Για την αυτοβιογραφία του Μπρους Σπρίνγκστιν [Bruce Springsteen] «Born to run» (μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδ. Key Books).
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Από το εκρηκτικό «Badlands» έως το μελωδικό «Thunder Road» κι από το επικό «Born in the USA» έως το σπαραχτικό «Streets of Philadelphia», το «Αφεντικό» που δεν ήθελε ποτέ να ακούει αυτό το προσωνύμιο, καθώς δεν άρμοζε στη δημοκρατική του φύση, υπήρξε η προσωποποίηση του καλλιτέχνη που είδε στα μάτια το δήθεν όνειρο της Αμερικής και το τραγούδησε για χάρη εκείνων που δεν το προσέγγισαν ποτέ.
Αν υπάρχει ένα τραγούδι, ένας ρυθμός, ένας τόνος που ταιριάζει στη ψυχοσύνθεση του Μπρους Σπρίνγκστιν είναι το «Born to run». Δικαίως το έκανε και τίτλο της αυτοβιογραφίας του που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Key Books σε μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά.
Ένας άνθρωπος που βρισκόταν διαρκώς σε κίνηση, που δεν μπορούσε να σταθεί σε ένα μέρος. Όχι όμως με την ιδιότητα ενός χαρωπού flâneur, αλλά με την ανάγκη ενός αουτσάιντερ που κάποιος τον κυνηγάει. Το παράξενο, είναι ο ίδιος που όταν ανέβαινε στη σκηνή ξεχνούσε να κατέβει. Οι συναυλίες του Μπρους άγγιζαν πάντα τις τρεις και πλέον ώρες. Έφτανε σε σημείο εξάντλησης, αλλά όπως εξηγεί κι ο ίδιος στο βιβλίο του ήταν ο μόνος τρόπος να ξεφύγει από ό,τι τον κυνηγούσε στη ζωή του. Η πιο ζεστή μονιά ενός μόνιμου φυγά ήταν οι νότες, η κιθάρα του, οι ιαχές του κόσμου, η ώσμωση με το κοινό.
Η πληθωρική φύση του Σπρίνγκστιν φαίνεται και σ’ αυτό το memoir που αγγίζει τις 600 σελίδες και παρότι είναι χωρισμένο σε μικρά κεφάλαια των λίγων σελίδων, περιλαμβάνει πολλές εικόνες του παρελθόντος και του παρόντος του, ανέγγιχτες ως τώρα από τα ΜΜΕ.
O Μπρους πριν γίνει σταρ
Το πρώτο μέρος, ίσως και το πιο ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό, φανερώνει όλη την τρωτότητα του βίου του που στη συνέχεια έγινε συνώνυμη του χαρακτήρα του. Ο Μπρους, πριν καν γίνει ο μεγάλος ρόκερ που γέμιζε στάδια και πουλούσε εκατομμύρια δίσκους, βίωσε μια δύσκολη σχέση με τον αλκοολικό πατέρα του. Αυτή η άκαμπτη στάση του πατέρα του, σε συνδυασμό με τη συναισθηματική φόρτιση που προκαλούσε στον εσώτατο πυρήνα του Μπρους, εξελίχθηκε, συν τω χρόνω, σε διαρκή μάχη με την κατάθλιψη, την οποία χρειάστηκε πολλές φορές να την αντιμετωπίσει ιατρικά. Κάπως έτσι, μέσα του γεννήθηκε η αίσθηση του επείγοντος. Αισθανόταν πως έπρεπε να είναι διαρκώς σε κίνηση θεωρώντας πως μόνο έτσι θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την εσωτερική του φουρτούνα.
Αισθανόταν πως έπρεπε να είναι διαρκώς σε κίνηση θεωρώντας πως μόνο έτσι θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την εσωτερική του φουρτούνα.
Το πρώτο μέρος της αυτοβιογραφίας του είναι ο τρόπος που ανδρώθηκε καλλιτεχνικά. Τα εφηβικά γκρουπ που σχημάτισε, οι εικόνες που του έρχονταν στο μυαλό και σχηματοποιούνταν σε στίχους και νότες, τα χίπικα χρόνια (αν και ο ίδιος λέει πως ήταν ένας ψεύτικος χίπις), η άπωσή του από τα ναρκωτικά και το ποτό (δηλώνει πως του έφτανε η μουσική να τον κάνει να αισθανθεί μεγάλες συγκινήσεις) και στη συνέχεια το πρώτο μεγάλο συμβόλαιο με την Columbia Records.
Η δουλειά
Αν υπάρχει μια λέξη-μότο για την καριέρα του, αυτή είναι η «δουλειά». Είναι μια λέξη που ο Σπρίνγκστιν χρησιμοποιεί πολύ συχνά θέλοντας να καταδείξει πως ό,τι κατάφερε, ό,τι έγινε, το οφείλει στο αίσθημα καθήκοντος που τον καταλάμβανε και τον οδηγούσε να μελετάει και να προσπαθεί διαρκώς με την κιθάρα του. Δεν διστάζει να πει ότι δεν υπήρξε ένας επαναστάτης της ροκ, αν και όταν άρχισε να μπαίνει στην κεντρική σκηνή της ροκ μουσικής, πολλοί ήταν εκείνοι που έσπευσαν να τον χαρακτηρίσουν «νέο Ντύλαν». Μια εμμονή των αμερικανικών ΜΜΕ να αναζητούν πάντα τους επιγόνους των «αρχιερέων».
Παρόλα αυτά, έχοντας πλήρη γνώση των δυνατοτήτων του, δέχθηκε ασμένως το κομπλιμέντο του επιφανούς παραγωγού John Landau που είχε πει σε ανύποπτο χρόνο πως ο Μπρους ήταν «το μέλλον του ροκ εν ρολ». Δίχως έπαρση, που δεν τον χαρακτήριζε έτσι κι αλλιώς ποτέ, ο Μπρους απάντησε τότε: «Αν κάποιος έπρεπε να είναι το μέλλον, γιατί όχι κι εγώ;» Όπως αποδείχθηκε η μουσική του έφερε ένα σημαντικό κομμάτι της ροκ που εδραιώθηκε στις ΗΠΑ και στον υπόλοιπο κόσμο τις δεκαετίες του ’80 και του ’90.
Ειλικρινές βιβλίο
Μπορεί σε κάποια σημεία του το βιβλίο να τραβάει από τα μαλλιά στιγμές της ζωής του ή να θέλει να πει τα πάντα, ωστόσο δεν γίνεται να μην παραδεχθείς πως είναι μια ειλικρινής κατάθεση που δεν επιδιώκει να δοξάσει τον δημιουργό (όχι, ο Μπρους δεν ακκίζεται στιγμή μπρος στον καθρέφτη του). Δεν είναι ένα βιβλίο αποκαλύψεων που θα συνταράξει τα σάιτ και τις εφημερίδες που αναζητούν τέτοιου είδους αιχμές στη ζωή των επωνύμων, αλλά ένα ήρεμο και αξιοπρεπές βιβλίο που σκάβει με μόχθο τα περασμένα.
Δεν διστάζει να πει ότι δεν υπήρξε ένας επαναστάτης της ροκ, αν και όταν άρχισε να μπαίνει στην κεντρική σκηνή της ροκ μουσικής, πολλοί ήταν εκείνοι που έσπευσαν να τον χαρακτηρίσουν «νέο Ντύλαν». Μια εμμονή των αμερικανικών ΜΜΕ να αναζητούν πάντα τους επιγόνους των «αρχιερέων».
Εκτεθειμένος μπρος στο μεγάλο κοινό, θα πει ο Μπρους, αισθανόταν πάντα προστατευμένος. Το λέει ένας άνθρωπός που συνάντησε πολλά προσωπικά σκοτάδια, τα οποία τον μετέτρεπαν σε ένα απροστάτευτο παιδί που έψαχνε τον δρόμο (πάντα τον δρόμο), να δραπετεύσει.
Το αμερικανικό όνειρο
Ένα μικρό sampling να κάνει κάποιος στα τραγούδια του Μπρους θα κατανοήσει πλήρως πως στάθηκε κριτικά στο λεγόμενο αμερικανικό όνειρο. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ο παθολόγος αυτού του στρεβλού οράματος που ελάχιστοι κατάφεραν να το αρπάξουν από τα μαλλιά, σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους που δυναστεύτηκαν από το βάρος του.
Γι’ αυτούς τους τελευταίους τραγουδάει ο Σπρίνγκστιν: για τους παρίες, τους ανθρώπους που δεν κατάφεραν να πιάσουν ποτέ την καλή, που έμαθαν να παλεύουν καθημερινά. Η δική του τίμια στάση, αλλά και οι πολιτικές πεποιθήσεις του που ποτέ δεν έκρυψε, δικαιώνει το έργο και την πορεία του.
Η μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά δεν είναι μια ακόμη δουλειά ενός έμπειρου μεταφραστή. Μέλος κι αυτός της ροκ σκηνής της Ελλάδας γνωρίζει πολύ καλά τι συμβαίνει πίσω από τα φώτα της σκηνής και τι βάρος μπορεί να κουβαλάει ένας τραγουδιστής. Πιάνει, λοιπόν, αμέσως το πνεύμα και το ύφος του Μπρους (αν μη τι άλλο έχει αφηγηματικές ικανότητες) και μας παραδίδει ένα κείμενο που σφύζει.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.