
Του Κώστα Αγοραστού
Το μυθιστόρημα της αμερικανίδας (από τη Χαβάη) Hanya Yanagihara Λίγη ζωή (μτφρ. Μαρία Ξυλούρη) συζητήθηκε όσο λίγα τη χρονιά που μας πέρασε. Πληθωρικό και συναισθηματικό, γεμάτο έντονες σκηνές ακραίας σωματικής και λεκτικής βίας αλλά και μεγάλα διαστήματα τρυφερότητας και αγάπης για τους τέσσερις ήρωές του. Ήρωες που τους παρακολουθείς να μεγαλώνουν, να ερωτεύονται, να κάνουν λάθη, να δέχονται την ομορφιά της ζωής και να υπομένουν τις τραγικές «λύσεις» που συχνά τους επιφυλλάσει. Τελειώνοντας το βιβλίο, τα συναισθήματα μπορεί να είναι αμφίθυμα αλλά σίγουρα κρατάνε για πολύ και βάζουν την Yanagihara στο ρόστερ των συγγραφέων των οποίων το επόμενο βιβλίο αναμένουμε με αδημονία.
Στο βιβλίο σας Λίγη ζωή ξεχωρίζει η ανεξάντλητη δύναμη της αγάπης είτε προέρχεται από τους φίλους μας είτε από τη σχέση μας. Για εσάς ποια είναι η κεντρική ιδέα πίσω από το βιβλίο;
Νομίζω πως έχουμε συνηθίσει να σκεπτόμαστε πως η ζωή είναι μια σειρά ενεργειών οι οποίες, αν γίνουν σωστά, θα οδηγήσουν σε προβλέψιμα αποτελέσματα. Κι όμως, δεν είναι έτσι. Μπορεί κανείς να προσπαθεί επίμονα να θεραπευτεί κι ωστόσο να μην το καταφέρνει. Μπορεί κάποιος να αγαπά βαθύτατα κάποιον άλλον, χωρίς όμως να μπορεί να τον σώσει. Και αυτό δεν σημαίνει πως οι πράξεις οι ίδιες, η προσπάθεια αυτή καθ'εαυτή, δεν άξιζαν τον κόπο. Στόχος της ζωής (και αυτό κανείς το συνειδητοποιεί όσο μεγαλώνει) είναι να ξεμάθουμε αυτήν την ιδέα, πως δηλαδή τα πράγματα που αξίζουν περισσότερο είναι αυτά που ολοκληρώνονται. Η αγάπη μάς καθιστά ανθρώπινα όντα όχι επειδή επιλύει προβλήματα, αλλά γιατί συχνά δεν τα επιλύει, και παρ' όλα αυτά τη νιώθουμε και τη βιώνουμε. Είναι αυτή η επίμονη, ξεροκέφαλη άσκηση του μη λογικού που μας προσδίδει την ανθρωπιά μας.
Καθώς αφηγείστε την ιστορία των τεσσάρων φίλων, του Τζέι Μπι, του Μάλκομ, του Γουίλεμ και του Τζουντ, βλέπουμε τους ήρωές σας να έρχονται αντιμέτωποι με το σκοτεινό παρελθόν του Τζουντ, και ο καθένας να κρατά μια διαφορετική στάση. Πώς διαχειριστήκατε έναν τόσο ευαίσθητο και μαζί πολύπλοκο χαρακτήρα, όπως αυτόν του Τζουντ;
Ήξερα πως ήθελα να φτιάξω έναν ανθρώπινο χαρακτήρα που δεν βελτιώνεται ποτέ. Όχι τόσο για να υποτιμήσω την στεροτυπική αμερικανική αντίληψη περί «σωτηρίας», όσο γιατί ήθελα να διερευνήσω κατά πόσον ο αναγνώστης θα παρέμενε δεσμευμένος με αυτόν, παρόλο που εκείνος συνειδητοποιεί σε κάποιο σημείο του βιβλίου πως δεν θα θεραπευτεί, πως η κατάστασή του δεν θα βελτιωθεί. Και τι θα κρατήσει τον αναγνώστη; διερωτήθηκα. Τι θα κρατήσει τον Τζουντ λογοτεχνικά «ζωντανό»; Πώς κρατάς τη ζωή σου (και τη ζωή ενός βιβλίου) έχοντας συνειδητοποιήσει κάτι τέτοιο; Επίσης θέλησα να φτιάξω έναν αντιδραστικό χαρακτήρα, το αποτέλεσμα των όσων ο χαρακτήρας αυτός είχε υποστεί και της ελάχιστης αυτονομίας που είχε στις αποφάσεις για τη ζωή του. Ο Τζουντ είναι ένα άθροισμα από απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν το παρελθόν του. Είναι πολύ περιορισμένος, και σε απαντήσεις αλλά και σε πηγές πληροφοριών. Συχνά είναι χειριστικός. Ωστόσο, αυτό που τον κάνει ανθρώπινο είναι η ικανότητά του να αγαπά και να αγαπιέται. Ελπίζω ο αναγνώστης να το αισθανθεί αυτό και να σταθεί «στο πλευρό του».
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της Λίγης ζωής είναι η υπερβολή. Υπερβολή στον πόνο, στη θλίψη, στην ευτυχία, στην αγάπη. Ποια συναισθήματα θέλετε να προκαλέσετε στους αναγνώστες σας;
Κανένα, μιλώ ειλικρινά. Δεν προσπάθησα να προκαλέσω συγκεκριμένες αντιδράσεις. Θέλησα οι αναγνώστες μου να νιώσουν πως περιέρχονται σε προσωπική, στενή σχέση με τον Τζουντ -και με τους άλλους χαρακτήρες του βιβλίου- αλλά η ένταση των αντιδράσεων των αναγνωστών μου με εξέπληξε, για να είμαι ειλικρινής. Επ' ουδενί ήταν, πάντως, μια απόπειρα να δοκιμάσω τις αντοχές τους.
Μεγάλωσα σε μια μικρή πόλη στον μακρινό Νότο της Αμερικής και ξέρω πως έτσι σκέφτεται μια πλειοψηφία ανθρώπων της υπαίθρου. Είχα πιστέψει πως τα πράγματα έτειναν να βελτιωθούν. Ε, αυτές οι εκλογές απέδειξαν πως είχα κάνει λάθος. Ή τουλάχιστον πως δεν είχαν βελτιωθεί αρκετά.
Το βιβλίο σας χαιρετίστηκε ως «σπουδαίο γκέι μυθιστόρημα» (The Atlantic), ενώ χαρακτηρίστηκε ως «εντυπωσιακό, φιλόδοξο χρονικό της γκέι ζωής στην Αμερική». Θελήσατε να φέρετε στο προσκήνιο το ζήτημα της γκέι ταυτότητας;
Όχι, δεν το σκέφτηκα καθόλου σαν ένα ακόμα δείγμα του «κανόνα» της γκέι λογοτεχνίας, ούτε ήθελα να συνδράμω στη γκέι αισθητική και κουλτούρα. Παρ' όλα αυτά, είναι βαθύτατη τιμή (και έκπληξη) για μένα το γεγονός ότι πολλοί γκέι άνδρες που το διάβασαν βρήκαν κομμάτι του εαυτού τους και της ζωής τους εκεί. Ο Garth Greenwell (που έγραψε το άρθρο στο Atlantic) έκανε μια προσέγγιση/ερμηνεία του βιβλίου που του εξασφάλισε ένα αναγνωστικό κοινό που υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχε. Είναι ένας εξαιρετικός συγγραφέας και διανοητής, και είμαι τυχερή που προσέγγισε το βιβλίο μου με τόση προσοχή, οξυδέρκεια και γενναιοδωρία.
Από τις 20 Ιανουαρίου άρχισε μια νέα εποχή για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πολλοί, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, φοβούνται πως διακυβεύονται πια τα ανθρώπινα δικαιώματα και η Δημοκρατία. Συμμερίζεστε αυτούς τους φόβους;
Αναμφίβολα! Συνειδητοποιεί τώρα κανείς πως μόχθος και κατακτήσεις δεκαετιών πάνε στον βρόντο. Αλλά αυτό που πάνω απ' όλα με λυπεί και με φοβίζει είναι το γεγονός ότι ο ίδιος ο Τραμπ συνειδητοποιεί πόσοι από τους συμπατριώτες μου υποστηρίζουν την ατζέντα του (ή τουλάχιστον δεν την βρίσκουν αποκρουστική ή απειλητική, πράγμα που βέβαια είναι εξίσου κακό). Μεγάλωσα σε μια μικρή πόλη στον μακρινό Νότο της Αμερικής και ξέρω πως έτσι σκέφτεται η πλειοψηφία των ανθρώπων της υπαίθρου. Είχα πιστέψει πως τα πράγματα έτειναν να βελτιωθούν. Ε, αυτές οι εκλογές απέδειξαν πως είχα κάνει λάθος. Ή τουλάχιστον πως δεν είχαν βελτιωθεί αρκετά.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Λίγη ζωή
Hanya Yanagihara
Μτφρ. Μαρία Ξυλούρη
Μεταίχμιο 2016
Σελ. 894, τιμή εκδότη €24,40