Σκέψεις και επισημάνσεις για τα κριτικά κείμενα λογοτεχνίας στα μπλογκ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με αφορμή τη συζήτηση «Διαδίκτυο και κριτική λογοτεχνίας» που διοργάνωσε το bookpress.gr, την Παρασκευή 10 Μαΐου, στο πλαίσιο της 16ης ΔΕΒΘ.
Του Άγη Αθανασιάδη
Η κοινότοπη αλήθεια είναι το διαδίκτυο απελευθέρωσε και «δημοκρατικοποίησε», με όλα τα καλά και τα κακά, τη δυνατότητα όλων των αναγνωστών να εκφράζονται. Στην αρχή με τα λογοτεχνικά μπλογκ και αργότερα με τα ηλεκτρονικά (και μόνο) έντυπα που ασχολούντο με το βιβλίο, πολλοί άνθρωποι αντιλήφθηκαν ότι το να διαβάζεις λογοτεχνία δεν είναι κάτι αλλόκοτο και περίεργο.
Η πλειονότητα των μπλόγκερ, χωρίς να διεκδικήσει τον τίτλο του «κριτικού λογοτεχνίας», έγραφε κείμενα, που συνήθως «διάβαζαν» το βιβλίο με διαφορετικό τρόπο από εκείνον της κριτικής των εφημερίδων.
Όσον αφορά τις κριτικές λογοτεχνίας ή τις παρουσιάσεις των βιβλίων, θα ήθελα να τονίσω ότι από τις πολιτιστικές σελίδες των εφημερίδων, όπου φιλοξενούσαν κριτικές βιβλίων, στα λογοτεχνικά περιοδικά και από εκεί στα μπλογκ, τα οποία ασχολούντο με τη λογοτεχνία, οι αλλαγές στα κείμενα δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλες. Η πλειονότητα των μπλόγκερ, χωρίς να διεκδικήσει τον τίτλο του «κριτικού λογοτεχνίας», έγραφε (αλλά και ακόμα γράφει, αφού ορισμένα ποιοτικά μπλογκ συνεχίζουν δυναμικά), κείμενα, που συνήθως «διάβαζαν» το βιβλίο με διαφορετικό τρόπο από εκείνον της κριτικής των εφημερίδων. Εξάλλου είναι πλέον γνωστό ότι και ορισμένοι από τους γνωστούς κριτικούς των εφημερίδων, διαχειρίζονται (ή τουλάχιστον μέχρι κάποια στιγμή στο παρελθόν) κάποιο βιβλιοφιλικό μπλογκ, υπογράφοντας με ψευδώνυμο.
Τα μπλογκ την εποχή της άνθισής τους στη χώρα μας, δηλαδή από το 2006 έως το 2012, εκείνο που κυρίως προσέφεραν ήταν η ελευθερία που παρείχαν σε ανώνυμους ή ψευδώνυμους χρήστες του διαδικτύου, να σχολιάσουν και να συζητήσουν για βιβλία, είτε με τον κάτοχο του μπλογκ είτε με άλλους χρήστες. (Για να λέμε την αλήθεια, συχνά η συζήτηση παρεκτρεπόταν σε τσακωμούς και ύβρεις). Επίσης, εκείνη την εποχή τα μπλογκ συνέβαλλαν καθοριστικά στη γνωριμία μικρότερων εκδοτικών οίκων με ένα μεγαλύτερο κοινό. Αναγνωστικό κοινό που δεν θα το συναντούσαν εύκολα, μιας και τα βιβλία τους σπάνια έφταναν στις στήλες των μεγάλων εφημερίδων.
Οι κριτικές στο διαδίκτυο, και πιο συγκεκριμένα στον χώρο της αποκαλούμενης μπλογκόσφαιρας, θεωρώ πώς είναι ουσιαστικότερες, λιγότερο συμβατικές και περισσότερο απελευθερωμένες γλωσσικά, σε σχέση με τις κριτικές λογοτεχνίας των εφημερίδων, οι οποίες πρέπει να «υπακούουν» είτε στον περιορισμένο χώρο που τους διατίθεται είτε σε προσεκτικότερες διατυπώσεις και διαπιστώσεις για το κρινόμενο βιβλίο. Επιπλέον, οι κριτικές στο διαδίκτυο είναι λιγότερο θεωρητικές, και επικεντρώνονται περισσότερο σε πρακτικά θέματα (πλοκή, ατμόσφαιρα, στοιχεία για τον συγγραφέα), που ίσως να ενδιαφέρουν περισσότερο τον μέσο αναγνώστη από τα –πολλές φορές– εσωστρεφή και αυτοαναφορικά κείμενα πολλών γνωστών κριτικών.
Στο Goodreads μπορεί ο καθένας να βάλει ένα αστεράκι στον «Οδυσσέα» του Τζόις, γιατί «δεν τον καταλαβαίνει» και πέντε αστεράκια στον «Κατήφορο μιας ορφανής» γιατί «τον συγκίνησε».
Τα τελευταία χρόνια, όμως, πιστεύω πως άλλαξε το τοπίο, αφενός με την ανάπτυξη του Goodreads, που είναι η απόλυτα ανοιχτή εφαρμογή για τους ανθρώπους που επιθυμούν να γράψουν για ένα βιβλίο, αφετέρου με την ανάπτυξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και ειδικότερα του Facebook και του Instagram. Στο Goodreads μπορεί ο καθένας να βάλει ένα αστεράκι στον Οδυσσέα του Τζόις, γιατί «δεν τον καταλαβαίνει» και πέντε αστεράκια στον Κατήφορο μιας ορφανής γιατί «τον συγκίνησε», ενώ στο Instagram, η φωτογραφία ενός βιβλίου με ωραίο εξώφυλλο, δίπλα σε ένα ελκυστικό γαλακτομπούρεκο, μπορεί να αποσπάσει δεκάδες σχόλια λιγωμένων «βιβλιόφιλων».
Εκεί που, όχι και πολλά χρόνια πριν, ένα βιβλίο θα αποσπούσε καλές ή κακές κριτικές λίγες εβδομάδες ή μήνες έπειτα από την κυκλοφορία του, τώρα θεωρείται απαραίτητο από τους εκδότες να διανεμηθεί σε «επιδραστικούς» instagrammers του χώρου των βιβλίων, τουλάχιστον μια εβδομάδα πριν από την κυκλοφορία του, κι εκείνοι να το φωτογραφίσουν με τη φράση «τρελαίνομαι» ή «επιτέλους στα χέρια μου», άσχετα με την αξία του ή αν θα το διαβάσουν.
Στο Facebook δημιουργούνται βιβλιοφιλικές ομάδες, μεγαλύτερης ή μικρότερης εμβέλειας, και ξεκινούν συζητήσεις γύρω από βιβλία, όπου διαβάζουμε τις πιο απίθανες απόψεις. Να πούμε όμως ότι υπάρχουν και συγκροτημένες αναρτήσεις, με πραγματικά βιβλιοφιλικό περιεχόμενο και ποιοτικές προτάσεις, η οποίες ξαφνιάζουν ευχάριστα.
Η κριτική στον χώρο του διαδικτύου έχει αντικατασταθεί από ένα επιφώνημα, από μια εικόνα.
Η κριτική, λοιπόν, στον χώρο του διαδικτύου έχει αντικατασταθεί από ένα επιφώνημα, από μια εικόνα. Πλέον επικρατούν οι γνώμες έναντι των κριτικών απόψεων και το «μ’ αρέσει» - «δεν μ’ αρέσει» είναι κάτι πολύ συνηθισμένο, με συνέπεια όλο και περισσότεροι επαγγελματίες του χώρου να δίνουν αυξανόμενη και δυσανάλογη ίσως προσοχή σ' αυτές τις γνώμες. Να σημειώσουμε, κλείνοντας, ότι τα μεγάλα κείμενα δύσκολα διαβάζονται πλέον. Είναι γεγονός ότι ένα κείμενο που υπερβαίνει τις 100 λέξεις δύσκολα βρίσκει αναγνώστες.
Η λογοτεχνική κριτική σήμερα μπορεί να φτάνει σε περισσότερους αναγνώστες, αλλά μια από τις λειτουργίες της, που είναι ο διάλογος του αναγνώστη με τον συγγραφέα μέσω του λογοτεχνικού κειμένου, πόσους αλήθεια αφορά;
* Ο ΑΓΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ είναι σύμβουλος στη «Λευκή Σειρά» του Εξάντα,
συνιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου/καφέ Booktalks, ενώ διατηρεί ένα από τα παλαιότερα βιβλιοφιλικά μπλογκ, το Librofilo.