Για το βιβλίο της Σωτηρίας Σταυρακοπούλου «Τέσσερις συνεντεύξεις του Περικλή Σφυρίδη» (εκδ. Μαλλιάρης) και το βιβλίο του Ηλία Σ. Σπυρόπουλου «Από τα χρόνια και τα χαρτιά του Ντίνου Χριστιανόπουλου» (εκδ. Οδός Πανός).
Του Διονύση Στεργιούλα
Στις συνεντεύξεις που ανθολογούνται στο βιβλίο της Σωτηρίας Σταυρακοπούλου με τίτλο Τέσσερις συνεντεύξεις του Περικλή Σφυρίδη (δόθηκαν στους: Γιώργο Γαλάντη, Μάνο Κοντολέων, Χλόη Κουτσουμπέλη και στην ανθολόγο), ο Σφυρίδης μιλά για το έργο του σαν να μιλά για τη ζωή του. Από το ευθύ και εξομολογητικό ύφος των συνεντεύξεων γίνεται σαφές ότι ο πεζογράφος εισήλθε στη λογοτεχνία από τη ζωή και την εμπειρία και όχι από τη φιλολογική ενασχόληση. Συνδέει την ιατρική του ιδιότητα με τα διηγήματά του και εξηγεί με ποιον τρόπο οδηγήθηκε από την ποίηση στην πεζογραφία και από τα βιώματα, τα δικά του και των φίλων του, στη λογοτεχνική καταγραφή τους. Λέει, μεταξύ άλλων, για τη γραφή του, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ρεαλιστική-βιωματική: «Για μένα προηγείται η ζωή κι ακολουθεί η λογοτεχνία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στα διηγήματά μου δεν υπάρχει η απαραίτητη μυθοπλασία, γιατί αλλιώς δεν θα συζητούσαμε για λογοτεχνία, αλλά για φτηνή δημοσιογραφία».
Οι συνεντεύξεις παρουσιάζουν μεγάλο αναγνωστικό ενδιαφέρον και επιβεβαιώνουν τη δύναμη του Σφυρίδη στην αφήγηση, ενώ προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για το πρόσφατο λογοτεχνικό τοπίο της Θεσσαλονίκης και ιδιαίτερα για τον «κύκλο της Διαγωνίου».
Και οι τέσσερις συνεντεύξεις παρουσιάζουν μεγάλο αναγνωστικό ενδιαφέρον και επιβεβαιώνουν τη δύναμη του Σφυρίδη στην αφήγηση, ενώ προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για το πρόσφατο λογοτεχνικό τοπίο της Θεσσαλονίκης και ιδιαίτερα για τον «κύκλο της Διαγωνίου», τη μικρή, χωρίς πάντοτε διακριτά όρια, παρέα λογοτεχνών και καλλιτεχνών, που είχε ως κέντρο τον εκδότη του περιοδικού «Διαγώνιος» ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο. Ο Σφυρίδης, που προστέθηκε στον κύκλο του περιοδικού αρκετά αργά, όταν πολλοί από τους παλαιότερους συνεργάτες είχαν απομακρυνθεί, επηρεάστηκε από τον Χριστιανόπουλο, αλλά και τον επηρέασε. Η «Διαγώνιος», ενώ ξεκίνησε ως πολυσυλλεκτικό περιοδικό, με τον καιρό περιορίζει τις συνεργασίες όσων δεν ενστερνίζονταν τις αισθητικές απόψεις του εκδότη. Τα ποιοτικά κριτήρια για δημοσίευση γίνονταν όλο και πιο αυστηρά, οι πιθανότητες όμως για λογοτεχνικά θαύματα μειώνονταν.
Η αμηχανία του Σφυρίδη
Ο Σφυρίδης, παρά τη μεγάλη άνεση με την οποία συζητά για το έργο του και για τη ζωή του, παρουσιάζεται μάλλον αμήχανος όταν έρχεται αντιμέτωπος με την παρακάτω αντίφαση: να προσπαθεί, παρόλο που κινείται –ως συγγραφέας και κριτικός– σε ένα πλαίσιο κυρίως εμπειρίας και ελάχιστα θεωρίας, να μιλήσει θεωρητικά για την προτίμησή του στο βιωματικό περιεχόμενο. Με αποτέλεσμα να κάνει μία βιαστική σύγκριση εκφραζόμενος, σε κάποιες περιπτώσεις, απαξιωτικά για τον μοντερνισμό, την παράδοση του εσωτερικού μονολόγου και γενικά τη λογοτεχνία του «πνευματικού εργαστηρίου», σύμφωνα με την έκφρασή του. Ένα παράδειγμα: «Η λογοτεχνία δεν πρέπει να έχει σχέση με τα σταυρόλεξα. Λένε ορισμένοι ότι η ερμητική γραφή προϋποθέτει την ενεργητική συμμετοχή του αναγνώστη. Αυτά εγώ τα ακούω βερεσέ. Δηλαδή, αν κάποιο βιβλίο με τη σαφήνεια και την ενάργειά του διαβάζεται μονορούφι, τότε δεν συμμετέχει ο αναγνώστης; Και συμμετέχει όταν σπάει το κεφάλι του για να μαντέψει τι θέλει να πει ο συγγραφέας;». Οι σχετικές διατυπώσεις, αν και μοιάζουν αποτέλεσμα αυθόρμητων συλλογισμών, έχουν μεγάλο γραμματολογικό παρελθόν. Φτάνουν στον Γιώργο Σεφέρη, που χαρακτήρισε τον υπερρεαλισμό «εύκολη ποίηση», και ακόμη πιο πίσω.
Η απέραντη χώρα της λογοτεχνίας είναι φιλόξενη για δημιουργούς που έχουν επιλέξει διαφορετικούς δρόμους και ποικίλους προορισμούς. Συνήθως η μακροπρόθεσμη αντοχή και αποδοχή ενός έργου εξαρτάται από την ποιότητα της γραφής και όχι από από τις προγραμματικές επιλογές του συγγραφέα (συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει αβίαστα, σε δύο τουλάχιστον σημεία, και ο Σφυρίδης). Η λογοτεχνική παράδοση έχει τόσο βαθιές ρίζες στον χρόνο και στον πολιτισμό, ώστε συχνά ακριβώς οι αναφορές σε αυτή την παράδοση, οι λεγόμενες ενδολογοτεχνικές και διακειμενικές αναφορές, και όχι η ρεαλιστική απόδοση πρόσφατων βιωμάτων, είναι ο κύριος λόγος που ένα σύγχρονο έργο αποκτά ποιότητα και υπόσταση.
Η επιλογή της ανθολόγου
Στην εκτενή εισαγωγή της η Σωτηρία Σταυρακοπούλου μιλά για την ενασχόλησή της με το έργο του Σφυρίδη και για τη δομή και το περιεχόμενο του βιβλίου, ενώ εξηγεί γιατί ανθολόγησε μόνο τις συγκεκριμένες συνεντεύξεις και όχι άλλες, όπως για παράδειγμα τις δύο ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις προς τον Ηλία Γκρη και τον Παναγιώτη Γούτα. Ειδικά για τις δύο τελευταίες γράφει ότι ο λόγος που δεν συμπεριλαμβάνονται στην έκδοση είναι ότι είχαν ήδη κυκλοφορήσει σε βιβλίο αυτοτελώς. Πρόκειται ουσιαστικά για μία μεσαίας έκτασης φιλολογική μελέτη, που εστιάζεται στην προσωπικότητα και στο έργο του συγγραφέα και καταγράφει εποπτικώς και συνοπτικώς μερικά συμπεράσματα που προκύπτουν από το υλικό των συνεντεύξεων.
Ο Ηλίας Σπυρόπουλος, κλασικός φιλόλογος και μεταφραστής αρχαίων συγγραφέων, με αφορμή τη δημοσίευση της αλληλογραφίας του με τον Ντίνο Χριστιανόπουλο (των περιόδων 1953-1958 και 1983-2006) ανασύρει από το αρχείο του και από τη μνήμη του εικόνες, λέξεις, συναισθήματα, και κυρίως το κλίμα περασμένων εποχών. Δεν ασχολείται παρά ελάχιστα με το ποιητικό έργο του Χριστιανόπουλου και με τη βιβλιογραφία που έχει σχηματιστεί για τον ποιητή. Επιχειρεί να συνθέσει ένα ψυχογράφημα και ένα ζωντανό πορτρέτο του, με κύριο υλικό τις αναμνήσεις από τις κοινές σπουδές τους στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, την αλληλογραφία τους και την εστίαση σε ενδιαφέρουσες στιγμές της αλληλεπίδρασής τους.
Ο Σπυρόπουλος, με τα αναλυτικά του σχόλια και την άρτια παρουσίαση του πρωτογενούς υλικού, κάνει μία εν πολλοίς επιτυχημένη προσπάθεια να αναδείξει, μέσα από την καταγραφή στιγμών και γεγονότων της καθημερινής του ζωής, τον άλλοτε απλό στους τρόπους και τη συμπεριφορά και άλλοτε δύστροπο ή εμμονικό λαϊκό άνθρωπο, πίσω από τη λαμπερή εικόνα του διάσημου ποιητή.
Βιογραφώντας τον ποιητή, βιογραφείται και ο συγγραφέας της μελέτης. Έτσι μαθαίνουμε ότι αμέσως μετά την απόλυσή του από τη χούντα, οι μόνοι που τον στήριξαν οικονομικά ήταν ο Λίνος Πολίτης και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος. Μιλά για έναν φίλο από το παρελθόν, δίνοντας πλήθος πληροφοριών για την καθημερινή του ζωή, τις απόψεις του, τις επαγγελματικές του ενασχολήσεις, τον ευρύτερο κύκλο γνωριμιών του. Τα περισσότερα από αυτά τα έχει ήδη πει ο Χριστιανόπουλος στα αυτοβιογραφικά του κείμενα, σε ομιλίες και στις εκατοντάδες συνεντεύξεις του. Ωστόσο, το συγκεκριμένο υλικό (σε συνδυασμό και με άλλες παρόμοιες εργασίες που κυκλοφορούν ή πρόκειται να κυκλοφορήσουν), είναι πολύ πιθανό να δώσει, έστω και έμμεσα, πολλές απαντήσεις στους συστηματικότερους τωρινούς και μελλοντικούς μελετητές του λογοτεχνικού έργου του. Ιδιαίτερα ορισμένα σημεία των επιστολών της πρώτης περιόδου (δεκαετία 1950) θα βοηθήσουν πολλαπλώς με το φως που ρίχνουν στις υπό διαμόρφωση τότε αισθητικές απόψεις του. Αντιθέτως, οι νεότερες επιστολές μοιάζουν να έχουν τυπικό χαρακτήρα.
Η συνήθεια του Χριστιανόπουλου να απαντά γραπώς
Όσοι γνώρισαν από κοντά τον Χριστιανόπουλο, γνωρίζουν και τη συνήθειά του, ως ένα χρονικό σημείο (αρκετά μετά το 2000), να απαντά γραπτώς σε ό,τι ελάμβανε: βιβλία, ανάτυπα, δημοσιεύματα, αδημοσίευτα λογοτεχνικά κείμενα. Είχε γράψει και αποστείλει χιλιάδες επιστολές και θεωρώ από τώρα δεδομένο ότι ένα σημαντικό μέρος τους θα δημοσιευτεί στο μέλλον. Ο Ηλίας Σπυρόπουλος, με τα αναλυτικά του σχόλια και την άρτια παρουσίαση του πρωτογενούς υλικού, κάνει μία εν πολλοίς επιτυχημένη προσπάθεια να αναδείξει, μέσα από την καταγραφή στιγμών και γεγονότων της καθημερινής του ζωής, τον άλλοτε απλό στους τρόπους και τη συμπεριφορά και άλλοτε δύστροπο ή εμμονικό λαϊκό άνθρωπο, πίσω από τη λαμπερή εικόνα του διάσημου ποιητή. Έκπληξη πάντως προκαλεί η σχεδόν παντελής απουσία αναφορών σε ανθρώπους που υπήρξαν για δεκαετίες οι πιο στενοί φίλοι και συνεργάτες του Χριστιανόπουλου, όπως ο γραφίστας Κάρολος Τσίζεκ (από τη δεκαετία του 1950), ο πεζογράφος Περικλής Σφυρίδης, ο μουσικός Νίκος Στρουθόπουλος (ενώ δημοσιεύεται φωτογραφία όπου τραγουδά με τον πολιτικό Παναγιώτη Ψωμιάδη) και άλλοι, αλλά και ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, ο πιο κοντινός φίλος του ποιητή (σύμφωνα με δική του δήλωση), πριν την οριστική ρήξη στις σχέσεις τους.
Το λογοτεχνικό τοπίο της Θεσσαλονίκης αλλάζει, όταν αλλάζει και η θέση του παρατηρητή, όπως θα συνέβαινε και σε κάθε φυσικό τοπίο. Όποια όμως και αν είναι η οπτική γωνία του παρατηρητή, παραμένει ένα τοπίο ενδιαφέρον, που αξίζει να το αναπαραστήσει κανείς με τη ζωγραφική των λέξεων.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΤΕΡΓΙΟΥΛΑΣ είναι συγγραφέας.