Συνέντευξη με τον Γερμανό συγγραφέα Φόλκερ Κούτσερ για τη σειρά μυθιστορημάτων του με ήρωα τον Γκέρεον Ρατ, «για τους εχθρούς και τις απειλές που αντιμετωπίζει η δημοκρατία μας και ο δυτικός τρόπος ζωής μας», για τον ήρωά του, αλλά και για τη μεταφορά των βιβλίων του στην τηλεοπτική σειρά Babylon Berlin.
Του Λεωνίδα Καλούση
Κύριε Κούτσερ, τι σας ώθησε να γράψετε το μυθιστόρημα Το βρεγμένο ψάρι;
Το Βρεγμένο ψάρι είναι το πρώτο βιβλίο μιας σειράς που θα περιλαμβάνει συνολικά δέκα αστυνομικά μυθιστορήματα, με τα οποία θέλω να περιγράψω την πορεία της Γερμανίας από τη δημοκρατία στη δικτατορία. Η σειρά ξεκινάει το 1929 και θα τελειώσει το 1938. Στη Γερμανία κυκλοφόρησε πρόσφατα το όγδοο βιβλίο, που διαδραματίζεται την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936.
Δηλαδή θα πάρει παράταση η σειρά με τον Γκέρεον Ρατ; Στην αρχή σχεδιάζατε να γράψετε οκτώ βιβλία.
Τα οκτώ βιβλία είχαν προκύψει καθαρά λογιστικά: Σκόπευα να ξεκινήσω το 1929 και να χρησιμοποιήσω το έτος 1933 ως σημείο καμπής. Τέσσερα μυθιστορήματα θα διαδραματίζονταν την εποχή της υπό κατάρρευση δημοκρατίας και άλλα τέσσερα στην αρχή της δικτατορίας, με το τελευταίο να λαμβάνει χώρα το 1936, το έτος των Ολυμπιακών Αγώνων του Βερολίνου. Στην αρχή σκέφτηκα: Τι ωραίο σκηνικό για μια αστυνομική ιστορία! Αλλά μετά συνειδητοποίησα πως ήταν προτιμότερο να ολοκληρωθεί η σειρά σε μια χρονική στιγμή όπου έχει καταστεί πλέον σαφές πού οδηγεί η διαδρομή του Τρίτου Ράιχ: στον πόλεμο και στο Ολοκαύτωμα. Γι’ αυτό και το καταλληλότερο φινάλε είναι το έτος 1938 με το πογκρόμ του Νοεμβρίου, που έμεινε γνωστό ως Νύχτα των Κρυστάλλων. Συνεπώς, μετά το μυθιστόρημα που διαδραματίζεται το 1936 θα κυκλοφορήσει τουλάχιστον άλλο ένα, όμως το 1938 θα σημάνει το τέλος της σειράς. Αυτή είναι η τελευταία μου λέξη!
Στα μυθιστορήματά σας ξαναζωντανεύετε το Βερολίνο όπως ήταν στα τέλη της δεκαετίας του ’20 και στις αρχές της δεκαετίας του ’30. Πώς το κάνετε; Πώς μεταφέρεστε νοερά σ’ εκείνη την εποχή;
Διαβάζω πολύ, κι επειδή είμαι οπτικός τύπος, μου αρέσει να βλέπω παλιές φωτογραφίες και ταινίες, αλλά και πίνακες ζωγραφικής. Το καλλιτεχνικό ρεύμα της Νέας Αντικειμενικότητας έχει να προσφέρει πολλά, τόσο στη λογοτεχνία όσο και στη ζωγραφική, διότι περιέχει άφθονα ρεαλιστικά στοιχεία από την καθημερινή ζωή. Αλλά το σημαντικότερο βοήθημά μου είναι οι εφημερίδες. Αν θέλω να βυθιστώ πραγματικά στην εποχή εκείνη, αν θέλω να μάθω τι σκέφτονταν και πώς ένιωθαν οι άνθρωποι τότε, η εφημερίδα αποτελεί την ιδανική χρονομηχανή. Με πληροφορεί επίσης πόσο κόστιζε ένα καπέλο, ένα ζευγάρι παπούτσια, μισό κιλό βούτυρο ή ένα αυτοκίνητο.
Ο αστυνόμος Γκέρεον Ρατ παίρνει μετάθεση από την Κολονία στο Βερολίνο, όπου έρχεται αντιμέτωπος με πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές. Γιατί υπήρχε τόσος αναβρασμός και έλλειψη πολιτικής σταθερότητας κατά την ύστερη περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και της ανόδου του εθνικοσοσιαλισμού;
Η Δημοκρατία ήταν φορτωμένη με το βάρος της ήττας στον πόλεμο, δηλαδή τις υπέρογκες πολεμικές αποζημιώσεις, τη διεθνή κατακραυγή, την κατοχή της Ρηνανίας και της περιοχής του Ρουρ. Οι παλιές ελίτ από την εποχή του Κάιζερ έριχναν στη νεαρή Δημοκρατία την ευθύνη για όλα αυτά, καθώς και για την ίδια την ήττα στον πόλεμο, για την οποία στην πραγματικότητα έφταιγαν εκείνες. Στις αρχές της δεκαετίας του ’30 προστέθηκε σε όλα αυτά και η οικονομική κρίση, που κλόνισε σημαντικά την εμπιστοσύνη που είχαν αρχίσει να δείχνουν δειλά δειλά οι πολίτες στη Δημοκρατία.
Babylon Berlin, η τηλεοπτική σειρά που βασίζεται στα μυθιστορήματα του Φόλκερ Κούτσερ. |
Περιγράφετε έναν κόσμο που χάθηκε. Τι σας έδωσε την ιδέα να χρησιμοποιήσετε ως σκηνικό το Βερολίνο όπως ήταν στα τέλη της δεκαετίας του ’20;
Ο Έριχ Κέστνερ και οι άλλοι συγγραφείς του κινήματος της Νέας Αντικειμενικότητας. Με συναρπάζει ο κόσμος που περιγράφουν και ήθελα να περιπλανηθώ κι εγώ συγγραφικά σ’ αυτή την εποχή. Άλλος ένας λόγος ήταν η αναζήτηση των αιτίων που οδήγησαν στην κατάρρευση εκείνου του κόσμου. Άλλωστε, ήταν μια εποχή γεμάτη ελπίδα, υπήρχε η αίσθηση ενός νέου ξεκινήματος. Μα όλα αυτά τελείωσαν αρκετά ξαφνικά το 1933. Με τη συγκεκριμένη σειρά μυθιστορημάτων θέλω να δείξω –από την οπτική γωνία των ανθρώπων εκείνης της εποχής– πώς βίωσαν άτομα με διαφορετικές καταβολές αυτή την ακραία μεταβολή των αξιών.
Γιατί ακριβώς επιλέξατε για τη συγκεκριμένη σειρά την εποχή της ανάδυσης του εθνικοσοσιαλισμού; Θεωρείτε πως έτσι προειδοποιείτε, κατά κάποιον τρόπο, τον κόσμο για την απότομη στροφή προς τα δεξιά που παρατηρείται στη διεθνή πολιτική σκηνή;
Δεν θεωρώ πως προειδοποιώ κανέναν. Άλλωστε κι εγώ δυσφορώ με τις ισοπεδωτικές συγκρίσεις. Δεν μου αρέσει να βλέπω να χαρακτηρίζονται συλλήβδην «ναζιστές» όσοι έχουν δεξιά φρονήματα. Δεν είναι όλοι οι δεξιοί αυτομάτως ακροδεξιοί. Στην εποχή μας υπάρχει η τάση να γενικεύουμε. Και με εξοργίζει αυτό, ακόμα κι αν προσωπικά τοποθετώ τον εαυτό μου αρκετά αριστερά στο πολιτικό φάσμα. Ο κόσμος στη Γερμανία θα πρέπει να επιτρέπεται να είναι συντηρητικός, χωρίς να κατατάσσεται αμέσως στα καθάρματα. Αυτή η στάση προσομοιάζει σε απολυταρχικές νοοτροπίες και είναι απειλητική για τη δημοκρατία μας.
Ο λόγος που με ενδιαφέρει τόσο πολύ η δεκαετία του ’30 είναι ότι πάντα αναρωτιόμουν (και εξακολουθώ να αναρωτιέμαι) πώς ήταν δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο: Πώς ήταν δυνατόν η Δημοκρατία της Βαϊμάρης, που δεν ήταν και τόσο κακή, να δώσει τη θέση της σε ένα τερατώδες κράτος αδίκου σαν το Τρίτο Ράιχ; Δεν υπάρχει κάποια απλή, ικανοποιητική απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα κι έτσι προσπαθώ να το προσεγγίσω εμβαθύνοντας στην εποχή εκείνη, βοηθώντας τον κόσμο να τη βιώσει κι αυτός. Πώς έβλεπαν οι άνθρωποι τότε τους μετέπειτα νεκροθάφτες της Δημοκρατίας; Πόσο σοβαρά έπαιρναν τους κινδύνους;
Η δημοκρατία μας, η ελευθερία μας, το κράτος δικαίου, δεν είναι καθόλου αυτονόητα πράγματα· απεναντίας, είναι πολύ ευάλωτα. Πρέπει να κρατάμε τα μάτια μας ανοιχτά και να πολεμάμε όλους τους εχθρούς της δημοκρατίας, από όπου κι αν προέρχονται.
Η γενιά μας, που γεννήθηκε την εποχή της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, θεωρεί τη δημοκρατία δεδομένη και αυτονόητη. Όμως η δημοκρατία μας, η ελευθερία μας, το κράτος δικαίου, δεν είναι καθόλου αυτονόητα πράγματα· απεναντίας, είναι πολύ ευάλωτα. Πρέπει να κρατάμε τα μάτια μας ανοιχτά και να πολεμάμε όλους τους εχθρούς της δημοκρατίας, από όπου κι αν προέρχονται. Στους εχθρούς της δεν κατατάσσεται, φερειπείν, μόνο ο δεξιός λαϊκισμός, αλλά και ο σαλαφισμός. Μπορεί αυτά τα δύο να αλληλοθεωρούνται εχθροί, όμως και τα δύο απειλούν την ελεύθερη δημοκρατία. Επίσης, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τις τράπεζες και τους πολυεθνικούς ομίλους, που έχουν αποκτήσει πλέον τέτοια ισχύ, ώστε να διαφεύγουν όλο και περισσότερο τον έλεγχο των εθνικών μας κυβερνήσεων. Διότι μπορεί οι όμιλοι να είναι πολλά πράγματα, αλλά σίγουρα δεν διαθέτουν δημοκρατική νομιμοποίηση.
Αυτά είναι μόνο λίγα παραδείγματα για τους εχθρούς και τις απειλές που αντιμετωπίζει η δημοκρατία μας και ο δυτικός τρόπος ζωής μας. Θα πρέπει να τα λάβουμε όλα αυτά εξίσου στα σοβαρά. Δεν γίνεται να προσπαθήσουμε να επιλέξουμε το λιγότερο χειρότερο, όπως έκανε η αστική τάξη της δεκαετίας του ’30, που φοβόταν τον υποτιθέμενο κομμουνιστικό κίνδυνο περισσότερο από τους ναζί.
Γι’ αυτό λοιπόν θέλω να δείξω πώς καταστράφηκε τότε μια δημοκρατία, στη Γερμανία. Ένας από τους λόγους ήταν η νωθρότητα των ανθρώπων που μπορεί να μην επιθυμούσαν την εγκαθίδρυση του Τρίτου Ράιχ, αλλά αφέθηκαν να διαφθαρούν.
Ο Γκέρεον Ρατ είναι νέος, γοητευτικός και ερωτεύεται τη Σαρλότε. Τι τον κάνει να ξεχωρίζει από τους άλλους αστυνομικούς, που μοιάζουν να είναι βυθισμένοι σε τέλμα;
Ο ίδιος ο Γκέρεον Ρατ θεωρεί πως είναι ένας εντελώς συνηθισμένος αστυνομικός. Αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει από τους άλλους είναι πως, όταν κρίνει πως είναι αναγκαίο, δεν υπακούει πάντα στο δίκαιο και στους νόμους. Η δικαιοσύνη είναι σημαντικότερη γι’ αυτόν απ’ ό,τι το νομοθετημένο δίκαιο. Επίσης, προτιμά να δουλεύει μόνος του παρά με τους συναδέλφους του, γεγονός που πάντα του δημιουργεί προβλήματα με τους προϊσταμένους του.
Το μυθιστόρημα Το βρεγμένο ψάρι έγινε best seller και γνώρισε μεγάλη επιτυχία διεθνώς. Πώς νιώθετε γι’ αυτό;
Χαίρομαι, φυσικά. Στο κάτω κάτω, κάθε συγγραφέας θέλει να διαβάζονται τα βιβλία του από όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους.
Μείνατε ικανοποιημένος με την τηλεοπτική σειρά Babylon Berlin;
Η τηλεοπτική εκδοχή έχει αρκετές διαφορές από τα βιβλία, όμως δεν με πειράζει καθόλου, διότι είναι μια εξαιρετικά καλοφτιαγμένη σειρά. Και μπορεί σε μερικά σημεία να αφηγείται την ιστορία με λίγο διαφορετικό τρόπο, όμως σε τελική ανάλυση έχει τον ίδιο στόχο με τα βιβλία: να δείξει πώς μπορεί να πάει κατά διαόλου μια δημοκρατία.