Του Πάρι Κωνσταντινίδη
Πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια χάρισε η Αθήνα στον κόσμο μία λέξη, τον «κοσμοπολιτισμό», που ως γνήσια κοσμοπολίτικη επινόηση, δεν γεννήθηκε από Αθηναίο. Όταν ρωτάγαν τον Διογένη από τη Σινώπη για την πατρίδα του, απάνταγε ότι ήταν Κοσμοπολίτης, κι αν τον ειρωνεύονταν για την εξορία στην οποία τον είχαν καταδικάσει οι Σινωπείς, αποκρινόταν ότι: «Εγώ τους καταδίκασα να μείνουν εκεί».
Η «κοινή λογική» αποθεώνεται στις μέρες μας ως «ο ορθός δρόμος» από αυτούς που την επικαλούνται, ενώ στην ουσία διεκδικούν απλώς καθολικότητα για τη δική τους γνώμη. Έτσι, ένας δημοσιογράφος υπέρμαχος της «κοινής λογικής» έγραφε την Τετάρτη: «το κέντρο της πόλης έχει καταληφθεί από απροσδιόριστες φυλές, οι οποίες ανεξαρτήτως προέλευσης, χρώµατος και θρησκείας έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: το έγκληµα» και συνέχιζε παρακάτω: «Ζει [η Αθήνα] σε καθεστώς κατοχής. Μετανάστες και πρεζόνια, έγχρωµοι και εγχώριοι ντίλερ κάθε παρανοµίας». Για τον δημοσιογράφο, λοιπόν, κάθε μετανάστης είναι εγκληματίας και επιπλέον έχει καταλάβει την Αθήνα – ασχέτως αν πληρώνει νοίκι για να ζει σε αυτήν, ασχέτως αν εργάζεται νομίμως, ασχέτως αν είναι νόμιμη η παραμονή του στη χώρα.Η «κοινή λογική» αποθεώνεται στις μέρες μας ως «ο ορθός δρόμος» από αυτούς που την επικαλούνται, ενώ στην ουσία διεκδικούν απλώς καθολικότητα για τη δική τους γνώμη.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «κοινή λογική» η λογική του δημοσιογράφου, ο οποίος ταυτίζει, άνευ όρων, τον άνθρωπο που διαμένει σε χώρα διαφορετική από αυτήν στην οποία γεννήθηκε -όπως π.χ. ο Διογένης- με τον εγκληματία, τον τοξικομανή και τον έμπορο ναρκωτικών... Ίσως ο δημοσιογράφος να θεωρεί ότι εκφράζει το Zeitgeist. Το πνεύμα της εποχής, όμως, εξέφραζε και ο Χίτλερ στη Γερμανία του ’30. (Εδώ θέλω να διευκρινήσω ότι σε καμία περίπτωση δεν συγκρίνω τις πράξεις ή τα λόγια ενός πολιτικού με τη γνώμη ενός δημοσιογράφου, αλλά ασχολούμαι με τη διαφορετική αντίληψη της εκάστοτε «κοινής λογικής»).
Ας μην ξεχνάμε, λοιπόν, ότι ο Χίτλερ δεν θεωρείτο ακραίος την εποχή που ανέβηκε στην εξουσία, αλλά mainstream. Οι λόγοι του δεν ακούγονταν παράλογοι από το ακροατήριό του, που τον επαινούσε. Ο Χίτλερ ήταν η «κοινή λογική» μιας χώρας που δεινοπαθούσε από την ένδεια και τη φτώχεια που της είχε επιβάλλει η συνθήκη των Βερσαλλιών.** Η «κοινή λογική» της εποχής δεν έφερε τη λύση, αλλά έγινε το νέο πρόβλημα, που προκάλεσε πολύ μεγαλύτερο πόνο από αυτόν που θα έλυνε (ας μην ξεχνάμε ότι δεν πρόκειται απλώς για πόνο, αλλά για έγκλημα). Μπορεί σήμερα ο Χίτλερ να μας φαίνεται «τρελός», αλλά κάποτε δεν ήταν έτσι.
Στη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου θεωρείτο λογικό από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να δικάζουν στη Νυρεμβέργη τους εγκληματίες-εχθρούς τους, τους ναζί, ενώ σήμερα θεωρείται λογικό, απλώς, να τους εξοντώνουν.
Οι αντιλήψεις αλλάζουν, και στη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου θεωρείτο λογικό από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να δικάζουν στη Νυρεμβέργη τους εγκληματίες-εχθρούς τους, τους ναζί, ενώ σήμερα θεωρείται λογικό, απλώς, να τους εξοντώνουν. Στη λήξη του Α΄ΠΠ οι Βερσαλίες επέβαλαν λιτότητα στους ηττημένους Γερμανούς, ενώ στην λήξη του Β’ ΠΠ οι Δυτικογερμανοί «τρελάθηκαν» από την έκπληξή τους, όταν είδαν ότι έχασαν τον πόλεμο παίρνοντας και λεφτά από πάνω, χάρη στο σχέδιο Μάρσαλ,*** εγκαινιάζοντας μια περίοδο οικονομικής ευμάρειας για τη χώρα.
Αυτό που χθες ήταν «τρελό», σήμερα είναι «λογικό» και αντιστρόφως. Το σίγουρο είναι ότι η «κοινή λογική» απλώς αντικατοπτρίζει τις αντιλήψεις της εποχής της, που δεν είναι πάντα σοφές. Οι αντιλήψεις, όμως, που αλλάζουν τον κόσμο προς το καλύτερο είναι σαν κι αυτές της αιχμηρής οξύνοιας, της «κυνής» λογικής, μιας μερίδας των μεταναστών της αρχαίας Αθήνας. Αν θέλουμε, λοιπόν, πραγματικά να βελτιώσουμε τον κόσμο, ως έχει σήμερα, ωφείλουμε να ξεπεράσουμε την «κοινή λογική» που τον δημιούργησε.
* Ο Πάρις Κωνσταντινίδης είναι μουσικολόγος.