Για τον τόμο «Ανθολογία διηγημάτων του Χριστόφορου Μηλιώνη» με εισαγωγές και ανθολόγηση από τους: Αλέξη Ζήρα, Ελισάβετ Κοτζιά, Βαγγέλη Χατζηβασιλείου (εκδ. Μεταίχμιο).
Του Δημήτρη Χριστόπουλου
Οι εκδόσεις Μεταίχμιο μόλις εξέδωσαν μια πολύ σημαντική ανθολογία διηγημάτων του Χριστόφορου Μηλιώνη, η έκδοση της οποίας ήταν προσωπική επιθυμία του ίδιου του συγγραφέα όταν βρισκόταν ακόμη στη ζωή.
Ο Χριστόφορος Μηλιώνης σε είκοσι δύο διηγήματα και δώδεκα κριτικές
Ο τόμος αποτελείται από μια ευσύνοπτη εισαγωγή εργοβιογραφικού χαρακτήρα αλλά και κωδικοποίησης της ποιητικής του. Ακολουθεί το κύριο σώμα των είκοσι δύο διηγημάτων σταχυολογημένων από επτά συλλογές. Ο τόμος επιστέφεται από δώδεκα επιλεγμένες κριτικές των Αλέξανδρου Κοτζιά, Αλέξανδρου Αργυρίου, Σπύρου Τσακνιά, Ελισάβετ Κοτζιά, Τιτίκας Δημητρούλια, Βαγγέλη Χατζηβασιλείου, Μάρης Θεοδοσοπούλου, Τάσου Καλούτσα, Κωστή Παπαγεωργίου, Γιώργου Αράγη, Γεωργίας Λαδογιάννη και Αλέξη Ζήρα.
Η καλαίσθητη αυτή έκδοση απευθύνεται τόσο στους μεγαλύτερους ηλικιακά αναγνώστες, που γνωρίζουν σε βάθος και έκταση το πεζογραφικό έργο του Μηλιώνη, όσο και στους νεότερους που θα ήθελαν να γνωρίσουν έναν βασικό εκπρόσωπο της λεγόμενης δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς πεζογράφων.
Ο Χριστόφορος Μηλιώνης, όπως σημειώνει ομόφωνα η κριτική, ανήκει στην κατηγορία των μεταπολεμικών συγγραφέων μας που ακολουθούν την ανανεωμένη παράδοση, κινούμενος με άνεση ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον μοντερνισμό, ενώ θεματολογικά κινείται σταθερά γύρω από τον ίδιο άξονα (το θέμα σε όλα τα βιβλία του μοιάζει εντέλει να είναι μόνον ένα: το παρελθόν και τα ακατανίκητα φαντάσματά του), αποτέλεσμα δημιουργικού συγκερασμού βιωματικών και αυτοβιογραφικών στοιχείων με στοιχεία πολιτικού και κοινωνικού προβληματισμού. Ωστόσο, απέφυγε επιδέξια τα νοσταλγικά ολισθήματα και τις συγκινητικές αναπολήσεις για τον χαμένο παράδεισο της νιότης ή του γενέθλιου τόπου.
Θεματολογικά κινείται σταθερά γύρω από τον ίδιο άξονα (το θέμα σε όλα τα βιβλία του μοιάζει εντέλει να είναι μόνον ένα: το παρελθόν και τα ακατανίκητα φαντάσματά του), αποτέλεσμα δημιουργικού συγκερασμού βιωματικών και αυτοβιογραφικών στοιχείων με στοιχεία πολιτικού και κοινωνικού προβληματισμού.
Οι συντάκτες της εισαγωγής τονίζουν μεταξύ άλλων ότι ο Μηλιώνης δεν έπαψε να συνομιλεί τόσο με τις νεότερες πεζογραφικές τάσεις όσο και με τη γραμμή της παραδοσιακής εξομολογητικής απομνημόνευσης, γι’ αυτό και το ρεαλιστικό στοιχείο τέμνεται από το υποκειμενικό, το χιμαιρικό και φασματικό που προσφέρουν το απαιτούμενο βάθος στην αφήγησή του. «Τα γεγονότα αποτελούν αφορμές, δίνοντας λαβή στη μνήμη, στο όραμα, στο όνειρο και στη φαντασία να μεταπλάσουν το γενικό σε προσωπικό».
O Μηλιώνης με το ιδιαίτερο στίγμα της γραφής του ανανέωσε σίγουρα τους τρόπους της ελληνικής διηγηματογραφίας. Τα στοιχεία που συγκροτούν την ποιητική του, όπως μπορώ να τα συνοψίσω στο σύντομο αυτό σημείωμα, είναι –μεταξύ άλλων– τα παρακάτω:
Η μνήμη
Ενώ η σύνδεση παρόντος-παρελθόντος στον Ιωάννου γίνεται με όρους νοσταλγίας και στον Χάκκα από ειρωνική προοπτική, στον Μηλιώνη γίνεται με όρους περισσότερο ενεργητικούς, καθώς οι ήρωές του αναζητούν στο παρελθόν απαντήσεις για ερωτήματα που θέτει το παρόν. Η ιστορία με τη μορφή των μικροϊστοριών είναι διαρκώς παρούσα στο αφηγηματικό του σύμπαν μέσα από το πάσχον άτομο. Ο Μηλιώνης αναμοχλεύει την ιστορία για να απελευθερωθεί από αυτήν. Πρόκειται για την προσπάθεια αποτίναξης της επιβεβλημένης λογοκρισίας, αλλά και αυτολογοκρισίας, κατά το πρόσφατο παρελθόν. Ένα ηπειρώτικο μοιρολόι –με γλώσσα αφτιασίδωτη και χαμηλόφωνη– ως αποτέλεσμα εσωτερικής ηθικής επιταγής του εκάστοτε αφηγητή του για τους νεκρούς που στοιχειώνουν τη μνήμη του κι αυτός νιώθει το χρέος να τους μνημειώσει μέσω της γραφής επιδιώκοντας την υπαρξιακή τους δικαίωση. Με αυτόν τον τρόπο ο μύθος κατακερματίζεται σε αποσπασματικές αφηγηματικές ακολουθίες, ένθετες ιστορίες που αναδύονται μέσω του μνημονικού συνειρμού. Αυτή η αφηγηματική τεχνική τού επιτρέπει να πετύχει μια ιδιαίτερη οργάνωση της πλοκής με στοιχεία τόσο παραδοσιακού όσο και νεωτερικού τύπου.
Η καταγωγή από την παραμεθόρια περιοχή
Ο χώρος και ο χρόνος όπου έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια καθόρισαν αποφασιστικά την πορεία του και ως ανθρώπου και ως συγγραφέα. Η γειτνίαση της ιδιαίτερης πατρίδας του με τα ελληνοαλβανικά σύνορα, χώρος των πρώτων πολεμικών επιχειρήσεων του ’40, και δη με τη Μουργκάνα (Ακροκεραύνια), θέατρο σκληρών εμφυλιοπολεμικών συγκρούσεων, άφησε ισχυρό το αποτύπωμά της στο έργο του.
Η βιωματική αφήγηση
Η κοινή με τους άλλους μεταπολεμικούς εσωστρέφεια, στην περίπτωση του Μηλιώνη παίρνει τον χαρακτήρα μιας ιδιότυπα «αυτοβιογραφικής» αφηγηματικής μεθόδου παρά μιας τυπικής αυτοβιογράφησης, αν και τα αυτοβιογραφικά στοιχεία που ανιχνεύονται στο έργο του δεν είναι σε καμία περίπτωση αμελητέα. Με άλλα λόγια, κατασκευάζει ένα δραματικό προσωπείο που αντλεί από το αλωνάκι βιωμάτων αυτοβιογραφικών καταβολών, το οποίο παράλληλα λειτουργεί αρχετυπικά, για να προβάλει υπερ-ατομικά ιστορικά γεγονότα. Σε καμία περίπτωση ο Μηλιώνης δεν καταγράφει τα γεγονότα και τις περιπέτειες της ζωής του εν είδει αυτοσκοπού, αλλά όλο αυτό το υλικό μαζί με το επινοημένο συνιστά την προσωπική του μυθολογία. Το βίωμα και η μνήμη αποτελούν τις συντεταγμένες του έργου του, προσδιορίζοντας το περιεχόμενο και τη μορφή των αφηγήσεών του.
Σε καμία περίπτωση ο Μηλιώνης δεν καταγράφει τα γεγονότα και τις περιπέτειες της ζωής του εν είδει αυτοσκοπού, αλλά όλο αυτό το υλικό μαζί με το επινοημένο συνιστά την προσωπική του μυθολογία.
Η στενή σχέση της σκηνογραφίας με τα πράγματα
Ο Μηλιώνης είναι συγγραφέας της εντοπιότητας, καθώς η εποπτεία του είναι προσηλωμένη στο χωριό του και τις όμορες συνοριακές περιοχές. Η εσωστρέφειά του τον δένει με ακατάλυτους δεσμούς μέσω της μνήμης με τον τόπο και τους ανθρώπους του. Ακόμα κι όταν σε μεταγενέστερα έργα του οι χώροι του διευρύνονται (Αθήνα, Αμαλιάπολη, Αγγλία), αυτοί οι τόποι τού είναι ανοίκειοι, κι αμέσως με την πρώτη αφορμή, μέσω του συνειρμού, επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο: το καμένο σπίτι (σταθερό μοτίβο), ο πατέρας, η μάνα, οι παιδικοί φίλοι, οι συγχωριανοί και οι ξένοι, οι ισχυροί τοπικοί παράγοντες συγκροτούν το μυθοπλαστικό σύμπαν του∙ είναι, κατά την έκφραση του Παγανού, «οι αρτηρίες και τα νεύρα της πεζογραφίας του».
Ο Μηλιώνης είναι ιδιοσυγκρασιακός συγγραφέας
Από το έργο του απουσιάζουν οι δραματικές συγκρούσεις των ιστορικών γεγονότων που σημάδεψαν την εποχή του. Γι’ αυτό τόσο η δράση όσο και η πλοκή στο έργο του είναι ισχνή. Σε πλείστα διηγήματά του απουσιάζει μια συνεκτική ιστορία με πλοκή και εξελισσόμενα γεγονότα. Πρόκειται κυρίως για ιστορίες ψυχικών καταστάσεων με λόγο υπαινικτικό. Περισσότερο τον ενδιαφέρει ο αντίκτυπος και ο απόηχος της Ιστορίας και των γεγονότων της στον ευπαθή και εύθραυστο ψυχισμό των ηρώων του –με τους οποίους εν πολλοίς συμπάσχει ακόμα και στις τριτοπρόσωπες αφηγήσεις του– και λιγότερο τα ιστορικά δρώμενα.
Ο Μηλιώνης αντλώντας από τη δύναμη του ρήματος και του ουσιαστικού, αξιοποιεί το ανεπιτήδευτο ύφος της καθημερινής κουβέντας.
Η ιδιαίτερη ποιότητα της αφηγηματικής φωνής
Εάν αληθεύει η άποψη πως ο τόπος (καλύτερα: η ανθρωπογεωγραφία του) καθορίζει τη γλώσσα και εν γένει το ύφος-ήθος μας, τότε μπορούμε να συσχετίσουμε έως ένα σημείο τη φυσιογνωμία του γεωγραφικού τόπου στον οποίο γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Μηλιώνης με το ύφος του. Ο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος στο προλογικό του σημείωμα για το βιβλίο του Μηλιώνη Σημαδιακός κι αταίριαστος γράφει σχετικά: «Ο Μηλιώνης μιλάει και γράφει γερά ελληνικά, στην Ήπειρο γεννήθηκε και μεγάλωσε· αναρωτιέμαι αν δεν συγγενεύει με τον Χρήστο Μηλιόνη τον αρματολό – δάση, ποτάμια, πουλιά και άλλα ζωντανά, γκρεμοί, εκκλησιές, μοναστήρια, τι τον έμαθε η μάνα του, σημειολογίες τον πότιζε βυζαίνοντάς τον;» Ο Μηλιώνης αντλώντας από τη δύναμη του ρήματος και του ουσιαστικού, αξιοποιεί το ανεπιτήδευτο ύφος της καθημερινής κουβέντας.
Με το συνολικό πεζογραφικό του έργο –διηγηματογραφικό κατά βάση– διερεύνησε, μέσω της μνήμης, σε βάθος τον πολυσχιδή χαρακτήρα της μεταπολεμικής μας κοινωνίας. Γι’ αυτό και η αναγνωστική του απήχηση ξεπέρασε τα στενά όρια της Ελλάδας με τις μεταφράσεις και τις μελέτες ξένων νεοελληνιστών για το έργο του.
Η παρούσα έκδοση, όπως και ανάλογες ανθολογίες συγγραφέων που δεν βρίσκονται πια στη ζωή και πολλά από τα έργα τους δεν κυκλοφορούν, είναι το δίχως άλλο μια σημαντική συνεισφορά στα γράμματα, η οποία πέρα από το εμπορικό ενδιαφέρον μπορεί να προσελκύσει την προσοχή αναγνωστών και μελετητών της πρόσφατης πεζογραφικής κληρονομιάς μας.
* Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Τζίντιλι» (εκδ. Το Ροδακιό).
Χριστόφορος Μηλιώνης
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ
Εισαγωγή-Ανθολόγηση: ΑΛΕΞΗΣ ΖΗΡΑΣ,
ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΟΤΖΙΑ, ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2021
Σελ. 368, τιμή εκδότη €16,50
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΜΗΛΙΩΝΗ
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ακούω φωνές: Από τον πέρα μαχαλά η νουνά μου, η Κούζω, που την κάψανε ζωντανή οι Γερμανοί, ο παπα-Μόσχος που πέθανε πέρυσι, ο ξάδερφός μου ο Ζαβρέχης με τη βροντώδη φωνή, ο Αλέξης από τον κάτω μαχαλά, η θεια μου η Λίκα από τη σκάλα της, ο πατέρας μου όρθιος στον κήπο του σπιτιού μας:
“Ω Φόρη! Έρθες; Καλωσόρισες:”»
(«Ακούω τον άνεμο», από τη συλλογή Τα φαντάσματα του Γιορκ, σ. 266).