Με αφορμή το βιβλίο της «Ένα τελευταίο γράμμα από την Ελλάδα» (μτφρ. Θεοδώρα Δαρβίρη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα), η συγγραφέας Έμμα Κάουελ [Emma Cowell] μιλά για την αγάπη της για την Ελλάδα, για την απώλεια της μητέρας της και για τον χρόνο που αφιερώνει στη συγγραφή. Στην κεντρική εικόνα, η Έμμα Κάουελ σε διακοπές της στη Μεσσηνία (Instagram: @emmalloydcowell).
Επιμέλεια: Book Press
Έμμα, το βιβλίο σου Ένα τελευταίο γράμμα από την Ελλάδα (μτφρ. Θεοδώρα Δαρβίρη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα) είναι μια υπέροχη ιστορία…
Σε ευχαριστώ. Στην ουσία είναι μια ιστορία αγάπης για τη ζωή, τη μοίρα, το πεπρωμένο και την απώλεια. Είναι επίσης ένα γράμμα αγάπης από μια κόρη σε μια μητέρα. Έχει να κάνει με τη φιλία και το δεσμό μητέρας και κόρης, πάντα με μια δόση ρομάντσου.
Είναι αυτοβιογραφικό; Κι αν ναι, πόσο;
Αν και πρόκειται για ιστορία μυθοπλασίας και οι χαρακτήρες είναι επινοημένοι, υπάρχουν πραγματικές στιγμές μέσα που είναι σαν να είμαι εγώ και να μιλάω στη μαμά μου. Υπάρχει μία σκηνή στην οποία ο κεντρικός χαρακτήρας, η Σόφι, ευχαριστεί τη μητέρα της για το ότι είναι υπέροχος γονιός. Αυτός ήταν ο τρόπος μου να αποτίσω φόρο τιμής στη μαμά μου, την οποία έχασα πολύ ξαφνικά λίγο πριν τα Χριστούγεννα το 2012.
Ήσασταν κοντά;
Ήταν σαν αδερφή μου και κολλητή μου, οπότε είχα σπαράξει στο κλάμα σε ορισμένα σημεία –ειδικά στην εισαγωγική σκηνή στην κηδεία της μαμάς της Σόφι– που ήταν εξ ολοκλήρου αυτοβιογραφικά. Ήταν δύσκολο, αλλά συνάμα με βοήθησε από πολλές απόψεις. Αν και έχουν περάσει χρόνια απ’ όταν «έφυγε», αισθάνομαι ακόμα την απώλειά της καθημερινά. Νομίζω πως ήταν ο τρόπος μου για να συνεχίσω τη ζωή μου χωρίς αυτή, όπως ακριβώς έκανε και η ηρωίδα του βιβλίου μου.
Από όλα τα μέρη του κόσμου, πώς και σου έκλεψε τελικά την καρδιά η Ελλάδα;
Νομίζω πως βρίσκομαι σε μακροχρόνια σχέση με την Ελλάδα – μιλάμε για κανονική ερωτική σχέση! Την πρώτη φορά που την επισκέφθηκα με τον σύζυγό μου, τον Τόνι, υπήρξε κάτι με το οποίο συνδέθηκα. Δεν ξέρω αν είναι η ιστορία, ο πολιτισμός… Είχα εμμονή με τους μύθους και τους θρύλους της Ελλάδας από παιδί και το να βρίσκεσαι σε ένα τόσο πλούσιο ιστορικά μέρος, με τόσους όμορφους αρχαιολογικούς χώρους –τίποτα δεν είναι αποκλεισμένο με σχοινιά– σε κάνει να νιώθεις ότι περπατάς πάνω σε αρχαία ίχνη.
Κοιτάζοντας τους βράχους που βρίσκονται εκεί χιλιάδες χρόνια, αισθάνεσαι τόσο μικρός μπροστά στη σπουδαιότητα της ζωής.
Είσαι βαθιά συνδεδεμένη με το μέρος πια, έτσι δεν είναι;
Απολύτως. Όταν ήρθαμε έναν χρόνο μετά τον θάνατο της μαμάς μου, άρχισα πραγματικά να νιώθω γαλήνη και ότι επουλώνονται οι πληγές μου. Κοιτάζοντας τους βράχους που βρίσκονται εκεί χιλιάδες χρόνια, αισθάνεσαι τόσο μικρός μπροστά στη σπουδαιότητα της ζωής. Συνέβαινε κάτι τεράστιο στον κόσμο μου, αλλά η Ελλάδα τα έβαλε όλα σε μια άλλη προοπτική.
Είχες πάντα το όνειρο να γίνεις συγγραφέας;
Ανέκαθεν μου άρεσε να γράφω –από όταν ήμουν παιδί– και ξεκίνησα να γράφω την πρώτη μου ιστορία στον ελεύθερό μου χρόνο, πριν από περίπου δέκα χρόνια. Κατά τη διάρκεια του lockdown είχα τον χρόνο να σκεφτώ αυτό το βιβλίο και άρχισα να το δουλεύω. Πάντα ήξερα ότι θα έγραφα ένα βιβλίο.
Σε τι περιβάλλον δουλεύεις καλύτερα; Ποιο είναι το πρόγραμμά σου;
Αν μπορούσα να βρίσκομαι όλη την ώρα στην Ελλάδα και να γράφω, η έμπνευση θα μου ερχόταν πιο γρήγορα και πιο εύκολα, είμαι σίγουρη γι’ αυτό! Νομίζω όμως ότι πρέπει να είμαι αρκετά αυστηρή, καθώς κάνω μια πολύ απαιτητική δουλειά κατά τη διάρκεια της μέρας, η οποία είναι κι ένα πάθος συνάμα – δουλεύω στη φιλανθρωπική οργάνωση για παιδιά «Together for Short Lives». Θέλω να βοηθήσω αυτά τα παιδιά και τις οικογένειές τους όσο μπορώ, οπότε πρέπει να βρίσκω έξτρα χρόνο για να γράφω. Βάζω ξυπνητήρι στις 6 π.μ. και γράφω για μιάμιση ώρα, και μετά γράφω συνήθως τα απογεύματα και τα σαββατοκύριακα. Το αγαπώ αυτό.
Αγαπημένος/-η σου συγγραφέας;
Η Σάντα Μοντεφιόρε, την οποία έχω την τύχη να αποκαλώ φίλη μου, πιστεύει ότι το σύμπαν μας έφερε κοντά. Διάβασε το βιβλίο μου με μεγάλη γενναιοδωρία και μου χάρισε μια φράση της για το εξώφυλλο. Είναι πολύ υποστηρικτική σε ό,τι κι αν γράψω. Το έργο της με εμπνέει – είναι σπουδαία συγγραφέας.