Πώς μπορούν οι εκ φύσεως απόλυτοι αφορισμοί να σχετικοποιούν τις βεβαιότητές μας; Σκέψεις με αφορμή «Το νέο αντιλεξικό νεοελληνικής χρηστομάθειας» (εκδ. Εστία) του Δημοσθένη Κούρτοβικ, μια αντισυμβατική θεώρηση των πολιτισμικών σημείων των καιρών, με εστίαση στην ελληνική πραγματικότητα.
Του Κ.Β. Κατσουλάρη
Λίγοι είναι επαρκώς εξοικειωμένοι με τη δύσκολη τέχνη του αφορισμού, κι ακόμη λιγότεροι είναι σε θέση να την ασκήσουν με κέφι, φαντασία, γνώση αλλά και διεισδυτικότητα– πρόσκληση σε αναστοχασμό ή και, γιατί όχι, αναθεώρηση βεβαιοτήτων.
Ο συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας Δημοσθένης Κούρτοβικ (γεν. 1948) το έκανε με επιτυχία στο μακρινό 1994 και το επανέλαβε πρόσφατα με το πλήρως αναθεωρημένο, κι ως εκ τούτου Νέο Αντιλεξικό του, που περιλαμβάνει 130 λήμματα, λέξεις-κλειδιά της σύγχρονης πολιτισμικής μας ταυτότητας, δίνοντας έμφαση στον χώρο του βιβλίου, της λογοτεχνίας και της πολιτισμικής κριτικής.
Το να προκαλέσει στον αναγνώστη ενόχληση ή να ξεσηκώσει την αυθόρμητη διαφωνία του με κάποια από τα λήμματα (αναλόγως και τον αναγνώστη, βέβαια) είναι μέρος του παιχνιδιού ενός τέτοιου βιβλίου. Είναι, θα λέγαμε, στη φύση του. Όπως εύστοχα το θέτει ο συγγραφέας στον ευσύνοπτο πρόλογο: «Ο αφορισμός πρέπει όχι μόνο να είναι σύντομος αλλά και να ξαφνιάζει, προκαλώντας την άμεση αντίδραση του αναγνώστη ή ακροατή. […] Πρέπει να εμφανίζεται απόλυτος, έστω κι αν εκφράζει μια σχετική αλήθεια, γιατί η αλήθεια αυτή είναι αφανής, αποσιωπημένη ή ενοχλητική για τον κυρίαρχο λόγο, οπότε χρειάζεται ενδυνάμωση για να γίνει αισθητή».
Καθώς το ξεφυλλίζουμε, όμως, συχνότερα πιάνουμε τον εαυτό μας να απολαμβάνει εκείνη τη λεπτή διανοητική απόλαυση που αντλούμε όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την ακριβή και ολοκληρωμένη διατύπωση ενός συλλογισμού που υπήρχε κάπου μέσα μας ασχημάτιστος, άτσαλος, ατελής. Σε κάποιες περιπτώσεις ξαφνιαζόμαστε, ειδικά όταν μια έννοια που ηχούσε θετικά στο μυαλό μας ανατρέπεται από μια αναπάντεχη διατύπωση ή με την απρόσμενη σύνδεσή της με κάτι αρνητικό. Δείτε π.χ. με πόση μαεστρία υπονομεύει ο Κούρτοβικ μια από τις θετικότερες έννοιες του καιρού μας, την «ανεκτικότητα»:
Η ανεκτικότητα είναι το μόνο περιεχόμενο που ένας κουρασμένος πολιτισμός μπορεί να δώσει στον ανθρωπισμό.
Ομοίως, για την ιδέα ότι η Τέχνη οφείλει να έχει «αισιόδοξο μήνυμα»:
Το αισιόδοξο μήνυμα της Τέχνης είναι η ίδια η ύπαρξή της.
Ή, για την υστερική επίκληση κάθε καινοφανούς δικαιώματος, στο λήμμα «δικαιωματισμός»:
Η τέχνη να εφευρίσκεις δικαιώματα, όπως ο Καπιταλισμός εφευρίσκει ανάγκες.
Ενίοτε, εμφανίζεται μπροστά μας η απρόσμενα θετική διάσταση μιας έννοιας που, κι από τον ίδιο τον συγγραφέα σε άλλα σημεία, λογίζεται αρνητικά. Παραδείγματος χάριν, δείτε το καταληκτικό σχόλιο στην «ελληνικότητα»:
Η ελληνικότητα θα δείξει το πρόσωπό της όταν πάψουμε να την αναζητούμε.
Κάποια λήμματα είναι απλώς τέλεια στην απλότητα και τη σοφία τους και δεν χρειάζονται σχολιασμό ή επεξηγήσεις. Παράδειγμα, το «Ζωή»:
Με τη ζωή συμβαίνει ό,τι με τα παιχνίδια: έχει νόημα μόνον όσο δεν ρωτάς τι νόημα έχει.
Όπως σημείωσα και παραπάνω, κάποια από τα λήμματα προσφέρονται για στραβομουτσουνιάσματα, μικρές ή μεγάλες αντιρρήσεις, ίσως και διαφωνίες, αλλά ακόμη και τότε –μήπως, ειδικά τότε;– έχεις την αίσθηση ότι βγαίνεις διπλά κερδισμένος, καθώς διαπιστώνεις ότι η άποψή σου, όσο διαφορετική κι αν είναι από του συγγραφέα, έχει υπογείως εμπλουτιστεί από αυτήν. Με τον τρόπο τους, δηλαδή, οι αφορισμοί του Κούρτοβικ, φύσει «τσεκουράτοι», προσκαλούν σε διάλογο, επιβάλουν τον διάλογο – μια ισχυρότατη ένδειξη ότι επιτελούν τον σκοπό τους.
Με τον τρόπο τους, δηλαδή, οι αφορισμοί του Κούρτοβικ, φύσει «τσεκουράτοι», προσκαλούν σε διάλογο, επιβάλουν τον διάλογο – μια ισχυρότατη ένδειξη ότι επιτελούν τον σκοπό τους.
Τελειώνοντας, προτείνω τρία λήμματα που με κέντρισαν ιδιαίτερα, από τα σχετικά με τη λογοτεχνία και τη συγγραφή, σημειώνοντας ότι, μαζί με τα προηγηθέντα, έχω παραθέσει συνολικά μονάχα οκτώ: απομένουν ακόμη 122 για να τα ανακαλύψετε και να τα χαρείτε κατά μόνας ή με συντροφιά (προσφέρεται).
Λογοτεχνία
Με τις λέξεις μπορούμε ίσως να πλησιάσουμε στην ουσία ενός σπουδαίου λογοτεχνικού κειμένου, αλλά δεν μπορούμε ποτέ να την αγγίξουμε. Αυτό είναι το παράδοξο της λογοτεχνίας: όσο καλύτερη είναι τόσο περισσότερο μας σπρώχνει πέρα από τα όρια της γλώσσας, μέσα στα οποία φαίνεται φυλακισμένη η ίδια.
Πειραματική λογοτεχνία
Κάθε σοβαρός λογοτέχνης πειραματίζεται με τις λέξεις, τον λόγο και την τεχνική της αφήγησης. Το αποτέλεσμα των επιτυχημένων πειραμάτων λέγεται λογοτεχνία· των αποτυχημένων, πειραματική λογοτεχνία.
Συγγραφείς
Ο σημαντικός συγγραφέας αγγίζει με το μισό της ψυχής του αλήθειες που το άλλο μισό αρνείται να δεχτεί.
* Ο Κ.Β. ΚΑΤΣΟΥΛΑΡΗΣ είναι συγγραφέας.