Για το μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη «Η τιμή και το χρήμα» και τη μελέτη της Έρης Σταυροπούλου «Οι ερωτευμένες ηρωίδες του Κωνσταντίνου Θεοτόκη και οι λογοτεχνικές αδελφές τους: παραλλαγές μιας τυπολογίας», τα οποία συνυπάρχουν στον καλαίσθητο τόμο των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, στο πλαίσιο της σειράς «Παλαιά Κείμενα, Νέες Αναγνώσεις».
Του Μιχάλη Μακρόπουλου
«Διάβασα το βιβλίο και με μάγεψε. Ήταν ένα συγκλονιστικό πάντρεμα βάθους και απλότητας. Εμβάθυνε σε χαρακτήρες, σε σχέσεις ανθρώπινες, κοινωνικο-ιστορικές, ψυχαναλυτικές – όλα αυτά δοσμένα με μορφή παραμυθιού», είπε για την Τιμή και το χρήμα σε μια συνέντευξή της η σκηνοθέτρια Τώνια Μαρκετάκη, που το 1984 μετέφερε όμορφα στον κινηματογράφο την ιστορία του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, με τον τίτλο Η τιμή της αγάπης (το παράθεμα είναι παρμένο από τη μελέτη της Έρης Σταυροπούλου «Οι ερωτευμένες ηρωίδες του Κωνσταντίνου Θεοτόκη και οι λογοτεχνικές αδελφές τους: παραλλαγές μιας τυπολογίας», που συνοδεύει τη νέα έκδοση του βιβλίου από τις Π.Ε.Κ.).
Ο συγγραφέας είναι εξίσου γλαφυρός κι ευθύβολος στις μικρές διαλογικές «σκηνές δωματίου», που πάνω τους χτίζεται η ιστορία, και στις μεγαλύτερες σκηνές πλήθους που τις αλληλοδιαδέχονται.
Φυσικά, αυτό το «παραμύθι» είναι σχήμα λόγου – ο σοσιαλιστής συγγραφέας στόχευε ξεκάθαρα στον ρεαλισμό. Στην ιστορία του, ο Αντρέας, λαθρέμπορος ανώτερης κοινωνικής τάξης μα ξεπεσμένος, θέλει να παντρευτεί τη Ρήνη και προς τούτο, μάλιστα, την απάγει, αλλά εξαιτίας της αδυναμίας του χαρακτήρα του και της κακής επιρροής του παραδόπιστου θείου του, του Σπύρου, αρνείται να το κάνει αν δεν του δώσει πρώτα η φιλόπονη κι αναγκεμένη μάνα της Ρήνης, η σιόρα Επιστήμη, την προίκα που ζητά. Η λιτότητα και η καθαρότητα, ωστόσο, της γλώσσας και των εκφραστικών μέσων του Θεοτόκη, δικαιολογούν το χαρακτηρισμό της Μαρκετάκη. Ο συγγραφέας είναι εξίσου γλαφυρός κι ευθύβολος στις μικρές διαλογικές «σκηνές δωματίου», που πάνω τους χτίζεται η ιστορία, και στις μεγαλύτερες σκηνές πλήθους που τις αλληλοδιαδέχονται, όπως αυτή στην αγορά –τον Μαρκά– προς το τέλος («Ενδιαφέρουσα», γράφει η Έρη Σταυροπούλου, «είναι η εναλλαγή κλειστών/εσωτερικών και ανοιχτών/υπαίθριων χώρων: το σπίτι της Ρήνης, η ταβέρνα, το σπίτι του Αντρέα από τη μια και από την άλλη η πλατεία, το καΐκι στην ανοιχτή θάλασσα, η αγορά. Αυτή η εναλλαγή δείχνει και τις δύο διαστάσεις του προβλήματος· η ιστορία του Αντρέα και της Ρήνης είναι ιδιωτική, έχει όμως δημόσιο «αντίκτυπο». […] Οι γείτονες, ο κοινωνικός περίγυρος ευρύτερα, βλέπει, κρίνει, σχολιάζει, επαινεί και καταδικάζει»):
«Μέσα, κάτου από ένα πλατύ πλακόστρωτο περιστύλιο επουλούσαν κρέατα και ψάρια, και κάτου από τη γυαλοσκέπαστη αυλή λάχανα, οπωρικά και σπάνια λουλούδια. Οι φωνές των πουλητάδων αντηχούσαν απ’ όλα τα μέρη. Οι ψαράδες πίσω από το πέτρινο πλακόστρωτο πεζούλι, που ετρογύριζε γύρω γύρω το περιστύλιο, ψηλότερο και σκεπασμένο με ξύλο εκεί που ήταν τα κρέατα, που εκρεμόνταν κόκκινα και κίτρινα κομμάτια μικρά και μεγάλα, από σιδερένια αγκίστρια, επαινούσαν φωνάζοντας τα ψάρια τους, που κάποια, κόκκινα, μαυριδερνά, ή ασημένια, ελαχταρούσαν ακόμα ψοφώντας απάνου στις πλάκες, άλλα είχαν τσιρώσει κι ήταν γυρτά σα δοξάρια, κι άλλα τέλος ήταν μαλακά, χτυπημένα στα δίχτυα και ψόφια από πολλές ώρες».
Η Έρη Σταυροπούλου ξετυλίγει στη μελέτη της, σε αντιπαραβολή με τη Ρήνη, γυναικείους χαρακτήρες που σε γενικές γραμμές ανήκουν σε δύο τύπους, τη γυναίκα-άγγελο και τη γυναίκα-τέρας, από πλείστα έργα, είτε του ίδιου του Θεοτόκη (Οι σκλάβοι στα δεσμά τους, Κατάδικος) είτε άλλων, από την Έλεν Κουράγκινα και τη Νατάσα Ροστόβα στο Πόλεμος και Ειρήνη ως τις ιψενικές ηρωίδες, κ.ά.π.
Σε αντίθεση με τη «μάτσο» αρσενική στάση που έχουν συγγραφείς σαν τον Καραγάτση, π.χ., απέναντι στις γυναίκες, εδώ στον Θεοτόκη, όπως στον Παπαδιαμάντη και τον Βιζυηνό, υπάρχει η ευαισθησία που αναγνωρίζει τη μεγαλύτερη αξία σ’ αυτόν που εκών άκων καλείται να «τραβήξει το μεγαλύτερο κουπί».
Ωστόσο η Ρήνη δεν χωρά στο στερεότυπο της γυναίκας-αγγέλου ακόμα κι αν μοιάζει αρχικά να το αγγίζει. Είναι απλώς ειλικρινής απέναντι στον εαυτό της κι ανώτερη των περιστάσεων. Δεν συμβιβάζεται ούτε στην αρχή, όταν αγαπά τον Αντρέα μα η τιμή και οι κοινωνικές συμβάσεις επιβάλλουν να τον απαρνηθεί, ούτε στο τέλος, όταν θα μπορούσε πλέον να είναι μαζί του αλλά δεχόμενη ένα ψέμα.
Σε αντίθεση με τη «μάτσο» αρσενική στάση που έχουν συγγραφείς σαν τον Καραγάτση, π.χ., απέναντι στις γυναίκες, εδώ στον Θεοτόκη, όπως στον Παπαδιαμάντη και τον Βιζυηνό, υπάρχει η ευαισθησία που αναγνωρίζει τη μεγαλύτερη αξία σ’ αυτόν που εκών άκων καλείται να «τραβήξει το μεγαλύτερο κουπί». Και στις περισσότερες περιπτώσεις το μεγαλύτερο κουπί καλούνταν θέλοντας και μη να το τραβήξουν οι γυναίκες. Στην Τιμή και το χρήμα, όλη η δύναμη είναι από τη μεριά των γυναικών: της Ρήνης και της μητέρας της· κι απεναντίας όλη η αδυναμία είναι στους άντρες: στον μεθύστακα πατέρα της Ρήνης, στον Αντρέα. Σε τούτο, η ιστορία του Θεοτόκη δεν είναι «φεμινιστική»· είναι απλώς ρεαλιστική.
Η Τιμή και το χρήμα είναι ο έκτος τίτλος της σειράς «Παλαιά Κείμενα, Νέες Αναγνώσεις» των Π.Ε.Κ. Τη θεωρώ από τις πλέον πολύτιμες των τελευταίων ετών και είμαι πιστός αναγνώστης της. Τα βιβλία είναι όμορφα σχεδιασμένα, χαίρεσαι να τα διαβάζεις, και η εκτενής μελέτη η οποία συνοδεύει κάθε φορά το πεζογράφημα είναι αφορμή για ένα διάλογο του αναγνώστη με το κείμενο, που έτσι δεν τελειώνει με το πέρας της ανάγνωσής του. Να εκφράσω λοιπόν εδώ μια επιθυμία μου: πόσο θα ήθελα να δω σε τούτη τη σειρά κι έναν τόμο για τον μισολησμονημένο αλλά κατά τη γνώμη μου θαυμάσιο Μιχαήλ Μητσάκη.
* Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
Τελευταίο του βιβλίο, η νουβέλα «Μαύρο νερό» (εκδ. Κίχλη).
→ Στην κεντρική εικόνα, φωτογραφία από την ταινία «Η τιμή της αγάπης» (1984) σε σκηνοθεσία Τώνιας Μαρκετάκη.
Η τιμή και το χρήμα
Κωνσταντίνος Θεοτόκης
Έρη Σταυροπούλου: Οι ερωτευμένες ηρωίδες του Κωνσταντίνου Θεοτόκη και οι λογοτεχνικές αδελφές τους: παραλλαγές μιας τυπολογίας
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2019
Σελ. 304, τιμή εκδότη €12,00