Για τη συλλογή διηγημάτων της Αρετής Καράμπελα «Μελανά όπως τα μούρα» (εκδ. Θράκα) και τη νουβέλα της Βάσως Καλαντίδου «Στην πέτρα χαραγμένα» (εκδ. Ενύπνιο).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Οι πρωτοεμφανιζόμενοι πλέον δεν κατεβαίνουν στη λογοτεχνική κονίστρα γύρω στα τριάντα με σαράντα, όταν δηλαδή συνήθως μετατρέπουν την έφεσή τους στο γράψιμο σε στιβαρή πένα. Πολλοί τολμάνε νωρίτερα, με όλο το ρίσκο της νεανικής ορμής, κι άλλοι περιμένουν να μεστώσει καλά το κρασί στα βαρέλια της σκέψης τους. Έτσι, ενώ η Βάσω Καλαντίδου έρχεται στην ηλικία των σαράντα τεσσάρων να ενταχθεί στην επικράτεια των γραμμάτων, η Αρετή Καράμπελα δημοσιοποιεί, σε πιο ώριμη φάση της ζωής της, τα αξιοπρόσεκτα διηγήματά της, δείγμα πολυετών υπόγειων ζυμώσεων.
Ένα ύφος που αναδεικνύει τη στοχαστική του θωριά, αλλά συνάμα δεν υπαναχωρεί στις αφηγηματικές ανάγκες κάθε ιστορίας. Αυτό είναι το εισιτήριο για τον αναγνώστη που αναζητά πρώτα τη γλώσσα για να πειστεί πως ό,τι διαβάσει έχει τα εχέγγυα της γραφής και της λογοτεχνικής στόφας.
Δύο είναι τα βασικά χαρακτηριστικά των μικρών (2-6 σελίδων) διηγημάτων της Αρετής Καράμπελα. Από τη μια, η γλώσσα της που δίνει σήμα ότι η συγγραφέας έχει κατακτήσει το προσωπικό της ύφος, ότι μπορεί δηλαδή να λέει τα πράγματα με τον δικό της τρόπο. Ένα ύφος που αναδεικνύει τη στοχαστική του θωριά, αλλά συνάμα δεν υπαναχωρεί στις αφηγηματικές ανάγκες κάθε ιστορίας. Αυτό είναι το εισιτήριο για τον αναγνώστη που αναζητά πρώτα τη γλώσσα για να πειστεί πως ό,τι διαβάσει έχει τα εχέγγυα της γραφής και της λογοτεχνικής στόφας.
Αυτή η γλώσσα, με τις μικρές προτάσεις και τα απανωτά νοήματα, υπηρετεί έναν ρεαλιστικό, συχνά νατουραλιστικό, τρόπο γραφής. Το τοπίο απεικονίζεται όσο χρειάζεται, σκληρό και συχνά ανελέητο, οι άνθρωποι με εξωτερική οπτική γωνία, κρυπτικοί, αινιγματικοί κι ενίοτε κοινωνικά άγριοι, τα ζώα μόνο διάγουν τον δικό τους βίο, ούτε ηθικό ούτε ανήθικο, μέσα στην αν-ιστορική φύση τους.
Από την άλλη, το τέλος κάθε διηγήματος κάνει ένα σκόπιμο, έντονο, αφαιρετικό άλμα, που πετά τον αναγνώστη από τον διάδρομο της ανάγνωσης σε μια γεμάτη ερωτηματικά απόληξη. Η Βάγια λ.χ. πώς βρέθηκε πνιγμένη, όταν ο Κίμωνας κοιτούσε τη σενεγαλέζα καλλονή να χορεύει; Αυτοκτονία λόγω ζήλιας;, αν και δεν υπήρξε στο πρώτο διήγημα της συλλογής «Σιβηριανό χάσκι με λύκο» μια ευθεία γραμμή που να συνδέει το αίτιο με το αιτιατό. Τα πρώτα ειδικά κείμενα του τομίδιου δείχνουν ότι τα πράγματα δεν συνδέονται στη ζωή αυτόματα, αλλά και ότι κάθε νήμα ψάχνει να βρει όσα είναι εν δυνάμει ομοειδή του, για να δημιουργήσει μια βαθύτερη ερμηνευτική σφαίρα.
Έτσι, αυτές οι δύο συνήθως γραμμές αφήνουν ένα μυστήριο, καθώς το ασύμπτωτο της κατεύθυνσής τους αφήνει χάσματα τα οποία ο αναγνώστης καλείται να καλύψει. Ο τελευταίος φτάνει σε ένα σημείο απότομης συγκίνησης, από την ηλικιωμένη γυναίκα που φιλεύει τη γάτα του μικρού παιδιού και το ίδιο, πεινασμένο, ζητά και για τον εαυτό του ένα πιάτο κοτόσουπα ώς τους στρατιώτες που καταφτάνουν με ελικόπτερο για να πάρουν την άρρωστη γριά σε ένα ερημικό νησί των Κυκλάδων. Κι έπειτα, προς το τέλος κάθε ιστορίας, η συγκίνηση εξάγει από μέσα της μια απρόσμενη βία, ένα μικρό τσεκούρι που σπάει το αγαθό συναίσθημα: ο μικρός δοκιμάζει το σκοινί της μπουγάδας, για να το χρησιμοποιήσει εναντίον της ξενίστριάς του; ή ο γέρος να εγκλωβίζει σε έναν λάκκο τους δυο στρατιώτες, που ήρθαν να πάρουν τη γυναίκα του.
Αρετή Καράμπελα - Βάσω Καλαντίδου |
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι και η Βάσω Καλαντίδου γράφει μια σειρά διηγημάτων που απλώς συνδέονται πάνω σε μια αφήγηση-πρόσχημα. Ο ήρωάς της, ο Αγγελής Γρίβας, συχνάζει –χωρίς να καταλαβαίνει τι τον έλκει εκεί– στο νεκροταφείο του χωριού του, στη Βόρεια Ελλάδα, και διαβάζει το όνομα και τις χρονολογίες γέννησης και θανάτου του τεθνεώτα. Αυτό κινητοποιεί τη δημιουργική του φαντασία, ωθώντας τον να γράψει μια ιστορία για κάθε νεκρό. Αρχίζει, λοιπόν, να σωρεύει τέτοια κείμενα, ζεστά, συγκινητικά, ευφάνταστα, που αναπλάθουν μια ζωή την οποία ο ίδιος δεν ξέρει, γραμμένα όχι με τα υλικά της πραγματικότητας αλλά και τα ήθη της περιοχής και τα κλειδιά της φαντασίας.
Πραγματικό ή επινοημένο το συγγραφικό ενδεχόμενο αποτελεί λύτρωση, γεγονός που δείχνει ότι η ίδια η γραφή ανασταίνει και απαθανατίζει ανώνυμους πεθαμένους αλλά και οδηγεί τον ίδιο τον δημιουργό σε ένα είδος κάθαρσης.
Η κεντρική ιστορία εναλλάσσει αφενός τη ζωή του μικρού Αγγελή που μεγαλώνει, σπουδάζει, γνωρίζεται με ανθρώπους οι οποίοι ενθαρρύνουν την έφεσή του, αλλά και τη χήρα μάνα του η οποία κακοβλέπει τις παραξενιές του με τους τάφους και τα γράμματα, αλλά δεν εγείρει ουσιαστικά εμπόδια, κι αφετέρου τα ψευδοβιογραφικά διηγήματα που εγείρονται από όλα αυτά. Η επεισοδιώδης πλοκή (χωρίς στενούς δεσμούς μεταξύ των επεισοδίων της ζωής του Γρίβα) και τα κείμενα, που μιλάνε σε μια τρίτη διάσταση για πολλούς αφανείς, οδηγούν σε μια συγκινητική κορύφωση.
Τελικά, τα διηγήματα δεν είναι ατάκτως ερριμμένα, ούτε η υπόλοιπη ζωή του συγγραφέα είναι το άτεχνο περιτύλιγμά τους. Παρά τις ατέλειες στη συγκολλητική ουσία που συνδέει τα επιμέρους μέρη, η προσωπική αναζήτηση του πεθαμένου πατέρα οδηγεί στη δική του εκδοχή που βγαίνει σε ένα ακόμα διήγημα. Πραγματικό ή επινοημένο το συγγραφικό ενδεχόμενο αποτελεί λύτρωση, γεγονός που δείχνει ότι η ίδια η γραφή ανασταίνει και απαθανατίζει ανώνυμους πεθαμένους αλλά και οδηγεί τον ίδιο τον δημιουργό σε ένα είδος κάθαρσης. Ο τελευταίος, που συχνά κουβαλά νεκρούς μέσα του, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, βρίσκει στη λογοτεχνία τη δύναμη της φαντασίας, τη διέξοδο της εξομολόγησης, την αποκατάσταση της γραφής.
Σπάνια ένα και μόνο βιβλίο μπορεί να καταξιώσει τον συγγραφέα του. Στην περίπτωση της Αρετής Καράμπελα και της Βάσως Καλαντίδου κερδίσαμε τουλάχιστον την πρώτη επαφή, που αφήνει τη συγκίνηση, τη βία και τη φαντασία να νοτίσουν την ανάγνωση μέχρι την επόμενη φορά.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Τελευταίο του βιβλίο, η «Βιβλιογραφία για τον Νίκο Καζαντζάκη» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).
→ Στην κεντρική εικόνα, φωτογραφία © John Crosley.
Μελανά όπως τα μούρα
Αρετή Καράμπελα
Θράκα 2018
Σελ. 118, τιμή εκδότη €10,00
Στην πέτρα χαραγμένα
Βάσω Καλαντίδου
Ενύπνιο 2019
Σελ. 144, τιμή εκδότη €10,00