Του Παναγιώτη Γούτα
Ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης, κάποια στιγμή της ζωής του και επειδή δεν είχε κάτι καινούριο να γράψει, αποφάσισε να σιωπήσει. Και σταμάτησε να γράφει ποιήματα. Πολλοί ανεγκέφαλοι θαυμαστές του, δεν κατάλαβαν αυτήν την έντιμη στάση του και την παρερμήνευσαν. Τον θεώρησαν ηττοπαθή και του χρέωσαν έλλειψη αγωνιστικότητας. Πολλές αριστερές φιλολογίνες και μελετήτριες του έργου του, τον πλησίασαν με πρόσχημα κάποια συνέντευξη, για να τον παροτρύνουν να συνεχίσει. «Μα αφού δεν έχω κάτι καινούριο να πω...» τις αποστόμωνε εκείνος, μένοντας συνεπής ως το τέλος στην απόφαση που είχε πάρει.
Πρόσφατα, ένας μεγάλος αμερικανός συγγραφέας, ο Φίλιπ Ροθ, κλείνοντας τα ογδόντα του χρόνια ανακοίνωσε στα εκατομμύρια των αναγνωστών του ανά τον κόσμο πως «βιβλία τέλος!». Ο ίδιος κόλλησε σε διάφορα σημεία του διαμερίσματός του, στη Νέα Υόρκη, μικρά αυτοκόλλητα χαρτιά που έγραφαν τη φράση: «Ο αγώνας με το γράψιμο έχει τελειώσει». Ακούει, πλέον, τις ιστορίες που του διηγούνται οι φίλοι του και δεν νιώθει καμία ανάγκη να τις μεταποιήσει σε μυθιστορήματα, στο χαρτί∙ απλώς τις απολαμβάνει. Κάποιοι ανόητοι δημοσιογράφοι που επιμένουν στα αφιερώματά τους να τον ρωτάνε επίμονα «μα γιατί δεν συνεχίζετε, αφού ακόμα αντέχετε, είστε αειθαλής κ.τλ», παίρνουν την ίδια περίπου απάντηση που έδινε παλιά κι ο Αναγνωστάκης. «Δεν έχω να προσθέσω κάτι ουσιαστικό στο έργο μου. Νομίζω πως τα πήγα αρκετά καλά με όλα αυτά που έχω γράψει...»
Θέλει ήθος, γενναιότητα, συνέπεια και δύναμη ψυχής, το να πάρεις την απόφαση να σταματήσεις το γράψιμο. Προϋποθέτει επίγνωση των ορίων σου και αυτογνωσία. Πάνω απ' όλα, θέλει να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου και προσγειωμένος. Να τσαλαπατήσεις το εγώ και τη ματαιοδοξία σου. Και προϋπόθεση όλων των παραπάνω, ο σεβασμός του έργου σου και των αναγνωστών σου. Η συγγραφή είναι ένας σκληρός αγώνας, μια φθοροποιός ενασχόληση, ένα αιώνιο σαράκι. Μια καθημερινή μάχη σώμα με σώμα, με ελάχιστες στιγμές εκεχειρίας. Κατατρώει τον λογοτέχνη μια ζωή. Κι ο συγγραφέας έχει το δικαίωμα, όταν αυτός νομίζει, να δώσει ένα τέλος σ' αυτήν τη μάχη. Να κηρύξει ειρήνη με τον εαυτό του και τον κόσμο. Ν' αποχωριστεί τα χαρακώματα των λέξεων, με ψηλά το κεφάλι. Ένας συγγραφέας μπορεί κάλλιστα να μιλά και με τη σιωπή του. Η σιωπή του συγγραφέα, κάποιες φορές, ισοδυναμεί με δεκάδες καλογραμμένα βιβλία. Ίσως και με περισσότερα. Ειδικά όταν ο ίδιος έχει εξαντλήσει προ πολλού το νταμάρι των συναισθημάτων του και της θεματολογίας του, και νιώθει πως, από βιβλίο σε βιβλίο, επαναλαμβάνεται.
Ζηλεύω τους συγγραφείς που, ύστερα από μακροχρόνια, εξουθενωτική μάχη με τα χειρόγραφα, είχαν τα κότσια να αποστρατευτούν. Σιώπησαν συνειδητά, περνώντας στην απέναντι όχθη. Θα ήθελα, κάποτε, ν' αξιωθώ να ζήσω κι εγώ αυτό το ώριμο στάδιο τού πραγματικού λογοτέχνη. Να ζω μόνο την πραγματική ζωή κι όχι εκείνη των βιβλίων και των επινοημένων ιστοριών. Και λυπάμαι όλους εκείνους που είτε δεν κατάλαβαν πως έπρεπε να σταματήσουν έγκαιρα και συνεχίζουν να γελοιοποιούνται και να εκτίθενται, αναμασώντας τα ίδια και τα ίδια, είτε έπεσαν άδοξα στο πεδίο άνισης μάχης, όντες θύματα της ματαιοδοξίας τους ή κάποιας στρατευμένης ιδεολογίας, που εξακολουθεί να τους σέρνει από τον λαιμό, μέχρι τα υστερνά τους.