
Του Κώστα Κατσουλάρη
Αναπνέοντας καθημερινά, θέλοντας και μη, τον ρυπαρό αέρα της εγχώριας πολιτικής και κοινωνικής σκηνής -μείγμα φοβικής συνομωσιολογίας, φαντασιώσεων μεγαλείου και θλιβερού επαρχιωτισμού-, ένιωσα ανακούφιση και αναζωπυρώθηκε μέσα μου η πίστη στην ανθρώπινη ευφυΐα στην επαφή μου με τούτο το μικρό βιβλιαράκι του βρετανοελβετού Αλαίν ντε Μποτόν.
Ο ντε Μποτόν έγινε διάσημος –και στη χώρα μας– χάρη στα χαριτωμένα και ζουμερά δοκίμιά του σχετικά με επίμαχα ζητήματα της εποχής (ευτυχία, εργασία, έρωτας), αλλά και χάρη στο θαυμάσιο βιβλιοφιλικό κείμενό του «Πώς ο Προυστ μπορεί να αλλάξει τη ζωή σου».
Η ιστορία που κρύβεται πίσω από το «Μια εβδομάδα στο αεροδρόμιο» είναι εν πολλοίς γνωστή: Με την περάτωση του Επιβατικού Σταθμού 5, της νέας υπερσύγχρονης πτέρυγας του αεροδρομίου του Χίθροου στο Λονδίνο, προτάθηκε στον συγγραφέα από την εταιρεία που διαχειρίζεται το αεροδρόμιο να διαμείνει μια εβδομάδα μέσα στις εγκαταστάσεις του και να καταγράψει όσο βλέπει και αισθάνεται. Εξαιρετική πρόκληση για έναν συγγραφέα, πόσο μάλλον για έναν τέτοιο συγγραφέα. (Μικρή ένσταση: Το βιβλίο συνοδεύεται από έγχρωμες φωτογραφίες, κάτι που μαρτυρά μειωμένη πίστη στις αναπαραστατικές δυνατότητες της γραφής. Δεν γνωρίζω αν η επιλογή αυτή επιβλήθηκε στον συγγραφέα ούτε γιατί συναίνεσε. Κατά τη γνώμη μου το βιβλιαράκι θα λειτουργούσε καλύτερα χωρίς οπτική συνοδεία, μια και οι φωτογραφίες αποσπούν τον αναγνώστη από τη στοχαστική και φιλοσοφική διάσταση του κειμένου).
Ο 42χρονος συγγραφέας ανταποκρίθηκε: πήρε το βαλιτσάκι του με τα απαραίτητα, ένα λάπτοπ, κι αφού εγκαταστάθηκε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που του παραχωρήθηκε, έστησε το εργαστήρι του σε δημόσια θέα σε πολυσύχναστο σημείο του αεροδρομίου. Αυτή η «διάταξη» δεν είναι δίχως σημασία: ο συγγραφέας δεν ζει κλεισμένος στο δωμάτιό του παρατηρώντας τα τεκταινόμενα, είναι κι ο ίδιος μέρος του ντεκόρ, αποσπά την προσοχή, εγείρει την περιέργεια των περαστικών, συζητάει μαζί τους, κάνει γνωριμίες, ακόμη και φιλίες.
Ο Επιβατικός Σταθμός 5, η νέα πτέρυγα του Χίθροου, παρουσιάζεται ως ένα αρχιτεκτονικό και τεχνολογικό επίτευγμα – και πιθανότατα έτσι είναι. Ο συγγραφέας αφήνεται στον θαυμασμό αυτού του θαυμάσιου καινούργιου κόσμου, όχι όμως χωρίς τις κεραίες του ανοιχτές. Τον αντιμετωπίζει ως μια μικρογραφία της δυτικής κοινωνίας, με όλες τις ιδιαιτερότητες που την χαρακτηρίζουν. Εισδύει στα άδυτα της κουζίνας του, εκεί όπου μια εταιρεία κέτερινγκ ετοιμάζει ταυτόχρονα μερικές χιλιάδες γεύματα για τα εκατοντάδες αεροπορικά ταξίδια των επόμενων ωρών. Ομοίως, επισκέπτεται την ειδική αίθουσα για τους VIP, κι αφήνεται σε ορισμένες πρωτότυπες σκέψεις για την πηγή του πλούτου σήμερα, για την εμφάνιση και το ήθος των ανθρώπων που ηγούνται σημαντικών και προσοδοφόρων επιχειρήσεων.
Αυτό που ίσως ξαφνιάσει τον Έλληνα αναγνώστη είναι η έλλειψη καταγγελτικότητας στο κείμενο του ντε Μποτόν, χωρίς αυτό να σημαίνει απουσία κριτικής διάθεσης. Καταφέρνει να αναδείξει ποικίλες πλευρές της μικροκοινωνίας του αεροδρομίου, αλλά και της ιδιαίτερης μεταφυσικής του αεροπορικού ταξιδιού, που τόσο συνδεδεμένο είναι στο συλλογικό μας ασυνείδητο με το θάνατο και την καταστροφή:
«Παρά την επίπλαστη κοινοτοπία του, το τελετουργικό ενός αεροπορικού ταξιδιού συνδέεται άρρηκτα, ακόμη και στις υλιστικές εποχές, με τα θεμελιώδη ζητήματα της ύπαρξης – έτσι όπως εμφανίζονται σε όλες τις θρησκείες του κόσμου. […] Ζητήματα σχετικά με το θείο, την αιωνιότητα και το ουσιώδες μάς συνοδεύουν συγκαλυμμένα ως το σκάφος, στοιχειώνοντας την ανάγνωση των οδηγιών ασφάλειας, τις ανακοινώσεις του κυβερνήτη για τον καιρό και, ειδικότερα, τη θέα μας από ψηλά καθώς παρατηρούμε την ήπια καμπυλότητα της γης.»
Ξεκίνησα και τέλειωσα το βιβλιαράκι του ντε Μποτόν για τα αεροδρόμια και τα αεροπορικά ταξίδια εξ ολοκλήρου μέσα σε αεροπλάνα ή κατά την αναμονή του ταξιδιού, κι ως εκ τούτου δεν γνωρίζω πώς είναι να διαβάζεις γι’ αυτόν τον ψυχρό και καταστατικά ουδέτερο κόσμο στον οικείο χώρο του καναπέ ή της κρεβατοκάμαρας. Έτσι, και παρά τη θέρμη που αισθάνθηκα στην επαφή μου με το λεπτοφυές, κοσμοπολίτικο και διεισδυτικό βλέμμα του στοχαστικού Ελβετού, στο μυαλό μου επανερχόταν ξανά και ξανά η φράση ενός Γάλλου συγγραφέα, ιδεολογικά και φιλοσοφικά στους αντίποδες του ντε Μποτόν, του Μισέλ Ουελμπέκ, από το μυθιστόρημά του Πλατφόρμα: «Έχω το προαίσθημα ότι, όλο και πιο πολύ, ο κόσμος θα μοιάζει με αεροδρόμιο.»
Αλαίν ντε Μποττόν
Μτφρ: Αντώνης Καλοκύρης
Εκδόσεις Πατάκη 2011
Σελ. 147, τιμή € 9,00