Για το βιβλίο της Ruth Vander Ζee «Έρικα» (μτφρ. Μαρίζα Ντεκάστρο, εκδ. Καλειδοσκόπιο).
Της Ελένης Γαλάνη
Η επιστήμη περιγράφει τα πράγματα όπως είναι· η τέχνη
τα περιγράφει όπως τα αισθανόμαστε – όπως αισθανόμαστε ότι πρέπει να είναι.
Φερνάντο Πεσόα
Η λειτουργία της ενσυναίσθησης μέσα από τη λογοτεχνία και την τέχνη
Σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον θα είναι ίσως εφικτό με την τοποθέτηση ενός μικροτσίπ σε ένα παιδί να ελέγχεται η ποιότητα και η ποσότητα της οπτικής και ακουστικής πληροφορίας που θα λαμβάνει. Κάθε φορά που μια πληροφορία με στοιχεία βίας θα ετοιμάζεται να διεισδύσει στο παιδικό μυαλό, ένα φίλτρο θα θολώνει την εικόνα και θα προσαρμόζει τους ήχους σε mute. Μέσω ενός λογισμικού ο χειριστής θα έχει τη δυνατότητα να ελέγχει ανά πάσα στιγμή πού βρίσκεται ο ελεγχόμενος και τι υπάρχει στο οπτικό του πεδίο, με σκοπό, υποτίθεται, να τον προστατεύσει: πρόκειται για σενάριο, όμως το τεχνολογικό αυτό επίτευγμα, που παρουσιάζεται στο επεισόδιο «Archangel» (Αρχάγγελος) της σειράς Black Mirror, ίσως στο μέλλον γίνει πραγματικότητα.
Αν υπήρχε τεχνικά η δυνατότητα να αποκλείσουμε κάθε «επικίνδυνη» πληροφορία από το παιδικό μυαλό, ποιες πληροφορίες θα επιλέγαμε να αποκλειστούν;
Υπάρχουν γονείς που θα έβλεπαν με ενδιαφέρον μια τέτοια συσκευή; Το ενδεχόμενο μελλοντικής χρήσης της θα έθετε, φυσικά, πολλαπλά ηθικά διλήμματα.
Στον 21ο αιώνα του διαδικτύου οι νέες γενιές είναι περισσότερο παρά ποτέ εκτεθειμένες σε εικόνες βίας. Ωστόσο η αμηχανία των ενηλίκων να επικοινωνήσουμε δύσκολα θέματα, όπως για παράδειγμα το Ολοκαύτωμα –ιδιαίτερα σε παιδιά μικρότερης ηλικίας– παραμένει: αν υπήρχε τεχνικά η δυνατότητα να αποκλείσουμε κάθε «επικίνδυνη» πληροφορία από το παιδικό μυαλό, ποιες πληροφορίες θα επιλέγαμε να αποκλειστούν; Θα ενεργοποιούσαμε το φίλτρο;
Ζώντας στην κεντρική Ευρώπη τα τελευταία χρόνια επισκέφτηκα δύο φορές τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στο Νταχάου και στο Τερεζίν: κράτησα σημειώσεις, τράβηξα φωτογραφίες με σκοπό να γράψω ένα άρθρο. Είναι δύσκολο να γράψει κανείς για κάτι τόσο δυσνόητο ακόμα και στον ίδιο. Ακόμα πιο δύσκολο είναι να το εξηγήσει σε παιδιά…
Ως μουσειολόγος/μουσειοπαιδαγωγός έχω αναρωτηθεί πολλές φορές ποιος είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος να επικοινωνήσω τέτοιου τύπου πληροφορίες σε μικρούς επισκέπτες. Ως εκπαιδευτής στην Ιστορία Τέχνης σε διαφορετικά ηλικιακά κοινά στο παρελθόν, έχω διαπιστώσει ότι τα παιδιά είναι το πιο δύσκολο ακροατήριο. Το πιο απρόβλεπτο.
Είναι οι ιστορίες, οι εικόνες, το παραμύθι, ο μύθος, η αλληγορία τα καλύτερα εργαλεία που διαθέτουμε για να μεταδίδουμε πολυσύνθετα μηνύματα;
Είναι οι ιστορίες, οι εικόνες, το παραμύθι, ο μύθος, η αλληγορία τα καλύτερα εργαλεία που διαθέτουμε για να μεταδίδουμε πολυσύνθετα μηνύματα;
Στο βιβλίο Έρικα της Ruth Vander Ζee, η πρωταγωνίστρια –ένα κορίτσι που εγκαταλείφθηκε σε τρυφερή ηλικία από τη βιολογική της μητέρα, προκειμένου να σωθεί από το στρατόπεδο συγκέντρωσης και μεγάλωσε με θετούς γονείς– δεν αφηγείται την ιστορία της όπως τη θυμάται. Την αφηγείται όπως φαντάζεται πως την έζησε: μέχρι τα μισά του βιβλίου η μικρή δεν έχει μνήμη. Οι θύμησες ξεκινούν τη στιγμή της εγκατάλειψής της, με ένα τραγικό περιστατικό, όπως η γέννηση ξεκινά με ένα κλάμα.
Η ιστορία «ρέει» φυσικά και με σταθερό ρυθμό σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Η εικονογράφηση του Roberto Innocenti παραπέμπει σε φωτογραφικά ντοκουμέντα της εποχής του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και κάνει την πληροφορία πιο προσιτή. Το τέλος είναι αισιόδοξο: «Κάθε αστέρι και ένας δικός μου που η ζωή του χάθηκε και το οικογενειακό του δέντρο ξεριζώθηκε», φέρεται να λέει η Έρικα, «όμως εγώ σώθηκα [...] σήμερα το δικό μου αστέρι λάμπει ξανά». Στο επίμετρο η συγγραφέας αναφέρει: «Μην προσπαθήσεις να καταλάβεις την Έρικα και να μπεις στη θέση τη δική της και των άλλων παιδιών. Δεν γίνεται!».
Η Ruth Vander Ζee |
Προφανώς η σε απόλυτο βαθμό ταύτιση με την πρωταγωνίστρια δεν είναι εφικτή, ούτε επιθυμητή. Όμως η λογοτεχνία, όπως και η τέχνη, σε πολλές περιπτώσεις –και σε αυτό το σημείο διαφωνώ εν μέρει με την προτροπή της συγγραφέως– προüποθέτουν τη διαδικασία της ταύτισης: αυτό που η επιστήμη σήμερα ονομάζει «ενσυναίσθηση» είναι ο τρόπος που η τέχνη και η λογοτεχνία δυνητικά λειτουργούν.
Έχουν προταθεί διάφοροι ορισμοί για την ενσυναίσθηση: η αγγλική λέξη empathy προέρχεται από την ελληνική «εμπάθεια», εν (en) + «πάθος», στην οποία βασίστηκαν οι Hermann Lotze και Robert Vischer για να δημιουργήσουν τη γερμανική λέξη Einfühlung (αίσθηση σε). Ως αντίθετοι όροι προτείνονται η «δυσενσυναίσθηση» (ανικατότητα του να νιώσει κανείς τα συναισθήματα του άλλου, ή μειωμένη/ελαττωμένη ενσυναίσθηση) και η «αλεξιθυμία» (από το αρχαίο ρήμα αλέξω: απομακρύνω και προστατεύομαι – εδώ με την έννοια «απωθώ το συναίσθημα»).
Όλο και περισσότεροι επιστήμονες σήμερα υποστηρίζουν ότι τα παιδιά έχουν ήδη από την πρωτοσχολική ηλικία έμφυτη την ικανότητα να δείχνουν συναισθηματική αντίδραση που πηγάζει από τη συναισθηματική κατάσταση και διάθεση ενός άλλου (μέσω της μερικής ταύτισης μαζί του) και πως αυτή σχετίζεται καταρχήν με τον τρόπο που κατανοούν τα δικά τους συναισθήματα.
Όλο και περισσότεροι επιστήμονες σήμερα υποστηρίζουν ότι τα παιδιά έχουν ήδη από την πρωτοσχολική ηλικία έμφυτη την ικανότητα να δείχνουν συναισθηματική αντίδραση που πηγάζει από τη συναισθηματική κατάσταση και διάθεση ενός άλλου (μέσω της μερικής ταύτισης μαζί του) και πως αυτή σχετίζεται καταρχήν με τον τρόπο που κατανοούν τα δικά τους συναισθήματα: η λογοτεχνία και η τέχνη μπορούν να καλλιεργήσουν σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία της ενσυναίσθησης στα παιδιά γι’ αυτό η χρήση τους προς αυτή την κατεύθυνση είναι ιδιαίτερα σημαντική –και, κυρίως, χρήσιμη– στην εκπαιδευτική διαδικασία [1].
Στο «Archangel» η πρωταγωνίστρια, που έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής της σε ένα προστατευμένο και αποστειρωμένο περιβάλλον, εκδήλωσε αντικοινωνική και βίαιη συμπεριφορά: το ομώνυμο λογισμικό που σκοπό είχε να την προστατέψει έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα.
Στον αντίποδα, έρευνες αποδεικνύουν ότι το πρόγραμμα «Roots of Εmpathy», βασισμένο ακριβώς στην προσπάθεια ανάπτυξης της ενσυναίσθησης σε παιδιά μέσα από τη διάδρασή τους με άλλα παιδιά και βρέφη, εικόνες, ιστορίες και άλλα μέσα (έχει εφαρμοστεί μέχρι στιγμής στον Καναδά και σε τουλάχιστον έξι ακόμα χώρες) μείωσε σε σημαντικό ποσοστό τα περιστατικά μπούλινγκ και βίας στα σχολεία όπου εφαρμόστηκε [2].
Στις ΗΠΑ, την χώρα όπου ο Ντόναλντ Τραμπ προτείνει ως ενδεδειγμένο μέτρο προστασίας των παιδιών ενάντια στη βία να φέρουν όπλα οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία (πόσο αντιφατικό, στ’ αλήθεια!), το πρώτο Κέντρο Ενσυναίσθησης στον κόσμο πρόκειται να λειτουργήσει σε λίγους μήνες στο Ινστιτούτο Τέχνης της Μινεάπολης. Η τέχνη και η λογοτεχνία αποτελούν τα κύρια πεδία και τα σημαντικότερα «όπλα» στην έρευνα που πραγματοποιείται ήδη εκεί. Αρκούν;
«Το ερώτημα με το οποίο παλεύω σε όλα μου τα βιβλία, και σε όλη μου τη διδασκαλία, είναι το εξής [...] γιατί μπορεί κανείς το βράδυ να παίζει Σούμπερτ και το πρωί να πηγαίνει να εκτελεί το καθήκον του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης; Ούτε η ανάγνωση μεγάλων έργων ούτε η μουσική ούτε η τέχνη μπόρεσαν να εμποδίσουν την πλήρη βαρβαρότητα» έγραψε ο G. Steiner. Δεν αρκούν. Παραμένουν, όμως, ό,τι καλύτερο διαθέτουμε.
Στην ιστορία της Έρικας υπάρχουν γεγονότα και πληροφορίες που θα θέλαμε να θαφτούν για πάντα στη λήθη. Υπάρχουν και μηνύματα που δεν πρέπει να ξεχαστούν: η αξία της ζωής, η ανάγκη για την προστασία της, η με κάθε τρόπο ισότιμη υπεράσπισή της. «Όταν αναρωτιέμαι γιατί αγαπώ τη λογοτεχνία, μου έρχεται αυθόρμητα η απάντηση: γιατί με βοηθάει να ζω. Δεν ζητώ πια από αυτή, όπως κατά την εφηβεία μου, να με γλιτώσει από τα τραύματα που θα μπορούσα να υποστώ κατά τις συναντήσεις μου με πρόσωπα. Αντί να με ανακουφίζει από τις βιωμένες εμπειρίες μου, με κάνει να ανακαλύπτω κόσμους συνεχόμενους με αυτές και μου επιτρέπει να τις κατανοήσω καλύτερα» έγραψε ο Τσβετάν Τοντορόφ. Κάποιες φορές είναι σημαντικό –κι ενίοτε χρήσιμο– κανείς να ξεχνά. Ακόμα πιο σημαντικό είναι τι επιλέγει κανείς να θυμάται.
* Η ΕΛΕΝΗ ΓΑΛΑΝΗ είναι μουσειολόγος και ποιήτρια.