
Για τον πρώτο τόμο της τετραλογίας του Ford Madox Ford «Το τέλος της παρέλασης – Κάποιοι όχι...» (μτφρ. Κατερίνα Σχινά, εκδ. Εξάντας).
Της Νίκης Κώτσιου
Ο πρώτος τόμος της τετραλογίας Το τέλος της παρέλασης του Φορντ Μάντοξ Φορντ (1873-1939), που ακριβοδίκαια εγγράφεται στα σπουδαιότερα ευρωπαϊκά έργα, καταγράφει τα έργα και τις ημέρες του αριστοκράτη Κρίστοφερ Τίτζενς στα πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα και στη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου Πολέμου αποτυπώνοντας ανάγλυφα το ανήσυχο κλίμα μιας μεταβατικής εποχής και τη συνακόλουθη αξιακή κρίση σε όλα τα επίπεδα της βρετανικής κοινωνίας.
Παντρεμένος με την πάμπλουτη αλλά άπιστη Σύλβια, πατέρας ενός παιδιού που πιθανότατα δεν είναι δικό του, εγκλωβισμένος σ' έναν γάμο που εκλαμβάνει ως ζυγό, ο Τίτζενς απορρίπτει ως εξωφρενική τη λύση του διαζυγίου, με το σκεπτικό ότι θα σπιλώσει την υπόληψη της άστατης συζύγου του.
Καινοτόμος ως προς την τεχνική, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί επινοητικά κι ευφάνταστα την αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο, χωρίς ποτέ να διευκρινίζεται ποιος είναι ο αφηγητής. Μέσω αυτής της τριτοπρόσωπης αφήγησης καταγράφεται ολόκληρο το ρεπερτόριο των σκέψεων, αντιδράσεων, εντυπώσεων και συνειρμών του πρωταγωνιστή, που καθίσταται έτσι διάφανος και κρυστάλλινος. Ο ανώνυμος αφηγητής συχνά υιοθετεί μέχρι κεραίας την οπτική του πρωταγωνιστή, ώστε να δημιουργείται ενίοτε η εντύπωση ότι ταυτίζονται. Σε άλλες περιπτώσεις, τα πρόσωπα διαλέγονται κατευθείαν μεταξύ τους ή παρατίθενται αποκαλυπτικοί εσωτερικοί μονόλογοι, που φέρνουν στην επιφάνεια κρίσιμα στοιχεία των χαρακτήρων και των μεταξύ τους σχέσεων.
Ο Κρίστοφερ Τίτζενς, που πρωταγωνιστεί στο Τέλος της παρέλασης, είναι ο απόλυτος βρετανός τζέντλεμαν, ο «τελευταίος Τόρι». Έχει αριστοκρατική καταγωγή, είναι βαθιά συντηρητικός και δεν επιτρέπει ούτε καν στις πιο μύχιες σκέψεις του να παρεκκλίνουν από αυτό που νομίζει ηθικά σωστό. Ομνύει στον κώδικα τιμής, όσο παρωχημένος κι αν φαντάζει, πιστεύει σε παραδοσιακές αξίες και είναι πολύ αυστηρός πρωτίστως με τον εαυτό του. Παντρεμένος με την πάμπλουτη αλλά άπιστη Σύλβια, πατέρας ενός παιδιού που πιθανότατα δεν είναι δικό του, εγκλωβισμένος σ' έναν γάμο που εκλαμβάνει ως ζυγό, ο Τίτζενς απορρίπτει ως εξωφρενική τη λύση του διαζυγίου, με το σκεπτικό ότι θα σπιλώσει την υπόληψη της άστατης συζύγου του. Όσο για τη Σύλβια, αδυνατεί να τον χωρίσει, γιατί είναι καθολική. Αυτό, ωστόσο, δεν την εμποδίζει να κάνει μια έκλυτη ζωή προχωρημένης ελευθεριότητας, χωρίς να υπολογίζει σύζυγο και παιδί και χωρίς να πτοείται από την κοινωνική κατακραυγή και τα αναθέματα των καθολικών ιερέων.
Υπονομεύει τον εαυτό του συστηματικά, αρνείται να υπερασπισθεί την υπόληψή του όταν βάλλεται, δεν καταδέχεται να κατηγορήσει κανέναν. Σπανίως φανερώνει συναισθήματα και συγκινήσεις, επιμένει σε απόψεις και ιδεώδη που τον καταδικάζουν σε μια διαρκή δυστυχία, δεν συνηθίζει να αναθεωρεί.
Στο μεταξύ, ο Τίτζενς αναγνωρίζει τον πραγματικό έρωτα στο πρόσωπο της νεαρής σουφραζέτας Βάλενταϊν Γουάνοπ. Η γνωριμία τους γίνεται εντελώς επεισοδιακά καθώς ο Τίτζενς, ως γνήσιος τζέντλεμαν, προσπαθεί να τη διασώσει από έναν αστυνομικό, στη διάρκεια μιας φεμινιστικής διαμαρτυρίας, που λαμβάνει χώρα σ' ένα γήπεδο του γκολφ. Μολονότι η Βάλενταϊν εμφορείται από ριζοσπαστικές για την εποχή της ιδέες, που δε συνάδουν με το αξιακό σύστημα του Τίτζενς, αγγίζει μέσα του κάποιες ευαίσθητες χορδές, που αφυπνίζουν έναν μεγάλο έρωτα. Είναι ταπεινή και ανιδιοτελής, εργάζεται στο πλευρό της διανοούμενης μητέρας της που είναι συγγραφέας, αποπνέει αθωότητα και παθιάζεται με τον δίκαιο αγώνα των γυναικών. Δεν χρησιμοποιεί τεχνάσματα γοητείας, διαθέτει ευθύτητα κι αξιοπρέπεια, αντιτίθεται σφοδρά στον πόλεμο και δηλώνει αμετανόητη πασιφίστρια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η Βάλενταϊν αγκαλιάζει την πρωτοπορία του καιρού της, είναι δεκτική στα καινούρια κινήματα που επαγγέλλονται χειραφέτηση και διαθέτει ενθουσιασμό μαζί με υψηλό φρόνημα. Σημειωτέον ότι ο αδελφός της Βάλενταϊν είναι δηλωμένος αντιρρησίας και κομμουνιστής, και υφίσταται αλλεπάλληλες διώξεις.
Ιδεαλιστής, αισθηματίας, ρομαντικός, ο Τίτζενς προσπαθεί να διασώσει έναν κόσμο που χάνεται. Διαθέτει ευφυία και αυξημένο αίσθημα ευθύνης, αλλά είναι παντελώς απαλλαγμένος από κάθε είδους φιλοδοξία, σε αντίθεση με το στενό του φίλο Μακμάστερ, που αγωνιά και λαχταρά να αδράξει την όποια ευκαιρία για να αναρριχηθεί κοινωνικά κι επαγγελματικά. Υπονομεύει τον εαυτό του συστηματικά, αρνείται να υπερασπισθεί την υπόληψή του όταν βάλλεται, δεν καταδέχεται να κατηγορήσει κανέναν. Σπανίως φανερώνει συναισθήματα και συγκινήσεις, επιμένει σε απόψεις και ιδεώδη που τον καταδικάζουν σε μια διαρκή δυστυχία, δεν συνηθίζει να αναθεωρεί.
Αν και ζει στο πετσί του τις κοσμογονικές ανακατατάξεις που φέρνει το πέρασμα στον εικοστό αιώνα, ο Τίτζενς επιμένει στα παλιά σχήματα μιας ξεπερασμένης εποχής. Θέλει να αγνοήσει τις σαρωτικές αλλαγές που προμηνύουν οι νέοι καιροί, αλλά είναι αδύνατο να μην παρασυρθεί κι ο ίδιος από τις καταιγιστικές εξελίξεις. Νιώθει θεματοφύλακας μιας σειράς αξιών που θεωρεί ότι πλήττονται και προσπαθεί να τις διατηρήσει αλώβητες και άθικτες μέσα σ'ένα περιβάλλον που διαρκώς αλλάζει. Το έθνος, η τάξη , το φύλο είναι τα πεδία που αισθάνεται ότι προνομιακά τον αφορούν και πάνω σ' αυτά εστιάζει την προσπάθειά του να αντισταθεί αναχαιτίζοντας τα νέα ήθη.
![]() |
Ο Ford Madox Ford το 1908 εξέδωσε το περιοδικό «The English Review». Σ' αυτό δημοσίευσε κείμενα των: Thomas Hardy, H.G. Wells, Joseph Conrad, Henry James, May Sinclair, John Galsworthy και William Butler Yeats. Επίσης, τα πρώτα κείμενα των: Ezra Pound, Wyndham Lewis, D.H. Lawrence και Norman Douglas. |
Ο εικοστός αιώνας καλπάζει μπροστά στον Τίτζενς, όμως αυτός κοιτάζει ακόμα πίσω και νοσταλγεί το παρελθόν. Προσηλωμένος στο φεουδαρχικό ιδεώδες του 18ου αιώνα, αποστρέφεται την κινητικότητα που έχει προκαλέσει η ταχεία εκβιομηχάνιση της χώρας και θεωρεί μόνο τη δική του κοινωνική τάξη εγγυήτρια της κοινωνικής ειρήνης. Πιστεύει στη φυσική ανωτερότητα της αριστοκρατίας και την αντιλαμβάνεται ως μοναδική προστάτιδα της εργατικής τάξης, μέσα σ' ένα πλαίσιο πατερναλιστικό. Απεχθάνεται τον καπιταλισμό και τους ανερχόμενους αστούς, βλέπει το αστικό τοπίο ως μια μεταφορά του γενικότερου κοινωνικού χάους και οραματίζεται την επιστροφή στη φύση και στις παλιές καλές μέρες.
Αντιθέτως, οι γυναίκες που τον πλαισιώνουν, βιάζονται να δεξιωθούν το καινούριο, χωρίς να υπολογίζουν το ρίσκο και τις συνέπειες. Είναι δυναμικές και ατρόμητες, τολμάνε να ζήσουν αντισυμβατικά και διεκδικούν δικαιώματα. Δεν είναι όλες αδαμάντινες κι ενάρετες, αλλά έχουν αποφασίσει να μην ακολουθήσουν την πεπατημένη. Αμφισβητούν, αποδομούν, καταγγέλλουν και προχωρούν με σθένος κοιτάζοντας το μέλλον, καθώς ο Τίτζενς επιμένει να μηρυκάζει το παλιό. Η Σύλβια Τίτζενς παρουσιάζεται απροσδόκητα απελευθερωμένη και διάγει τον βίο μιας φαμ φατάλ. Ο σύζυγός της την αγνοεί επιδεικτικά, πράγμα που την εξοργίζει. Είναι παράφορη, εγωπαθής και εκδικητική, οι τρόποι και τα φερσίματά της είναι αυτά μιας κακομαθημένης και ανερμάτιστης πλούσιας, αλλά υπάρχουν φορές που εμφανίζεται ικανή να σταθμίσει με σύνεση την κατάσταση και να προτείνει λύσεις. Η σουφραζέτα Βάλενταϊν είναι ένας ακραιφνώς θετικός χαρακτήρας. Αν και προέρχεται από διακεκριμένη οικογένεια, εργάζεται σκληρά για να βιοποριστεί και συγχρόνως φροντίζει τη μητέρα της. Έχει αγνή κι ανυστερόβουλη καρδιά, διαθέτει ώριμη πολιτική σκέψη και ο έρωτάς της για τον Τίτζενς είναι συγκινητικός. Στρατεύεται σε μια υπόθεση που νιώθει πως την αφορά, αφουγκράζεται τον παλμό της κοινωνίας και συμμετέχει ενεργά στο γίγνεσθαι. Επιπλέον, είναι δεινή λατινίστρια.
Μεταφρασμένος εξαίσια από την Κατερίνα Σχινά που υπογράφει και τον εμβριθή πρόλογο, ο πρώτος τόμος από τη μνημειώδη τετραλογία Το τέλος της παρέλασης του Φορντ Μάντοξ Φορντ επιχειρεί να εξερευνήσει και να ανατάμει την έννοια της βρετανικότητας στη μεταβατική εποχή των αρχών του εικοστού αιώνα και του Μεγάλου Πολέμου. Οι απόψεις του κεντρικού χαρακτήρα εν μέρει απηχούν προβληματισμούς και ανησυχίες του ίδιου του συγγραφέα, που ασχολήθηκε εκτεταμένα στο έργο του με το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας και της όποιας ταυτότητας μέσα σ' ένα περιβάλλον κρίσης και έντονων ιδεολογικών ζυμώσεων.
* Η ΝΙΚΗ ΚΩΤΣΙΟΥ είναι φιλόλογος.
→ Στην κεντρική εικόνα: φωτογραφία από τη σειρά του BBC/HBO Parade's End (2012-2013), βασισμένη στην τετραλογία του Ford, με τον Benedict Cumberbatch και τη Rebecca Hall.
Το τέλος της παρέλασης – Κάποιοι όχι...
Ford Madox Ford
Μτφρ. Κατερίνα Σχινά
Εξάντας 2019
Σελ. 634, τιμή εκδότη €22,00