Για το βιβλίο «Δημιουργική Γραφή – “Παίζουμε Λογοτεχνία”» του Ανδρέα Καρακίτσιου (εκδ. Ζυγός, σελ. 668)
Του Γιάννη Σ. Παπαδάτου
Ο Ανδρέας Καρακίτσιος αποτελεί μια ξεχωριστή παρουσία στον χώρο της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών, ιδιαίτερα στη θεωρία και την πρακτική εφαρμογή της λογοτεχνίας καθώς και στη θεωρία και την έρευνα της φιλαναγνωσίας και της δημιουργικής γραφής. Τα τελευταία χρόνια, ως καθηγητής στο ΑΠΘ, έχει πρωτοστατήσει κομίζοντας δημιουργικούς και καινοφανείς τρόπους. Είναι συγγραφέας βιβλίων και άρθρων σχετικά με τη φιλαναγνωσία, τη δημιουργική γραφή, τη μικροαφήγηση και την παιδική ποίηση, με βασικά στοιχεία θεωρίας και με παιγνιώδεις προτάσεις που διευρύνουν τα προαναφερόμενα πεδία κάνοντάς τα προσιτά σε όσους και όσες ενδιαφέρονται για τη θεωρία, την έρευνα και προπάντων για την εφαρμογή θεωρητικών δεδομένων στην πράξη. Παράλληλα, έχει ασχοληθεί και με τη μετάφραση. Εξαιρετικές είναι οι μεταφράσεις του Μικρού Νικόλα (εκδ. Σύγχρονοι Ορίζοντες).
Σε μια πολυσέλιδη και άκρως ενδιαφέρουσα εισαγωγή, ο Καρακίτσιος, αναφέρεται στην προσέγγιση της διδασκαλίας της λογοτεχνίας σε σχέση με τη δημιουργική γραφή αναρωτώμενος αν, τελικά, παρατηρείται η επιστροφή της Ρητορικής.
Στο παρόν βιβλίο διάφορες λογοτεχνικές θεωρίες και δεδομένα της αφήγησης αποτελούν το πολύμορφο όχημα, προκειμένου να αναδυθούν πολυθεαματικοί και παιγνιώδεις τρόποι δημιουργικής γραφής. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ευρύτατο πεδίο θεωρητικών δεδομένων και πρακτικών εφαρμογών στο πεδίο της λογοτεχνίας. Σε μια πολυσέλιδη και άκρως ενδιαφέρουσα εισαγωγή, ο Καρακίτσιος, αναφέρεται στην προσέγγιση της διδασκαλίας της λογοτεχνίας σε σχέση με τη δημιουργική γραφή αναρωτώμενος αν, τελικά, παρατηρείται η επιστροφή της Ρητορικής. Προβαίνει σε μια ιστορική αναδρομή στη Δυτική Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, υπό το πρίσμα των συνεχών μεταρρυθμίσεων, ήδη από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, αναζητώντας το πολυπρόσωπο της δημιουργικής γραφής. Όσον αφορά στην ημεδαπή, συμπεραίνει ότι σήμερα, παρά τις δυσκολίες, το ζήτημα της διδασκαλίας της λογοτεχνίας αντιμετωπίζεται καλύτερα, περνώντας μετά τη μεταπολίτευση από τις συμπληγάδες μιας τυπικής ερμηνείας και κατανόησης των κειμένων, στη δεκαετία του 2010 και ιδιαίτερα, μετά το 2017, με τη σχετική εδραίωση της δημιουργικής γραφής στην εκπαίδευση. Ωστόσο, υπάρχουν δυσχέρειες, παρά την καλή πρόσθεση των διαθεματικών προγραμμάτων σπουδών (ΔΕΠΠΣ) που ήδη από το 2000, αναφέρονται στην επικοινωνιακή πράξη της λογοτεχνίας και στην ανάπτυξη της ατομικής έκφρασης και δημιουργικότητας των μαθητών.
Παρόλα αυτά, όπως υπογραμμίζει, το ζητούμενο δεν είναι μόνο η κατανόηση και ερμηνεία του κειμένου, αλλά η διδασκαλία να αναζητά κυρίως την υφή και υπόσταση της φύσης της λογοτεχνίας ακριβώς ό,τι επιζητεί η φιλαναγνωσία, η οποία απαιτεί, πέρα από την αποκρυπτογράφηση του νοήματος, την αποκωδικοποίηση των αρχών και των κανόνων της σύνθεσης του κειμένου. Στη συνέχεια, ο Καρακίτσιος προτείνει τη θεσμοποίηση εργαστηρίων δημιουργικής γραφής στο σχολείο καθώς και την αναλυτική παρουσίαση δράσεων δημιουργικής γραφής (στόχοι, δεξιότητες, δράσεις). Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας θεωρητικά στοιχεία των Iser, Jauss και Eco για τη δημιουργία του αναγνώστη, αναφέρεται στη λογοτεχνική ανάγνωση ως πλαίσιο και εφαλτήριο για τη γραφή της λογοτεχνίας, παραθέτοντας τις αρχές, τους κανόνες και την τυπολογία ενός εργαστηρίου δημιουργικής γραφής.
Στο παρόν βιβλίο διάφορες λογοτεχνικές θεωρίες και δεδομένα της αφήγησης αποτελούν το πολύμορφο όχημα, προκειμένου να αναδυθούν πολυθεαματικοί και παιγνιώδεις τρόποι δημιουργικής γραφής.
Στη συνέχεια, το βιβλίο περιλαμβάνει τέσσερα κύρια μέρη. Το πρώτο είναι αφιερωμένο στην Ποίηση ως το αρχαιότερο λογοτεχνικό γένος. Αναφέρεται στο ποιητικό φαινόμενο όπως αυτό διαμορφώθηκε ιστορικά και όπως εξελίχτηκε και έγινε γνωστό από την ανακάλυψη της γραφής και στη συνέχεια της τυπογραφίας, που πλέον μοιάζει με ατομική έκφραση συναισθημάτων μέσα από τους γνωστούς δρόμους των ρευμάτων της Λογοτεχνίας. Ακόλουθα, παρατίθενται με κριτικό τρόπο ορισμοί και απόψεις για την ποίηση και την έμπνευση, με ερωτήματα που άλλα, όπως υπογραμμίζεται, επιδέχονται απαντήσεων και άλλα όχι, όπως: πώς γεννιέται ένα ποίημα, τι γράφω, τι δίνει και τι παίρνει η ποίηση, γιατί γράφει ένας ποιητής κατά καιρούς. Πρόκειται για ερωτήματα που προβληματίζουν τον αναγνώστη, αλλά παράλληλα τον βοηθούν να προσεγγίσει βαθύτερα το ποιητικό γεγονός. Η παραδοσιακή και η νεωτερική ποίηση, με παραδείγματα, εντάσσονται στο περιεχόμενο ουσιώδους κεφαλαίου, που συμπληρώνεται με ένα κατατοπιστικό, για τον αναγνώστη, αναλυτικό κεφάλαιο για τη στιχουργική και τα σχήματα λόγου.
Ακόλουθα, παρατίθενται με κριτικό τρόπο ορισμοί και απόψεις για την ποίηση και την έμπνευση, με ερωτήματα που άλλα, όπως υπογραμμίζεται, επιδέχονται απαντήσεων και άλλα όχι, όπως: πώς γεννιέται ένα ποίημα, τι γράφω, τι δίνει και τι παίρνει η ποίηση, γιατί γράφει ένας ποιητής κατά καιρούς.
Στη συνέχεια, ο Καρακίτσιος προχωρεί σε παιδαγωγικές εφαρμογές και παιγνιώδεις ασκήσεις δημιουργικής γραφής για το Νηπιαγωγείο και για το Δημοτικό. Προβαίνει στην παράθεση των ποιητικών μοντέλων (δική του κατηγοριοποίηση η οποία αναφέρεται εκτενώς σε άλλο βιβλίο του) στην παιδική ποίηση και σε ενδιαφέρουσες προτάσεις για ποιητικές εμπειρίες και δημιουργίες μέσα από πολυθεαματικές διαδρομές διάφορων παιχνιδιών (π.χ. ορισμών, δυνητικών εγκλίσεων κ.ά.), γλωσσικής ελευθερίας, μορφολογίας (εξοικείωσης με τη ρίμα κ.ά). Επιπλέον παρατίθενται ποιητικές ασκήσεις και για την εκμάθηση δεξιοτήτων με κατεύθυνση την κατανόηση των στοιχείων που συνθέτουν την ποιητική λειτουργία, αλλά και ασκήσεις μιμητικές και άλλες με στόχο τη δημιουργία ποιημάτων από τα παιδιά (π.χ. ποίημα παρτιτούρα, καλλιγράμματα, χαϊκού, λίμερικ κ.ά. Τέλος, παραθέτει προσεγγίσεις ποιημάτων με ασκήσεις δημιουργικής γραφής στο Δημοτικό μέσα από διαδρομές με παραδείγματα σε διάφορα ποιήματα και άλλες ιδέες.
Στο δεύτερο μέρος με πλαίσιο την ποιητική του Καβάφη και του Σεφέρη, ο συγγραφέας προσεγγίζοντας τον τρόπο γραφής τους και το ύφος τους, προβαίνει σε ασκήσεις δημιουργικής γραφής. Ειδικότερα, στην περίπτωση του Καβάφη, αφού αναλύεται η ποιητική του (φάσεις: ρομαντισμού, παρνασσισμού, συμβολισμού, ρεαλισμού), στη συνέχεια πραγματοποείται επεξεργασία ποιημάτων του. Σχετικά με τον Σεφέρη προσδιορίζονται και καταγράφονται οι επιλογές του ποιητή, που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τη μυθική μέθοδο. Στόχος των παραπάνω προσεγγίσεων είναι η χρήση τους αφενός στην ανάγνωση και κατανόηση της ουσίας τους μέσα από τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία και αφετέρου η πιθανή εφαρμογή παρόμοιων τεχνικών από τους μαθητές. Στη συνέχεια, ο Καρακίτσιος προβαίνει σε παιδαγωγικές εφαρμογές και ασκήσεις δημιουργικής γραφής για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με ενδιαφέρουσες διαδρομές με όχημα ποιήματα των προαναφερόμενων ποιητών.
Ο Καρακίτσιος προβαίνει σε παιδαγωγικές εφαρμογές και ασκήσεις δημιουργικής γραφής για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με ενδιαφέρουσες διαδρομές με όχημα ποιήματα των προαναφερόμενων ποιητών.
Ο συγγραφέας, βαθύς γνώστης των προγραμμάτων όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, χρησιμοποιεί λειτουργικά σημαίνουσες θεωρίες της λογοτεχνίας προκειμένου να συνδυάσει διαφορετικά πεδία και να προτείνει, παράλληλα με τη θεωρία, λειτουργικές και παιγνιώδεις δημιουργικές εφαρμογές ιδιαίτερα για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Στο τρίτο μέρος περνάμε στην αφήγηση, με ιστορικά στοιχεία και με αναφορά μελετών θεωρητικών, ιδιαίτερα του G. Genette και στην ανάλυση των κύριων όρων της αφηγηματολογίας του που είναι ο μύθος, το αφηγηματικό κείμενο η αφηγηματική πράξη, η δομή της αφηγηματικής ακολουθίας. Στη συνέχεια αναλύονται έννοιες όπως η περιγραφή, ο διάλογος, η διακειμενικότητα, οι χαρακτήρες καταλήγοντας σε ασκήσεις εφαρμογών μέσα από διάφορες διαδρομές και φύλλα εργασίας αλλά και σχετικές παιδαγωγικές εφαρμογές.
Τέλος, στο τέταρτο μέρος αναφέρονται τα είδη της παιδικής μικροαφήγησης (αυτοβιογραφική αφήγηση, λαϊκότροπη ή παραμυθητική ή έντεχνο παραμύθι, το παιδικό νεωτερικό αφήγημα, το διήγημα η μινιμαλιστική αφήγηση) που κάθε φορά συνοδεύονται από ασκήσεις εφαρμογών.
Πρόκειται για ένα πολλαπλώς χρηστικό βιβλίο, μοναδικό στον χώρο της εκπαίδευσης, το οποίο συγκεντρώνει πολλές αρετές που συνταιριάζουν τη θεωρία και την πράξη. Ο συγγραφέας, βαθύς γνώστης των προγραμμάτων όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, χρησιμοποιεί λειτουργικά σημαίνουσες θεωρίες της λογοτεχνίας προκειμένου να συνδυάσει διαφορετικά πεδία και να προτείνει, παράλληλα με τη θεωρία, λειτουργικές και παιγνιώδεις δημιουργικές εφαρμογές ιδιαίτερα για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Επομένως, ο/η εκπαιδευτικός και των δύο βαθμίδων, ο φοιτητής/η φοιτήτρια θα βρουν ένα βιβλίο ουσιαστικό αρωγό, στα πεδία της θεωρίας και της διδασκαλίας της λογοτεχνίας, της φιλαναγνωσίας με συνισταμένη τη δημιουργική γραφή παράλληλα με εμψυχωτικές και παιγνιώδεις διαδρομές και προτάσεις, ώστε να προβούν, αν το θελήσουν και σε δικές τους παιγνιώδεις πρακτικές.
* Ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος είναι αν. καθηγητής του παν/μίου Αιγαίου και κριτικός λογοτεχνίας για νέους.