Για το βιβλίο του Γιώργου Παναγιωτίδη «Δημιουργική Γραφή και Λογοτεχνία – Επίμετρο στο “Ίσος Ιησούς”» (εκδ. Γαβριηλίδης).
Του Δημήτρη Χριστόπουλου
Ο Γιώργος Παναγιωτίδης, ποιητής και πεζογράφος, βραβευμένος με το βραβείο του περιοδικού Διαβάζω το 2008 για το μυθιστόρημά του «Ερώτων και αοράτων», ποτέ δεν έκρυψε τη γοητεία που του ασκεί η δυστοπική πεζογραφία. Το 2017 επανήλθε με ένα έργο το οποίο αποτελεί καινοτομία για τη χώρα μας, καθώς είναι το πρώτο ακαδημαϊκό μυθιστόρημα, μέρος της διδακτορικής διατριβής του στη Δημιουργική Γραφή, με επόπτη-επιμελητή τον Τριαντάφυλλο Κωτόπουλο, Αναπληρωτή Καθηγητή Δημιουργικής Γραφής και Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.
Για το βιβλίο του έγραφα πριν από δύο χρόνια:
Στο μυθιστόρημα Ίσος Ιησούς ο συγγραφέας, εγγραφόμενος μέσα στο ίδιο του το έργο, επιχειρεί να δημιουργήσει ένα είδος μεικτό αλλά νόμιμο. Επιστημονική φαντασία, δυστοπία, φιλοσοφικός στοχασμός, αστυνομικό μυθιστόρημα. Όλα αυτά μαζί, με κοινό παρονομαστή τη διάχυτη διακειμενικότητα. Από Όμηρο και Σοφοκλή μέχρι Θεοτόκη και Ερωτόκριτο, ο Παναγιωτίδης εντυπωσιάζει με την πραγματολογική βάση του έργου του, η οποία εξυπηρετεί έξοχα τις ανάγκες της αληθοφάνειας. Το γνωσιολογικό υπόβαθρο του βιβλίου είναι βεβαίως εμφανές. Εξ ου και οι πολλαπλές αναφορές στον κώδικα των δυναμικών σημάνσεων και τεχνολογικών δείξεων. Ένα πλήθος λεπτομερειών πλέκουν τον ιστό που καθιστά αληθοφανή την τεχνολογική δυστοπία που βιώνουν οι ήρωες, ώστε να μεταδίδεται αρκούντως ο συγκινησιακός κραδασμός στον αναγνώστη. Ειδάλλως, ελλοχεύει ο κίνδυνος να θεμελιωθεί η μυθοπλασία σε σαθρές βάσεις και ο αναγνώστης να μην εμπλακεί στα πάθη των χαρακτήρων.
Ο Παναγιωτίδης γίνεται ο πρώτος συγγραφέας που αυτοπαρατηρείται, γράφοντας με ακαδημαϊκό στόχο επιπλέον του συγγραφικού.
Πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδ. Γαβριηλίδη και το Επίμετρο, το δεύτερο μέρος του ακαδημαϊκού μυθιστορήματος. Από μόνο του αυτό το γεγονός συνιστά συγγραφική και εκδοτική πρωτοτυπία για τα ελληνικά δεδομένα, που αξίζει να προσεχθεί και να μελετηθεί σοβαρά. Ο Παναγιωτίδης γίνεται ο πρώτος συγγραφέας που αυτοπαρατηρείται, γράφοντας με ακαδημαϊκό στόχο επιπλέον του συγγραφικού. Μυθιστόρημα και θεωρητική ανάλυση αλληλοσυμπληρώνονται εντός του χωροχρονικού πλαισίου της δημιουργικής διαδικασίας σε μια διαρκή αλληλεπίδραση – δημιουργός και δημιούργημα ενώπιος ενωπίω.
Ειρήσθω εν παρόδω, το θεωρητικό αυτό βιβλίο για τη Δημιουργική Γραφή και την εκπόνηση διδακτορικών διατριβών στο αντίστοιχο πεδίο έρχεται –κατά κάποιον τρόπο– να συνομιλήσει με το βιβλίο του Σπύρου Κιοσσέ Εισαγωγή στη Δημιουργική Ανάγνωση και Γραφή του πεζού λόγου που κυκλοφόρησε το 2018 από τις εκδ. Κριτική. Δύο βιβλία που κυκλοφορούν στη γλώσσα μας και εξετάζουν με τον πλέον επιστημονικό –και όχι εμπειρικό ή αποσπασματικό– τρόπο τη Δημιουργική Γραφή (όρος και πεδίο που κακοποιείται καθημερινά από αυτόκλητους τιμητές και σφετεριστές).
Το βιβλίο του Παναγιωτίδη περιλαμβάνει εκτός της Εισαγωγής και του Επιλόγου, εννέα κεφάλαια. Τα τρία πρώτα («Σύντομη ιστορική επισκόπηση της Δημιουργικής Γραφής», «Ακαδημαϊκό μυθιστόρημα», «Η δομή και η “εξήγηση” σε ακαδημαϊκά μυθιστορήματα») συνιστούν ένα απαραίτητο θεωρητικό πλαίσιο, ενώ τα υπόλοιπα έξι αφορούν την «εξήγηση» του Παναγιωτίδη για το μυθιστόρημά του. Να σημειώσω, εδώ, την πλούσια βιβλιογραφία που παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου.
Τι είναι, λοιπόν, το ακαδημαϊκό μυθιστόρημα-διατριβή; Διαβάζουμε στον πρόλογο του βιβλίου:
Κατά την ακαδημαϊκή πρακτική, η εκπόνηση ενός διδακτορικού στη Δημιουργική Γραφή εμπεριέχει τη συγγραφή ενός πρωτότυπου λογοτεχνικού έργου και τη θεωρητική τεκμηρίωση, ερμηνευτική διερεύνηση των μεθόδων συγγραφής του, αλλά και των θεματικών του αξόνων υπό το πρίσμα της λογοτεχνικής θεωρίας και με τις μεθόδους της Δημιουργικής Γραφής και της συγγραφικής πρακτικής. Πρόκειται δηλαδή για έναν συγκερασμό της καλλιτεχνικής έμπνευσης και του «κανόνα» ο οποίος καθιστά τον συγγραφέα ταυτόχρονα δημιουργό και θεωρητικό αναλυτή του δημιουργήματος, καθώς του παρέχεται η δυνατότητα να παρατηρήσει όλα τα στάδια της διαδικασίας συγγραφής του μυθιστορήματός του μέσα από την ακαδημαϊκή μαθητεία και καθοδήγηση.
Ένα ακαδημαϊκό μυθιστόρημα παρουσιάζει ιδιαιτερότητες, καθώς ο υποψήφιος διδάκτορας απαιτείται να γίνει ταυτόχρονα και ο θεωρητικός αναλυτής του ίδιου του έργου του καθ’ όλη τη διάρκεια συγγραφής του μυθιστορήματός του, πόσο μάλλον μετά την ολοκλήρωσή του.
- Η συγγραφή ενός ακαδημαϊκού μυθιστορήματος απαιτεί και προϋποθέτει ενδελεχή έρευνα.
- Γράφεται, εκτός όλων των άλλων, και για εκπαιδευτικούς σκοπούς.
- Οφείλει να είναι πειραματικό και ταυτόχρονα εξεταστέο και αρεστό στον επόπτη καθηγητή και στην τριμελή επιτροπή.
Το ακαδημαϊκό μυθιστόρημα συμπορεύεται με τη λογοτεχνική θεωρία, η αφομοίωση και η δημιουργική εφαρμογή της οποίας καθιστά πιο απαιτητικό και ολοκληρωμένο το έργο.
Αναφερόμενος ο συγγραφέας στην εμπειρία του από τη συγγραφή του μυθιστορήματος Ίσος Ιησούς τονίζει την ιδιαίτερα κοπιαστική έρευνα όλων των γνωστικών πεδίων που εμπλέκονται στην εξέλιξη του μυθιστορήματός του: το φάσμα του αυτισμού, η τεχνολογία των υπολογιστών από τη σκοπιά της κβαντικής φυσικής και μηχανικής, η ψυχιατρική, η νευροφυσιολογία του εγκεφάλου, η ελληνική μυθολογία και πολλά άλλα.
Από την άλλη, το ακαδημαϊκό μυθιστόρημα συμπορεύεται με τη λογοτεχνική θεωρία, η αφομοίωση και η δημιουργική εφαρμογή της οποίας καθιστά πιο απαιτητικό και ολοκληρωμένο το έργο. Ειδικότερα, θέματα όπως η λογοτεχνική ονοματοποιία, οι αφηγηματικές τεχνικές, ο συμβολισμός, η διακειμενικότητα και η παρωδία αποτελούν μέρος της «εξήγησης», εξεταζόμενα σε συνάρτηση με το μυθιστόρημα Ίσος Ιησούς, το οποίο χρησιμοποιείται ως παράδειγμα στη διερεύνηση των αντίστοιχων θεωριών.
Προσωπικά, με κέρδισε το 10o κεφάλαιο με τίτλο «Από την παρωδία στη διακειμενικότητα – Η συνομιλία του Ίσος Ιησούς με άλλα κείμενα», στο οποίο ο συγγραφέας εξετάζει μεταξύ των άλλων τη θεωρία της «υπερκειμενικότητας» που ανέπτυξε διεξοδικά ο Gerard Genette, στο έργο του Palimpestes (1982), το οποίο πλέον κυκλοφορεί και στα ελληνικά, και την πραγματεύτηκε περαιτέρω η Julia Kristeva, η οποία εισήγαγε και τον όρο διακειμενικότητα. Στο μυθιστόρημα του Παναγιωτίδη η υπερκειμενικότητα, που βασίζεται στους υπολογιστές, αναφέρεται σε ένα κείμενο που μπορεί να μεταφέρει τον αναγνώστη του απευθείας σε άλλα κείμενα.
Το βιβλίο αυτό, σε επιμέλεια Ζαχαρία Κατσακού, απευθύνεται στους μεταπτυχιακούς φοιτητές της Δημιουργικής Γραφής αλλά και σε κάθε συγγραφέα και εραστή της γραφής γενικότερα που έχει τη διάθεση να μαθαίνει διαρκώς, διευρύνοντας τους αναγνωστικούς και συγγραφικούς του ορίζοντες, ανανεώνοντας τα όπλα της θεωρητικής και συγγραφικής του φαρέτρας, χωρίς να επαναπαύεται στο όποιο ταλέντο διαθέτει. Κλείνοντας ο Παναγιωτίδης το βιβλίο του αναφέρει χαρακτηριστικά:
Όσο εξελίσσεται η διαδικασία της συγγραφής, ο συγγραφέας, ο οποίος συγγράφει ένα ακαδημαϊκό μυθιστόρημα, χάρη στη συνεχή συστηματική έρευνα και την καθοδήγηση του επόπτη καθηγητή του, συνειδητοποιεί ότι πέρα από το ταλέντο του, η γραφή του δεν είναι παρά η αποκρυστάλλωση ενός προϋπάρχοντος κειμένου της σκέψης του, ενός κειμένου το οποίο εμπεριέχει όλα τα λογοτεχνικά και μη λογοτεχνικά, όλα τα επιστημονικά κείμενα που έχει διαβάσει, έχει μελετήσει και τον έχουν συνειδητά ή ασυνείδητα επηρεάσει.
* Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Τελευταίο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων «Σπουδή στο κίτρινο» (εκδ. Το Ροδακιό).
→ Στην κεντρική εικόνα, ο πίνακας «La Roulette» (1926), του Jean Metzinger.
Δημιουργική Γραφή και Λογοτεχνία
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗ