Για το μυθιστόρημα του Νίκου Α. Μάντη «Σφάλμα συστήματος» (εκδ. Καστανιώτη).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Το μυθιστόρημα Οι τυφλοί (2017), που έχει ήδη μείνει στην Ιστορία της λογοτεχνίας μας, όχι μόνο χάρη στα βραβεία που το τίμησαν αλλά και χάρη στη θετικότατη κριτική που το αξιολόγησε, δεν είναι ένα πυροτέχνημα του Νίκου Μάντη. Είχε προηγηθεί –ανάμεσα σε άλλα– η επίσης βραβευμένη Άγρια Ακρόπολη (2013), αλλά και πρωτόλειό του, το Ψευδώνυμο (2006), το οποίο είχε ήδη προδιαγράψει τη λαμπρή πορεία του συγγραφέα.
Μια πρώτη ανασκόπηση στα γνωρίσματα του σαραντατριάχρονου πεζογράφου δεν μπορεί να αγνοήσει την πολιτική του γραφή, που συναντά την επικαιρότητα, όχι όμως με τους όρους μιας ευθέως ρεαλιστικής προσέγγισης, αλλά μέσα στο πλαίσιο της αλληγορίας και του σπονδυλωτού μυθιστορήματος.
Μια πρώτη ανασκόπηση στα γνωρίσματα του σαραντατριάχρονου πεζογράφου δεν μπορεί να αγνοήσει την πολιτική του γραφή, που συναντά την επικαιρότητα, όχι όμως με τους όρους μιας ευθέως ρεαλιστικής προσέγγισης, αλλά μέσα στο πλαίσιο της αλληγορίας και του σπονδυλωτού μυθιστορήματος. Το Πέτρα, ψαλίδι, χαρτί (2014), ακόμα κι αν δεν κατορθώνει να συστήσει μέσα στην αποσπασματικότητά του ένα ενιαίο όλο, προσπελάζει την κρίση μέσα από τη ζωή πολλών Ελλήνων και ξένων, οι οποίοι σε ένα γαϊτανάκι βίας, προσπαθούν να επιβιώσουν. Στην Άγρια Ακρόπολη o γενετικός καπιταλισμός χωρίζει τους ανθρώπους σε ανώτερους και κατώτερους, σε ανθρώπους και σε υπανθρώπους. Σ’ αυτή τη σκηνοθεσία δυστοπικής κοινωνίας, η ανθρωπότητα βρίσκει επιστημονικοφανείς τρόπους να νομιμοποιήσει την επιβολή της μιας τάξης πάνω στην άλλη. Και τέλος στους Τυφλούς το πολιτικό μυθιστόρημα μπολιάζεται με τις θεωρίες συνωμοσίας και την περιπέτεια της αναζήτησης και ανανεώνεται με μπορχεσιανό τρόπο. Εντάσσεται κι αυτό στην Ελλάδα της οικονομικής ύφεσης, όπου οι Αγανακτισμένοι του Συντάγματος συναντάνε τους ακροδεξιούς της Χρυσής Αυγής κι οι διάφορες ερμηνείες της κρίσης με τις προτάσεις εξόδου από αυτήν (ως πολιτισμικό καρκίνωμα) διασταυρώνονται με θεωρίες συνωμοσίας, κρυμμένες αλήθειες κι εθνικιστικές δοξασίες, που έλκουν την καταγωγή τους από τα χρόνια της χούντας.
Το παρόν μυθιστόρημα συγγράφεται πάλι με έναν ευφυή λαβυρινθώδη τρόπο, καθώς σε καθένα από τα δέκα διαδοχικά κεφάλαια διασταυρώνονται τρία βασικά πρόσωπα, ο αφηγητής, ο πρωταγωνιστής διά του οποίου την οπτική γωνία παρακολουθούμε την εξέλιξη κι ο χαρακτήρας που δίνει το όνομά του στον τίτλο. Γύρω τους παρελαύνουν με σάρκα και οστά πλείστοι άλλοι πρωταγωνιστές, δευτεραγωνιστές ή κομπάρσοι. Στον πυρήνα όλων αυτών βρίσκεται μια ομάδα αντιδραστικών νέων, που κινούνταν και κινούνται ανάμεσα στην αναρχία και την Αριστερά. Ο Άρης Χαρώνης, ειδικός στην πληροφορική που θα προσφέρει τις γνώσεις του στην αριστερή κυβέρνηση που αναδείχθηκε το 2015, ο Δημήτρης Δεσύλλας, γιος καναλάρχη, η Ρίτα (Λαοκρατία) Ντούζου, γυναίκα του Δημήτρη, ερωμένη του Άρη και υπουργός, η Αλεξάνδρα κι ο Κωστής Βέρος ή Μεγάλος, που ανεβαίνει σταδιακά στην εξουσία. Δίπλα τους η Ανδρομάχη Κανάκη, μαχητική φεμινίστρια και θεωρητικός της αναρχίας, που άλλαξε φύλο και όνομα μετονομαζόμενη σε Έκτορα.
Άτυπο κέντρο αυτής της δυναμικής ομήγυρης είναι ο Κάρολος, μεγαλύτερος αδελφός του Άρη, ηγετικό στέλεχος του μαθητικού, φοιτητικού και νεανικού κινήματος, πρωτοστάτης σε κινητοποιήσεις και καταλήψεις, πρότυπο για πολλά αγόρια και έρωτας για πολλά κορίτσια. Αυτός όμως έχει σκοτωθεί από το 2002 σε συμπλοκές με την αστυνομία, με λόγους που επαμφοτερίζουν ανάμεσα στο πολιτικό και το ατομικό: εξουσιαστική καταπίεση των κρατούντων ή εκδικητική μανία κάποιου θιγμένου;
Όλη αυτή η αναλυτική παρουσίαση προσώπων και γεγονότων δεν κρύβει, σχεδόν ποτέ, την ευθεία ή έμμεση σύνδεση με τον ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα με τον Αλέξη Τσίπρα: από την ιδεολογική σφραγίδα και την άνοδο ώς την πρωθυπουργία και το παρασκήνιο της πολιτικής.
Ο Νίκος Α. Μάντης έχει τιμηθεί με το βραβείο μυθιστορήματος της Ακαδημίας Αθηνών (Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη) για το βιβλίο του Οι τυφλοί. Το ίδιο βιβλίο έχει αποσπάσει και το βραβείο μυθιστορήματος του ηλεκτρονικού περιοδικού oanagnostis. Με το ίδιο βραβείο έχει διακριθεί και το βιβλίο του Άγρια Ακρόπολη. |
Η ιστορία ή οι ιστορίες συμπλέκουν το εμφανώς πολιτικό με το ελευθέριο ερωτικό. Ιστορικά γεγονότα της τελευταίας εικοσαετίας, από τις μαθητικές κινητοποιήσεις επί υπουργίας του Γεράσιμου Αρσένη ως τις διαδηλώσεις και πυρπολήσεις κτηρίων στα Δεκεμβριανά του 2008 κι από τις καταλήψεις σε βίλες του αθηναϊκού κέντρου ως το δημοψήφισμα του 2015 αποτελούν πυλώνες, πάνω στους οποίους οικοδομείται η μυθοπλαστική κατασκευή. Αυτή φωτίζει ρητά τα γεγονότα-σταθμούς που προανέφερα, αλλά συνάμα ανοίγει δύο νέους δρόμους: αφενός, το παρασκήνιο το οποίο αναδεικνύει εικασίες και πολιτικές ερμηνείες, που αποκρούει η κυβερνώσα Αριστερά και ενστερνίζονται οι αντίπαλοί της, κι αφετέρου η ερωτική ζωή των πρωταγωνιστών, μια παράπλευρη προσπάθεια να ξεπεράσουν τα ψυχολογικά τους και να κατακτήσουν θώκους απόλαυσης ή αποδοχής.
Έχοντας ακόμα νωπές τις μνήμες από το προηγούμενο έργο του Νίκου Μάντη, τους Τυφλούς, έργο που έχει ήδη αφήσει εποχή, νιώθω ότι το προκείμενο μυθιστόρημά του υστερεί (σαν ο πεζογράφος να βιάστηκε να το δημοσιεύσει, πριν χαθεί η επικαιρότητα). Κι αυτό συμβαίνει όχι επειδή ο συγγραφέας ξεδιπλώνει ένα σενάριο αντισυριζαϊκής πολιτικής, ένα σενάριο που κατά πολλούς μπορεί και να έπαιζε στο παρασκήνιο, πριν τελικά η προηγούμενη κυβέρνηση προχωρήσει σε άλλου είδους, πιο ρεαλιστική, πολιτική. Ούτε επειδή η άνοδος προς την κεντρική εξουσία παραλληλίζεται με την ερωτική κατάκτηση κι έτσι η πραγμάτευση του πολιτικού διαπλέκεται με την ανάδειξη του ατομικού, τόσο των ίδιων των πολιτικών όσο και των παροικούντων και περιοικούντων την Ιερουσαλήμ.
«Το Σφάλμα», ριζωμένο καθώς είναι στο φλέγον παρόν, ενώ προσπαθεί φιλότιμα και έντεχνα να το χειραγωγήσει υπέρ της δικής του αλήθειας, δυσκολεύεται να αποσπαστεί από την εξωκειμενική πραγματικότητα και να τη μετουσιώσει σε μια αυτόνομη οντότητα.
Ο βασικότερος λόγος, κατά τη γνώμη, εξαιτίας του οποίου το Σφάλμα συστήματος χωλαίνει –παρά τα πλείστα πλεονεκτήματά του– είναι η σχέση πραγματικότητας και μυθοπλασίας. Ενώ οι Τυφλοί, δηλαδή, είχαν στηριχτεί σε έναν αληθοφανή πραγματολογικό άξονα, στο μεγαλύτερο μέρος τους τραβάνε μια μυθοπλαστική γραμμή που εξαερώνει το πραγματικό και το ιστορικό προς όφελος ενός μυθιστορηματικού σύμπαντος. Τόσο η χρονική απόσταση από τη χούντα όσο και η τοπική απόσταση από την επίγεια Αθήνα επιτρέπουν στην αφήγηση να πλάσει τον δικό της γαλαξία, μέσα στον οποίο εισάγει αποτελεσματικά και τον αναγνώστη. Αντίθετα το Σφάλμα, ριζωμένο καθώς είναι στο φλέγον παρόν, ενώ προσπαθεί φιλότιμα και έντεχνα να το χειραγωγήσει υπέρ της δικής του αλήθειας, δυσκολεύεται να αποσπαστεί από την εξωκειμενική πραγματικότητα και να τη μετουσιώσει σε μια αυτόνομη οντότητα. Με άλλα λόγια, το φιλόδοξο σχέδιο του συγγραφέα να μετασχηματίσει το ορατό πολιτικό σε ένα δυναμικό μυθοπλαστικό προσκρούει στα βιώματα του Νεοέλληνα, με αποτέλεσμα οι αλήθειες του μυθιστορήματος να εξαρτώνται από τις αλήθειες της ζώσας Ιστορίας. Έτσι, ο αναγνώστης αδυνατεί να συλλάβει το κείμενο ως μυθιστορηματική παραλληλία και να χαρεί τη δική του κατασκευή, απομονώνοντάς την από την έξωθεν πραγματικότητα, η οποία εξ ανάγκης την τροφοδοτεί πατερναλιστικά.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Τελευταίο του βιβλίο, η μελέτη «Βιβλιογραφία για τον Νίκο Καζαντζάκη» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).
→ Στην κεντρική εικόνα, ο πίνακας της © Julia Gajewska.
Σφάλμα συστήματος
Νίκος Α. Μάντης
Καστανιώτης 2019
Σελ. 514, τιμή εκδότη €15,00