Για το μυθιστόρημα της Κατερίνας Καριζώνη «Το λυκόφως του Αιγαίου» (εκδ. Καστανιώτη).
Του Κώστα Χατζηαντωνίου
Η σχέση λογοτεχνίας και ιστορίας είναι μια σχέση που χάνεται στα βάθη του χρόνου και στις απαρχές αυτού που ονομάστηκε στην τέχνη της γραφής μορφή. Δεν αναφέρομαι μόνο σε αυτό που πάει εξαρχής το μυαλό όλων, στο είδος του ιστορικού μυθιστορήματος, αλλά στο γεγονός ότι η μεγάλη Ιστορία ήταν και είναι η πηγή κάθε μορφής. Αρκεί να θυμηθούμε τα ομηρικά έπη και να νιώσουμε πώς ένα ιστορικό γεγονός έγινε το θεμέλιο της παγκόσμιας ποίησης. Αν ωστόσο είναι αδύνατο να δημιουργηθεί οποιοδήποτε έργο σε κενό χώρου ή χρόνου, η ιδανική μορφή που λαμβάνει κάθε φορά αυτή η σχέση, είναι ένα ζήτημα που δεν θα πάψει να απασχολεί συγγραφείς, αναγνώστες και κριτικούς, ζήτημα που θα φωτίζεται από τα κοινωνικά συμφραζόμενα αλλά και από τις ατομικές προτεραιότητες.
Η Κατερίνα Καριζώνη είναι μια πεζογράφος που αναζητεί στην ιστορία το κύριο υλικό του έργου της για να χαράξει χαρακτήρες και περιστατικά που δεν είναι τυχαία αλλά καθορίζουν τον τρόπο που αντικρίζουμε τη ζωή, όσο και το περιβάλλον στο οποίο βρεθήκαμε.
Μια άλλη διαδεδομένη σύγχυση, θεωρεί πως η ιστορία λειτουργεί εις βάρος της ατομικής ενδοσκόπησης ή σύγχρονων προβληματισμών. Δεν λέω πως το άτομο πρέπει να σβήνει μπροστά στις μεγάλες αφηγήσεις της κοινότητας. Το αντίθετο. Πρέπει να αναζητά την παρουσία του μέσα στις μεγάλες αφηγήσεις. Όχι μόνο γιατί αν η ιστορία είναι πολύ σκληρή για να επιτρέψει μια τέτοια παρουσία, η λογοτεχνία προσφέρει δυνατότητα να μεταπλάσουμε τον κόσμο, να γίνουμε πρωταγωνιστές ή έστω προνομιακοί θεατές αλλά γιατί με την ιστορία μπορούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τις δυνατότητές μας. Γιατί το χθες είναι εντός μας και όχι πίσω μας.
Με οδηγό αυτές τις σκέψεις ας μιλήσουμε για μια συγγραφέα που η ιστορία δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο της έμπνευσής της, ούτε έτοιμος μύθος που σε άλλες περιπτώσεις καλύπτει την αδυναμία μυθοπλαστικής έμπνευσης και δημιουργίας χαρακτήρων. Η Κατερίνα Καριζώνη είναι μια πεζογράφος που αναζητεί στην ιστορία το κύριο υλικό του έργου της για να χαράξει χαρακτήρες και περιστατικά που δεν είναι τυχαία αλλά καθορίζουν τον τρόπο που αντικρίζουμε τη ζωή, όσο και το περιβάλλον στο οποίο βρεθήκαμε. Μια συγγραφέας αιματώδης, βιωμένων πεποιθήσεων, που δεν μετατρέπει την ιστορία σε ευκαιρία ανακούφισης αλλά σε μέσον ατομικής συνειδητοποίησης. Ταυτόχρονα περιγράφει αισθήματα, ιδέες, πράξεις, εκφράζει πάθη συλλογικά. Πλάθει την αφηγηματική της τέχνη από σπαράγματα μιας εν πολλοίς άγνωστης ιστορίας, παρουσιάζει την ελληνική ψυχή μ’ όλη την ομορφιά, όλο της τον πλούτο όχι εξωτερικά, όχι ως διανοητικό κήρυγμα αλλά ως εμπειρία από την οποία προβάλλει φυσικά η ιστορική συνείδηση του λαού μας.
Το περιβάλλον του βιβλίου μάς ταξιδεύει στο ταραγμένο Αιγαίο του 17ου αιώνα. Μεταξύ Οθωμανών και Βενετών που πολεμούν επίμονα για την κυριαρχία του, ανυπόταχτοι φιλόδοξοι, ντόπιοι και ξένοι, σκλάβοι και τυχοδιώκτες, αναζητούν και βρίσκουν τρόπους να είναι ελεύθεροι ή και να πλουτίζουν, ελέγχοντας τους δρόμους για την Ανατολή και την Βόρειο Αφρική. Το εμπόριο κι η πειρατεία, πανάρχαιες συνήθειες, κάνουν κάθε αγκυροβόλιο επισφαλές, ενώ λιμάνια που ακούγονται ως φοβερά –Αλγέρι, Τύνιδα– γίνονται αυτήν την εποχή φιλόξενες αγορές για τα κλεμμένα, για αγαθά και ανθρώπους. Το Λιβόρνο και η Βαλέτα είναι πειρατικά αρχηγεία, ενώ οι Ιππότες της Μάλτας, πανίσχυροι ακόμη κι ας έχασαν τη Ρόδο, κινούνται με άνεση γύρω από το όριο που τους κάνει πότε σταυροφόρους και πότε πειρατές.
Στο βιβλίο της Καριζώνη, με την αλλεπάλληλη δραματική διαδοχή των γεγονότων, όλα αλλάζουν, όλα χάνονται. Ανάμεσα στα γεγονότα η ανθρώπινη ζωή συνθλίβεται ή εξαίρεται, βαδίζοντας πειρατικά προς κάποιο άγνωστο σκοπό που πότε χάνεται στα σύννεφα συμπαρασύροντας στα σκοτάδια την ψυχή και πότε αστράφτει, εφήμερη αλλά δημιουργική.
Σε τούτη την εποχή που κάθε νησί είναι δυνάμει πειρατική φωλιά, και σε τούτο το βιβλίο, με μπάρκα πειρατικά και φοβερούς κουρσάρους, Ρωμιούς, Φράγκους ή Μουσουλμάνους να δεσπόζουν, σπέρνοντας τον τρόμο σε όλη τη Μεσόγειο, διαγουμίζοντας καράβια και στεριές, ένα πρόσωπο ξεχωρίζει και επιβάλλει την αφηγηματική του κυριαρχία, γεγονός δίκαιο αφού επέβαλε και την πραγματική στην ιστορία του Αιγαίου, έστω και για χρόνο βραχύ. Είναι ο Γιάννης Κάψης, άνθρωπος γλυκός και αψύς πειρατής, που μες στις ανεμοθύελλες γυρνά με την Εκατερινέτα τις θάλασσες που κανένα δεν έχουνε αφέντη, γυρεύοντας ευκαιρίες για κούρσος, χωρίς διάκριση, σε μια εποχή γεμάτη ευκαιρίες για τους αδίστακτους. Η οικογένεια Κάψη κατάγεται από το Λιδορίκι. Ανάμεσα στον μεγάλο Γρηγόρη ή καπετάν Τρομάρα που είναι πιο παρορμητικός, άφοβος και τραχύς, και στον μικρό ακόμη Νίκο, ο Γιάννης ή καπετάν Τζώρτζης, σκεπτικιστής κι ας έχει όψη Ποσειδώνα, είναι ο πιο ώριμος για έργα μεγάλα.
Στο βιβλίο της Καριζώνη, με την αλλεπάλληλη δραματική διαδοχή των γεγονότων, όλα αλλάζουν, όλα χάνονται. Ανάμεσα στα γεγονότα η ανθρώπινη ζωή συνθλίβεται ή εξαίρεται, βαδίζοντας πειρατικά προς κάποιο άγνωστο σκοπό που πότε χάνεται στα σύννεφα συμπαρασύροντας στα σκοτάδια την ψυχή και πότε αστράφτει, εφήμερη αλλά δημιουργική. Η ψυχολογία του «τσούρμου», η περιγραφή της σύρραξης των πειρατικών, τα ρεσάλτα, ο ίλιγγος της μάχης που αγριεύει την ψυχή, το πλιάτσικο, το δουλεμπόριο στα νησιά, η πανταχού παρούσα σκιά του Οθωμανού κατακτητή, γεννούν φυσική την ανάγκη αν όχι της γαλήνης, του καταφύγιου. Κι αυτό για τον Γιάννη Κάψη θα σταθεί η Μήλος κι η κόρη του κυβερνήτη του νησιού Αρμένη, η Θάλεια, που γίνεται γυναίκα του. Μα οι πειρατές δεν κάνει να παντρεύονται. Ο θάνατος του αδελφού του καπετάν Τρομάρα τον βγάζει πάλι στη θάλασσα, εκδικητή και αποφασισμένο όχι πια κουρσάρο μα ελευθερωτή. Όταν γυρίζει στο νησί, δεν γυρεύει πια καταφύγιο αλλά ιδρύει ένα βασίλειο, με τον ίδιο βασιλιά, ο πρώτος στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Το εγχείρημα βέβαια είναι βραχύβιο, από το 1677 ως το 1680, όταν μια ανεξήγητη ευπιστία οδηγεί τον Κάψη να πάει στο στόμα του λύκου και να συλληφθεί από τους Οθωμανούς για να καταλήξει, μετά από ανείπωτα βασανιστήρια, στην αγχόνη, στην Κωνσταντινούπολη. Οι δικοί του θα σκορπίσουν, στην Ικαριά και στη Βαλέτα κι η Μήλος, το νησί με τους 20.000 κατοίκους και τα φιλελεύθερα ήθη θα γνωρίσει την παρακμή.
Το γνωρίζουμε κι από προηγούμενα βιβλία. Το οικοδόμημα του έργου της Καριζώνη υψώνεται στα αιματοπότιστα χώματα της ελληνικής διάρκειας. Από αυτά τα χώματα αντλεί την έμπνευσή της. Είναι όμως στραμμένη στο ιστορικό χθες, όχι για να κρυφτεί ή για να νοσταλγήσει ανύπαρκτους χαμένους παραδείσους αλλά γιατί θέλει να αθανατίσει και να προβάλει στο μέλλον ένα ορισμένο ήθος. Η διάρκεια, τόσο των λαών όσο και των ανθρώπων και η ανάγκη της αίσθησης (ή της ψευδαίσθησης) πως κάτι θα μείνει από το πέρασμά μας την καθοδηγεί. Γιατί ξέρει πως όταν η τέχνη αγκαλιάζει μονάχα το εφήμερο, θα πει πως έχασε πια την εμπιστοσύνη της στον εαυτό της, πως υποτάχθηκε στον συρμό και την επιπολαιότητα. Η αληθινή λογοτεχνία δεν ξεγράφει το χτες, δεν μπαίνει στον ζυγό του χρόνου. Δεν γίνεται έρμαιο εξωτερικών περιστάσεων. Πάντα βρίσκει τον τρόπο για να τις μεταπλάθει.
Οι χαρακτήρες του βιβλίου δεν είναι προσχήματα ιδεών ή αντίγραφα διαβασμάτων.
Δεν είναι λοιπόν συμπτωματική η παρουσία Φράγκων πειρατών που έχουν εύκολους τους όρκους κι ακόμη πιο εύκολη τη λεηλασία, δεν είναι τυχαία τα κακαβούλια της Μάνης κι οι κουρσάροι που ναυαγούν και γίνονται μοναχοί μα δεν ξεχνούν τις πειρατικές συνήθειες κι ούτε ανεβαίνουν χωρίς λόγο στο ικρίωμα περήφανοι, δεν είναι μοιραίοι οι Μαλτέζοι που κουρσεύουν τούρκικα πλοία μα συχνά εκτρέπονται και τότε παραπέμπονται στο λειοδικείο της Βαλέτας. Οι χαρακτήρες του βιβλίου δεν είναι προσχήματα ιδεών ή αντίγραφα διαβασμάτων. Ο ρεαλισμός κρατά τον φυσικό διάκοσμο και τα πραγματικά δεδομένα μα αναδεικνύει το βαθύτερο, το ουσιαστικό και πέραν του χρόνου νόημα. Είναι όλοι άνθρωποι με σάρκα και οστά. Κανείς δεν είναι κατασκευή. Η συναρπαστική πλοκή που καθηλώνει τον αναγνώστη από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα, τα συγκλονιστικά επεισόδια, το εμπνευσμένο ταίριασμα ιστορικού, εθνογραφικού και λαογραφικού πλούτου, η χυμώδης γλώσσα, συγκλίνουν σε ένα ύφος που πλάι στην ποιητικότητα της γλώσσας, απλώνει τον οραματισμό της συγγραφέως για μια ζωή που έχει νόημα μόνο όταν έχει σκοπό.
Η Κατερίνα Καριζώνη
|
Το ιστορικό αρχείο φυσικά είναι απέραντο, τα όρια απροσδιόριστα και τα θέματα θα προσφέρονται πάντοτε αφειδώς από το γενναιόδωρο κοίτασμα. Αρκεί και το βλέμμα να είναι καθαρό για το παρελθόν που το κορμί ήταν σκλαβωμένο μα η ψυχή ακέραιη. Η εκλογή της Καριζώνη, πιθανότατα να αποτελεί προϊόν συνείδησης για το πόσο ανάγκη ζωτική έχουμε εκείνο το παράδειγμα στα χρόνια τούτα και κυρίως στα χρόνια που έρχονται. Το βέβαιο πάντως είναι πως με τα μέσα και τα υλικά της τέχνης της, ζητεί ένα κόσμο άλλον από αυτόν που μας έριξε μια ανεξερεύνητη βούληση. Στα μάτια της η συνθλιμμένη από τον κατακτητή νιότη ρίχνεται διαρκώς στον δεινό, τον ακατάλυτο έρωτα της ανυπακοής και της δράσης. Ανηφορίζουν ωραίοι οι ανυπότακτοι, φλεγόμενοι από το πάθος για τη λευτεριά που νικά κάθε θάνατο. Δεν υποκαθιστούν τη ζωή με ιδέες και φτηνές παρηγοριές που οι δούλοι στην ψυχή αναζητούν.
Καθώς νησί-νησί ταξιδεύουμε με την Καριζώνη σε όλο το Αιγαίο, νιώθουμε πως μπορεί όλων μας η ζωή να είναι γραμμένη στο νερό και απρόβλεπτη, υπάρχει όμως και κάτι που τη στερεώνει, η πειρατεία και η ομορφιά. Η ομορφιά, όπως περιγράφεται έξοχα με μια χριστουγεννιάτικη λειτουργία στο σπήλαιο της Αντιπάρου που είχε μετατραπεί σε ναό από τους πειρατές και δοξάζει εκείνους τους ανθρώπους που δεν άντεχαν να είναι δούλοι, που ήθελαν να γευθούν τη ζωή με όλο τους το είναι. Ανθρώπους που κι όταν ερχόταν η ώρα του θανάτου, δεν δίσταζαν μηδέ στιγμή. Κατακτούσαν την απόλυτη ελευθερία, εκμηδενίζανε κάθε υλικό πειρασμό. Έτσι, καθώς η συγγραφέας θέλγεται από τη γενναιότητα που είναι συνδυασμένη με την ομορφιά, υψώνει τους Έλληνες στον αληθινό τους τόπο, στον τόπο της Ομορφιάς. Ο Γιώργος Ιωάννου είχε κάνει κάπου την εύστοχη παρατήρηση πως «την Ελλάδα δεν την ελευθέρωσε μια οποιαδήποτε δύναμη ή βία αλλά η ομορφιά και το θάρρος». Αυτός ο συνδυασμός που χαρίζει απόκοτη λάμψη στους ήρωες της τουρκοκρατίας, συναρπάζει εξακολουθητικά και την Καριζώνη που εμπνέεται από τους λίγους, από τους ανυπόταχτους, απ’ αυτούς που βγαίνουν στο βουνό ή στο πέλαγος.
Χωρίς να εξιδανικεύει –βλέπει πάντα τη ζωή όπως είναι, με το μεγαλείο και με τις μικρότητές της– έδειξε πως οι αδυναμίες του ανθρώπου δεν είναι τίποτα μπροστά στην απόφαση, στη δυνατή ψυχή.
Η προβολή των αρετών του λαού μας την εποχή που η κοινωνική και η πνευματική ζωή ξέπεφτε ολοένα και χαμηλότερα, δεν ήταν τυχαία εκλογή της Καριζώνη. Την εποχή του σχετικισμού και της μικροπονηριάς, ανέλαβε να διασώσει το αίσθημα της πίστης και της περηφάνιας. Χωρίς να εξιδανικεύει –βλέπει πάντα τη ζωή όπως είναι, με το μεγαλείο και με τις μικρότητές της– έδειξε πως οι αδυναμίες του ανθρώπου δεν είναι τίποτα μπροστά στην απόφαση, στη δυνατή ψυχή. Και μπορεί η λογοτεχνία να μη μπορεί να υποκαταστήσει την ιστορία ούτε η ιστορία όμως εξαντλεί τη ζωή στην ακαδημαϊκή της καταγραφή. Η ένωση με το όλον, το όραμα μιας μακράς αρμονικής αλυσίδας γενεών, η ευφορία και η γονιμότητα, η απρόβλεπτη τέχνη των μεταμορφώσεων δίνουν στη ζωή ξανά κάτι από τη χαμένη της ιερότητα. Ο τόπος μας είχε και έχει ανάγκη από συγγραφείς που θα σώσουν τους νεκρούς μας από τον οριστικό θάνατο της λησμονιάς. Που δεν υποκύπτουν στις δουλείες ενός ξεπεσμένου μοντερνισμού και συγχρόνως στέκουν αισθητικά άρτιοι, μακριά από την κοινωνιολογική παραλογοτεχνία.
Οφείλουμε χάριτες λοιπόν στην Κατερίνα Καριζώνη που κρατά ανοιχτό το παραθύρι της ψυχής της –και εν ταυτώ της ψυχής μας– για να έρχεται αεράκι δροσιστικό πότε από τ’ απάτητα βράχια της Μάνης, πότε από τ’ ατρύγητα κύματα του Αιγαίου. Από τις ανδρείες ψυχές που έσωσαν το συλλογικό μας Πρόσωπο, αυτό που στις ημέρες μας με θράσος ονομάζεται «ιδεολόγημα» και «αφήγηση». Έργο που εύχομαι να διαπερνά το χρόνο και να φέρνει από τα πέλαγα κι από τα καταράχια μηνύματα τέχνης και λευτεριάς. Φτάνει να το πιστέψουμε. Κι ίσως ακούσουμε τότε κι εμείς τη φωνή του ήρεμου παλικαριού μα τρομερού κουρσάρου, του Γιάννη Κάψη που τρυγούσε όλο το Αιγαίο, καθώς βρόνταγε πάνω από τα θυμωμένα κύματα. Μια φωνή που δεν την χρειάζεται μόνο η λογοτεχνία μας μα και η ζωή μας.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Ο κύκλος του χώματος» (εκδ. Καστανιώτη).
→ Στην κεντρική εικόνα ο πίνακας του © Ivan Onnellinen.
Το λυκόφως του Αιγαίου
Κατερίνα Καριζώνη
Καστανιώτης 2019
Σελ. 290, τιμή εκδότη €15,00