Για το βιβλίο του Erik Larson «Βουβό Κύμα» (μτφρ. Κατερίνα Σχινά, εκδ. Ίκαρος).
Του Νίκου Ξένιου
Το βιβλίο, προϊόν πολυετούς και κοπιώδους έρευνας του ευπώλητου συγγραφέα, πραγματεύεται με λογοτεχνικές αξιώσεις τις τελευταίες ώρες του βρετανικού υπερωκεάνειου «Lusitania», το οποίο τορπιλίσθηκε αύτανδρο την τελευταία ημέρα της επιστροφής του από το λιμάνι της Νέας Υόρκης και λίγο πριν ελλιμενισθεί στο Λίβερπουλ. Πρόκειται για μιαν αφήγηση που μπορεί να χαρακτηρισθεί από εμμονική έως μακάβρια, γι’ αυτό άλλωστε είναι και συναρπαστική. Ο τορπιλισμός του «Λουζιτάνια» στάθηκε καθοριστικός για τη μεταστροφή της αμερικανικής κοινής γνώμης κατά της Γερμανίας και την εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πλευρό της Entente.
Το γοητευτικό καράβι
Το ήρεμο απόγευμα εκείνης της ηλιόλουστης ημέρας το προσωπικό του “Λουζιτάνια” και οι επιβάτες εντόπισαν με τρόμο το «βουβό κύμα» που διέγραφε η τορπίλη καθώς διέσχιζε την ήρεμη θάλασσα και κατευθυνόταν καταπάνω τους, σαν γραμμή που διαγράφεται από την κιμωλία πάνω στον μαυροπίνακα.
Το «Λουζιτάνια» ήταν το καμάρι της ναυπηγικής βιομηχανίας. Ναυπηγήθηκε από τους John Brown & Co. της Clydebank το 1906, ανήκε στην εταιρία Cunard και ήταν το πιο γρήγορο ατμόπλοιο της κλάσης του, εκτοπίσματος 32.000 τόννων και υψίστης ταχύτητας 26 κόμβων. Το παρθενικό του ταξίδι στις ΗΠΑ έγινε ανάμεσα στις 7 και τις 13 Σεπτεμβρίου του 1907, ενώ πραγματοποίησε 101 ταξίδια στη σύντομη ζωή του.
Από την αρχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου[1] και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο η επίθεση υποβρυχίων εναντίον εμπορικών και επιβατικών πλοίων απαγορευόταν. Παρά ταύτα, οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν τα υποβρύχια εναντίον πλοίων αγγλικών συμφερόντων κι έπειτα εναντίον κάθε πλοίου που δεν ανήκε στο μπλοκ των κεντρικών αυτοκρατοριών. Για να φθάσει ένα πλοίο σε βρετανικό λιμάνι ή να φύγει από αυτό, έπρεπε να ξεγλιστρήσει ανάμεσα στα υποβρύχια που παραμόνευαν να βυθίσουν κάθε πλεούμενο και να στερήσουν έτσι τα βρετανικά νησιά από τον ανεφοδιασμό τους. Στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μέσα σε τρεις μήνες (15 Φεβρουαρίου – 15 Μαΐου 1915), βυθίστηκαν 111 εμπορικά και επιβατηγά πλοία, παρασέρνοντας στον θάνατο πληρώματα και επιβάτες.
Στις 7 Μαΐου του 1915, το βρετανικό ναυαρχείο ειδοποίησε ότι την ημέρα εκείνη είχε παρατηρηθεί δραστηριότητα γερμανικών υποβρυχίων στην περιοχή της Νότιας Ιρλανδίας και εντός του πλοός του υπερωκεάνειου. Συνιστούσε πορεία ζιγκ ζαγκ ώστε το πλοίο να μην αποτελέσει στόχο. Η δε Γερμανική Πρεσβεία είχε διευκρινίσει με ανακοινώσεις της ότι το πλοίο συνιστούσε πιθανό στόχο. Ο κυβερνήτης του «Λουζιτάνια» William Thomas Turner αγνόησε τα τηλεγραφήματα, θεωρώντας το απίθανο να χτυπήσουν επιβατηγό οι Γερμανοί. Οι μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας είχαν εντοπίσει το U-20 στα χωρικά ύδατα δυτικά της Ιρλανδίας, όμως δεν προέβησαν σε ανακοινώσεις.
Το ήρεμο απόγευμα εκείνης της ηλιόλουστης ημέρας το προσωπικό του «Λουζιτάνια» και οι επιβάτες εντόπισαν με τρόμο το «βουβό κύμα» που διέγραφε η τορπίλη καθώς διέσχιζε την ήρεμη θάλασσα και κατευθυνόταν καταπάνω τους, σαν γραμμή που διαγράφεται από την κιμωλία πάνω στον μαυροπίνακα. Η τραγική συνέχεια στις σελίδες του βιβλίου...
Η εποχή και οι χαρακτήρες
Ο Λάρσον με πολύ εναργή τρόπο περιγράφει τη ζωή των πληρωμάτων των πρώτων υποβρυχίων. Κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου είναι ο κυβερνήτης του γερμανικού υποβρυχίου Walther Schwieger, γνωστός για τις τορπιλιστικές επιδόσεις του σκάφους του, τύπου Unterseeboot-20. Τόσο η γερμανική όσο και η αγγλοσαξονική «πλευρά» αποδίδονται επί ίσοις όροις: χωρίς κάποια προκατάληψη να σκιάζει την αντικειμενικότητα της έρευνας του συγγραφέα. Το σκηνικό του βιβλίου μάς μεταφέρει, εκτός από τα ύδατα της διαδρομής του μοιραίου πλοίου, τη Νέα Υόρκη, την Ουάσιγκτον, το Βερολίνο και το Λονδίνο, αναπλασμένα από πηγές που παρατίθενται από τον συγγραφέα.
Η παρουσίαση των “μίνι” ιστοριών τους προσδίδει στο βιβλίο ένα ενδιαφέροντα χαρακτήρα “ντοκιμαντέρ”, δραματοποιεί τις στιγμές καθυστερώντας σκόπιμα την κλιμάκωση της τραγωδίας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες διέρχονταν τότε τη λεγόμενη «Progressive Era»[2], κύρια γνωρίσματα της οποίας ήταν η νεοπλουτική χλιδή και η αναζήτηση της περιπέτειας και του μυστηρίου, εν πολλοίς τα γνωρίσματα ρηχότητας που χαρακτηρίζουν και τον μέσο σύγχρονο Αμερικανό. Δεν είναι τυχαία η εμπορική επιτυχία του βιβλίου, που ζωντανεύει με μυθιστορηματικό τρόπο πολλές διαφορετικές προσωπικότητες της εποχής: τον διάσημο βιβλιοπώλη της Βοστόνης Charles Lauriat, την πρωτοποριακή αρχιτέκτονα Theodate Pope Riddle, τον ίδιο τον πρόεδρο Woodrow Wilson και την κοσμηματοπώλη Edith Galt που απέρριψε την πρόταση γάμου του, τον εκατομμυριούχο Vanderbilt, το ζεύγος Shineman, τους Καναδούς επιβάτες, που ο συγγραφέας τους αντιμετωπίζει ως «πέραν του Ατλαντικού Βρετανούς», τον Βρετανό σχεδιαστή «Αρ Ντεκό» Oliver Bernard, τη σουφραζέτα υποκόμισσα Margaret Mackworth που είχε αποκλεισθεί με σεξιστικό τρόπο από το βρετανικό κοινοβούλιο και ένα σωρό άλλους, γλαφυρές ψηφίδες της όψιμης βικτωριανής εποχής.
Η –παράλληλη με το δράμα του «Λουζιτάνια»– παρουσίαση των «μίνι» ιστοριών τους προσδίδει στο βιβλίο ένα ενδιαφέροντα χαρακτήρα «ντοκιμαντέρ», δραματοποιεί τις στιγμές καθυστερώντας σκόπιμα την κλιμάκωση της τραγωδίας, αντιπαραθέτει κατά ειρωνικό τρόπο τις μάταιες προσδοκίες των ηρώων προς την καλπάζουσα, μακάβρια έκβαση του πεπρωμένου τους και εξάπτει ένα, κατά την άποψή μου, κουτσομπολικό ενδιαφέρον, που κατά τα φαινόμενα δεν παρακωλύει την απρόσκοπτη ανάγνωση του βιβλίου: αντιθέτως, προσωπικά με καθήλωσε, αποδίδω όμως εξόχως το γεγονός στην όμορφη μετάφραση της Κατερίνας Σχινά.
Ο Erik Larson |
Η μαζική δολοφονία
Είσαι ο μόνος Γερμανός ναυτικός που κατανοεί τον νόμο του Πολέμου: σκότωσε τον εχθρό σου χωρίς να σκοτωθείς ο ίδιος! Δεν σε κατηγορώ για την υπόθεση του υποβρυχίου. Το ίδιο θα έκανα κι εγώ στη θέση σου, μόνο οι ηλίθιοι στην Αγγλία δεν θέλησαν να το πιστέψουν όταν τους το είπα.
Από τους επιβαίνοντες του «Λουζιτάνια» πνίγηκαν 1.197 και σώθηκαν 763, κάποιοι εκ των οποίων αποτέλεσαν ζωντανές μαρτυρίες για την κάλυψη του γεγονότος. Το κοινό πείσθηκε αρχικά από τη δημοσιογραφική/πολιτική προβολή του πως το υπέροχο και άτυχο υπερωκεάνειο είχε τορπιλισθεί μόνο μια φορά. Ωστόσο σήμερα ο διπλός τορπιλισμός του καταγράφεται στα πρώτα περιστατικά «ολοκληρωτικού πολέμου» του Πρώτου Παγκοσμίου, διότι τα θύματά του ήταν άμαχος πληθυσμός και πολλά μικρά παιδιά και βρέφη. Κατόπιν η Γερμανία ισχυρίσθηκε ότι το «Λουζιτάνια» μετέφερε όπλα που προορίζονταν για τη Βρετανία, γεγονός που η αγγλική κυβέρνηση αρνήθηκε κατηγορηματικά. Χρόνια αργότερα αποκαλύφθηκε πως όντως μετέφερε φορτίο φυσιγγίων και οβίδων (συνολικά περί τους 173 τόννους), εν αγνοία των επιβαινόντων.
Η διεθνής κοινή γνώμη μπορεί να εξεμάνη, όμως οι αρχιτέκτονες του πολέμου φάνηκαν αμετανόητοι. Άξια σχολιασμού είναι η επιστολή που ο ναύαρχος Lord Fisher απηύθυνε στον Γερμανό ομόλογό του von Tirpitz το 1916, ένα γράμμα όπου δικαιολογούσε απόλυτα την ειδεχθή ενέργεια με τις εξής λέξεις: «Είσαι ο μόνος Γερμανός ναυτικός που κατανοεί τον νόμο του Πολέμου: σκότωσε τον εχθρό σου χωρίς να σκοτωθείς ο ίδιος! Δεν σε κατηγορώ για την υπόθεση του υποβρυχίου. Το ίδιο θα έκανα κι εγώ στη θέση σου, μόνο οι ηλίθιοι στην Αγγλία δεν θέλησαν να το πιστέψουν όταν τους το είπα».
Ο συγγραφέας Erik Larson (γεν. στο Μπρούκλιν στις 3 Ιανουαρίου του 1954) σπούδασε Ρωσική Ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανίας, είναι κατ’ επάγγελμα ρεπόρτερ εγκλήματος, έγραψε το μπεστσέλερ The Devil in the White City (2003), ενώ κατά καιρούς δημοσίευσε κείμενά του στα περιοδικά «The New Yorker», «The Atlantic Monthly» και «Harper’s». Δίδαξε Δημοσιογραφία στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο, στο Πανεπιστήμιο του Όρεγκον και στα Σεμινάρια Γραφής του Johns Hopkins. Το Bουβό κύμα του απέσπασε τα βραβεία Goodreads Choice Award (2015) και World Magazine Book of the Year (2015), στην κατηγορία «Ιστορία/Βιογραφίες».
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
[1] Η Συνθήκη του Λονδίνου ήταν μυστική συμφωνία μεταξύ της Τριπλής Entente και της Ιταλίας, που υπογράφηκε στο Λονδίνο στις 26 Απριλίου 1915 από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, τη Ρωσική Αυτοκρατορία και το Βασίλειο της Ιταλίας. Παρά την αντίθεση της πλειοψηφίας των Ιταλών που επιθυμούσαν την ουδετερότητα, η Ιταλία βάσει της συνθήκης ένωσε τις δυνάμεις της με τους συμμάχους κατά της Αυστροουγγαρίας τον Μάιο του ίδιου έτους. Έτσι οι συμμαχικές δυνάμεις εκχώρησαν στην Ιταλία, ανάμεσα στα άλλα, πλήρη κυριαρχία επί της Λιβύης και επί των Δωδεκανήσων, καθώς και μια ζώνη επιρροής στη Μικρά Ασία. Η Ιταλία όφειλε να κηρύξει πόλεμο εναντίον της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας σε έναν μήνα (τούτο συνέβη κατά της Αυστροουγγαρίας έναν μήνα μετά, αλλά μόλις το 1916 εναντίον της Γερμανίας). Θεωρώντας βέβαιη τη νίκη κατά της Γερμανίας και των συμμάχων της, η Τριπλή Entente υποσχέθηκε στην Ιταλία την προσάρτηση εδαφών στο τέλος του πολέμου. Βάσει της συνθήκης οι συμμαχικές δυνάμεις εκχώρησαν στην Ιταλία την πλήρη κυριαρχία επί της Λιβύης και επί των Δωδεκανήσων καθώς και ζώνη επιρροής στη Μικρά Ασία.
Βουβό Κύμα
Το τελευταίο πέρασμα του Λουζιτάνια
Erik Larson
Μτφρ. Κατερίνα Σχινά
Ίκαρος 2017
Σελ. 508, τιμή εκδότη €17,90