
Συνέντευξη με τον Robert Seethaler με αφορμή το μυθιστόρημα «Μια ολόκληρη ζωή» (μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης, εκδ. Utopia).
Του Διονύση Μαρίνου
Ένας άνδρας μόνος, ο Αντρέας Έγκερ. Μια ολόκληρη ζωή διασπαρμένη σε ελάχιστες στιγμές. Λες κι ολόκληρος ο βίος δεν είναι τίποτα περισσότερο από το απόσταγμα ελάχιστων εικόνων. Ο καμβάς του βίου μοιάζει μεγάλος, εντούτοις μόνο κάποιες χρωματικές στρώσεις είναι αυτές που του προσδίδουν σημασία.
Ο Αυστριακός συγγραφέας Ρόμπερτ Ζέεταλερ με το ολιγοσέλιδο μυθιστόρημά του Μια ολόκληρη ζωή (μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης, εκδ. Utopia) καταφέρνει να αφηγηθεί το μάκρος μιας ζωής –και μάλιστα αρκούντως περιπετειώδους– χρησιμοποιώντας τα υλικά μια πυκνογραμμένης πρόζας, από την οποία, ωστόσο, δεν λείπει κάτι.
Οι βασικές λεπτομέρειες αναδεικνύονται. Τα γυρίσματα της τύχης του ήρωά του είναι ευκρινή, ενώ οι δραματικές κορυφώσεις είναι μετρημένες και καθοδηγούνται από μια υπόγεια κλιμάκωση. Ακόμη και το τέλος του, φαινομενικά ήσυχο, μα και πικρά ματαιωμένο για όσα έζησε ο Έγκερ, προσδίδει ένα επιπλέον σημασιολογικό βάρος στην πορεία αυτού του ανθρώπου.
Μιλώντας στην Book Press, ο Ρόμπερτ Ζέεταλερ αναφέρεται στον τρόπο που διαχειρίστηκε το υλικό του, τις κρυφές πτυχές του ήρωά του, καθώς και για την κινηματογραφική του καριέρα ως ηθοποιός.
Κύριε Ζέεταλερ, καταφέρατε να γράψετε ένα ολιγοσέλιδο μυθιστόρημα για ολόκληρη τη ζωή του ήρωά σας δίχως να χαθεί κάτι ουσιαστικό απ’ αυτήν. Θέλετε να μας πείτε πώς διαχειριστήκατε το υλικό σας;
Μακάρι να ’ξερα! Πολλές φορές, η συγγραφή είναι μια πολύ πιο ασυνείδητη διαδικασία απ’ ό,τι πιστεύουμε. Θα μπορούσαμε να την παρομοιάσουμε με την ξυλογλυπτική. Το υλικό είναι μπροστά μας. Ο συγγραφέας πρέπει απλώς να αφαιρέσει τα περιττά για να δώσει στην ιστορία σχήμα και μορφή.
Ο Αντρέας Έγκερ, ο βασικός χαρακτήρας του βιβλίου, ζει μια ζωή γεμάτη ανατροπές. Μακροσκοπικά, ωστόσο, η ζωή του δεν είναι τίποτα άλλο από στιγμές; Έτσι είναι, άραγε, και οι δικές μας ζωές;
Πάνω στο ψυχορράγημά τους, ελάχιστοι είναι εκείνοι που θυμούνται μια ολόκληρη χρονιά από τη ζωή τους, μια συγκεκριμένη περίοδο της ζωής ή μια ολόκληρη ιστορία. Οι μεγάλες δομές διαλύονται. Αυτό που μένει είναι στιγμές. Τουλάχιστον έτσι το βλέπω εγώ. Μια εικόνα. Μια ματιά. Μια φωνή. Το γνέψιμο του πατέρα μου στον ήλιο. Η λεπτή, εύθραυστη πλάτη του γιου μου.
Τι είναι πιο δύσκολο, τελικά, να γράψει κανείς μια μινιατούρα ή μια ολόκληρη saga;
Δεν έχω γράψει ακόμα κάποιο μεγάλο έπος, αλλά νομίζω ότι και τα δύο εγχειρήματα είναι απαιτητικά όταν το κάνει κανείς σοβαρά. Νομίζω ότι ήταν ο Hunter S. Thomson ο οποίος κάποτε είπε: «Το γράψιμο είναι σαν το σεξ: είναι διασκεδαστικό μόνο για τους ερασιτέχνες».
Ο τόπος του μυθιστορήματός σας είναι οι Αυστριακές Άλπεις. Γνωρίζατε αυτά τα μέρη;
Όχι και τόσο. Δεν γίνεται σαφής αναφορά στις Αυστριακές Άλπεις, αλλά γενικά σε βουνά. Επινόησα όλες τις τοποθεσίες του βιβλίου και όλα τους τα ονόματα. Κατά κάποιον τρόπο, είναι μυθικές τοποθεσίες. Αυτή η ζωή, ή μια άλλη, παρόμοια, θα μπορούσε να έχει υπάρξει οπουδήποτε και σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή. Αλλά, φυσικά, έχω αναμνήσεις και είμαι συναισθηματικά δεμένος με τις παιδικές εμπειρίες μου στα βουνά. Η υπέροχη σιωπή του χιονιού αλλά και οι κίνδυνοι των βουνών – δεν ξεχνιούνται αυτά τα πράγματα. Η φύση μπορεί είναι διασκεδαστική αλλά δεν είναι πάντοτε εύκολο να τα βγάλεις πέρα μαζί της και να την αντέξεις. Εκτός από όμορφη, είναι ασύλληπτη και τρομακτική.
Το βιβλίο σας συνομιλεί με κάποιο τρόπο με τον Στόουνερ του Τζον Γουίλιαμς. Το έχετε διαβάσει;
Όχι. Δεν το έχω διαβάσει αλλά έχω ακούσει πως είναι πολύ καλό.
Μια καλή ιστορία φτάνει μέχρι το τέλος του ορίζοντα. Από εκεί και πέρα είναι στο χέρι του αναγνώστη να μεταφερθεί σε τόπους που εκτείνονται πέρα από το βάθος του ορίζοντα.
Το βιβλίο σας είναι σαν το παγόβουνο. Βλέπουμε μόνο την κορυφή και φανταζόμαστε τα υπόλοιπα. Έγινε εκ προθέσεως;
Όταν γράφω, δεν έχω σκοπιμότητες, πέρα από την αφήγηση της ίδιας της ιστορίας. Μια καλή ιστορία φτάνει μέχρι το τέλος του ορίζοντα. Από εκεί και πέρα είναι στο χέρι του αναγνώστη να μεταφερθεί σε τόπους που εκτείνονται πέρα από το βάθος του ορίζοντα.
Τι είδους άτομο είναι ο Αντρέας; Ένας τυπικός άνθρωπος; Ένας παθητικός φορέας; Ή, μήπως, ένας μοναχικός λύκος;
Είναι άνθρωπος. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Ωστόσο, είναι κάποιος που κινείται μάλλον στο περιθώριο. Στο περιθώριο της κοινωνίας και στα όρια των δικών του δυνατοτήτων. Οι περιθωριακοί άνθρωποι είναι πάντα μοναχικοί. Φτάνουν στα όρια, τα διευρύνουν και τα υπερβαίνουν, αν χρειαστεί. Διευρύνουν τον κόσμο μας.
Θα τον λέγαμε ήρωα; Είναι «ηρωϊκός»;
Όχι. Ο Αντρέας δεν είναι ήρωας. Ή ίσως είναι τόσο «ηρωικός» όσο όλοι οι άνθρωποι. Κατά τη διάρκεια της ζωής μας, οι περισσότεροι από εμάς ερχόμαστε αντιμέτωποι με πράγματα, όπως η ασθένεια, ο χωρισμός, η απώλεια και ο θάνατος. Αλλά αυτό δεν φτάνει για να χαρακτηριστεί κάποιος ήρωας ή πρότυπο. Εκτός αυτού, ο καθένας μας έχει να χαράξει τη δική του πορεία.
Χρειάζεται, άραγε, ένας χαρακτήρας να είναι εκκωφαντικός για να είναι ουσιαστικός;
Όχι. Στο βάθος της ψυχής του είναι συνήθως σιωπηλός.
Θέλετε να μου μιλήσετε για την εμπλοκή σας στον κινηματογράφο. Παίξατε στην ταινία του Πάολο Σορεντίνο Youth. Είναι μια άλλη εκδοχή της δημιουργικότητάς σας;
Μεγάλωσα με σοβαρά προβλήματα όρασης και, κατά συνέπεια, πήγαινα σε σχολείο για τυφλούς στη Βιέννη. Ως παιδί ζούσα πάντα στον δικό μου μικρόκοσμο. Αυτός είναι ίσως ο λόγος για τον οποίο προτιμώ να γράφω. Η γραφή είναι ένας τρόπος εσωτερίκευσης. Εκεί μπορώ να κρυφτώ και ως εκ τούτου να είμαι πιο ειλικρινής, πιο ελεύθερος και αμείλικτος.
Με την ηθοποιία πρέπει να εξωτερικευτώ, ή να μεγεθύνω τις εσωτερικεύσεις, να τις κάνω ορατές. Αυτό δεν ήταν ποτέ πραγματικά το ισχυρό σημείο μου. Κάθε φορά που έπαιζα στο θέατρο, ένιωθα πάντα τόση ντροπή, που ήθελα να με καταπιεί η σκηνή. Στον κινηματογράφο τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η κάμερα έχει μια σιωπηλή διακριτικότητα, που μου προσφέρει προστασία.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων «Όπως και αν έρθει αυτό το βράδυ» (εκδ. Μελάνι).