Του Γιάννη Λειβαδά
Είναι γνωστό ότι στην επικράτεια της ποίησης καμιά ακαδημία, καμιά δημοσιογραφική ομάδα, κανένας λογοτεχνικός παράγοντας, καμιά λογοτεχνική φιέστα, ουδένας κύκλος κριτικών, δεν υπεισέρχεται. Εάν αυτό δεν είναι γνωστό τότε δεν είναι γνωστή η αποσυνθετική ανάπτυξη τόσο της ποίησης όσο και του ποιητή.
Η Νίκη Της Σαμοθράκης, που δεν είναι ποίημα, και ο δημιουργός της ήταν γλύπτης και όχι ποιητής, υπήρξε έως σήμερα τρεις φορές σπουδαίο καλλιτεχνικό έργο: όταν ο άγνωστος δημιουργός της την ολοκλήρωσε, όταν οι εργάτες του αρχαιολόγου Σαμπουαζό την ανακάλυψαν στη χαράδρα όπου ήταν θαμμένη (ευτυχώς ο Σαμπουαζό διέσωσε το άγαλμα από βέβαιη καταστροφή εξάγοντάς το από την Οθωμανική Αυτοκρατορία), και όταν τυλιγμένη και ασφαλισμένη σε ειδική κάσα μεταφέρθηκε σε ασφαλές μέρος λίγο πριν από την είσοδο των ναζί στο Παρίσι. Αυτό που αντικρύζουν ή θαυμάζουν οι επισκέπτες στο Λούβρο δεν είναι παρά ένα συμπλήρωμα αισθητικής υγιεινής.
Ένα ποίημα πότε, ή, κάθε πότε χρειάζεται; Άντε να διασωθεί κανείς με την επέλαση μίας τέτοιας αναταραχής. Κι ο ποιητής, ποιος είναι; Εκείνος, ας πούμε, που απομένει με βασικά διαθέσιμα. Που απομένει με λιγότερα του μηδενός. Που δεν απομένει.
Ένα ποίημα πότε, ή, κάθε πότε χρειάζεται; Άντε να διασωθεί κανείς με την επέλαση μίας τέτοιας αναταραχής. Κι ο ποιητής, ποιος είναι; Εκείνος, ας πούμε, που απομένει με βασικά διαθέσιμα. Που απομένει με λιγότερα του μηδενός. Που δεν απομένει.
Το πρόβλημα του εκτοπίσματος δύο φτερών. Το ζήτημα της εμφάνισης δύο φτερών. Η έκβαση από τη χρήση δύο φτερών. Πάνε ήδη είκοσι χρόνια από τότε που έγραψα στο βιβλίο του Λαοκόοντα, «αν έχεις μικρά φτερά μην κάνεις μεγάλο ταξίδι, αν πάλι έχεις φτερά μεγάλα πρόσεξε να μην κάνεις μικρό».
Ειδικότητα των φτερών; Ή ειδικότητα των δυνατοτήτων; Ο φιλοσοφικός και ο αισθητικός πολιτικαντισμός, εφησυχασμένος και γαλήνιος διανομέας φτερών και πτήσεων, αποζημιώνει κάθε αίσθηση πτήσης – ως και κάθε αίσθηση πτώσης από την πτήση. Ως και τα αποτμήματα μιας φημολογούμενης στιχοδρόμησης.
Ο θνητός, κακομοίρης μιας ζήσης, ενώ ο νεκρός, φτερωτός, με το προνόμιο μίας αιωνιότητας που δεν σηκώνει πολλή συζήτηση, μολονότι το βάρος μίας βάρβαρης, για τον θνητό, γαλήνης, είναι ικανή να σηκώσει.
Οι νεκροί έχουν δικαιωθεί, όντας πια διορισμένοι στο ερέθισμα μίας στραμμένης προσοχής. Οι νεκροί, είναι και αυτοί βαλμένοι σε τάξη. Παρεισέφρησαν οι δοκιμασμένες διαπραγματεύσεις. Ο εκμηδενισμός των νεκρών προσφέρει ένα ποθητό, αλλιώτικα αδιανόητο, παρελθόν, το οποίο δεν χρειάζεται καν αποκήρυξη.
Ο επικοινωνιακός τομέας επιλέγει το καμουφλάζ της ποίησης όσο διαθέτει μια ποίηση δική του, η οποία τον επικαλύπτει: η αγαστή κληρονομιά της αμφιβολίας η οποία δεν αφήνει τον εαυτό της να διαταραχθεί από την ανοικειότητα της εξαίρεσης, κι αυτό όχι τόσο λόγω της διάκρισης μα λόγω όλων εκείνων που μία τέτοια διάκριση αναδεικνύει.
Η λέξη θάνατος, στις μέρες μας είναι συνώνυμη όλων των χυδαίων υποκοριστικών που μπορεί να βάλει στο μυαλό του κανείς. Το νοηματικό σύστημα αυτού του θανάτου ξεκινά από τον βουβώνα και σε αυτόν καταλήγει. Ανθρωπομορφισμοί της μοιρασιάς. Όλοι ή ουδείς. Οι διατιθέμενες εστίες ήταν ανέκαθεν ευρύχωρες.
Αρκεί να διακρίνει κανείς το βάθος νοσταλγίας του αναχρονισμού. Πριν από λίγες μέρες επανήλθα μετά από δεκατρία χρόνια στα σημειώματα όπου είχα ολοκληρώσει μια πραγματεία για την αποσύνθεση των ποιητικών λέξεων και φράσεων – των λέξεων και των φράσεων.
Η ποίηση είναι μία άπτερος νίκη που εκπέμπεται από τη σιωπή∙ τη σιωπή που υπάρχει μόνο ως ερμηνεία της απτέρου νίκης. Φτερά από εντυπώσεις.
Η ποίηση, ξεπεσμένο όνειρο μίας απλοϊκής προσφερόμενης κατανόησης. Δεν μπορεί παρά να είναι κανείς λιγάκι παραπάνω ευτυχής απ’ όσο η ενσωμάτωσή του το επιτρέπει. Η ποίηση είναι μία άπτερος νίκη που εκπέμπεται από τη σιωπή∙ τη σιωπή που υπάρχει μόνο ως ερμηνεία της απτέρου νίκης. Φτερά από εντυπώσεις.
Ποιος θα πείσει ποιον, για όσα δεν έχει καν λόγο να πειστεί ο ίδιος. Για όσα είναι πεπεισμένος, θα προσπαθήσει να πείσει τους πάντες με τρυφερή και μαργαρώδη ευπάθεια: ας μην είμαστε πεπεισμένοι για τίποτα. Κι οι δύο τρόποι αποδεικνύουν το ψεύδος του εφόσον καταβάλλεται μια τέτοια προσπάθεια.
Η μία έγκριτη ερμηνεία πάνω στην άλλη –κατά τα παλαιό σύστημα της ομαδικής ταφής– σχηματίζουν ένα φτερωτό μνημείο, πράγματι καθηλωτικό για τους απροσμέτρητους ελεγκτές που ελέγχουν μέσω της συμφωνίας τους να ελέγχονται.
Κάτω από τις πέργκολες με τα ανθισμένα πείσματα, τα ελεγκτικά πνεύματα επικοινωνούν με τους έντεχνους, απροσδόκητους τρόπους μίας αναθεωρημένης σαπρότητας.
* Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ είναι ποιητής.