Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου με το οποίο δούλεψαν πρόσφατα και μοιράζονται μαζί μας τα μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενη, η μεταφράστρια Σταυρούλα Αργυροπούλου, με αφορμή το μυθιστόρημα του Αντρέι Μπέλυ Πετρούπολη, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
«Έδινε την εντύπωση ότι τον διαπερνούσε το φως. Τέτοιο λαμπερό άνθρωπο δεν ξανασυνάντησα. Δεν μπορώ να πω αν αυτό οφειλόταν στην εντύπωση που προκαλούσαν τα μάτια του από την αδιάκοπη ροή των σκέψεων του, αλλά ο Μπέλυ φόρτιζε όποιον τον πλησίαζε μ’ ένα είδος πνευματικού ηλεκτρισμού. Η παρουσία του, το βλέμμα του, η φωνή του γονιμοποιούσαν τη σκέψη, επιτάχυναν τους σφυγμούς. Μου έδινε την εντύπωση ότι δεν είχε σώμα, ότι ήταν ένα ηλεκτρικό φορτίο, η υλοποίηση της θύελλας, του θαύματος...» λέει η Ναντιέζντα Μαντελστάμ, συγγραφέας, σύζυγος και θεματοφύλακας του έργου του ποιητή Όσιπ Μαντελστάμ, αναφερόμενη στον Αντρέι Μπέλυ.
Ο Αντρέι Μπέλυ υπήρξε μια πολυσχιδής προσωπικότητα∙ γοητεύθηκε από τα μαθηματικά και τη μουσική, υπήρξε οπαδός του ανθρωποσοφισμού, ποιητής, εξέχων εκπρόσωπος του ρωσικού συμβολισμού, και κυρίως ένας τεχνίτης του λόγου σε διαρκή αναζήτηση νέων εκφραστικών μέσων.
Ο Αντρέι Μπέλυ υπήρξε μια πολυσχιδής προσωπικότητα∙ γοητεύθηκε από τα μαθηματικά και τη μουσική, υπήρξε οπαδός του ανθρωποσοφισμού, ποιητής, εξέχων εκπρόσωπος του ρωσικού συμβολισμού, και κυρίως ένας τεχνίτης του λόγου σε διαρκή αναζήτηση νέων εκφραστικών μέσων. Στο έργο του Πετρούπολη αποτολμά «την καινοτομία μιας ολότελα καλλιτεχνικής πρόζας, που, γεμάτη ρυθμό και συγχρόνως παιγνιώδης, μοιάζει με σίφουνα. Για τον μεταφραστή, η Πετρούπολη αποτελεί τεράστια πρόκληση. Η ηχητική οργάνωση και ο ρυθμός, τα μοτίβα και τα σύμβολα πρέπει να αποδοθούν με κάθε λεπτομέρεια», σύμφωνα με την άποψη της σλαβολόγου Ίλμα Ρακούσα.
Σε δύο προκλήσεις λοιπόν προσπάθησα να ανταποκριθώ. Η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της Πετρούπολης, που θαρρείς ότι μεταφέρεται από την προσωπικότητα του ίδιου του δημιουργού στην περιγραφή της πόλης, και ακόμη το πανταχού παρόν αίσθημα της φαινομενικὀτητας, της απατηλότητας, που επιτείνεται από τη σύγχυση των ορίων μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού, σε προκαλούν να αποδώσεις τον παλμό και την ατμόσφαιρα ενός τόσο ξεχωριστού κειμένου. Επίσης, οι πανθομολογούμενες υφολογικές ιδιαιτερότητες και δυσκολίες με ώθησαν να αναμετρηθώ με το πρωτότυπο καταφεύγοντας στις δυνατότητες που σου προσφέρουν γενναιόδωρα δυο γλώσσες τόσο πλούσιες όσο η ρωσική και η ελληνική.
Η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της Πετρούπολης, που θαρρείς ότι μεταφέρεται από την προσωπικότητα του ίδιου του δημιουργού στην περιγραφή της πόλης, και ακόμη το πανταχού παρόν αίσθημα της φαινομενικὀτητας, της απατηλότητας, που επιτείνεται από τη σύγχυση των ορίων μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού, σε προκαλούν να αποδώσεις τον παλμό και την ατμόσφαιρα ενός τόσο ξεχωριστού κειμένου.
Η Πετρούπολη είναι ένα πολλαπλών αναγνώσεων κείμενο· η παρωδία του κλασικού μυθιστορήματος βρίσκεται στον πυρήνα του. Η ταραχώδης σχέση των δύο Αμπλεούχοφ –πατέρα και υιού–με φόντο την εξέγερση του 1905 και η απόπειρα πατροκτονίας είναι το βασικό θέμα γύρω από το οποίο εκτυλίσσεται η πλοκή. Ο πραγματικός πρωταγωνιστής ωστόσο έχω την εντύπωση ότι είναι η Πετρούπολη. Η πόλη, θεμελιωμένη πάνω στους βάλτους, με την κατάρα που συνδέεται με τον μύθο του Ιπτάμενου Ολλανδού να τη συνοδεύει, περιγράφεται μέσα από μια ονειρική σκηνοθεσία ως πόλη-φάντασμα, η οποία, αν και πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, παραμένει απομονωμένη και επικίνδυνη. Στις πολύβουες, γεωμετρικά χαραγμένες λεωφόρους της ανακαλύπτει ο αναγνώστης τα ίχνη του Γκόγκολ και του Ντοστογιέφσκυ, ο Μπρούντζινος Καβαλάρης δραπετεύει από τις σελίδες του Πούσκιν για να στοιχειώσει την πόλη, ορίζοντας δια παντός τόσο τη δική της μοίρα όσο και αυτή των κατοίκων της, αριστοκρατών, απλών αστών και προλεταρίων, το Κόκκινο Ντόμινο τριγυρνά στην πόλη κλείνοντας το μάτι στον Πόε και διεγείροντας την αγωνία των αναγνωστών. Τα προλεχθέντα δίνονται με μια γλώσσα περίπλοκη, στο έπακρο εκλεπτυσμένη και ποιητική. Θα ήθελα να επιμείνω στην ποιητικότητα της γλώσσας, γιατί η απόδοσή της ήταν το μεγάλο στοίχημα για εμένα. Οι συχνές επαναλήψεις μοτίβων και φράσεων, η ρυθμική οργάνωση των λέξεων στα όρια της φράσης αλλά και των φράσεων στα όρια των παραγράφων, το λογοτεχνικών καταβολών λεξιλόγιο, τέλος τα διάσπαρτα ίχνη από άλλα κείμενα, όλα αυτά σε συνδυασμό με τα «παιχνίδια του μυαλού», στα οποία επιδίδονται ο πατέρας και ο υιός Αμπλεούχοφ και τα οποία επιτείνουν την αίσθηση του ονείρου και της απειλής, δημιουργούν μιαν άκρως υποβλητική ατμόσφαιρα. Για την απόδοσή της κατέφυγα σε ένα κράμα δημοτικής και καθαρεύουσας και στη συστηματική, συνεχή επεξεργασία των παραγράφων και των σελίδων που έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, ώστε να επιτύχω να αποδώσω στην ελληνική γλώσσα, όσο είναι δυνατόν, την ποιητικότητα του πρωτοτύπου. Ωστόσο η Πετρούπολη χαρακτηρίζεται και για τις εναλλαγές του ύφους. Έτσι, επεδίωξα να αναδείξω την ειρωνική ή και την παρωδιακή διατύπωση όπου η περίσταση το απαιτούσε, αλιεύοντας από το κοίτασμα της ελληνικής γλώσσας αλλά και της λογοτεχνικής μας παράδοσης λεξιλόγιο, εκφράσεις, γνωμικά στοιχεία. Στο μακρύ διάστημα που διήρκεσε η μετάφραση της Πετρούπολης, ένιωθα σαν σχοινοβάτισσα που προσπαθεί ακροβατώντας να διασχίσει ένα βάραθρο, χωρίς κανείς, ούτε καν η ίδια, να μπορεί να προβλέψει την έκβαση του εγχειρήματός της. Ωστόσο η σχοινοβασία αυτή αποδείχθηκε άκρως ενδιαφέρουσα και ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκα να την εγκαταλείψω.
Στο μακρύ διάστημα που διήρκεσε η μετάφραση της Πετρούπολης, ένιωθα σαν σχοινοβάτισσα που προσπαθεί ακροβατώντας να διασχίσει ένα βάραθρο, χωρίς κανείς, ούτε καν η ίδια, να μπορεί να προβλέψει την έκβαση του εγχειρήματός της. Ωστόσο η σχοινοβασία αυτή αποδείχθηκε άκρως ενδιαφέρουσα και ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκα να την εγκαταλείψω.
Η χρήση παλαιότερων αποδόσεων είναι κάτι που, πολλές φορές, βοηθά τους μεταφραστές να «ξεκολλήσουν από τις ξέρες» που συναντούν στην πορεία της μετάφρασης, να επιβεβαιώσουν ή να διαμορφώσουν προς το καλύτερο κάποια ιδέα τους. Προσωπικά, επειδή θέλω να μένω ανεπηρέαστη στη διαμόρφωση του ύφους της δικής μου μετάφρασης, όσες φορές έχω καταφύγει σε προγενέστερες μεταφράσεις, το κάνω όταν έχω ολοκληρώσει τη δική μου εκδοχή του κειμένου.
Στο σημείο αυτό όμως, οφείλω να προσθέσω και κάτι άλλο: εξίσου σημαντική, αν όχι και σημαντικότερη από τις αποδόσεις σε άλλη γλώσσα, θεωρώ τη βοήθεια ανθρώπων oι οποίοι ως μητρική γλώσσα έχουν τη γλώσσα του υπό μετάφραση κειμένου, και τούτο επειδή σέβομαι απολύτως εκείνη την γνωστή –και πολύ εύστοχη όσον αφορά τη δουλειά μας– παροιμία: «άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας». Είχα την τύχη να συμβουλευτώ τέτοιους ανθρώπους, οι οποίοι επιπλέον είχαν ευρεία εποπτεία της ρωσικής λογοτεχνίας. Αλλά και οι εκδόσεις Κίχλη είχαν αρωγό στο όλο εγχείρημα την Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, σλαβολόγο, μελετήτρια της ρωσικής λογοτεχνίας και μεταφράστρια.
Ο μεταφραστής πρέπει να επιδιώκει και την πιστή και την καλή μετάφραση. Η πιστότητα και η ακρίβεια είναι βέβαια οι προϋποθέσεις της καλής μετάφρασης, αλλά δεν αρκούν. Η απόδοση του ύφους του πρωτοτύπου είναι η φιλοδοξία και η αγωνία που συνοδεύει κάθε μεταφραστή. Και τούτο ισχύει ιδιαιτέρως στην περίπτωση της Πετρούπολης, όπου η ποιητικότητα και ο παλμός του κειμένου μου επέβαλαν τη χρήση ρυθμών και λεξιλογίου που δεν θα χρησιμοποιούσα σε άλλα, λιγότερο πολύπλοκα και εκλεπτυσμένα κείμενα. Ένας διαρκής αγώνας, ελπίζω όχι άγονος, ακριβώς για να μη χαθεί η ανεπανάληπτη, παραισθητική ατμόσφαιρα του έργου.
Μια καλή μετάφραση οφείλει να μην αφήνει απορίες στους αναγνώστες ως προς τα συμφραζόμενα του εκάστοτε κειμένου, πολύ περισσότερο που στην Πετρούπολη αφθονούν οι αναφορές σε άλλα κείμενα, λογοτεχνικά και μη, αλλά και σε ιστορικά γεγονότα, καθώς και σε ποικίλα πραγματολογικά στοιχεία, γι’ αυτό και συνέταξα πολυάριθμες διευκρινιστικές σημειώσεις που συμβάλλουν, όπως θέλω να πιστεύω, στη διευκρίνιση των αποριών των αναγνωστών και στην ανάπλαση του γενικότερου ιστορικού και λογοτεχνικού πλαισίου της εποχής.
Εκτός των άλλων, επειδή, κατά την άποψή μου, μια καλή μετάφραση οφείλει να μην αφήνει απορίες στους αναγνώστες ως προς τα συμφραζόμενα του εκάστοτε κειμένου, πολύ περισσότερο που στην Πετρούπολη αφθονούν οι αναφορές σε άλλα κείμενα, λογοτεχνικά και μη, αλλά και σε ιστορικά γεγονότα, καθώς και σε ποικίλα πραγματολογικά στοιχεία, γι’ αυτό και συνέταξα πολυάριθμες διευκρινιστικές σημειώσεις που συμβάλλουν, όπως θέλω να πιστεύω, στη διευκρίνιση των αποριών των αναγνωστών και στην ανάπλαση του γενικότερου ιστορικού και λογοτεχνικού πλαισίου της εποχής. Επίσης, θέλω να επισημάνω με έμφαση ότι η σύνταξη σημειώσεων βοηθά σημαντικά τον μεταφραστή και στην απόδοση, αφού εμβαθύνει, για παράδειγμα, στο πώς χρησιμοποιεί ο συγγραφέας τις λογοτεχνικές πηγές του.
Δεν θα ήθελα να παραλείψω να αναφερθώ στον συστηματικό και επίμονο τρόπο με τον οποίο εργάστηκαν οι εκδόσεις Κίχλη για το αρτιότερο αποτέλεσμα του κειμένου της μετάφρασης και της έκδοσης γενικότερα, μακριά από τον θόρυβο της αγοράς. Επίσης, χαίρομαι ιδιαίτερα που αυτό το τόσο σημαντικό κείμενο κυκλοφορεί από την Κίχλη σε πολυτονικό σύστημα, δίνοντας ένα τελείως ιδιαίτερο ύφος στο βιβλίο που ίσως ήδη διαβάζετε ή θα διαβάσετε στο μέλλον.
Αν στο μέλλον μου δοθεί η ευκαιρία να μεταφράσω ξανά κείμενα του Μπέλυ, είναι κάτι που με χαρά θα το κάνω.
Info
Η Σταυρούλα Αργυροπούλου ασχολείται επαγγελματικά με τη μετάφραση από τα μέσα της δεκαετίας του '80. Έχει μεταφράσει μεταξύ άλλων Dostojevskij, Gorkij, Tolstoj, Coetzee, Turgenev και Auster. Το 2015 έλαβε το Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης της Ελληνικής Εταιρείας Μεταφραστών Λογοτεχνίας για το βιβλίο του Paul Auster Ημερολόγιο του χειμώνα (εκδ. Μεταίχμιο).