Ένα πορτρέτο του βιβλιοπωλείου «Πολιτεία» πολυπρισματικό, φιλοτεχνημένο από τις αφηγήσεις και τις ιστορίες συγγραφέων και μεταφραστών. Σήμερα, η συγγραφέας Βίβιαν Στεργίου.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η σχέση όλων μας με την ανάγνωση και τα βιβλία περνάει μέσα και από αμέτρητες ώρες αναζήτησης σε μικρά και μεγαλύτερα βιβλιοπωλεία, στο κέντρο της Αθήνας ή στο βιβλιοπωλείο της περιοχής μας. Το βιβλιοπωλείο της «Πολιτείας» από τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του αποτέλεσε στέκι συγγραφέων και αναγνωστών, καθιερωμένη στάση στις αθηναϊκές βόλτες μας.
Ένα πορτρέτο της «Πολιτείας» φιλοτεχνημένο από τις αφηγήσεις και τις ιστορίες συγγραφέων, μεταφραστών και επιμελητών, τους κατοίκους της μεγάλης πολιτείας των βιβλίων.
«Πολιτεία, αρχές καλοκαιριού» της Βίβιαν Στεργίου
Το υπόγειο της «Πολιτείας» το 'χω συνδυάσει μ' ένα απαίσιο καλοκαίρι. Δούλευα. Τουρίστες και σορτσάκια έπαιρναν τη θέση των κατοίκων κι εγώ αναγκαζόμουν να φοράω ρούχα γραφείου Ιούνιο. Δεν θα πήγαινα πουθενά. Δεν είχα λεφτά. Το κεφάλι μου βούιζε. Εξέταζα το ενδεχόμενο αυτό το πράγμα να είναι όντως η ζωή μου όταν πέτυχα κοντά στην Ασκληπιού μια φίλη. Πήγαινε ν' αγοράσει βιβλία για τις διακοπές, μου είπε. Διακοπές στην τοποθεσία Κυψέλη. Ούτε εκείνη θα πήγαινε σε νησιά, δεν είχε. Το πήρε απόφαση να φορτώσει βιβλία και να τη βγάλει στο μπαλκόνι που το 'χε μετατρέψει σε ζούγκλα με φαναράκια και κεράκια, μ' αυτά τα φυτά που στο δικό μου μπαλκόνι βρίσκουν τον βέβαιο θάνατό τους, αλλά στο δικό της για κάποιον λόγο επιβίωναν και δημιουργούσαν ένα τείχος πρασίνου με ρωγμές τα φώτα της πόλης.
Καθόμασταν στα καφέ γύρω από την «Πολιτεία». Βάζαμε αντηλιακό και πίναμε μόνο κρύους καφέδες, μια ψευδαίσθηση παραλίας στη Βαλτετσίου και τα ανορθόδοξα στενάκια αυτού του αιωνίως αγαπητού-μισητού κέντρου της πόλης.
Την ακολούθησα στο υπόγειο. Δεν είχα ξαναπάει βιβλιοπωλείο πρωί οπότε είχα την αίσθηση ότι έκανα σκανδαλιά, ότι δραπέτευα από κάτι. Κι έτσι έγινε. Στο υπόγειο όλη η φασαρία στο κεφάλι μου σταματούσε. Το κινητό δεν έπιανε και δεν μπορούσαν να με βρουν. Διαβάσαμε πολύ εκείνο το καλοκαίρι εγώ και η φίλη. Ψάχναμε κάποιο νόημα. Είχαμε τόση εμπιστοσύνη στα βιβλία (ακόμα έχουμε). Υπογραμμίζαμε. Παίρναμε τα πάντα προσωπικά. Σ' εμάς ακριβώς απευθύνονταν οι συγγραφείς που είχαν κάποτε νιώσει μελαγχολία, καύσωνα και όρεξη για ζωή. Μάς δρόσιζε η βροχή από κάτι ποιήματα που τώρα μού διαφεύγουν. Μάς άρεσε ο Ζιντ. Καθόμασταν στα καφέ γύρω από την «Πολιτεία». Βάζαμε αντηλιακό και πίναμε μόνο κρύους καφέδες, μια ψευδαίσθηση παραλίας στη Βαλτετσίου και τα ανορθόδοξα στενάκια αυτού του αιωνίως αγαπητού-μισητού κέντρου της πόλης. Το καλοκαίρι πέρασε χωρίς να 'χουμε κάτι σπουδαίο να διηγηθούμε εκτός απ’ αυτό εδώ που λέω τώρα. Δεν ξέρω αν ο Γ. δούλευε τότε εκεί, μα τον θυμάμαι να προτείνει βιβλία φορώντας γυαλιά μάγου. Ίσως μπερδεύομαι.
*Η ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ είναι πεζογράφος.