Για το βιβλίο της Κατερίνας Σχινά «Μυστικά του συρταριού - Η τέχνη και οι τεχνίτες της ημερολογιακής γραφής» (εκδ. Πατάκη).
Του Νίκου Ξένιου
Τα θρησκευτικά Απολογητικά κείμενα του Μεσαίωνα, το Pillow Book (枕草子Makura no Sōshi) της Σέι Σοναγκόν της ιαπωνικής δυναστείας Χε Γιαν του τέλους του 10ου αιώνα, που διακρινόταν για το δοκιμιακό ύφος κάποιων αποσπασμάτων του και για το ανεκδοτολογικό ή απλά περιγραφικό ύφος κάποιων άλλων[1], τα Οικογενειακά Χρονικά και τα cahiers de pensées του 15ου και του 16ου αιώνα, τα απολογητικά κείμενα του Ευσεβισμού του 18ου αιώνα, τα ερμητικά προσωπικά ημερολόγια του 19ου αιώνα, η εναλλαγή κίβδηλου και αυθεντικού στο Ημερολόγιο των Κιβδηλοποιών του Αντρέ Ζιντ[2], τα Ημερολόγια από τις Ακυβέρνητες Πολιτείες του Στρατή Τσίρκα, το Journal Intime του Αμιέλ ή του Σταντάλ[3], οι Εξομολογήσεις μοναχικού περιπατητού του Ζαν Ζακ Ρουσώ, έως και το πολύτομο βιβλίο του σκανδιναβού Κνάουσγκορντ Ο αγών μου που πρόσφατα μεταφράζεται στη χώρα μας, ανήκουν στο ημερολόγιο: στο είδος αυτό αποσπασματικής γραφής που αγνοεί, αρνείται ή επινοεί τον αποδέκτη της, και της οποίας η αφηγηματική ειλικρίνεια είναι αμφισβητήσιμη.
Το εντυπωσιακό και εξωφρενικά κοπιώδες αυτής της ανθολογίας είναι η δραστηριότητα της μετάφρασης, που είναι αποκλειστικά έργο της Σχινά.
Η Σούζαν Σόνταγκ δεν μπορούσε για χρόνια να κρατήσει ημερολόγιο γιατί «αδυνατούσε να φανταστεί έναν αναγνώστη», μας πληροφορεί η Κατερίνα Σχινά στην «κολασμένη» και, εν μέρει, ηδονοβλεπτική –πλην, όμως, πρωτότυπη, γλαφυρότατη και εκδοτικά καινοφανή στη χώρα μας– ανθολόγηση κατά θέματα αντιπροσωπευτικών αποσπασμάτων ημερολογίων 132 διαφορετικών προσωπικοτήτων από όλον τον κόσμο, που ξεκινούν από το 1660 και φτάνουν ως τα τέλη του 20ού αιώνα, που τιτλοφορείται Μυστικά του συρταριού - Η τέχνη και οι τεχνίτες της ημερολογιακής γραφής (εκδ. Πατάκη). Το εντυπωσιακό και εξωφρενικά κοπιώδες αυτής της ανθολογίας είναι η δραστηριότητα της μετάφρασης, που είναι αποκλειστικά έργο της Σχινά.
Πιθανά κίνητρα ενός τέτοιας φύσεως απανθίσματος
Είμαι βέβαιος πως η φίλτατη Κατερίνα Σχινά οδηγήθηκε σε αυτό το σπάνιο florilège από μια πλειάδα κινήτρων: ίσως από την απουσία αποδέκτη και την απεύθυνση στον εαυτό «ωσάν» να είναι «κάποιος άλλος». Ίσως από την απόσχιση από τον εαυτό ή η απογύμνωση του εαυτού. Τη μαρτυρία της αυτοσυγκρότησης, τη βιοσοφική αποτίμηση του κόσμου, την υπόδυση του ρόλου του ειλικρινώς εκμυστηρευόμενου, ή, αντίθετα, τον ερμητισμό, τη συνειδησιακή ροή, την πηγαιότητα. Δεν αποκλείεται να δελεάστηκε από τον ατομοκεντρισμό, τον ναρκισσισμό και την εφηβική αμεσότητα, από τη φρεσκάδα της στιγμής άμεσης καταγραφής, από την κατάθεση ψυχής και την έκφραση της ιδιαιτερότητας. Πραγματολογικά σίγουρα την προσείλκυσαν η κριτική διάθεση και το κοινωνικό σχόλιο, η διασταύρωση με εξέχουσες προσωπικότητες. Τα πιο δελεαστικά χαρακτηριστικά της ημερολογιακής γραφής είναι η εξέλιξη του συναισθήματος μέσα στον πραγματικό χρόνο, η αποτίμηση κάθε ξεχωριστής ημέρας ως αυτόνομης χρονικά, η ειλικρινής ενδοσκόπηση, η αφθονία ποιητικών μεταφορών, το άφθονο υλικό που προσφέρεται για συγγραφή και το «σταμάτημα» του χρόνου[4].
Η διάκριση ανάμεσα στο λογοτεχνικό και στο εξωλογοτεχνικό κείμενο θα πάψει να υπαγορεύεται από την οπτική γωνία της εποχής και μόνον, ενώ στα κριτήρια λογοτεχνικότητας θα προσμετράται, στο εξής, και ο «ορίζοντας προσδοκιών» αυτού που το γράφει, καθώς και ο λογοτεχνικός «κανόνας» της εποχής όπου το γράφει.
Τα ημερολόγια, μας λέει η συγγραφέας, κατάγουν την προέλευσή τους στα εμπορικά κατάστιχα, στα βιβλία εσόδων-εξόδων και στα Diaries («ημερολόγια καταστρώματος») της Ευρώπης του 16ου αιώνα. Αρχικά δειλά, αργότερα με μεγαλύτερη παρρησία, πάντως με κύριο γνώρισμα τη μυστικότητα και τη διακριτική εχεμύθεια του «συρταριού», θα ακμάσουν στον 20όν αιώνα, όταν θα απενοχοποιηθεί η στροφή στο Εγώ και θα ανθήσει η συνειδησιακή ροή στη λογοτεχνία (στον Προυστ αυτό θα γίνει σήμα κατατεθέν). Από ένα σημείο και μετά τα ημερολόγια θα ενταχθούν στον κύριο κορμό της λογοτεχνίας, για χίλιους δυο λόγους[5]. Η διάκριση ανάμεσα στο λογοτεχνικό και στο εξωλογοτεχνικό κείμενο θα πάψει να υπαγορεύεται από την οπτική γωνία της εποχής και μόνον, ενώ στα κριτήρια λογοτεχνικότητας θα προσμετράται, στο εξής, και ο «ορίζοντας προσδοκιών» αυτού που το γράφει, καθώς και ο λογοτεχνικός «κανόνας» της εποχής όπου το γράφει[6].
Το περιβάλλον ενός Εαυτού ως λογοτεχνικό περιβάλλον
«Το Ημερολόγιο κάνει την κίνηση της γραφής να ριζώνει στον χρόνο, στην ταπεινότητα της καθημερινότητας που είναι χρονολογημένη και διαφυλάσσεται με τη χρονολόγησή της» γράφει ο Μωρίς Μπλανσό.
Το «Εγώ» της ημερολογιακής καταγραφής δεν μπορεί να είναι κάτοπτρο του συγγραφικού Εγώ, παρά μόνο μια κατασκευή: το Εγώ, δηλαδή, όπως αποτυπώνεται στην ίδια την ενέργεια της ημερολογιακής καταγραφής της ζωής του υποκειμένου. Το ζήτημα αυτομάτως μετατίθεται στην πλασματικότητα ενός διπλού Εγώ, που είναι αφηγητής και, ταυτόχρονα, πρόσωπο ή θέμα της αφήγησης. «Το Ημερολόγιο κάνει την κίνηση της γραφής να ριζώνει στον χρόνο, στην ταπεινότητα της καθημερινότητας που είναι χρονολογημένη και διαφυλάσσεται με τη χρονολόγησή της» γράφει ο Μωρίς Μπλανσό[7]. Είναι συγκλονιστική η αποκάλυψη που κάνει ο Πέτερ Χάντκε για τη μεταμόρφωση που επιφέρει στην πραγματικότητα η πράξη της γραφής, για την απώλεια της πρωτογενούς μορφής δηλαδή στη μορφοποιημένη εκδοχή ενός κειμένου[8]. Σε αυτό προσυπογράφει και ο Κίργκεγκωρ: «Παραδόξως, στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες με τον εαυτό μου, είμαι πολύ πιο συγκεκριμένος και καθαρός σχετικά με το τι είμαι. Όμως, αμέσως μόλις καταγράψω μια διαπίστωση σχετικά με ένα, διαπιστώνω ότι έχει προσλάβει τον χαρακτήρα της κατασκευής». Στην ίδια διαπίστωση αποδίδονται και κάποιες μετανοημένες ανασυγκροτήσεις της προσωπικής ηθικής που παραθέτει η Κατερίνα Σχινά, όπως του Eugène Dabit[9]: «Αν μπορούσα να έρθω ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό μου, να είμαι αληθινός μαζί του, τότε θα είχε στ’ αλήθεια νόημα αυτό το ημερολόγιο και δεν θα ήταν πια μια ανώδυνη άσκηση ενός “ανθρώπου των γραμμάτων”».
Συχνά δε –και ασχέτως του αν ο ημερολογιογράφος υπηρετεί ή όχι εξ επαγγέλματος την τέχνη του λόγου– φέρει και τα εχέγγυα λογοτεχνήματος υψηλής ποιότητας.
Σούζαν Σόνταγκ, Ελίζαμπεθ Μπράουνινγκ, Τσβετάγιεβα, Αναΐς Νίν, Τζέιν Μάνσφιλντ, Σύλβια Πλαθ, Λουίζα Μέι Αλκοτ, Μπεατρίξ Πότερ, Χάνα Κάλγουικ, Βιρτζίνια Γουλφ, ωραία ανθολογούμενα γυναικεία ημερολόγια. Κάφκα, Τολστόι, Βύρων, Ντάρελ, Ζιντ, Ράιχ, Γκομπρόβιτς, Φρις, Γκονκούρ, Γουέντσγορθ, Μοριάκ, Ουώου, Γκαίτε, Ράσκιν, Χένρι Τζέιμς, Ντοστογιέφσκι, Κίρκεγκωρ, Τουρνιέ, Γουόρχολ, Μουζίλ, Κάουαρντ, Κονστάν, Σταντάλ, Σπέντερ, Κενό, Παβέζε, αλλά και Σεφέρης και Καβάφης: είναι κάποιοι μόνο από τους άνδρες ημερολογιογράφους της συλλογής. Στη λυρική Εισαγωγή της η Κατερίνα Σχινά εξηγεί με πειστικό τρόπο πώς προέβη στη θεματική ανθολόγηση, εξαρχής εκλαμβάνοντας το ημερολόγιο ως μέρος ενός «αυτοποιητικού συστήματος», ως «μια από τις διεργασίες που παρασκευάζουν τα θεμελιώδη συστατικά» δόμησης του Εαυτού, ως συστήματος που διατηρεί τη θετική του εντροπία[10]. Σε μιαν ημερολογιακή αφήγηση μπορούν να συνυπάρχουν και να συνδυάζονται το παρελθόν (παρόν στη μνήμη), το παρόν (παρόν στην αντίληψη) και το μέλλον (παρόν στην προσμονή και την προμελέτη), όπως ταξινομεί ο Άγιος Αυγουστίνος. Το ημερολόγιο που διατήρησε για μια δεκαετία ο Σάμιουελ Πέπυς, άγγλος βουλευτής και αρχιναύαρχος «εν ξηρά» του Καρόλου του Δεύτερου και του Ιάκωβου του Δεύτερου (17ος αι.), είναι πηγή πληροφοριών για την περίοδο της «Παλινόρθρωσης» (Restoration) και πηγή «ιστορικού ρίγους» για τη Μεγάλη Πανούκλα, τη Μεγάλη Πυρκαγιά του Λονδίνου ή τον δεύτερο πόλεμο με την Ολλανδία. Ο ημερολογιογράφος ιδιοποιείται τον χρόνο της προσωπικής του ιστορίας και ανακαλύπτει, έτσι, τον βαθμό της ίδιας του της αυθεντικότητας. Το περιβάλλον που δομεί είναι, πέρα από προσωπικό του περιβάλλον, και κειμενικό περιβάλλον που δικαιωματικά φέρει τον χαρακτηρισμό του λογοτεχνικού. Συχνά δε –και ασχέτως του αν ο ημερολογιογράφος υπηρετεί ή όχι εξ επαγγέλματος την τέχνη του λόγου– φέρει και τα εχέγγυα λογοτεχνήματος υψηλής ποιότητας.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
[1] Η Κατερίνα Σχινά χρησιμοποιεί το βιβλίο της Σέι Σοναγκόν ως εφαλτήριο για μια όμορφη γενίκευση του εξομολογητικού χαρακτήρα του λογοτεχνικού αυτού είδους (Μυστικά του συρταριού, σελ. 12).
Μυστικά του συρταριού
Η τέχνη και οι τεχνίτες της ημερολογιακής γραφής
Κατερίνα Σχινά
Εκδ. Πατάκη 2017
Σελ. 544, τιμή εκδότη €19,90