Συνέντευξη με την Ίρσα Σιγκουρδαντότιρ με αφορμή το μυθιστόρημα «Το μήνυμα» (μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδ. Μεταίχμιο).
Του Διονύση Μαρίνου
Για τα μίντια στην Ισλανδία, κι όχι μόνο, είναι η «Βασίλισσα του crime». Για τον άντρα της που την συντρόφευσε στο σύντομο ταξίδι της στην Ελλάδα και για τα παιδιά τους είναι η «μαμά μας που γράφει βιβλία όταν εμείς βλέπουμε τηλεόραση». Η ίδια, πάλι, θεωρεί πως είναι μια μηχανικός που γράφει και ιστορίες με φόνους. Επίσης, είναι μια γυναίκα που έχει δύσκολο όνομα γι’ αυτό και προτρέπει όλους να τη φωνάζουν μόνο με το μικρό της – Ίρσα, σκέτο Ίρσα.
Για τα μίντια στην Ισλανδία, κι όχι μόνο, είναι η «Βασίλισσα του crime». Για τον άντρα της που την συντρόφευσε στο σύντομο ταξίδι της στην Ελλάδα, είναι η «μαμά μας που γράφει βιβλία όταν εμείς βλέπουμε τηλεόραση».
Η Ισλανδή συγγραφέας Ίρσα Σιγκουρδαντότιρ βρέθηκε στην Αθήνα καλεσμένη της διοργάνωσης «Αθήνα 2018 - Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου» και μας μίλησε για το δικό της modus operandi (δεν έχουν μόνο οι δολοφόνοι τέτοιο), για την αστυνομική λογοτεχνία, αλλά και για πολλά άλλα πράγματα. Αυτά που δεν κατέγραψε το μαγνητόφωνο κατά τη διάρκεια της συζήτησης ήταν το άφθονο γέλιο που εισχώρησε μέσα στην κουβέντα, ένα τσιγάρο στα όρθια στην Ιπποκράτους, έξω από τα γραφεία των εκδόσεων Μεταίχμιο, σχολιάζοντας την κίνηση στους δρόμους της Αθήνας και την ανάγκη κανείς να ταξιδεύει για να ξεχνιέται.
Όλα τα βιβλία της Σιγκουδραντότιρ κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και ήδη έχει γίνει μια συγγραφέας αναφοράς στο δύσκολο πεδίο της αστυνομικής λογοτεχνίας. Τι βασίλισσα θα ήταν άλλωστε…
Αν και στη λογοτεχνία τίποτα δεν είναι αδόκιμο, δεν μπορώ να μην παραδεχθώ ότι προκαλεί εντύπωση ότι ξεκινήσατε ως συγγραφέας παιδικών βιβλίων.
Ξεκίνησα από την ανάγκη μου να έχουν τα παιδιά μου κάτι να διαβάζουν. Όταν το πρώτο μου παιδί ήταν οκτώ ετών διαπίστωσα πως δεν διάβαζε καθόλου βιβλία. Τα βιβλία που έψαξα να του αγοράσω για να το παρακινήσω, μάλλον δεν βοήθησαν. Κι έτσι ξεκίνησα να γράφω εγώ κάποιες αστείες ιστορίες.
Και; Τις διάβασε;
Φυσικά και όχι. (γελάει) Νόμιζε πως θα του διηγηθώ και ότι δεν θα χρειαζόταν να το διαβάσει. Βέβαια τώρα έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, ο γιος μου είναι 33 ετών και η κόρη μου 22 ετών.
Να υποθέσω ότι τώρα διαβάζουν τα βιβλία σας;
Όχι, ούτε τώρα. Αντιλαμβάνομαι πως δεν είναι εύκολο να διαβάζεις τα βιβλία ενός συγγραφέα τον οποίο γνωρίζεις τόσο καλά. Ο γιος μου διαβάζει βιβλία, αλλά του αρέσει περισσότερο η λογοτεχνία του φανταστικού, το Game of Thrones. Τέτοια πράγματα.
Η μεταπήδηση από τα παιδιά βιβλία στην αστυνομική λογοτεχνία ήταν εύκολη;
Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια απραξίας και τότε αποφάσισα να δοκιμάσω να γράψω ένα βιβλίο για ενήλικες. Ήταν προφανές πως θα έγραφα αστυνομικό, καθώς αυτό είναι το είδος που διάβαζα κι εγώ.
Ήταν πολύ εύκολη θα έλεγα. Έγραψα πέντε παιδικά βιβλία, το τελευταίο μάλιστα βραβεύτηκε, αλλά εμένα δεν μου άρεσε. Αποφάσισα τότε να σταματήσω να το κάνω. Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια απραξίας και τότε αποφάσισα να δοκιμάσω να γράψω ένα βιβλίο για ενήλικες. Ήταν προφανές πως θα έγραφα αστυνομικό, καθώς αυτό είναι το είδος που διάβαζα κι εγώ.
Τι σας άρεσε να διαβάζετε;
Ω, πάρα πολλούς. Αρκετοί από αυτούς με έχουν επηρεάσει, αλλά όχι με άμεσο τρόπο. Βλέπω κομμάτια τους στα βιβλία μου, αλλά δεν μπορώ να πω ότι υπήρξε κάποιος που με καθόρισε τόσο πολύ. Ήθελα πάντα να αρθρώσω τη δική μου φωνή. Δεν μπορώ, όμως, να μην αναφέρω τον Στίβεν Κινγκ ή την Αγκάθα Κρίστι και την P.D. James και τον Λάρσον. Μου αρέσει, φυσικά, ο Τζο Νέσμπο, αλλά ξέρω πως δεν θα ήθελα να γράψω ποτέ με τον τρόπο που το κάνει εκείνος.
Γιατί αρέσουν τόσο πολύ οι αστυνομικές ιστορίες. Τι αναζητούμε σ’ αυτές;
Είμαι μέρος της ανθρώπινης φύσης. Θέλουμε να ξέρουμε τα πάντα, να μην αφήνουμε μυστήρια χωρίς λύση. Θέλουμε να ξέρουμε τι έχει συμβεί και πώς έχει συμβεί. Επίσης, τα αστυνομικά μυθιστορήματα στηρίζονται αρκετά στην απόδοση δικαιοσύνης. Κάπως έτσι ο «κακός» με κάποιο τρόπο πληρώνει για τις πράξεις του. Αυτό δεν συμβαίνει πάντα στη ζωή. Επίσης, τα αστυνομικά έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στο να αναλύουν τα στοιχεία που συνθέτουν τις σημερινές κοινωνίες. Τα άλλα μυθιστόρηματα ασχολούνται περισσότερο με τους ανθρώπους και τα συναισθήματά τους και λιγότερο με την κοινωνία ως σύνολο. Δείτε, ας πούμε, το Nordic, το οποίο εντάσσει οργανικά τα κοινωνικά ζητήματα μέσα στην πλοκή για να την κάνει πιο ενδιαφέρουσα.
Υπάρχει δοσολογία για ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα;
Θα πρέπει να έχει δυνατή πλοκή και ισχυρούς χαρακτήρες. Να άλλο ένα στοιχείο που η αστυνομική λογοτεχνία υπερέχει: οι χαρακτήρες. Να υπάρχει μια ρεαλιστική απεικόνιση της κοινωνίας, έτσι ώστε να μπορεί να τη σχολιάσει.
Στην πραγματικότητα κάνει αυτό που έκανε το κοινωνικό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα.
Ναι, συμφωνώ απολύτως. Ταιριάζει στο στυλ του αστυνομικού μυθιστορήματος αυτή η κοινωνική παράμετρος. Δεν χρειάζεται να λες στους αναγνώστες τι να σκέφτονται και πώς να σκέφτονται. Φτάνει να τους δείξεις το πρόβλημα. Πολλές φορές όταν τους λες ποιο είναι το κακό, είναι πιθανό να το ακολουθήσουν και να κάνουν μεγαλύτερο κακό. Αν υπήρχε σήμερα ο Μπαλζάκ και ο Ντίκενς θα έγραφαν σίγουρα αστυνομικό μυθιστόρημα.
Από την άλλη, έχουμε κατακλυστεί από παρόμοια αστυνομικά μυθιστορήματα. Πολλά από αυτά είναι κόπιες άλλων.
Ναι, το να αντιγράφεις το πρωτότυπο ποτέ δεν είναι καλό. Δεν θα σε οδηγήσει πουθενά. Γι’ αυτό και έλεγα προηγουμένως πως ήθελα εξαρχής να αρθρώσω τη δική μου φωνή.
Αυτό που κινητοποιεί τον αναγνώστη στα δικά σας βιβλία δεν είναι να βρει ποιος έκανε τι, αλλά όσα περιλαμβάνονται πέριξ των ηρώων. Η ανάλυση των χαρακτήρων.
Να σας πω πώς δουλεύω για να καταλάβετε. Ξεκινάω από μια μικρή ιδέα. Το τελευταίο μου βιβλίο, ας πούμε, έχει πάρει στοιχεία από μια πραγματική ιστορία κακοποίησης ενός κοριτσιού από τον πατέρα της. Πήρα στοιχεία και τα προσάρμοσα. Αλλά αυτό δεν φτάνει. Καθώς το έγραφα είδα πώς κάτι του έλειπε. Και κάποια στιγμή, ήταν Χριστούγεννα θυμάμαι, έδωσα για χριστουγεννιάτικο δώρο στον ανιψιό μου μια χρονοκάψουλα. Και σκέφτηκα πως κάτι τέτοιο θα ήταν ωραίο να το εντάξω στο βιβλίο. Που σημαίνει ότι περισσότερο σκέφτομαι καθώς ζω παρά την ώρα που είμαι στο κομπιούτερ και γράφω. Πάντα τσεκάρω αυτά που γράφω με την πραγματική ζωή για να δω αν έχουν ενδιαφέρον.
Επιπλέον έχουν μια κινηματογραφική ανάπτυξη τα βιβλία σας. Θα μπορούσαν να γίνουν σενάρια για ταινίες.
Δεν το έχω στο μυαλό μου. Αλλά, σίγουρα, όταν γράφω οπτικοποιώ τις λέξεις. Βλέπω εικόνες. Το DNA θα γίνει τηλεοπτική σειρά, αλλά δεν ήταν αυτή η λογική. Όταν με ρωτούν αν θα ήθελα να δω ένα βιβλίο μου στον κινηματογράφο, απαντάω πως το έχω δει ήδη δει στο μυαλό μου.
Σας ενοχλεί να σας ταυτίζουν με το Nordic, αν και δεν ισχύει.
Δεν θα το έλεγα πως με ενοχλεί, αλλά, ναι, δεν έχω καμία σχέση με το Nordic. Με βοήθησε το γεγονός ότι έχω περάσει πολλά χρόνια της ζωής μου στις ΗΠΑ. Επομένως οι αναφορές μου δεν είναι μόνο από τη Σκανδιναβία. Έζησα στο Τέξας όπου οι άνθρωποι κουβαλούν όπλα πάνω τους. Επίσης, μεγάλωσα διαβάζοντας ιστορίες τρόμου. Μου αρέσει το γκόθικ ως ύφος, κάτι που δεν το βρίσκεις στο Nordic.
Έχετε γράψει ολόκληρες σειρές βιβλίων που βασίζονται σε συγκεκριμένους χαρακτήρες, κι άλλα που ολοκληρώθηκαν αμέσως. Ποια είναι η διαφορά γράφοντάς τα;
Και τα δύο έχουν τα καλά τους και τα άσχημά τους. Όταν γράφεις μια σειρά έξι βιβλίων για μια δικηγόρο, κάποια στιγμή κουράζεσαι. Και πάντα υπάρχει ένα όριο για το πόσο μπορείς να εξελίξεις έναν ήρωα. Κι αυτό είναι σημαντικό διότι χωρίς ήρωα δεν υπάρχει βιβλίο. Όταν κουράζομαι και βαριέμαι σταματάω να γράφω σειρές βιβλίων και καταπιάνομαι με αυτόνομα μυθιστορήματα. Και οι δύο εκδοχές έχουν τα θετικά τους και τα αρνητικά τους.
Ξέρω πως είναι μια ερώτηση που σας την κάνουν συνέχεια: η Ισλανδία βρίσκεται συνεχώς στα βιβλία σας. Αλλά, ξέρετε, είναι μια μακρινή χώρα για μας.
Να ξέρετε πως [η Ισλανδία] είναι μια μικρή και ήσυχη χώρα. Δεν έχουμε πολλούς φόνους και συνήθως εξιχνιάζονται εύκολα. Δεν παίρνω έμπνευση από τέτοια πράγματα.
Να ξέρετε πως είναι μια μικρή και ήσυχη χώρα. Δεν έχουμε πολλούς φόνους και συνήθως εξιχνιάζονται εύκολα. Δεν παίρνω έμπνευση από τέτοια πράγματα. Με ενδιαφέρει το ρεαλιστικό περίβλημα της ιστορίας. Να μπορεί να πατήσει η μυθοπλασία του φόνου σε κάτι που είναι πραγματικό. Σε αυτό το σημείο μπαίνει η Ισλανδία και οι άνθρωποί της. Αυτό το καταλαβαίνουν οι αναγνώστες. Ξέρουν ότι αυτά τα πράγματα δεν συμβαίνουν έξω από την πόρτα τους, είναι δημιουργήματα του συγγραφέα, αλλά με κάποιο τρόπο μπορούν να συμβούν.
Η ίδια συζήτηση γίνεται και για τους Έλληνες συγγραφείς που γράφουν αστυνομικά μυθιστορήματα. Ούτε κι εδώ έχουμε serial killers. Δεν είμαστε… Σικάγο και δεν θα γίνουμε ποτέ, λογικά.
Μα, πρέπει να καταλάβουμε πως έχουμε να κάνουμε με μυθοπλασία. Αρκεί φυσικά να μην πάμε στο άλλο άκρο γράφοντας χαζά πράγματα που, όντως, δεν γίνεται να συμβούν. Άρα, πρέπει να βρεις την ισορροπία ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα.
Υπάρχει ήρωας που σας δυσκόλεψε πολύ;
Ξέρετε, διαπίστωσα κάποια στιγμή πως κανένας ήρωάς μου δεν είναι γκέι. Και θεώρησα πως είναι γελοίο, γνωρίζοντας τον εαυτό μου και πώς σκέφτομαι. Και προσπάθησα να βάλω έναν τέτοιο ήρωα χωρίς να το κάνω προσχηματικά. Ήθελα να το κάνω με σεβασμό και ας μην είμαι γκέι και ας μην ξέρω καλά αυτόν τον κόσμο. Πρέπει να το κάνεις με σεβασμό, αλλά όχι με βλακώδη τρόπο.
Πώς είναι να σας αποκαλούν «Βασίλισσα του crime»;
Κοιτάξτε, όταν μου το «κόλλησαν» αυτό ήμουν η μόνη γυναίκα που έγραφα αστυνομικά στην Ισλανδία, επομένως δεν είχα ανταγωνισμό. (γελάει) Ξέρετε, στην Ισλανδία όλη η βιβλιοπαραγωγή συμπιέζεται στα Χριστούγεννα και τότε όλα τα μίντια ασχολούνται με το ποιος θα πουλήσει περισσότερα, ο Κινγκ ή η Βασίλισσα; Υπό αυτή την έννοια είναι καλό να ακούς να σε αποκαλούν έτσι. Αν βοηθάει τα ΜΜΕ δεν έχω θέμα.
Τα βιβλία σας έχουν μεταφραστεί σε 30 διαφορετικές γλώσσες. Μπορεί να έχω χάσει και κάποια. Είστε αυτό που λέμε «international».
Δεν το πίστευα ποτέ ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Είναι πραγματικά πολύ όμορφο να έχεις πολλούς αναγνώστες σε διαφορετικές χώρες. Μοιάζει εξωπραγματικό και προσπαθώ να μην το σκέφτομαι.
Να προσπαθήσω να πω το επώνυμό σας;
(Γελάει) Όχι, μην το κάνετε. Κανένας δεν μπορεί. Φαντάζομαι πόσο δύσκολο θα είναι. Για να σας βγάλω από τη δύσκολη θέση, στην Ισλανδία κανένας δεν βάζει το επώνυμό του στα βιβλία. Γράφουν μόνο το μικρό όνομα και το επώνυμο το κρύβουν με κάποιο γραφιστικό τρικ. Είμαι σίγουρη πως στις ΗΠΑ ουδείς θα καταφέρει να πει το επώνυμό μου.
Αισθάνεστε επαγγελματίας συγγραφέας; Αυτό δηλώνετε ως επάγγελμα;
Όχι, εξακολουθώ να εργάζομαι ως μηχανικός, αν και λιγότερες ώρες από παλιά. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου επαγγελματία συγγραφέα. Βέβαια πολλές ώρες της ημέρας καταγίνομαι μ’ αυτό, αλλά μην νομίζετε πως γράφω σελίδες επί σελίδων καθημερινά. Δεν το κάνω ποτέ αυτό. Αφήνω τον εαυτό μου να αναπνεύσει λίγο. Να σκεφτεί πριν ξεκινήσει να γράφει. Δεν ήθελα πάντα να γίνω συγγραφέας.
Αλήθεια; Τι θέλατε να γίνετε;
Αστροναύτης. (γελάει) Αυτό ήθελα να γίνω: να δουλέψω στη NASA. Αν και διάβαζα πάντα βιβλία ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα γράψω τα δικά μου. Αν δω ότι δεν το αντέχω άλλο και ότι δεν μου αρέσει πια αυτό που κάνω θα το σταματήσω αμέσως.
Διαβλέπω μια κριτική διάθεση απέναντι στον εαυτό σας.
Σωστά. Είμαι πολύ σκληρή με τον εαυτό μου. Τον κριτικάρω πολλές φορές γι’ αυτά που γράφω. Ο επιμελητής μου με απειλεί πως θα βγάλει σε βιβλίο όλα τα μέιλ που του στέλνω με παρατηρήσεις για τα βιβλία μου (γελάει). Ακούγεται βέβαια άβολο να κριτικάρεις τον εαυτό σου, αλλά είναι χρήσιμο. Δεν θέλω να αφήνω τα πράγματα στην τύχη τους.
Ετοιμάζετε κάτι τώρα;
Έχω πρόσφατο βιβλίο, επομένως είμαι στη διαδικασία της σκέψης. Κι όπως είπα, αυτή είναι μια κρίσιμη περίοδος.
Πόσο διάστημα χρειάζεστε από βιβλίο σε βιβλίο για να «καθαρίσετε» μέσα σας;
Μου παίρνει περίπου ένα μήνα. Θέλω αυτό το χρόνο να μην σκέφτομαι τίποτα. Αλλά, ας μην κρυβόμαστε, πάντα έχω κάτι στο μυαλό μου. Πιστεύω, ας πούμε, πως από τον Ιανουάριο κι ύστερα θα ξεκινήσω να γράφω. Ξεκινάω πάντα σιγά σιγά, με λίγες σελίδες και ανεβάζω ταχύτητα καθώς προχωράει το βιβλίο.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων «Όπως και αν έρθει αυτό το βράδυ» (εκδ. Μελάνι).
Το μήνυμα
Yrsa Sigurdardottir
Μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς
Μεταίχμιο 2018
Σελ. 464, τιμή εκδότη €18,80