
Ο Γιάννης Γορανίτης με την πρώτη του σπονδυλωτή συλλογή διηγημάτων «24» (εκδ. Πατάκη) αφηγείται ιστορίες ανθρώπων που συναντιόνται στον ηλεκτρικό μια ζεστή μέρα του καλοκαιριού. Ιστορίες σκληρές που διακόπτονται από διαλόγους συνεπιβατών, παρακλήσεις ζητιάνων και κλάματα μικρών παιδιών. Ιστορίες που δεν τελειώνουν στον τερματικό σταθμό.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Το 24 είναι μια σπονδυλωτή συλλογή διηγημάτων. Γιατί 24; Γιατί αποτελείται από 24 διηγήματα. Από 24 στάσεις, όσα και τα καρέ ενός φωτογραφικού φιλμ, όσες και οι στάσεις του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου της Αθήνας, όπου άλλωστε διαδραματίζονται, εξελίσσονται ή απλώς εκκινούν όλα τα διηγήματα της συλλογής. Γιατί σπονδυλωτή; Γιατί κάποιες ιστορίες συνεχίζονται σε άλλη στάση, άλλες μένουν μετέωρες ή διακόπτονται βίαια, άλλες κινούνται παράλληλα όπως οι συρμοί της αντίθετης κατεύθυνσης, ή τέμνονται όπως οι ράγες σε ορισμένα σημεία. Αλλά και γιατί κάποιοι χαρακτήρες μπαίνουν και βγαίνουν στις ιστορίες των άλλων, συναντιούνται ή χάνονται, συνυπάρχουν ή συγκρούονται, γίνονται υλικό φαντασιώσεων ή ονείρων καθώς το τρένο διασχίζει την πόλη.
Όλα τα διηγήματα διαδραματίζονται κατά τη διάρκεια ενός ζεστού πρωινού στην καρδιά της κρίσης. Το 24 όμως δεν είναι ένα βιβλίο για την κρίση. Είναι ένα βιβλίο παρατήρησης τόσο του σύγχρονου κόσμου που αλλάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, όσο και των ανθρώπων που προσπαθούν να ενταχθούν σε αυτόν – ή να απενταχθούν, ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος με τους ανθρώπους. Ακόμη κι όταν τους πλάθεις εσύ ο ίδιος.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Πράγματι, δεν είναι πολλά αυτά μπορεί να κομίσει ένας νέος συγγραφέας. Άλλωστε, όλα έχουν γραφτεί – προ πολλού και πολύ καλύτερα. Η παραδοχή αυτή επικρέμεται ως άλλη δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι κάθε επίδοξου συγγραφέα. Γίνεται συχνά η αιτία για να απομακρυνθούν τα δάχτυλα από το πληκτρολόγιο, για να σηκωθεί το μολύβι από το σημειωματάριο. Η απειλητική σκιά της σπάθης έπεφτε για χρόνια πάνω και από τα δικά μου γραπτά –τι έχω να προσφέρω; αναρωτιόμουν και τα καταχώνιαζα ή τα πέταγα. Το ίδιο εικάζω ότι συμβαίνει και με τους περισσότερους νέους συγγραφείς. Υπάρχουν όμως και αυτοί που μετατρέπουν την αποτρεπτική δράση της αμφιβολίας σε δημιουργική αντίδραση. Αυτοί που δεν δειλιάζουν, που δεν εγκαταλείπουν αμέσως τον θρόνο όπως έκανε ο Δαμοκλής. Το παράδειγμά τους ακολούθησα και παρότι ανταμείφθηκα με την έκδοση του πρώτου μου βιβλίου, η σπάθη συνεχίζει να επικρέμεται πάνω από το γραφείο μου. Από τη μέρα όμως που πήρα στα χέρια μου το 24, έχω την αίσθηση ότι η σκιά της δεν είναι πια τόσο απειλητική.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Το συγγραφικό εργαστήρι μου λειτουργούσε αρκετά χρόνια πριν την πρώτη μου δημοσίευση. Υπολειτουργούσε, για να είμαι ακριβής. Αφενός η προαναφερθείσα ανασφάλεια, αφετέρου η πίεση της καθημερινότητας, τα περιθώρια για συστηματική δουλειά ήταν ελάχιστα. Παρεμπιπτόντως, αν υπάρχει μαγική συνταγή για το γράψιμο, φοβάμαι –και ταυτόχρονα ελπίζω– ότι αποτελείται από μία και μοναδική οδηγία: δουλειά. Συστηματική, προγραμματισμένη και επίμονη δουλειά. Εν προκειμένω, εκμεταλλεύτηκα μια επαγγελματική μετάβαση και αξιοποίησα τον διαθέσιμο χρόνο ώστε να δουλέψω πιο συστηματικά τα κείμενά μου. Παράλληλα διαβάζω όσο και όποτε μπορώ. Αλλά εικάζω ότι η ανάγνωση δεν είναι τμήμα του συγγραφικού εργαστηρίου, αλλά το κλειδί του. Χωρίς την ανάγνωση δεν έχεις καν δικαίωμα εισόδου στο εργαστήρι της συγγραφής.
Σαφώς βοήθησαν και τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής που παρακολούθησα τα τελευταία χρόνια. Στα μαθήματα αυτά, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουν πολλοί (χωρίς βέβαια να έχουν παρακολουθήσει ούτε λεπτό), δεν διδάσκονται συγγραφικές συνταγές, ούτε αναπαράγονται μαγικά τρικ. Αντίθετα, σε βοηθούν να ανακαλύψεις γιατί θέλεις να γράφεις και πώς θα βελτιωθείς ακολουθώντας ή ανατρέποντας τις θεματικές και υφολογικές κλίσεις σου.
Αν μου επιτρέπεται μια σύσταση στους νέους συγγραφείς είναι να μην το βάζουν κάτω. Να μην απογοητεύονται από τις απορρίψεις, να μην πτοούνται από την αναμονή για απαντήσεις (κι όμως, αρκετοί εκδότες δεν απαντούν ποτέ, ούτε αρνητικά). Και πρωτίστως, να συνεχίσουν να γράφουν, ακόμη κι αν φοβούνται ότι τα έργα τους δεν είναι αρκετά καλά ώστε να εκδοθούν.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Θραύσματα και ερεθίσματα από κάθε μορφή τέχνης επηρεάζουν και συνομιλούν διαρκώς με τα κείμενά μου. Η μουσική κυρίαρχη: Το 24 άλλωστε έχει το δικό του soundtrack – κάθε διήγημα συνοδεύεται από ένα μουσικό κομμάτι (αποκαλύπτονται σταδιακά εδώ https://www.facebook.com/igoranitis). Ισχυρή βάση αναφοράς είναι και ο κινηματογράφος, καθώς η φιλμική γλώσσα επηρεάζει τόσο την αφηγηματική ματιά όσο και τον ρυθμό των κειμένων μου. Οι εικαστικές αναφορές είναι εξίσου πρόδηλες, ακόμη κι όταν δεν μεταφέρονται στο χαρτί. Συχνά άλλωστε προσφεύγω σε ένα ιδιότυπο ρεπεράζ σε φωτογραφίες, σχέδια και πίνακες ζωγραφικής, που στη συνέχεια λειτουργούν ως πηγές για την εικονοποιία των σκηνών μου.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Αυτό είναι αλήθεια. Ειδικά εν μέσω κρίσης, οι εκδότες έχουν γίνει πιο διστακτικοί με τα έργα πρωτοεμφανιζόμενων. Ορισμένοι θεωρούν ότι αυτό έχει θετικό αντίκτυπο στην ποιότητα της εγχώριας βιβλιοπαραγωγής, και ενδεχομένως έχουν δίκιο. Το φιλτράρισμα όμως συνεπάγεται και παράπλευρες απώλειες, καθώς πολλά αξιόλογα βιβλία δεν θα φτάσουν ποτέ στο τυπογραφείο. Γι' αυτό και αισθάνομαι ιδιαίτερα τυχερός που το 24 επιλέχθηκε από τις Εκδόσεις Πατάκη, έναν εκδοτικό οίκο που επενδύει σταθερά στην ελληνική πεζογραφία και δίνει βήμα σε πρωτοεμφανιζόμενους.
Αν μου επιτρέπεται μια σύσταση στους νέους συγγραφείς είναι να μην το βάζουν κάτω. Να μην απογοητεύονται από τις απορρίψεις, να μην πτοούνται από την αναμονή για απαντήσεις (κι όμως, αρκετοί εκδότες δεν απαντούν ποτέ, ούτε αρνητικά). Και πρωτίστως, να συνεχίσουν να γράφουν, ακόμη κι αν φοβούνται ότι τα έργα τους δεν είναι αρκετά καλά ώστε να εκδοθούν. Όπως άλλωστε είπε κάποτε ο Κερτ Βόνεγκατ, η ενασχόληση με οποιαδήποτε τέχνη ανεξάρτητα από το πόσο καλό ή άσχημο είναι το αποτέλεσμα, είναι ένας τρόπος να καλλιεργήσουμε την ψυχή μας. «Τραγουδήστε στο ντους» συμβούλευε. «Χορέψτε με ένα τραγούδι που ακούτε στο ραδιόφωνο. Αφηγηθείτε ιστορίες. Γράψτε ένα ποίημα σε έναν φίλο, ακόμη και ένα κακό ποίημα. Κάντε το όμως όσο καλύτερα μπορείτε. Θα λάβετε μια τεράστια ανταμοιβή. Θα έχετε δημιουργήσει κάτι».
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.