
Του Κυριάκου Χαλκόπουλου
Ο Φερνάντο Πεσσόα –ή ο ήμι-ετερώνυμός του, ο Μπερνάρντο Σοάρες– σημειώνει στο Βιβλίο της Ανησυχίας πως σε λογοτεχνικά έργα άλλων έχει συμβεί πολλές φορές να δει τον εαυτό του να πρωταγωνιστεί. Υπονοεί ότι σε πολλά γνωστά μυθιστορήματα ο κύριος χαρακτήρας είναι ένας εσωστρεφής διανοούμενος, άνθρωπος των γραμμάτων. Αυτό είναι επόμενο, διότι ο καθένας γράφει συνήθως για πράγματα και καταστάσεις που γνωρίζει – και οι περισσότεροι διάσημοι συγγραφείς, τουλάχιστον στην εποχή του Πεσσόα, χαρακτηρίζονταν από σχετική εσωστρέφεια και συστολή.
Γύρω από τον πρωταγωνιστή τέτοιων βιβλίων, πάντως, κινούνται πολύ διαφορετικές προσωπικότητες, οπότε συχνά η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Πολλές φορές υπερισχύουν κατά κράτος οι πιο δραστήριοι, «λαϊκοί» άνθρωποι –ο Ακάκι Ακάκιεβιτς θα γνωρίσει τη συντριβή στο Παλτό του Νικολάι Γκόγκολ, και η ίδια μοίρα πιθανότατα επιφυλάσσεται και στον Ντάλμαν του Μπόρχες, στο διήγημα «Ο Νότος»– μα δεν λείπουν και οι περιπτώσεις της πλήρους εξόντωσης των λαϊκών χαρακτήρων, είτε οφείλονται σε σκευωρία είτε σε άμυνα: ο Στεπάν Τροφίμοβιτς καταδικάζει σε θάνατο έναν ηθικό άνθρωπο, στους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέφσκι, ενώ στο σατυρικό διήγημα του Μπουλγκάκοφ «Η καρδιά ενός σκυλιού», ο πρώην σκύλος στο τέλος θα εκδιωχθεί από τον κόσμο των ανθρώπων, παρά την προστασία που είχε αρχίσει να απολαμβάνει από το κομμουνιστικό κόμμα.
Άλλοι λογοτέχνες, όπως ο Γκυ ντε Μοπασάν, παρουσιάζουν τους ανθρώπους των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων και της επαρχίας (της Νορμανδίας ή της Νότιας Γαλλίας) σε μια κατάσταση ημιάγρια... Ο Κάφκα σπάνια ασχολείται.
Άλλοι λογοτέχνες, όπως ο Γκυ ντε Μοπασάν, παρουσιάζουν τους ανθρώπους των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων και της επαρχίας (της Νορμανδίας ή της Νότιας Γαλλίας) σε μια κατάσταση ημιάγρια... Ο Κάφκα σπάνια ασχολείται, και όποτε το κάνει ίσως να ενδιαφέρεται κυρίως για την επιρροή ορισμένων φτωχών και περιθωριακών ατόμων πάνω σε άλλα με την ίδια μοίρα – για παράδειγμα, των σχεδόν ανέστιων οπορτουνιστών στο μυθιστόρημα Η Αμερική. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε τέτοιες περιπτώσεις οι φτωχοί συμπεριφέρονται αμείλικτα στους άλλους φτωχούς, με την κατάσταση να θυμίζει το διήγημα του Τσέχοφ «Οι εχθροί» (το οποίο άλλωστε είχε γράψει με στόχο να δείξει πως δεν ισχύει πάντα πως η κοινή δυστυχία ή τα προβλήματα ενώνουν τους ανθρώπους).
Κατά τη γνώμη μου, μια ειδική περίπτωση παρουσίασης συγκρούσεων ανάμεσα στους διαφορετικούς ως προς την κοινωνική τάξη και την ιδιοσυγκρασία αυτούς ανθρώπους, τους εσωστρεφείς ή συνεσταλμένους και τους σχεδόν αμείλικτους τύπους της υπαίθρου, εμφανίζεται στα έργα του Χ.Λ. Μπόρχες. Και η εν λόγω ιδιαιτερότητα οφείλεται στο γεγονός ότι ο ίδιος ο Μπόρχες έβλεπε τους ανθρώπους της δράσης ως σύμβολα, προσδίδοντάς τους έναν χαρακτήρα που υπερβαίνει την πραγματικότητα: ανοίκεια, σκληρή συμπεριφορά, μηδαμινό ενδιαφέρον για τη σκέψη, αδηφαγία και μισαλλοδοξία είναι τα χαρακτηριστικά τους στο έργο του σημαντικού Αργεντινού συγγραφέα.
Στο έργο του Μπόρχες ούτε μία φορά δεν βλέπει κανείς ένα νοητικό τέχνασμα να εξασφαλίζει τη νίκη, εάν παράλληλα δεν ανήκει σε κάποιον χαρακτήρα ήδη ταπεινωμένο ή διαβλητό.
Στην περίπτωση του Μπόρχες, μάλιστα, το κύριο δεν είναι η μισανθρωπία του – υπήρξαν και άλλοι διάσημοι λογοτέχνες που αντιπαθούσαν τα πλήθη. Το κύριο φαίνεται ότι είναι η εκτίμησή του πως οι άνθρωποι της δράσης υπερισχύουν δικαιωματικά, ενώ οι «βιβλιοφάγοι» ή οι διανοούμενοι έχουν εξοριστεί σε ένα δικό τους βασίλειο στη σκιά, με τη σκιά να μεταβάλλεται κάθε τόσο διότι ακριβώς ο τόπος της εξορίας του Μπόρχες σχηματίζεται και οριοθετείται από τις μορφές των αεικίνητων ατόμων που αναγνώριζε ουσιαστικά ως άγρια θηρία... Στο έργο του Μπόρχες ούτε μία φορά δεν βλέπει κανείς ένα νοητικό τέχνασμα να εξασφαλίζει τη νίκη, εάν παράλληλα δεν ανήκει σε κάποιον χαρακτήρα ήδη ταπεινωμένο ή διαβλητό: Ο δειλός βεζίρης, στο διήγημα «Αμπενχακάν Ελ Μποχαρί, νεκρός μέσα στο λαβύρινθο του», και ο πρωταγωνιστής του διηγήματος «Ο κύκλος με τα διακλαδωτά μονοπάτια» πετυχαίνουν μεν τον στόχο τους με τα ευφυή τους τεχνάσματα, αλλά δεν αποφεύγουν την τελική ήττα (τον θάνατο ή την αποκάλυψη της ανηθικότητάς τους). Αντίστοιχα θα πετύχει να επιβιώσει ο περίεργος άνθρωπος με τη βαθιά χαρακιά στο πρόσωπο, στο έργο «Το σχήμα του σπαθιού», μα αναγνωρίζει και μόνος του την πράξη του ως ανήθικη και περιφρονητέα, γι’ αυτό βασανίζεται διαρκώς από ενοχές.
Συνήθως, πάντως, οι εκλεπτυσμένοι πρωταγωνιστές στα διηγήματα του Μπόρχες απλώς καταποντίζονται («Ο νότος», «Το μαγικό θαύμα», «Φούνες ο μνήμων», «Ο θάνατος και η πυξίδα»), ενώ την ίδια περίπου μοίρα έχουν και όσοι φιλοδοξούν να κυριαρχήσουν επιδεικνύοντας τις σχέσεις τους με αχανείς αυτοκρατορίες και αρχές (ο Βρετανός διοικητής της ινδικής πόλης στο έργο «Ο άνθρωπος στο κατώφλι» ή οι αιρεσιάρχες στο «Η Βιβλιοθήκη της Βαβέλ»), και αυτή είναι μια μοίρα που μας θυμίζει τη κομψή δήλωση του Σωκράτη, στο έκτο βιβλίο της Πολιτείας, σύμφωνα με την οποία οι σοφιστές που επιδιώκουν να παρουσιάσουν τη γνώμη των πολλών ως σοφία μοιάζουν με κάποιον που μελετά εξονυχιστικά τις συμπεριφορές ενός άγριου θηρίου: έτσι όντως πετυχαίνει, έστω για κάποιο καιρό, να μην απειλείται από αυτό το πλάσμα. Ωστόσο απλώς προφυλάχθηκε από μια απειλή και ήταν λάθος να θεωρήσει ότι η βελτίωση της θέσης του ήταν δίχως σημαντικό τίμημα ή από μόνη της μια πραγματική καταξίωση.
Γιατί ήταν τόσο δυστυχισμένος ο Μπόρχες; Σίγουρα δεν είναι ανάγκη κανείς να πάει στο άλλο άκρο και να χλευάζει (δικαίως ή αδίκως) τους πολλούς, όπως έκανε ο Μπωντλαίρ σε κείμενα σαν το πεζογράφημα «Ο σκύλος και το μπουκάλι». Όμως πιστεύω ότι ο Μπόρχες είχε σε υπερβολικό βαθμό υποχωρήσει, και όπως έκανε ένας από τους πιο εντυπωσιακούς χαρακτήρες διηγήματός του, ο Αστέριος, προτίμησε στο τέλος και αυτός να χαθεί μέσα στον σύνθετο λαβύρινθό του και να μην απασχολεί άλλο τούς έξω.
* Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΛΚΟΠΟΥΛΟΣ είναι μεταφραστής και συγγραφέας.