Του Θωμά Συμεωνίδη
Θα μιλήσω για το αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκα μέσα από την αναγνωστική μου αναμέτρηση με το Αυτός, ο κάτω ουρανός του Γιάννη Αντιόχου. Και ο μοναδικός τρόπος για να μιλήσω για αυτή τη διαδρομή που με οδήγησε σε αυτό το αδιέξοδο και να εκφράσω έναν λόγο από αυτή τη θέση αδιεξόδου είναι να απευθυνθώ σε έναν άνθρωπο που δεν υπάρχει και να του μιλήσω για μία αρχιτεκτονική που δεν μπορεί να υπάρξει.
Αυτόν τον άνθρωπο που δεν υπάρχει θα προσπαθήσω να μην τον τρομάξω γιατί τον αγαπώ και ας μην υπάρχει. [...] Θα του μιλήσω για ένα δωμάτιο και θα του πω να φανταστεί πως είναι νύχτα. Θα του πω πως αυτό το δωμάτιο έχει έναν ουρανό για οροφή και τα δικά του άστρα.
Αυτό είναι ό,τι πιο αληθινό έχω να πω.
Αυτόν τον άνθρωπο που δεν υπάρχει θα προσπαθήσω να μην τον τρομάξω γιατί τον αγαπώ και ας μην υπάρχει. Για αυτόν τον λόγο, θα ξεκινήσω από χώρους που ξέρει. Θα του μιλήσω για ένα δωμάτιο και θα του πω να φανταστεί πως είναι νύχτα. Θα του πω πως αυτό το δωμάτιο έχει έναν ουρανό για οροφή και τα δικά του άστρα. Αυτή θα ήταν μια αρχιτεκτονική που χρειάζεται ειλικρίνεια για να υπάρξει. Αλλά τότε θα υστερούσε σε φως.
Το έδαφος αυτής της αρχιτεκτονικής οδηγεί τα πάντα σε κλίση. Εδώ, οι εποχές είναι σώματα και από κάθε σώμα κάτι λείπει. Σε κάθε μετατόπιση ή συνάντηση τίποτα δεν ολοκληρώνεται, μονάχα προστίθεται ή αφαιρείται. Το έδαφος αυτής της αρχιτεκτονικής δεν είναι η γη, δεν είναι ο ουρανός. Αν μπορούσε να θεμελιωθεί σε ένα από τα δύο, τότε θα ήταν μία αρχιτεκτονική που υπάρχει και μπορεί να υπάρξει.
Ό,τι αίσθημα υπάρχει σε αυτή την αρχιτεκτονική κάποτε παύει να υπάρχει.
Σε αυτή την αρχιτεκτονική λαβύρινθοι και υπόγειες αρτηρίες. Εσύ έρχεσαι, εσύ είσαι, αλλά εσύ δεν υπάρχεις. Έρχεσαι από τόσο βαθιά που δεν έχεις όνομα. Χρησιμοποιείς ως ταυτότητα τον πολιτισμό, έστω και αν ξέρεις την αλήθεια για τη βαρβαρότητά του. Βασίζεσαι σε μια ελπίδα και αυτή η ελπίδα είναι ότι ο άλλος θα πιστέψει την απάτη. Όταν πεις την αλήθεια, και θα πεις την αλήθεια γιατί εσύ είσαι εσύ, θα αρχίσεις να υπάρχεις σχεδόν ολόκληρος, για λίγα δευτερόλεπτα μόνο, μέχρι να τη συνειδητοποιήσουν αυτοί στους οποίους απευθύνεσαι και να διαιρεθείς με τον αριθμό τους, πολλές φορές, μέχρι να διαλυθείς.
Αυτή η αρχιτεκτονική είναι το μέρος όπου ζει ένα κτήνος. Αλλά τι κτήνος. Γνωρίζει ότι πεθαίνει και ψάχνει συνεχώς ζωή. Συμβαίνει αυτή η αρχιτεκτονική να είναι ένας όροφος σε μια πολυκατοικία και να υπάρχει μόνο μια έξοδος που οδηγεί σε μια πλατεία. Αυτή η αρχιτεκτονική δεν μπορεί να υπάρξει και ίσως είναι καλύτερα από κάποιες απόψεις. Σε κάθε δωμάτιο και ένας άλλος νεκρός εαυτός σου. Πώς θα μπορούσες να αντέξεις να δεις; Αυτή είναι μια αρχιτεκτονική που ακόμα και αν υπήρχε θα την κατέστρεφες για να μπορέσεις να αναπνεύσεις. Στην αρχή απλώνει τον κόσμο γύρω σου και μετά καθώς δομείται, τυλίγεται γύρω σου, μα δεν το βλέπεις.
Κανένας άλλωστε δεν είπε ότι αυτή είναι μια αρχιτεκτονική που προστατεύει ή ό,τι μπορεί να προστατεύει για πάντα. Ο κίνδυνος υπήρξε πολύ πριν υπάρξει η ίδια. Αν είχες ένα δωμάτιο στη λογική της αρχιτεκτονικής που μιλάω τότε δεν θα το έβλεπε κανένας. Ούτε εγώ. Υπάρχουν υπόνομοι, φρεάτια και πηγάδια. Αυτή θα ήταν η μόνη επικοινωνία. Μαζί σου.
Σε αυτή την αρχιτεκτονική κάποια στιγμή πρέπει να μιλήσουμε για τους θεούς. Ακόμα και αυτούς που σκοτώσαμε. Ακόμα και αυτούς που δεν υπάρχουν.
Σε αυτή την αρχιτεκτονική υπάρχει μία ταράτσα που βλέπει μία πόλη και τη θάλασσά της. Είναι μια πόλη που είδες και το μόνο που μπόρεσες να δεις στη θάλασσα είναι τους νεκρούς της.
Σε αυτή την αρχιτεκτονική υπάρχει μια ταράτσα που βλέπει μια πόλη και τη θάλασσά της. Είναι μια πόλη που είδες και το μόνο που μπόρεσες να δεις στη θάλασσα είναι τους νεκρούς της.
Αυτή η αρχιτεκτονική είναι ένα σώμα. Ένας όγκος μπαλωμένος που φτιάχνεται με δύο βασικά εργαλεία. Το ένα είναι μια βελόνα. Το άλλο ένα νυστέρι.
Σε αυτή την αρχιτεκτονική δεν υπάρχουν θεμέλια. Όλα είναι φόβος, επιθυμία. Όλα μεταμορφώνονται. Για αυτό και η δομή της πρέπει να είναι διακοσμημένη: οι μόνοι δείκτες προσανατολισμού που μπορούν να υπάρξουν.
Το σύμπαν. Δύο τεράστιες πλάκες, οριζόντιες, παράλληλες μεταξύ τους. Η βελόνα που είπαμε, το νυστέρι που είπαμε. Και ένα δοχείο λάσπη, και ένας λόφος άμμου (ή σκόνη).
Ό,τι αγαπήσεις, σε αυτή την αρχιτεκτονική πολλαπλασιάζεται. Αλλά δεν μπορείς να ζήσεις για πάντα με ό,τι αγαπάς, αλλιώς αυτή η αρχιτεκτονική θα υπήρχε, όπως και εσύ. Σε αυτήν την αρχιτεκτονική βλέπεις το δολοφονικό πρόσωπο της αγάπης. Τι σκοτώνει και τι σκότωσε για να υπάρξει. Αυτή είναι μία αρχιτεκτονική που ανοίγει το βλέμμα σου στον χρόνο. Μέσα στον χρόνο γίνονται πράγματα που επαναλαμβάνονται με τον χρόνο. Έτσι, όταν πεις σ’ αγαπώ, αυτή θα είναι μία διάφανη σακούλα με ό,τι έχει καταπιεί η αγάπη.
Σε αυτή την αρχιτεκτονική ο πόνος. Η ζωή που βλέπει τον θάνατό της χωρίς να πεθαίνει. Εδώ, μεταμορφώνεις ό,τι δεν μπορείς να βλέπεις. Ας πούμε επίσης, πως ό,τι βλέπεις δεν είναι για σένα.
Αυτή είναι μία αρχιτεκτονική στην οποία εναποθέτεις, διατηρείς, προσθέτεις, συγκεντρώνεις, συλλέγεις, συνοψίζεις, αποδίδεις, ανακαλείς, μεταμορφώνεις, σκοτώνεις, ανασταίνεις, κρύβεις. Άλλους. Εσένα. Σε αυτή την αρχιτεκτονική θέτεις ανθρώπους. Δημιουργείς θέσεις για να δεις, Ποιος ήσουν. Για να ρωτήσεις, Ποιος είσαι. Αυτή είναι μία αδύνατη αρχιτεκτονική. Ένας δομημένος λόγος που απαντάει στο ερώτημα γιατί δεν μπορείς να υπάρξεις.
Σε αυτή την αρχιτεκτονική μπορείς να δεις από τη σκοπιά του θανάτου. Μπορείς να δεις τον θάνατό σου. Ο θάνατός σου μια κατοικία ταπεινή, οι διαστάσεις της αυτό το ελάχιστο που θα μείνει από σένα. Στην οροφή υπάρχει ένας φεγγίτης, στο πάτωμα ένα πηγάδι. Σου στέλνω ερωτήματα: γιατί να δεις τον θάνατό σου;
Σε αυτή την αρχιτεκτονική μπορείς να δεις από τη σκοπιά του θανάτου. Μπορείς να δεις τον θάνατό σου. Ο θάνατός σου μια κατοικία ταπεινή, οι διαστάσεις της αυτό το ελάχιστο που θα μείνει από σένα. Στην οροφή υπάρχει ένας φεγγίτης, στο πάτωμα ένα πηγάδι. Σου στέλνω ερωτήματα: γιατί να δεις τον θάνατό σου;
Σε αυτή την αρχιτεκτονική η σωτηρία. Όταν οι άνθρωποι νομίζεις ότι παύουν να υπάρχουν για σένα ή δεν υπάρχουν διαπιστωμένα. Η σωτηρία από τον πόνο στο σώμα, τον πόνο της σκέψης, τον πόνο της εικόνας.
Αυτή η αρχιτεκτονική σε μια πόλη. Μέσα σε κάθε πόλη μια άλλη πόλη. Λέξεις ό,τι εξηγήθηκε ή δόθηκε από τον έναν στον άλλο. Αυτό, δεν έγινε μία φορά. Αυτή η αρχιτεκτονική δεν είναι καινούρια. Προεκτείνει και κρύβει τον εαυτό της. Σε αυτή την αρχιτεκτονική ήμουν. Ήσουν. Αλλά δεν ήμασταν μόνοι.
Αυτή η αρχιτεκτονική είναι η σύγχυση. Σύγχυση σημαίνει: και αυτό και αυτό και αυτό. Αν μπορούσαν να συνυπάρξουν, τότε αυτή η αρχιτεκτονική θα υπήρχε και θα υπήρχες και εσύ επίσης.
Αυτή είναι μία αρχιτεκτονική που μπορείς να συνηθίσεις. Η συνήθεια θα σε κάνει να πιστέψεις ότι υπάρχει. Από ένα σημείο της στάθηκες και έριξες φως στα ανθρώπινη βάθη. Πες μου τι είδες. Πες μου κάτι που βρήκες και δεν έχει ήδη ειπωθεί.
Αυτή η αρχιτεκτονική μια ρωγμή στον κόσμο.
Αυτή η αρχιτεκτονική δεν μπορεί να υπάρξει γιατί δεν αντέχει σκέψεις απλές και εικόνες τόσο φυσικές όπως οι φωνές ενός παιδιού στην έρημο της πόλης. Και εσύ επίσης δεν μπορείς να υπάρξεις γιατί μόνο έτσι θα συνεχίσει να έχει νόημα η δικαιοσύνη και η αληθινή αγάπη για αυτό που ήδη υπάρχει.
→ Το κείμενο εκφωνήθηκε στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής στο Booze Cooperativa στις 28/2/2019.
* Ο ΘΩΜΑΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Μυθιστόρημα» (εκδ. Γαβριηλίδης).
Αυτός, ο κάτω ουρανός
Γιάννης Αντιόχου
Ίκαρος 2019
Σελ. 104, τιμή εκδότη €12,00