Συγκριτική ανάγνωση και ανάλυση δύο ποιημάτων, του Καβάφη και του Παλαμά αντίστοιχα, με θέμα «την καταστροφή που επίκειται».
Του Κώστα Κουτσουρέλη
Για την καταστροφή που επίκειται, ποιήματα σημαντικά έχουμε δύο στη γλώσσα μας. Το πρώτο είναι, βέβαια, το «Σοφοί μεν προσιόντων» του Καβάφη. Ο Αλεξανδρινός παίρνει μια τρίβαθμη φράση του Φιλόστρατου και την αναπτύσσει. Τα μελλούμενα τα ξέρουν μόνο οι θεοί, οι άνθρωποι βλέπουν μόνο τα παρόντα. Ωστόσο ανάμεσα θεών και ανθρώπων μια τρίτη κατηγορία, οι σοφοί, μπορεί να διαισθανθεί και να προπεί ένα κομμάτι του μέλλοντος: τα επερχόμενα, αυτά που είναι ήδη καθ' οδόν, ante portas.
Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα.
Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί,
πλήρεις και μόνοι κάτοχοι πάντων των φώτων.
Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα
αντιλαμβάνονται.
Σε αντίθεση με τα ανίδεα και γι' αυτό εφησυχάζοντα πλήθη, οι σοφοί καταλαβαίνουν. Μες στη μελέτη τους, τα αυτιά τους πιάνουν τα μηνύματα:
Η ακοή
αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών
ταράττεται. Η μυστική βοή
τους έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων.
Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.
Τα μελλούμενα τα ξέρουν μόνο οι θεοί, οι άνθρωποι βλέπουν μόνο τα παρόντα. Ωστόσο ανάμεσα θεών και ανθρώπων μια τρίτη κατηγορία, οι σοφοί, μπορεί να διαισθανθεί και να προπεί ένα κομμάτι του μέλλοντος: τα επερχόμενα, αυτά που είναι ήδη καθ' οδόν, ante portas.
Το δεύτερο ποίημα είναι ένα οχτάστιχο του Παλαμά, το πρώτο της Πέμπτης Νύχτας από τον κύκλο των Εκατό Φωνών της Ασάλευτης Ζωής. Και εδώ οι άνθρωποι είναι εντελώς ανειδοποίητοι για το κακό που τους περιμένει.
Είν' όλα ανυποψίαστα μέσα σ' αυτό το σπίτι,
Κανένα σημάδι, κανένα προμήνυμα δεν προετοιμάζει έστω τους σοφούς ανάμεσά τους. Το αντίθετό μάλιστα, όλα γύρω τους βοούν, φωνάζουν για το αντίθετο, όλα γύρω είναι βυθισμένα στη χαρά και τον έρωτα. Η ανθρώπινη ευτυχία είναι τέτοια και τόση ώστε δεν ξεχωρίζει λες από την αρμονία της φύσης και τις ευλογίες της, από το φως, την ευεργετική βροχή, τα λουλούδια, τους καρπούς των δέντρων, τα πετεινά του ουρανού. Ο Παλαμάς περιγράφει ένα οικογενειακό ειδύλλιο που δεν το σκιάζει τίποτε, ούτε καν η ανέχεια:
εσύ, γυναίκα, σα ματιά του αποσπερίτη,
τα δάκρυα σαν καλόδεχτα κι εκείνα πρωτοβρόχια,
φέγγει ένας ήλιος χαρωπά στα πάντα, ώς και στη φτώχεια,
δυσκολοχώριστα, πουλιά, αγόρια, ανθοί, κοράσια,
τα λόγια σα φιλιά απαλά, τα στόματα κεράσια,
η Αγάπη χτίζει εδώ φωλιές, κι ο Απρίλης παραστέκει…
Μέχρι που έρχεται ο τελευταίος στίχος για να τα γκρεμίσει όλα, για να καταποντίσει το ειδύλλιο, για να πνίξει τη χαρά και την ευδαιμονία:
—Σ’ αυτό το σπίτι είν’ έτοιμο να πέσει αστροπελέκι!
Τον στίχο, από τους βαρύτερους που έχει γράψει Έλληνας ποιητής, αστροπελέκι όνομα και πράγμα, για να τον νιώσει κανείς καλύτερα πρέπει να έχει υπ' όψιν του ότι ο Παλαμάς δεν μιλάει γενικά και αόριστα. Το δικό του οικογενειακό δράμα περιγράφει, τον χαμό του τετράχρονου Άλκη τον Φλεβάρη του 1898. Όμως εδώ το προσωπικό ανυψώνεται σε οικουμενικό. Απέναντι στις τροπές της τύχης, της θείας Fortuna που γίνεται φουρτούνα και μας πνίγει, είμαστε όλοι ανυπεράσπιστοι. Και πιο πολύ απ’ όλους, οι ευτυχείς.
Κ.Π. Καβάφης – Κωστής Παλαμάς |
Ο Καβάφης στο ποίημα του είναι ορθολογιστής. Μια μειονότητα έστω των ανθρώπων, οι σοφοί, μπορούν να ψυχανεμιστούν τον όλεθρο που καταφθάνει. Μπορούν να διαγνώσουν, να προβλέψουν, να ζυγίσουν τον κίνδυνο, μπορούν να προετοιμαστούν ψυχικά, να συμφιλιωθούν με την παρουσία του. Μπορούν ακόμη να μέμφονται τις μάζες εκεί έξω που συνεχίζουν τη ζωούλα τους ανήξερες εντελώς για το βάραθρο που ανοίγει εμπρός τους. Και να υπερηφανεύονται, μικρόχαρα ίσως, ότι οι ίδιοι δεν είναι το ίδιοι τυφλοί. Διότι ακόμη και η ανήμπορη γνώση, όσο νά ’ναι, παρηγορεί Είναι όπως λέει ο Γέητς, μια κάθοδος στον Άδη «με ανοιχτά τα μάτια».
Η αληθινή τραγωδία δεν εξηγείται, δεν εκλογικεύεται, δεν ξορκίζεται, δεν παρηγορείται. Παίρνει τον άνθρωπο ως έχει, τον τοποθετεί στις πραγματικές του διαστάσεις, του θυμίζει τη μόνη άξια γνώσεως πληροφορία που χρειάζεται κανείς για τον εαυτό του: ότι είναι έρμαιο δυνάμεων υπέρτερων.
Ο Παλαμάς, αντίθετα, είναι τραγικός. Και η αληθινή τραγωδία είναι ακριβοδίκαιη. Δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στους πάνω και τους κάτω, τους σοφούς και τους άσοφους, τους εκλεκτούς και τα πλήθη. Είναι ανυπαίτια. Δεν προϋποθέτει την ενοχή, ατομική ή συλλογική, του παθόντος για να επισυμβεί. Είναι αιφνίδια. Δεν προειδοποιεί, δεν μας στέλνει μηνύματα ή «μυστικά γραφόμενα» για να μας ανοίξει τα μάτια. Η αληθινή τραγωδία δεν εξηγείται, δεν εκλογικεύεται, δεν ξορκίζεται, δεν παρηγορείται. Παίρνει τον άνθρωπο ως έχει, τον τοποθετεί στις πραγματικές του διαστάσεις, του θυμίζει τη μόνη άξια γνώσεως πληροφορία που χρειάζεται κανείς για τον εαυτό του: ότι είναι έρμαιο δυνάμεων υπέρτερων. Η αληθινή τραγωδία είναι ανήλεη. Μας βρίσκει κατακέφαλα και μας σαρώνει.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ είναι ποιητής και μεταφραστής.
Τελευταίο βιβλίο του, το δοκίμιο «Η τέχνη που αυτοκτονεί – Για το αδιέξοδο της ποίησης του καιρού μας» (εκδ. Μικρή Άρκτος).
→ Στην κεντρική εικόνα εικαστικό της © Jen Yoon.