Λεόντιος, ο ευνούχος τοποτηρητής του αυτοκράτορα. Ίσως όμως η πιο γοητευτική από τις φιγούρες που παίζουν δευτερεύοντα ρόλο είναι εκείνη του υπέρτιμου Μιχαήλ Ψελλού, του πρώτου ανθρώπινου δαίμονα στη ζωή του Σταυράκιου. Ο Ψελλός είναι ένας τολμηρός διανοούμενος, μία περσόνα που μοιάζει βγαλμένη από τραγωδία του Σαίξπηρ.
Ο Ισίδωρος Ζουργός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1964. Έχει γράψει επίσης, τα µυθιστορήµατα «Φράουστ» (Λιβάνης, 1995, νέα, αναθεωρηµένη έκδοση, Πατάκης, 2010), «Αποσπάσµατα από το βιβλίο του ωκεανού» (Πατάκης, 2000, νέα έκδοση 2007), «Η ψίχα εκείνου του καλοκαιριού» (Πατάκης, 2002), «Στη σκιά της πεταλούδας» (Πατάκης, 2005), «Η αηδονόπιτα» (Πατάκη, 2008), «Ανεµώλια» (Πατάκης, 2011, Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου), «Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλµοσίνο» (Πατάκης, 2014, Βραβείο βιβλιοπωλείων Public 2015), «Λίγες και μία νύχτες» (Πατάκη, 2017, Βραβείο περιοδικού Κλεψύδρα 2017), «Οι ρετσίνες του βασιλιά» (Πατάκης, 2019). Με τον σκηνοθέτη Πάνο Καρκανεβάτο συνέγραψε το σενάριο της µεγάλου µήκους ταινίας «Όχθες» (2015). Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. |
Τα χαρακτηριστικά που καθιέρωσαν τον Ζουργό ως σύγχρονο μυθιστοριογράφο είναι όλα εδώ: οι γλαφυροί διάλογοι, η κινηματογραφική αφήγηση, η πλούσια περιγραφή. Ο λογοτεχνικός φακός του συγγραφέα, ως προέκταση της φαντασίας, συλλαμβάνει την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη: εξίστημι – existere. Και φυσικά, και σε αυτό το μυθιστόρημα, διαφαίνεται η διαχρονική αγάπη του συγγραφέα για τα βιβλία. Μια αγάπη που θα εξηγήσουμε παρευθύς.
Ανάμεσα λοιπόν στις σελίδες του βιβλίου, παρεισφρέουν, φανερά ή υπαινικτικά, βιβλία και στίχοι ποιητών: από τον τίτλο του μυθιστορήματος που παραπέμπει στο Εις εαυτόν του Μάρκου Αυρήλιου έως βιβλικές αναφορές, και από τον Ιωάννη τον Γεωμέτρη μέχρι και το ταξίδι του Πυθέα στην έσχατη Θούλη[1], μέσα από το χαμένο του σύγγραμμα Περί ωκεανού. Εντύπωση επίσης προκαλεί η ένταξη ενός στίχου του Τάιγκου Ριόκαν, βουδιστή μοναχού του Ζεν. Σε αντίθεση όμως με τα προηγούμενα βιβλία του Ζουργού (βλ. Λίγες και μία νύχτες, Οι ρετσίνες του βασιλιά), εδώ οι κειμενικές αναφορές ξεφεύγουν από το πλαίσιο του διαλόγου ή της συνύπαρξης και γίνονται ζωτικό κομμάτι στην εξέλιξη όχι μόνο της αφήγησης αλλά και του περιεχομένου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πραγματεία του θαλασσοπόρου Πυθέα που γίνεται η αφορμή για τη φυγή του Σταυράκιου από τη μονή Στουδίου.
Το Περί της εαυτού ψυχής είναι ένα μυθιστόρημα που καταπιάνεται με πολλά: κάνει λόγο για τη ζωτική ανάγκη της οικογένειας, που πολλές φορές φανερώνεται μέσα από την απόλυτη καλοσύνη των ξένων· για την προσφυγιά, και για τις πατρίδες που χάνονται κι εμφανίζονται ξανά σαν τοπίο στην ομίχλη· για τη μνήμη και για το ιερό δέος που ξεπροβάλλουν απ’ τις σκιές τις ώρες πριν το αγγελόκρουσμα· για την ήμερη αγάπη και για την άγρια ενηλικίωση: κάποια συναισθήματα δαμάζονται, κάποια άλλα παίρνουν το πάνω χέρι και πνίγουν, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές του βιβλίου. Κυρίως όμως είναι ένα μυθιστόρημα για το γνώριμο κόκκινο νήμα που διατρέχει τις ανθρώπινες ψυχές μέσα από τους αιώνες, ένα νήμα γεμάτο πόθο για ελευθερία και ζωή.
[1] Ultima Thula: Η νήσος Θούλη, από τα χρόνια της αρχαιότητας ακόμη, συμβολίζει το βόρειο άκρο του κόσμου. Σήμερα, και με βάση τα σωζόμενα αποσπάσματα, πιθανολογείται πως πρόκειται για την Ισλανδία.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΔΡΟΥΓΑΛΑΣ είναι συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Το τελευταίο τραγούδι του Ντύλαν» (εκδ. Πικραμένος).
Απόσπασμα από το βιβλίο
Η σκιά, που δεν ήταν πια ακριβώς σκιά αλλά ένας μεσόκοπος άντρας με μακριά γένια, στάθηκε κάτω απ’ το φανάρι της πύλης και του έκανε νόημα να πλησιάσει. Ο Σταυράκιος έσυρε τα πόδια του στις πέτρες και τον προσέγγισε, όχι όμως και πολύ κοντά.
«Θέλω να δω το πρόσωπό σου, νεαρέ, για να σε θυμάμαι».
«Για ποιον λόγο, κύριε;» κατάφερε να τον ρωτήσει ψελλίζοντας ο δόκιμος.
«Για να θυμάμαι ποιος με είδε βυθισμένο στη συντριβή μου».
«Κλαδάς λέγομαι, κύριε, Σταυράκιος Κλαδάς…»
«Δεν καλοθυμάμαι ονόματα, το πρόσωπό σου θέλω να παρατηρήσω. Για να δούμε… Μάλιστα… Έξυπνο μούτρο έχεις, νεαρέ, ελπίζω να ’χεις και κοντή γλώσσα».
Ο Σταυράκιος ανατρίχιασε και πάλι.
«Είμαι γραφέας, κύριε, και μάλιστα εχέμυθος».
«Εσύ τι γύρευες έξω μες στη νύχτα;»
«Τίποτα».
Ο Μιχαήλ Δούκας αναστέναξε προς στιγμή και κοίταξε την επιβλητική πύλη, που την ασφάλιζαν μεγάλες κλειδαριές.
«Κι εγώ για το τίποτα βγήκα. Νομίζω, Σταυράκιε, ψάχναμε το ίδιο πράγμα μες στη νύχτα».