Ένα πορτρέτο του βιβλιοπωλείου «Πολιτεία» πολυπρισματικό, φιλοτεχνημένο από τις αφηγήσεις και τις ιστορίες συγγραφέων και μεταφραστών. Σήμερα, ο πεζογράφος Ιάκωβος Ανυφαντάκης.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η σχέση όλων μας με την ανάγνωση και τα βιβλία περνάει μέσα και από αμέτρητες ώρες αναζήτησης σε μικρά και μεγαλύτερα βιβλιοπωλεία, στο κέντρο της Αθήνας ή στο βιβλιοπωλείο της περιοχής μας. Το βιβλιοπωλείο της «Πολιτείας» από τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του αποτέλεσε στέκι συγγραφέων και αναγνωστών, καθιερωμένη στάση στις αθηναϊκές βόλτες μας.
Ένα πορτρέτο της «Πολιτείας» φιλοτεχνημένο από τις αφηγήσεις και τις ιστορίες συγγραφέων, μεταφραστών και επιμελητών, τους κατοίκους της μεγάλης πολιτείας των βιβλίων.
«Εκείνη που δεν συναντάω πια στην Πολιτεία» του Ιάκωβου Ανυφαντάκη
Γενικά, καλό είναι να μη λέμε σε άγνωστους ανθρώπους ότι σκεφτόμαστε να αυτοκτονήσουμε, βασικά, γενικά, είναι καλό να μην το σκεφτόμαστε γενικά και ειδικά εγώ δεν θυμάμαι να σκεφτόμουν κάτι τέτοιο σε εκείνη τη φάση, αλλά ακόμα πιο ειδικά, κάπως έτσι, είχε καταλήξει η συζήτηση εκείνη τη μέρα, στο Υπόγειο-Είσοδος 1 της «Πολιτείας».
Βέβαια, για να είμαι ειλικρινής, μάλλον δεν είπα ποτέ αυτές ακριβώς τις λεξούλες σε εκείνη την κοπέλα εκείνη τη μέρα, πιο πολύ κάτι του στυλ «ναι μωρέ, γράφω ένα μυθιστόρημα τώρα, δεν ξέρω αν είναι καλό, το ελπίζω να είναι καλό, πιθανότατα είναι χάλια, όχι δεν ξέρω πώς θα το λένε, σίγουρα είναι το καλύτερο βιβλίο που θα γράψω αυτό, δηλαδή το πιστεύω αυτό, κοίτα, αυτή τη στιγμή αυτό το βιβλίο είναι το μόνο που έχω και άμα το τελειώσω αυτό το βιβλίο δεν με νοιάζει και αν συνεχίσω να ζω». Ήταν αυτές περίπου οι λέξεις που οδήγησαν την άγνωστή μου κοπέλα να ψάχνει –τον Βασίλη; τον Γιώργο; έναν δόκτορα (όχι φιλοσοφίας); μια φίλη της που της φώναζε να φύγει γιατί φαινόταν φωτιά, φυσικά;– αλλά δεν έβρισκε κανέναν και έτσι στεκόταν μπροστά μου 45 λεπτά προσπαθώντας να κάνει crisis management και να με πείσει ότι η ζωή ήταν ωραία στο Υπόγειο-Είσοδος 1 της «Πολιτείας» ανάμεσα σε νέες εκδόσεις με τον επόμενο νέο Καραγάτση, τον επόμενο νέο Τζόις και τον επόμενο νέο Φράνζεν – πότε πάλιωσε αυτός;
...στεκόταν μπροστά μου 45 λεπτά προσπαθώντας να κάνει crisis management και να με πείσει ότι η ζωή ήταν ωραία στο Υπόγειο-Είσοδος 1 της «Πολιτείας» ανάμεσα σε νέες εκδόσεις με τον επόμενο νέο Καραγάτση, τον επόμενο νέο Τζόις και τον επόμενο νέο Φράνζεν – πότε πάλιωσε αυτός;
Δηλαδή, ΟΚ, για μένα δεν ήταν άγνωστη η κοπέλα απέναντί μου κι ας μην την είχα ξαναδεί ποτέ, κι ας είχε χρειαστεί να πω –μάλλον ψιθυριστά– Μαρία Ξυλούρη; απροσδιόριστα στον χώρο ώστε αν δεν απαντούσε, που σήμαινε ότι δεν ήταν αυτή, να μη νιώσω ακόμα πιο γελοίος από όσο, το θυμάμαι, είμαι σίγουρος, ένιωθα εκείνη την περίοδο. Και αυτή η Μαρία Ξυλούρη είχε γράψει το καλύτερο μυθιστόρημα της γενιάς μας ως τότε –γιατί όχι και ακόμα;– εγώ, δεν το είχα γράψει αλλά κάπως τύχαινε να ξέρει το βιβλίο που είχα βγάλει, οπότε το θεώρησα πολύ λογικό να αρχίσω να της μιλάω χωρίς παύση και χωρίς ειρμό για όλα τα προβλήματα που είχα – ξεκινώντας από το μυθιστόρημα και καταλήγοντας στη ζωή, στη δουλειά και στον κρυφό φόβο μου για τα αεροπλάνα.
Πώς τελείωσε αυτή η ιστορία; Φαντάζομαι θα πήρα εγώ τον επόμενο νέο Γονατά, θα πήρε η Μαρία τον επόμενο νέο Βουτυρά, ό,τι συμβαίνει πάντα στα βιβλιοπωλεία δηλαδή και από τότε δεν έχω ξαναδεί τη Μαρία Ξυλούρη ποτέ στην «Πολιτεία». Ίσως να προλαβαίνει να με δει αυτή πρώτη.
Για να είμαι ειλικρινής, η ιστορία ίσως να μην έγινε ακριβώς έτσι. Δηλαδή, σίγουρα συνέβη στο Υπόγειο-Είσοδος 1 της «Πολιτείας» και σίγουρα ήταν η Μαρία Ξυλούρη εκεί αλλά έχουν περάσει χρόνια από τότε –όχι μόνο τόσα χρόνια, αλλά και τι– που δεν θυμάμαι και πολλά. Ίσως όμως αυτό είναι το πιο ωραίο με την «Πολιτεία», όχι ότι δεν συναντάω ποτέ πια τη Μαρία Ξυλούρη εκεί, αλλά ότι καμιά φορά πετυχαίνω εαυτούς μου που, ευτυχώς, έχω ξεχάσει.
*Ο ΙΑΚΩΒΟΣ ΑΝΥΦΑΝΤΑΚΗΣ είναι πεζογράφος.