
Περιδιάβαση στο πεζογραφικό σύμπαν του Χρήστου Βακαλόπουλου με την ευκαιρία της επανέκδοσης των έργων του από τις εκδόσεις Εστία. Από την «Υπόθεση μπεστ-σέλλερ» στην «Γραμμή του ορίζοντος».
Γράφει ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Ήμασταν κάποιοι που από το χάραμα της Μεταπολίτευσης, μεγαλωμένοι καθώς ήμασταν μες στη δικτατορία που ακύρωσε την άνοιξη της δεκαετίας του 1960 στη χώρα μας, αποπειραθήκαμε, ενίοτε και με σπασμωδικούς τρόπους, να ιχνηλατήσουμε τι σημαίνει να είσαι Έλληνας στα σταυροδρόμια παράδοσης και μοντερνισμού, Δύσης και Ανατολής, έρωτος και αναρχίας. Ο αείμνηστος φίλος Χρήστος Βακαλόπουλος (17 Ιανουαρίου 1956 – 29 Ιανουαρίου 1993) ανήκε, φυσικά, σ᾽ αυτόν τον εσμό ανήσυχων νεανικών νόων και ψυχών, και διόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι τριάντα δύο χρόνια μετά την εκδημία του και σχεδόν μισόν αιώνα από τις πρώτες του παρεμβάσεις στον δημόσιο λόγο, μια νέα γενιά, εξίσου ανήσυχων νέων, ανακαλύπτει και διαβάζει περιπαθώς τα πονήματα του Χρήστου.
Με την ευκαιρία της επανέκδοσης των έργων του από τον οίκο Εστία, ο Σάκος Εστρατείας του Επίμονου Αναγνώστη φιλοξένησε, όλο τον Ιανουάριο, τα βιβλία του Βακαλόπουλου, αλλά και βιβλία γραμμένα για το έργο και την προσωπικότητά του. Ο ιδιοκτήτης του Σάκου τα διάβασε επιμελώς με τη χρονολογική σειρά που εμφανίστηκαν· και, μολονότι μες στις δεκαετίες επέστρεφε στις σελίδες τους συχνά πυκνά, τώρα τα επανεκτίμησε, και θαύμασε αλλιώτικα την ψυχονοητική ιδιοσυστασία του συγγραφέα τους.
Υπόθεση μπεστ-σέλλερ
Το 1980, ο Χρήστος είναι μόλις είκοσι τεσσάρων ετών, έχει ήδη από τα είκοσί του, το 1976, αρχίσει να γράφει εξαιρετικά κείμενα στο καλύτερο κινηματογραφικό έντυπο που κυκλοφόρησε ποτέ στη χώρα μας, στον Σύγχρονο Κινηματογράφο, και εκπλήττει πολλούς με την οξύνοια και τη διορατικότητά του. Και τώρα, κυκλοφορεί το πρώτο του μυθιστόρημα, το Υπόθεση Μπεστ-Σέλλερ, γραμμένο κατά παραγγελίαν, από τις βραχύβιες εκδόσεις Υπό Σκέψη. Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει εκ νέου, το 1984, από τις εκδ. Καστανιώτης, και το 1993, από τις εκδ. Εστία, από τις οποίες ανατυπώθηκε το 2013 και το 2024.
![]() |
![]() |
Η πρώτη έκδοση του βιβλίου από τις εκδόσεις «Υπό σκέψη» και η οριστική της Εστίας. |
Ήδη από το προλογικό του σημείωμα, ο Χρήστος αυτοπροσδιορίζεται και εκθέτει τους οδοδείκτες του, καθώς γράφει ότι μπορεί κάλλιστα ο αναγνώστης, αντί να διαβάσει το βιβλίο, να ακούσει δίσκους του Ντύλαν και των Kinks, ή να δει ταινίες του Νίκολας Ρέι, του Φριτς Λανγκ, και του Ζαν Ρενουάρ.
Το μυθιστόρημα είναι, τρόπον τινά, μια πολλαπλή ταυτότητα του συγγραφέα, μια καρτ-βιζίτ στο σύμπαν του όπου δεσπόζουν η κινηματογραφοφιλία, οι νεανικοί έρωτες, η Κυψέλη, τα μπλουζ και το ροκ, οι παρέες, η νεανική αδηφαγία για γνώση, και το χιούμορ.
Αποτελεί επίσης ένα εξόχως μοντέρνο σχόλιο για το πώς γράφονται τα μυθιστορήματα, τι σημαίνει γραφή στην αυγή της δεκαετίας του 1980 – τελειώνει άλλωστε με μια συνέντευξη που υποτίθεται ότι δίνει ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας, όπου διαβάζουμε: «Στην πραγματικότητα, ο συγγραφέας είναι όπως το παιδί του μπακάλη, έτσι θα έπρεπε να είναι. Η μόνη διαφορά τους είναι ότι το παιδί του μπακάλη παίρνει τις παραγγελίες, τις γράφει με μια σειρά και τις παραδίδει μιαν ορισμένη ώρα, ενώ ο συγγραφέας παίρνει τις παραγγελίες, τις γράφει με μια σειρά και μετά δεν ξέρει τι ώρα να τις παραδώσει, κανείς δεν του το έχει πει. Τότε αφήνει τα ψώνια στο πεζοδρόμιο και φωνάζει: “Είμαι ελεύθερος”. Κι έτσι τις παραγγελίες τις παραλαμβάνει ο πρώτος τυχών» (σ. 188).
Επί του προσωπικού: Θα πρέπει να είμαι ο πρώτος που πήρε συνέντευξη από τον Χρήστο για το βιβλίο. Συναντηθήκαμε στο διαμέρισμα της Μαρίας Μήτσορα, συνομιλήσαμε οι τρεις μας, και ο καρπός της συνομιλίας μας δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Phenomenon, μάλλον το 1982!.
Οι πτυχιούχοι
Ο Βακαλόπουλος συνεχίζει με το μυθιστόρημα Οι πτυχιούχοι, που κυκλοφορεί από τις εκδ. Ερατώ το 1984. Το 1996, το αναλαμβάνουν οι εκδ. Εστία που το επανεκδίδουν το 2004, το 2013, και το 2024.
![]() |
![]() |
Η πρώτη έκδοση του μυθιστορήματος και η οριστική της Εστίας. |
Ήδη από το μότο, που είναι ένα εύγλωττο παράθεμα από το διήγημα «Ωχ! Βασανάκια» (1894) του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, αντιλαμβανόμαστε μια στροφή προς τα νάματα της παράδοσης. Ο Χρήστος επεξεργάζεται εδώ τα μοτίβα και τις ιδέες που συναντάμε πια στη μετέπειτα πνευματική του διαδρομή: τη μαγεία της μη-διεκδίκησης (όπως έλεγε ο ποιητής Μανόλης Πρατικάκης)· τις αρχικές επιθέσεις στη Δύση, στο Βορρά, και στο λεγόμενο «ξανθό γένος»· τη φθορά των κελευσμάτων της Αριστεράς· το συναισθηματικό σαμποτάζ που επιχειρεί ο συγγραφέας στα στερεότυπα και την ξύλινη γλώσσα. «Δεν υπάρχει τίποτα το εφικτό προς βορράν, μόνο η Γροιλανδία παιδεύει το χάρτη», αποφαίνεται η ηρωίδα Μίρκα (σ. 19).
Θρυλική έχει καταστεί η προσωπικότητα της γιαγιάς του πρωταγωνιστή, του Μάρκου, η οποία λατρεύει τον Ιάπωνα σκηνοθέτη Κένζι Μιζογκούτσι, διαμένει στην οδό Ξιφίου, και προβαίνει σε αποσβολωτικές αποφάνσεις με ένα γλωσσικό ιδίωμα που είναι κοκτέιλ Χάιντεγκερ, Γιανναρά, Μποντριγιάρ, και Ράμφου!
Από τους Πτυχιούχους δεν λείπει η τζαζ (πρόσφατη, τότε, ανακάλυψη του Βακαλόπουλου), οι ιδιοσυγκρασιακές αντιλήψεις του σχετικά με το Βυζάντιο, οι πασίγνωστοι πια καφενειακοί αφορισμοί του Χρήστου («Τα γουόκμαν θα έπρεπε να μεταδίδουν σιωπή», «Το καλοκαίρι είναι αχρονικό», «Η Ευρώπη είναι ανθρωποκεντρική με λανθασμένο τρόπο, κλείνει τα μάτια μπροστά στο θάνατο», «Ένας χάρτης των Εξαρχείων θα ήταν το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο, γιατί δεν θα έπρεπε να απεικονίζει δρόμους αλλά ιστορικά προσδιορισμένες ψυχικές διαθέσεις» κτλ.)· και βέβαια δεν λείπουν οι έρωτες, οι παρέες, οι φάρσες.
Επί του προσωπικού: Συμπτωματικά, βρισκόμουν στα γραφεία των εκδ. Ερατώ, όταν έφτασαν τα πρώτα αντίτυπα των Πτυχιούχων· ήταν και ο Χρήστος εκεί, πιάσαμε την κουβέντα, ήταν πνευματώδης και ευγενέστατος, τον αγάπησα ξανά και οριστικά.
Νέες Αθηναϊκές Ιστορίες
Οι Νέες Αθηναϊκές Ιστορίες κυκλοφορούν από την Εστία το 1988, και σημειώνουν τρεις επανεκδόσεις, το 1989, το 2018, και το 2024. Είναι ένα ιντερμέδιο, μια ανακεφαλαίωση της ποιητικής και της εν εξελίξει (πάντα!) φιλοσοφίας και κοσμοθέασης του Βακαλόπουλου, δέκα διηγήματα που αφήνουν χώρο σε σουρεαλιστικές καταστάσεις, σε μνήμες από την παιδική και εφηβική ηλικία.
«Εγώ είμαι ερωτευμένος με τη Νανά γιατί ακούω όλη μέρα μουσική, τα τραγούδια μού λένε να ερωτευτώ κι εγώ υπακούω. Έχω την εντύπωση ότι μου απευθύνονται τα τραγούδια με τον ίδιο τρόπο που μου μιλάει το ρυάκι στο νερό», διαβάζω στη σ. 61. Δίνουν ηδύτατο «παρών!» το ταμ-ταμ (ο θρυλικός προκάτοχος της Κόκα-Κόλα), το περιοδικό «Μοντέρνοι Ρυθμοί», η βανίλια υποβρύχιο, η λεμονίτα, τα λουκούμια, η Φωκίωνος Νέγρη, οι πολιτικοποιημένοι πιτσιρικάδες της Μεταπολίτευσης, ο Μπεν Χουρ, οι Φατμέ του Πορτοκάλογλου, τα 45άρια δισκάκια – όλο το βακαλοπουλικό σύμπαν είναι εδώ.
«Ένα τραγούδι μπορεί να συνοψίσει μια ζωή, είπε η νεράιδα», διαβάζω στη σ. 36. «Ένα μικρό δισκάκι μπορεί ν᾽ αλλάξει έναν άνθρωπο… Οι εταιρείες το κατάλαβαν αυτό κι εγκατέλειψαν τους μικρούς δίσκους, τις κατέλαβε πανικός κι έσπρωξαν αυτούς τους δίσκους μεγάλης διαρκείας για να θολώσουν τα νερά και να ησυχάσουν τα πνεύματα. Γνωρίζετε το μυστικό της μικρής διάρκειας;»
Επί του προσωπικού: Λίγο μετά την κυκλοφορία του βιβλίου, αρχίζουμε να συχνάζουμε στην Καλλιδρομίου, στον Ένοικο. Δύο φράσεις του Χρήστου από τις Νέες Αθηναϊκές Ιστορίες είχαν αναχθεί σε σύνθημα & παρασύνθημα της παλιοπαρέας: «Προσπαθούσε να πνίξει τη μελαγχολία του σε μια λίμνη από καπουτσίνο» και «Είχε ευγενικά χαρακτηριστικά, πλούσιο στήθος κι ένα βλέμμα ανθρώπου εξοικειωμένου με τον Όμηρο»!
Η Γραμμή του Ορίζοντος
Η Γραμμή του Ορίζοντος είναι, αναμφίβολα, το πιο διαβασμένο και συζητημένο λογοτέχνημα του Βακαλόπουλου. Κυκλοφορεί από την Εστία το 1991, δύο έτη πριν από την εκδημία του Χρήστου, και έκτοτε γνωρίζει 9 (μέχρι σήμερα) ανατυπώσεις. Αγκαλιάστηκε τότε, θερμά, από την παρέα του Ένοικου (με αλφαβητική σειρά: Αρανίτσης, Βακαλόπουλος, Λάγιος, Μπαμπασάκης, Παπαγιώργης, Σταθόπουλος) και γνωρίζει τάχιστα μεγάλη επιτυχία.
Αποτελεί, μεταξύ άλλων, και ένα είδος διαθήκης του φίλου μας, και σημαίνουν πολλά τόσο η αφιέρωση, συνοδευόμενη μάλιστα από φωτογραφία με τον Χρήστο και στενούς φίλους του («Υπέρ νοσούντων, καμνόντων, αιχμαλώτων της δεκαετίας του ᾽70», όσο και το μότο, αντλημένο από τον Ιωάννη της Κλίμακος («Δεξάμενος φλόγα, τρέχε· οὐ γὰρ γιγνώσκεις πότε σβέννυται καὶ ἐν σκοτίᾳ σε καταλείψει»).
Στο επόμενο κείμενό μου θα συζητήσω τη σημαντικότητα της Γραμμής του Ορίζοντος στη διαμόρφωση μιας κουλτούρας που άξονές της είναι η επιστροφή στον άδολο έρωτα, η απαλλαγή από κακοχωνεμένους εισαγόμενους εξυπνακισμούς, η άμβλυνση του εγωτισμού, και η δεξίωση του Άλλου ως λυτρωτικού και αναστάσιμου γεγονότος. Επίσης, θα παρουσιάσω εν τάχει το δοκιμιακό έργο του Χρήστου Βακαλόπουλου και κάποια βιβλία που έχουν θέμα την προσφορά του στα γράμματα και τις τέχνες.
*Ο ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Τελευταίο του βιβλίο, η ποιητική σύνθεση «Ωδή Κυψέλης» (εκδ. Ιωλκός).