
Της Σώτης Τριανταφύλλου
Έχω πιεστεί πολύ από το κλίμα της κρίσης, για την οποία ακούω από τότε που γεννήθηκα: τι νόημα έχει η έννοια αν πρόκειται για κάτι μόνιμο; Διαβάζω Επίκουρο (από τις εκδόσεις Θύραθεν): τι κρίμα που οι επικριτές του τον ταυτίζουν με μια πνευματικά φυγόπονη και ρηχή ηδονοθηρία... Ωστόσο, καθώς τα πράγματα γίνονται όλο και πιο δύσκολα, δεν έχω καμιά αντίρρηση για λίγη πνευματικά φυγόπονη και ρηχή ηδονοθηρία. Ψάχνω τη λέξη στο λεξικό: «η πεποίθηση ότι η ευχαρίστηση είναι
ο πρωτεύων ή ο ορθός σκοπός»· μοιάζει με τη φράση που περιλαμβάνεται στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών: «Το δικαίωμα στη ζωή, στην ελευθερία και στην επιδίωξη της ευτυχίας». Φυσικά, αν «επιδιώκεις» κάτι, σημαίνει ότι δεν το έχεις επιτύχει. Γιατί όχι απλώς το δικαίωμα να είσαι ευτυχισμένος; Είναι άραγε υπερβολικό να ζητάμε κάτι τέτοιο;
«Στη ζωή, στην ελευθερία και στην επιδίωξη των πεταλούδων» ακούγεται λογικότερο – τουλάχιστον τις πεταλούδες μπορείς να τις πιάσεις. Αλλά μετά τι; Πάμε γι’ άλλα. Όπως δεν υπάρχει θέα που δεν τη συνηθίζεις, δεν υπάρχει ευχαρίστηση που να αντιστέκεται στη φθορά. Ο δρόμος της κατάχρησης μπορεί να οδηγεί στο παλάτι της σοφίας, αλλά, όπως συμβαίνει με όλους τους δρόμους, μπορείς να τον πάρεις προς τις δύο κατευθύνσεις... Όχι;
Επιστρέφω στον Επίκουρο και στο πώς οι Νεοέλληνες τον χρησιμοποιούν για να στηρίξουν τον όψιμο ζήλο για εξεζητημένα εδέσματα και ποτά. Ή την παρωδία αμεριμνησίας και εθισμών, πράγμα που μου θυμίζει ότι έχω κόψει το κάπνισμα είκοσι φορές και ότι ενδιαμέσως αναπτύσσω άλλες τρελές συνήθειες, όπως την κατανάλωση τεράστιων ποσοτήτων τσιπς και μπίρας. Έχω έναν φίλο που έκοψε το κάπνισμα και άρχισε τη φυσαρμόνικα· όχι, δεν με βλέπω να το ρίχνω στη φυσαρμόνικα.
Αναρωτιέμαι, διαβάζοντας το αναγνωστικό της επικούρειας φιλοσοφίας, ποιο είναι το αντίθετο της ευτυχίας: η δυστυχία; Η δυστυχία είναι ένας κόμπος που τον δένεις εσύ ο ίδιος. Κι όπως επαναλαμβάνω συχνά, ο χρόνος είναι με το μέρος μας: αν και παραδέχομαι ότι προς το τέλος αυτό παύει να ισχύει.
Δεν με συγκινεί η κινέζικη σοφία, αλλά καθώς διατρέχω την επιστολή προς Μενοικέα θυμάμαι μια κινέζικη παροιμία: η κόλαση είναι ένα μπολ με ρύζι, αλλά τα ξυλαράκια βρίσκονται τόσο μακριά, που δεν μπορείς να το φας. Ο παράδεισος μου φαίνεται παρόμοιος, παρότι οι άνθρωποι εκεί βοηθούν ο ένας τον άλλον για να φάνε. Μιλάω μεταφορικά.
Τις προάλλες, καθώς περπατούσα στον δρόμο σκεφτόμουν: τι ωραίος καιρός, ο κόσμος είναι ένα υπέροχο αστέρι· και τότε αναρωτήθηκα: «Γιατί κάποιος που έχει τα λογικά του μπαίνει στον κόπο να πάρει ναρκωτικά;». Ύστερα θυμήθηκα ότι βρισκόμουν υπό την επήρεια ναρκωτικών. Ελαφρών ναρκωτικών, προσθέτω για να προλάβω τα σχόλια.