Για το βιβλίο των: Ευαγγελίας Γκούβα, Γιάννη Πάσχου και Μαίρης Γκούβα «Οι ιχθύες ως σύμβολο και τεχνούργημα – Απόπειρες ερμηνείας» (εκδ. Ίνδικτος).
Της Θεώνης Αναστασοπούλου-Καπογιάννη
Το φανταστικό ως σύνολο εικόνων που αποτελούν οργανωμένες παραστατικές δομές είναι, σύμφωνα με τον ανθρωπολόγο Γκιλμπέρτ Ντουράντ (Durand)1, το κατεξοχήν «ανθρωπολογικό σταυροδρόμι», όπου συναντώνται ποικίλες επιστήμες, σε μια προσπάθεια διερεύνησης του ανθρώπου ως βιολογικής, κοινωνικής, ψυχικής και πνευματικής ολότητας. Μέσα από τη συμβολική εικόνα τα αντικείμενα της καθημερινής εμπειρίας εγκαταλείπουν το συμβατικό νόημά τους, ακυρώνοντας την αποσπασματικότητά τους, για να αποκτήσουν την ιδιαίτερη σημασία τους ανερχόμενα σε μια πραγματικότητα ύπατη, που αποτελεί και την αρχέγονη πηγή τους. Η ζωτικότητα του συμβόλου ή του αρχέτυπου, όπως το αντιλαμβάνεται τουλάχιστον ο Jung, οφείλεται κυρίως στο ότι, ενώ εκδηλώνεται ως καθαρά πνευματικό ενέργημα, ριζώνει πρωταρχικά στο ένστικτο. Αξιώνει, έτσι, γνωσιολογική προτεραιότητα σε σχέση με αυτό που θα αποκαλούσαμε εννοιολόγηση ή κατηγοριοποίηση, τα προϊόντα δηλαδή μιας a posteriori αφαιρετικής διεργασίας.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, ένα τολμηρό εγχείρημα στον βαθμό που αποπειράται τη μετάβαση από μια αναστοχαστική βιολογία σε μια πολιτισμική ανθρωπολογία, αφού οι συγγραφείς του προέρχονται κυρίως από το επιστημονικό πεδίο της ιχθυολογίας και της θαλάσσιας βιολογίας.
Προκειμένου, λοιπόν, να ανιχνεύσει κάποιος τη φαντασιακή κληρονομιά της ανθρωπότητας, θα όφειλε να συντάξει έναν εξαντλητικό κατάλογο των συμβόλων στις πολλαπλές πολιτισμικές διαστρωματώσεις που προτείνουν οι μυθολογίες, οι θρησκείες, η εθνολογία και η ιστορία της τέχνης στις διάφορες εκδοχές της. Το βιβλίο των Ευαγγελίας Γκούβα, Γιάννη Πάσχου και Μαίρης Γκούβα Οι ιχθύες ως σύμβολο και τεχνούργημα – Απόπειρες ερμηνείας έρχεται να αναδείξει τη συμβολική λειτουργία ως θεμελιώδη συνιστώσα της ανθρώπινης ψυχής, εστιάζοντας στο συμβολισμό των ιχθύων. Το σύμβολο θεωρείται από τους συγγραφείς ως μια γέφυρα, η οποία πάντα «θα συνδέει και θα ενώνει το ορατό και το αόρατο, το γήινο και το ουράνιο, το εμπειρικό και το ιδεώδες».
Το βιβλίο αυτό αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, ένα τολμηρό εγχείρημα στον βαθμό που αποπειράται τη μετάβαση από μια αναστοχαστική βιολογία σε μια πολιτισμική ανθρωπολογία, αφού οι συγγραφείς του προέρχονται κυρίως από το επιστημονικό πεδίο της ιχθυολογίας και της θαλάσσιας βιολογίας.
Στο πρώτο μέρος, που αποτελείται από εννέα κεφάλαια και φέρει τον τίτλο «Οι ιχθύες ως σύμβολο», ο συμβολισμός του ιχθύος ανάγεται τόσο στην ιδιαιτερότητα της δομής όσο και στις βασικές ιδιότητες της φύσης του. Αντιμετωπίζεται, έτσι, ως «ένα ψυχολογικό ον, μια ανοδική δύναμη που αφορά κυρίως το ασυνείδητο», ενώ κάποιοι μελετητές θεωρούν ότι η σημασία της ιερότητας, που επιπλέον του αποδίδεται, οφείλεται στην εξομοίωση του υδάτινου περιβάλλοντός του, της θάλασσας, με τη magna mater. Για την αρχαϊκή σκέψη, η έννοια του «ιερού» προϋποθέτει τη συνύπαρξη της φύσης και του συμβόλου.
Ο ιχθύς συμβολίζει, για τη θρησκευτική συνείδηση, «την αρχή της ζωής και τη διατήρησή της», επειδή ακριβώς θεωρείται ως η «ανανεωμένη και διατηρημένη ζωτική ενέργεια μέσα στα ύδατα».
Ο ιχθύς συμβολίζει, για τη θρησκευτική συνείδηση, «την αρχή της ζωής και τη διατήρησή της», επειδή ακριβώς θεωρείται ως η «ανανεωμένη και διατηρημένη ζωτική ενέργεια μέσα στα ύδατα».
Η διάρθρωση και η σειρά των κεφαλαίων είναι τέτοια ώστε να επιτυγχάνεται μια συνεκτική και, κατά το δυνατόν, σφαιρική παρουσίαση του ζητήματος. Επιχειρείται, μάλιστα, διεπιστημονική τεκμηρίωση, μέσω ικανού αριθμού αναφορών, καθώς ο συμβολισμός του ιχθύος εξετάζεται σε πολλαπλά επίπεδα, όπως: το θρησκειολογικό («Οι ιχθύες ως θρησκευτικό σύμβολο»), το χριστιανικό («Οι ιχθύες ως χριστιανικό σύμβολο»), το ψυχαναλυτικό («Οι ιχθύες ως σεξουαλικό σύμβολο»), το μυθολογικό («Ο άνθρωπος ψάρι – Ο συμβολισμός της γοργόνας», «Το Δελφίνι ως σύμβολο», «Το σύμβολο των ιχθύων – Θαλασσίων τεράτων»), καθώς και το επίπεδο των καθημερινών ανθρώπινων δραστηριοτήτων, όπως είναι το «ψάρεμα» και οι συναλλαγές μέσω αντικειμένων στα οποία απεικονίζονται οι ιχθύες (σκεύη, νομίσματα, γραμματόσημα κ.λπ.).
Στην περίπτωση των υδάτων και των ιχθύων ως συμβόλων αναδεικνύεται κυρίως η σχέση «περιέχοντος – περιεχομένου» η οποία, ως σχέση οικολογικής τάξης, επιδέχεται αρκετές ηθικές συνδηλώσεις. Στον βαθμό που αυτή επιτρέπει την εξάλειψη των ορίων, οι μεταβάσεις από επίπεδο σε επίπεδο μπορούν να γίνονται ανεπαίσθητα, έτσι ώστε να ακυρώνεται ο ιεραρχικός τρόπος αντίληψης της πραγματικότητας και να καταγγέλλεται ως ανυπόστατος ο ανθρωποκεντρισμός. Γίνεται ιδιαίτερα εμφανές πως μια βαθύτερη ενότητα συνέχει την άπειρη ποικιλότητα των όντων. Οι αλληλουχίες είναι, συνεπώς, δυνατές και οι αναλογίες είναι επιστημολογικά νόμιμες.
Ο Γιάννης Πάσχος είναι ομότιμος καθηγητής ιχθυολογίας. Γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1954, σπούδασε Βιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ειδικεύτηκε στη Μοριακή Βιολογία και τη Γενετική των υδρόβιων οργανισμών στην Ουγγαρία και τη Νορβηγία. Το λογοτεχνικό του έργο περιλαμβάνει ποιήματα, συλλογές διηγημάτων, νουβέλες και δοκίμια τα οποία για χρόνια παρέμεναν αδημοσίευτα. Τον Μάρτιο του 2005 εκδόθηκε το πρώτο του ποιητικό κείμενο από τις εκδόσεις Οδός Πανός με τίτλο Lila Teman. Τελευταίο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων Οι μαγικές ιστορίες τού Δον Ντομίνγκο (εκδ. Περισπωμένη). |
Στο δεύτερο μέρος, που φέρει τον τίτλο «Οι ιχθύες ως τεχνούργημα», προκειμένου να αποδειχθεί η θέση για τη δυναμική του συμβόλου των ιχθύων, εκτίθεται σημαντικό (ποιοτικά και ποσοτικά) τεκμηριωτικό υλικό. Συγκεκριμένα, ανθολογούνται τα ρεύματα που συνδέθηκαν με τον συγκεκριμένο συμβολισμό, όπως αυτά εμφανίζονται στη μακρά διάρκεια, σε διάφορες περιοχές της τέχνης (ζωγραφική, αγγειοπλαστική, γλυπτική, λογοτεχνία και ποίηση, κινηματογράφος, φωτογραφία). Από τις παρουσιαζόμενες περιόδους αναδεικνύονται ποικίλες αναπαραστάσεις των ιχθύων, τις οποίες, συχνά, συνδέει μια βαθύτερη συγγένεια σημασιών.
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, πως σταχυολογούνται και παρατίθενται αποσπάσματα από κείμενα σημαντικών καλλιτεχνών σχετικά με την πηγή έμπνευσης και, γενικότερα, την ιδέα τους περί τέχνης. Τα παραπάνω συνοδεύονται από πλούσιο και υψηλής αισθητικής εικαστικό υλικό. Παρουσιάζονται, επίσης, αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα από τη λογοτεχνία, την ποίηση ή άλλες μορφές λόγου, όπου ο δυναμισμός του συμβολισμού των ιχθύων και των υδάτων εκρήγνυται με την ομορφιά της αστραπής, όπως θα έλεγε ο Μπρετόν, σε μια φαντασμαγορία ποιητικών εικόνων.
Ενάντια σε ένα θετικιστικό πουριτανισμό που επιβάλλει επιστημολογικούς αποκλεισμούς, επικυρώνοντας κατεξοχήν μονοσήμαντες έννοιες, επιβάλλεται μια «παιδαγωγική της φαντασίας», η οποία θα αναδείκνυε την ικανότητα της συμβολικής εικόνας να δουλεύει στην κατεύθυνση των διυποκειμενικών συγκλίσεων, ακριβώς μέσω της πολυσημίας. Το σύμβολο παραπέμπει, γενικότερα, σε μια έσχατη πραγματικότητα, γι’ αυτό η αλήθεια του δεν ορθολογικοποιείται, αλλά πιστοποιείται, μέσα από την ικανότητά του, ακριβώς, να μας εισάγει σ’ αυτήν.
Εάν ο Κλέε (Klee) επιχειρεί να δημιουργήσει ένα «κοσμικό βιβλίο εικόνων», για να μας μεταδώσει εκείνο που δεν είναι επικοινωνήσιμο μέσω των συμβατικών τρόπων έκφρασης, ο Μπασελάρ (Bachelard), από την πλευρά του, αποδέχεται ως μεθοδολογικά ορθή τη μελέτη της εικόνας μέσω της εικόνας. Το βιβλίο Οι ιχθύες ως σύμβολο και τεχνούργημα θα ικανοποιούσε, κατά την εκτίμησή μας, τόσο το αίτημα ενός Κλέε να αναδειχθεί μέσω της ζωγραφικής η «ενότητα του κόσμου», όσο και εκείνο ενός Μπασελάρ για έναν ευλύγιστο ορθολογισμό, ο οποίος γνωρίζει να υποδέχεται τις σημασίες που αποδεσμεύονται μέσα από την επαφή του επιστημονικού πνεύματος με τον πολύμορφο και ανυπότακτο χαρακτήρα της εμπειρίας.
* Η ΘΕΩΝΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ-ΚΑΠΟΓΙΑΝΝΗ είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης.
1. G. Durand, Les structures anthropologiques de l’ imaginaire, Paris, Bordas, 1969.