Δεν είναι μόνο η αυτοκτονία που συνδέει το όνομα του Καρυωτάκη με την Πρέβεζα. Το συνδέει και μια σειρά κειμένων που ο αυτόχειρας έγραψε κατά τις τριάντα τρεις μέρες που έζησε στην πόλη αυτή (18 Ιουνίου έως 21 Ιουλίου 1928) και ακόμη μια σειρά μελετών και ποιημάτων διαφόρων ποιητών με επίκεντρο τον Καρυωτάκη και την Πρέβεζα.
Του Γιάννη Παπακώστα
Ποιήματα που γράφτηκαν από την ημέρα της αυτοχειρίας του κι εδώθε και τα οποία έως σήμερα παρέμεναν διάσπαρτα. Τα ποιήματα αυτά, ύστερα από ενδελεχή έρευνα, με ευαισθησία και γνώση, τα συγκέντρωσε ο γνωστός σε όλους μας πρεβεζιάνος ποιητής Στέλιος Μαφρέδας και τα παρέδωσε στον επίσης γνωστό λόγιο εκδότη του Ιδρύματος Ακτία Νικόπολις κύριο Νίκο Καράμπελα, με τη φροντίδα του οποίου προέκυψε ο καλαίσθητος αυτός τόμος με τα 110 ποιήματα, στο επίκεντρο των οποίων στέκει ο Καρυωτάκης από τη μια και η Πρέβεζα από την άλλη. Ένας τόμος που έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά άλλους, με επίκεντρο πάντοτε την Πρέβεζα.
Δεν είναι μόνο η αυτοκτονία που συνδέει το όνομα του Καρυωτάκη με την Πρέβεζα. Το συνδέει και μια σειρά κειμένων που ο αυτόχειρας έγραψε κατά τις τριάντα τρεις μέρες που έζησε στην πόλη αυτή και ακόμη μια σειρά μελετών και ποιημάτων διαφόρων ποιητών με επίκεντρο τον Καρυωτάκη και την Πρέβεζα.
Πρόκειται, όπως είναι φανερό, για ένα έργο, όπου συνδυάζονται δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα: τυπογραφική καλαισθησία από τη μια και ευρηματικότητα από την άλλη. Υπό την άποψη αυτή επιμελητής και εκδότης προσφέρουν ένα σπάνιο δώρο στην πόλη, με κεντρικό, όπως είπα, θέμα τον Καρυωτάκη και την Πρέβεζα. Τη συλλογή κοσμούν και τρία εξαιρετικά ποιήματα του νέου, βραβευμένου ποιητή Θωμά Ιωάννου, ο οποίος, ως πεπαιδευμένος γιατρός πλέον, εγκαταστάθηκε στην πόλη που μεγάλωσε.
Με την έκδοση αυτή η πόλη αναδεικνύεται επί της ουσίας ποιητικό σύμβολο, όπως αδιαμφισβήτητο ποιητικό σύμβολο έχει αναδειχθεί η Αλεξάνδρεια του Καβάφη. Τρίτη ελληνική πόλη παρόμοιας εμβέλειας θεωρώ ότι δεν υπάρχει.
Τους λόγους για τους οποίους ο Καρυωτάκης βρέθηκε διωγμένος στην Πρέβεζα είχα την ευκαιρία να τους αναπτύξω σε παλαιότερη μελέτη μου. Περιληπτικώς τους ανέφερα και πριν από αρκετά χρόνια, το 1992, όταν ο τότε Δήμαρχος Νίκος Γιαννούλης από κοινού με τον καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ως διοργανωτές ανάλογου Συνεδρίου, με κάλεσαν να μιλήσω κατά την τελετή της εγκατάστασης της προτομής του ποιητή στη γνωστή πλατεία της πόλης, δίπλα στο σπίτι όπου διέμενε.
Μίλησα τότε και για μια άλλη λανθάνουσα πλευρά της προσωπικότητάς του, την πολιτική. Αφορμή στάθηκε ο αδόκητος εντοπισμός ενός τολμηρού άρθρου του με τον τίτλο «Ανάγκη χρηστότητος». Το άρθρο είναι ευθέως πολιτικό και ο Καρυωτάκης το υπογράφει με την ιδιότητα του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Υπαλλήλων Αθηνών. Στρεφόταν δε εναντίον των πολιτικών, τους οποίους, λόγω του επισφαλούς τρόπου με τον οποίο διαχειρίζονταν τα δημόσια οικονομικά, κατηγόρησε για οικονομικές ατασθαλίες και έλλειψη ήθους. Ως γραμματέας της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων θεωρήθηκε ύποπτος και για τη διαρροή πληροφοριών στον Τύπο. Οι πληροφορίες ήταν πραγματικές. Όχι όμως και η πηγή. Έτσι άρχισε ένας ανελέητος διωγμός και τη μία ποινή ακολουθούσε η άλλη. Εντέλει, υπό το κλίμα αυτό, ο ποιητής βρέθηκε στην πόλη μας, με την οποία συνδέονται ευθέως και μερικά λογοτεχνικά του κείμενα. Θα αναφερθώ μόνο σε δύο. Ποιητικό το ένα, πεζό το άλλο. Πρόκειται βέβαια για το δηλωτικό, και από τον τίτλο ακόμα, ποίημα «Πρέβεζα», και επίσης για το διήγημα «Κάθαρσις», στο πρώτο μέρος του οποίου απεικονίζονται οι τελευταίες περιπέτειές του στην Αθήνα, ενώ το δεύτερο μέρος του αναφέρεται ευθέως στην πόλη και ειδικότερα στο ενετικό φρούριο.
Είναι ένα διήγημα οργής και θυμού. Μόνο που κατά τον Αριστοτέλη η κάθαρσις, όπως είναι ο τίτλος του διηγήματος, περαίνεται δι’ ελέου και φόβου, ενώ εδώ έχουμε ένα ξέσπασμα οργής και θυμού και ακόμη μια τάση εκδίκησης. Εκδίκησης εναντίον εκείνων που με ποικίλους τρόπους έβλαψαν τον τόπο και εναντίον των οποίων ο ποιητής απευθύνει ένα μεγάλο «κατηγορώ».
Αλλά ο Καρυωτάκης δεν περιορίστηκε μόνο στα προσωπικά του προβλήματα. Όπως πολύ εύστοχα τόνισε ο Τέλλος Άγρας, στράφηκε και προς τα γενικότερα κοινωνικά προβλήματα. Ενδεικτικά, στην προκειμένη περίπτωση, τα ποιήματα «Η πεδιάς και το Νεκροταφείον» και «Το άγαλμα της ελευθερίας που φωτίζει τον κόσμο». Το πρώτο ποίημα αναφέρεται στη διακυβέρνηση της χώρας από τον δικτάτορα Πάγκαλο, ο οποίος ως μέσον πολιτικού φρονηματισμού και τρομοκρατίας των πολιτών χρησιμοποίησε ακόμη και τον απαγχονισμό, και μάλιστα δημοσίως. Χαρακτηριστική και η ακροτελεύτια παρένθετη στροφή, ενδεικτική και για τον σαρκασμό του ποιητή:
Το δεύτερο ποίημα, ενδεικτικό και για την εμβέλειά του, ανατρέχει στη Μικρασιατική Καταστροφή. Με το ποίημά του αυτό μπάζει στην ποίησή του και την πολιτική κατάσταση. Εμπεριέχονται στίχοι ενδεικτικοί και για το οικονομικό παιγνίδι που παίχτηκε διεθνώς με επίκεντρο τα πετρέλαια της Μοσούλης, οπότε η πλάστιγγα έγειρε αρνητικά για τον μικρασιατικό ελληνισμό. Ενδεικτικοί και οι πρώτοι στίχοι του ποιήματος:
Η ειρωνεία και ο σαρκασμός είναι στοιχεία που κυριαρχούν στο έργο του Καρυωτάκη. Είναι επίσης στοιχεία που ως τρόπος έκφρασης επηρέασαν πολλούς νεοέλληνες ποιητές. Απόδειξη και ο συγκεκριμένος αυτός τόμος.
Η ειρωνεία και ο σαρκασμός είναι στοιχεία που κυριαρχούν στο έργο του Καρυωτάκη. Είναι επίσης στοιχεία που ως τρόπος έκφρασης επηρέασαν πολλούς νεοέλληνες ποιητές. Απόδειξη και ο συγκεκριμένος αυτός τόμος. Δεν λείπουν βέβαια και αρνητικές απόψεις συγγραφέων της γενιάς του ’30 και μάλιστα μετά την έκδοση του συγκεντρωτικού του έργου στα τέλη του 1937 από ομάδα εργασίας, στην επιμέλεια της οποίας μετείχε και ο κορυφαίος κριτικός Τέλλος Άγρας.
Ο Αντρέας Καραντώνης, για παράδειγμα, μίλησε για καρυωτακισμό, με την έννοια της ηθικής και αισθητικής παρακμής, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να υποστηρίζει ότι τα ποιήματα των νέων ποιητών δεν αξίζουν και ούτε λίγο ούτε πολύ «γράφουνε τα ποιήματά τους σα να τους τα υπαγορεύει το φάντασμα του αυτοχειριασμένου ποιητή».
Ανάλογη ήταν η άποψη και άλλων εκπροσώπων της γενιάς του ’30, όπως του Κ.Θ. Δημαρά και του Γιώργου Θεοτοκά, οι οποίοι, με μια ομοβροντία άρθρων, στράφηκαν επίσης εναντίον του νεκρού πλέον Καρυωτάκη. Ο Δημαράς μάλιστα αναρωτήθηκε αν ήταν όντως ποιητής ο Καρυωτάκης, ενώ ο Θεοτοκάς αποφαινόταν ότι δεν έγραψε ούτε ένα καλό ποίημα. Τα πυρά άγγιξαν και τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο, με την κατηγορία ότι στο έργο του απαντούν αρνητικές επιδράσεις από την ποίηση του Καρυωτάκη.
Απάντηση σε όλους αυτούς έδωσαν διαχρονικά οι ίδιοι οι ποιητές, μεταξύ των οποίων και ο Αντρέας Εμπειρίκος, ο οποίος τονίζει:
Μην πήτε λοιπόν ποτέ λόγον κακόν δια τον νέον αυτόν που εις την Πρέβεζαν εχάθη. Ήτο σπουδαίος ποιητής. […] Μην τον ξεχνάτε λοιπόν τον νέον αυτόν, το κάθετον τούτο λάβαρον της θλίψεως του θανάτου, τον νέον αυτόν που εις τας ακτάς του Αμβρακικού απέπτη, τον άσπρον άγγελον με τα κατάμαυρα πτερά μην τον ξεχνάτε, και, ακόμη, να τον αγαπάτε. Ήτο μεγάλος ποιητής ο νέος αυτός και ευγενής. Το λέγω και θα το ξαναπώ πολλάκις – είναι μεγάλος ποιητής ο Κώστας Καρυωτάκης.
Άποψη που επιβεβαιώθηκε και από τον αριθμό των νεότερων ποιητών οι οποίοι επηρεάστηκαν από το έργο του Καρυωτάκη και ακόμη από τον αριθμό των μελετητών.
Θα κλείσω την εισήγησή μου με τα λόγια του ίδιου του Καρυωτάκη, όπου, όπως είπα, προβάλλουν ολοζώντανες οι τελευταίες στιγμές της ζωής του στην Πρέβεζα. Διαβάζω: Σήμερα επήρα τα κλειδιά κι ανέβηκα στο ενετικό φρούριο. Επέρασα τρεις πόρτες, τρία πανύψηλα, κιτρινωπά τείχη με ριγμένες επάλξεις. Όταν βρέθηκα μέσα στον εσωτερικό, τρίτο κύκλο, έχασα τα ίχνη σας. Κοιτάζοντας από τις πολεμίστρες, χαμηλά, τη θάλασσα, την πεδιάδα, τα βουνά, ένοιωθα τον εαυτό μου ασφαλή. Εμπήκα σ’ ερειπωμένους στρατώνες, σε κρύπτες όπου είχαν φυτρώσει συκιές και ροδιές. Εφώναζα στην ερημία. Επερπάτησα ολόκληρες ώρες σπάζοντας μεγάλα, ξερά χόρτα. Αγκάθια κι αέρας δυνατός κολλούσαν στα ρούχα μου. Με ηύρε η νύχτα…
Εμπήκα σ’ ερειπωμένους στρατώνες, σε κρύπτες όπου είχαν φυτρώσει συκιές και ροδιές. Εφώναζα στην ερημία. Επερπάτησα ολόκληρες ώρες σπάζοντας μεγάλα, ξερά χόρτα. Αγκάθια κι αέρας δυνατός κολλούσαν στα ρούχα μου. Με ηύρε η νύχτα…
Στην πρώτη μορφή της τελευταίας αυτής πρότασης το διήγημα κατέληγε με τη φράση: Με ηύρε η νύχτα και ο θάνατος. Η λέξη θάνατος στη δεύτερη μορφή του χειρόγραφου αφαιρέθηκε. Ήταν αυτονόητος άλλωστε.
Συναφής είναι και ο στίχος του Βάρναλη:
Με έναν άλλο στίχο του Παντελή Μπουκάλα,
Ελλάδα μου Πρέβεζα,
η πόλη απλώνει τα φτερά της και με το ποιητικό της εκτόπισμα γίνεται σύμβολο πανελλήνιο, στήνοντας έτσι μια αερογέφυρα που τη συνδέει με την πόλη του Αλεξανδρινού.
* Το κείμενο διαβάστηκε σε εκδήλωση που οργανώθηκε στην Πρέβεζα (18.6.2018) για το βιβλίο του Στέλιου Θ. Μαφρέδα με τον τίτλο Η Πρέβεζα στη Νεοελληνική Ποίηση (Εκδ. Ίδρυμα Ακτία Νικόπολις).
* Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΣ είναι ομότιμος καθηγητής στο ΕΚΠΑ και συγγραφέας.
→ Στην κεντρική εικόνα λεπτομέρεια έργου του Γιάννη Ψυχοπαίδη.